Η προσπάθεια της Τουρκίας να διεκδικήσει Κοιτάσματα Πετρελαίου στο Αιγαίο
του Κ.Ν. Σταμπολή
Η επανεμφάνιση του τουρκικού «ωκεανογραφικού» σκάφους «Πίρι Ρέϊς» στο μέσον του Αιγαίου, με στόχο την διεξαγωγή γεωλογικών ερευνών, ήταν εύλογο να δημιουργήσει μεγάλη αναστάτωση στους κόλπους της ελληνικής κυβέρνησης η οποία πάλι κατελήφθη εξ αποίνης. Παρά τις πολλαπλές ενδείξεις των τελευταίων μηνών ότι η Τουρκία προετοιμάζεται για νέες προκλήσεις στο Αιγαίο η κυβέρνηση εμφανίσθηκε αιφνιδιασμένη, έντονα προβληματισμένη και απροετοίμαστη, υιοθετώντας ως συνήθως μία καθαρά αμυντική στάση και καταφεύγοντας σε απλοϊκές δηλώσεις, μέσω ΥΠΕΞ, του τύπου «παρακολουθούμε από κοντά την κατάσταση και δεν θα αφήσουμε το τουρκικό σκάφος να εισέλθει στα ελληνικά χωρικά ύδατα». Ομως με αυτού του είδους την αντιμετώπιση και την πλήρη απουσία αντίστοιχης ελληνικής ερευνητικής δραστηριότητας στο Αιγαίο το μόνο που επιτυγχάνουμε είναι να επιδεικνύουμε τοις πάσι την αγωνία μας και τον φόβο μας για μία κατά τα άλλα ενέργεια ρουτίνας, σε στρατηγικό επίπεδο, της τουρκικής κυβέρνησης. Ποια είναι όμως τα βαθύτερα αίτια της τουρκικής πολιτικής στο θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου και τι πραγματικά επιδιώκουν οι γείτονες, εδώ και χρόνια, με την συγκεκριμένη τακτική τους, δηλ. των περιοδικών εξόδων, των κατά τα άλλα βοηθητικών σκαφών του τουρκικού πολεμικού ναυτικού που εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία υπό τον μανδύα ωκεανογραφικών ερευνών; Τόσο η προκλητική έξοδος του «Πίρι Ρέϊς» στο Αιγαίο, (όπου μεταξύ άλλων, πρόκειται να πραγματοποιήσει γεωλογικές έρευνες εντός των χωρικών μας υδάτων στην περιοχή της νήσου Καλόγηροι), η αύξηση, τελευταία, του αριθμού αβλαβών πλόων τουρκικών πολεμικών σκαφών μέσα από ελληνικά χωρικά ύδατα, οι παρενοχλήσεις αεροσκαφών της πολιτικής μας αεροπορίας και οι συνεχείς, καθημερινές πλέον, παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου από τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη, είναι ξεκάθαρο ότι αποτελούν μέρος ενός γενικώτερου σχεδίου της Αγκυρας για τη δημιουργίας μίας «ζώνης ασφάλειας» δυτικά της Ανατολίας, που να περιλαμβάνει τα ελληνικά νησιά. Αμεσος στόχος της Αγκυρας είναι η συστηματική αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στον εναέριο και θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου έτσι ώστε να επιτευχθεί: - Η απεμπόληση του δικαιώματος επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια (όπως μας δίδει κάθε δικαίωμα το Νέο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας) και η συρρίκνωση του εθνικού μας εναέριου χώρου στα 6 ναυτικά μίλια. - Η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου με βάση την αρχή της ευθυδικίας με διμερείς διαπραγματεύσεις και όχι βάσει του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, το οποίο αρνείται να προσυπογράψει η Τουρκία. (Ομως το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας έχει τεθεί σε διεθνή ισχύ αφού το έχουν επικυρώσει περισσότερα από 70 κράτη). - Ο επανακαθορισμός του καθεστώτος νησιών, νησίδων και βραχονησίδων όπου αυτό δεν αναφέρεται ρητά σε διεθνείς Συνθήκες, με την υπογραφή μίας ξεχωριστής συμφωνίας με την Ελλάδα. Πέρα όμως από τις ανωτέρω τουρκικές επιδιώξεις ένας άλλος εξίσου σοβαρός στόχος της Αγκυρας είναι η οικονομική εκμετάλλευση του Αιγαίου, με την εξερεύνηση και εκμετάλλευση υποθαλάσσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων τα οποία και έχουν εντοπιστεί σε αρκετές περιοχές του αρχιπελάγους (π.χ. Βόρειο Αιγαίο, Θρακικό Πέλαγος, Λέσβος, Δωδεκάνησα, Νότια και Ν.Δ. της Κρήτης). Ο μόνος τρόπος για την διαπίστωση και προσμέτρηση κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι η διεξαγωγή ερευνητικών γεωτρήσεων. Ομως ουδεμία ερευνητική γεώτρηση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί εάν δεν διευθετηθεί πρώτα το καθεστώς της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο κρατών (βάσει του moratorium του 1998 που υπεγράφη από τους Παπούλια – Γιλμάζ μετά την Κρίση του 1987). Πάγια θέση της Ελλάδας, η οποία και έχει συμπεριληφθεί στα συμπεράσματα της διάσκεψης κορυφής του Ελσίνκι (Δεκ. 1999) βάσει της οποίας η Τουρκία αναγνωρίσθηκε ως «υπό ένταξη» χώρα στην Ε.Ε., είναι η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για διευθέτηση του θέματος της υφαλοκρηπίδας. Θέση με την οποία διαφωνεί κάθετα η Τουρκία και αντ' αυτού επιδιώκει διμερείς διαπραγματεύσεις, απ' όπου πιστεύει ότι θα εξέλθει κερδισμένη. Εξ' ου και η τακτική της για τη δημιουργία θερμού επεισοδίου ή ακόμα και στρατιωτικής εμπλοκής, μία εξέλιξη που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε απευθείας διαπραγματεύσεις – για την αποφυγή ευρύτερης σύρραξης - με την πιθανή διαμεσολάβηση Αγγλο-Αμερικανών παραγόντων. Το θέμα προσδιορισμού της υφαλοκρηπίδας έχει καθοριστική σημασία διότι αυτή παρέχει στο αντίστοιχο παραθαλάσσιο κράτος τη δυνατότητα άσκησης ορισμένων δικαιωμάτων κυριαρχικού χαρακτήρα, όπως π.χ. την κατασκευή τεχνητών νησίδων για την διεξαγωγή υποθαλάσσιων ερευνών αλλά και την εκμετάλλευση τυχόν ανακαλυφθέντων κοιτασμάτων. Σύμφωνα με έγκυρους νομικούς κύκλους εάν πράγματι οι δύο χώρες προσφύγουν στη Χάγη, αφού θα έχουν υπογράψει εκ των προτέρων το προβλεπόμενο συνυποσχετικό, είναι σχεδόν βέβαιο ότι η χώρα μας θα δικαιωθεί ως προς την επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 ν. μίλια, όπως προβλέπει το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας ακόμη και για «κλειστές ή ημικλειστές» θάλασσες όπως θεωρείται το Αιγαίο. Υπό το παρόν καθεστώς, οι χωρικές θάλασσες 6 ναυτικών μιλίων της Ελλάδος και της Τουρκίας καλύπτουν το ήμισυ περίπου της όλης θαλάσσιας επιφανείας του Αιγαίου. Εάν όμως οι χωρικές αυτές θάλασσες επεκταθούν μέχρις του ορίου των 12 ναυτικών μιλίων, τότε το ποσοστό καλύψεως θα αυξηθεί στο 80% περίπου. Σε περίπτωση επέκτασης της χωρικής θάλασσας στα 12 ναυτικά μίλια αλλάζει όλος ο συσχετισμός των θαλασσίων εκτάσεων στο Αιγαίο προς όφελος της χώρας μας. Ιδού ο λόγος για τον οποίο αντιδρούν τόσο οι Τούρκοι. Οπως εξ' άλλου φαίνεται ανάγλυφα από τον παρατιθέμενο πίνακα σε περίπτωση επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, και από τις δύο χώρες, η Ελλάς διπλασιάζει σχεδόν την έκταση της Χωρικής της Θαλάσσης στο Αιγαίο, ενώ η Τουρκία «κερδίζει» ελάχιστο ποσοστό, δεδομένου ότι η άλυσος των ελληνικών νήσων έναντι των μικρασιατικών ακτών δεν επιτρέπει επέκταση της χωρικής της θαλάσσης εις βάθος. Από τον Νοέμβριο 1973 και μετά, όταν δηλαδή η τουρκική κυβέρνηση παρεχώρησε τις πρώτες άδειες έρευνας για τον εντοπισμό κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην κρατική εταιρεία πετρελαίων TPAO και σε υποθαλάσσιες περιοχές δυτικά και βορειοδυτικά των ελληνικών νησιών Λέσβου και Χίου και νοτιοανατολικά και ανατολικά των νησιών Σαμοθράκης, Λήμνου και Άγιου Ευστράτιου, η Τουρκία δεν σταμάτησε ούτε μία ημέρα να διεξάγει έρευνες. Η κίνηση αυτή της Άγκυρας το 1973 έγινε εξ' άλλου η αφορμή για την δημιουργία πολιτικής οξύτητας μεταξύ των δύο χωρών αφού οι ανωτέρω παραχωρήσεις έγιναν εντελώς αυθαίρετα από την Τουρκία, αγνοώντας πλήρως τα δικαιώματα της Ελλάδας στην υφαλοκρηπίδα των νήσων της. Ομως η Τουρκία μετά από πολυετείς έρευνες στο Αιγαίο (εντός και εκτός των χωρικών υδάτων της) είναι σε θέση να γνωρίζει άριστα την γεωλογία του υπεδάφους της και τις πιθανές περιοχές όπου υπάρχουν αξιόλογα κοιτάσματα. Πληροφορίες οι οποίες θα της φανούν εξαιρετικά χρήσιμες σε μία μελλοντική εκ του σύνεγγυς διαπραγμάτευση για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Σε αντίθεση με την Τουρκία η Ελλάδα έχει απόσχει πλήρως από κάθε έρευνα στο Αιγαίο, έστω και εντός των δικών της χωρικών υδάτων εδώ και 5 χρόνια, υποστηρίζοντας αφελώς δεξιά και αριστερά μέσω δηλώσεων κυβερνητικών αξιωματούχων και κομματικών στελεχών ότι πετρέλαιο στην Ελλάδα δεν υπάρχει και κάθε προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση είναι καταδικασμένη. Δυστυχώς όμως για τη χώρα, και τα εθνικά συμφέροντα, οι φραστικές κορώνες των ανευθυνουπεύθυνων μεταφράσθηκαν σε πράξη με άμεσο τραγικό αποτέλεσμα την πλήρη κατάργηση το 1998 της κρατικής εταιρείας που είχε την ευθύνη και τεχνογνωσία για έρευνες υδρογονανθράκων, της ΔΕΠ-ΕΚΥ, την αρχική της ένταξη στο νέο τότε σχήμα των ΕΛΠΕ το 1999, και την ουσιαστική αδρανοποίηση και διάλυση της εκ των υστέρων. Ετσι σήμερα η χώρα μας ευρίσκεται σε μία σαφώς υποβαθμισμένη θέση σε σύγκριση με την Τουρκία ως προς τη γνώση της γεωλογίας της ευρύτερης περιοχής του Αιγαίου. Ταυτόχρονα τίθεται και θέμα κρατικής επάρκειας ως προς την εποπτεία και έλεγχο των παραχωρήσεων για έρευνα υδρογονανθράκων αφού μετά την ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ, μία κατ' εξοχήν δραστηριότητα που άπτεται της εθνικής ασφάλειας της χώρας δεν μπορεί να παραμένει υπό την κηδεμονία ενός ιδιωτικού πλέον φορέα. Υπό το σημερινό καθεστώς γεωλογικής ημιμάθειας και «μη ελέγχου» των πολύτιμων εθνικών υποθαλάσσιων ενεργειακών της πόρων, η Ελλάδα όχι μόνο δεν μπορεί ν' αντιμετωπίσει τις τουρκικές προκλήσεις αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα εξέλθει με τραγικές απώλειες, του μεριδίου της στην ζώνη οικονομικής εκμετάλλευσης Αιγαίου που θα προκύψει, μετά από διμερείς διαπραγματεύσεις - επακόλουθο μίας στρατιωτικής παρέμβασης – ή μέσα από διεθνή διαιτησία στο ενδεχόμενο ειρηνικής διευθέτησης μέσω προσφυγής στη Χάγη.