Η ακόλουθη εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανάλυση δημοσιεύθηκε στο «Παρατηρητήριο της Ενέργειας», (τεύχος 9, Ιούλιος 2003). Την αναδημοσιεύουμε γνωρίζοντας ότι ενδιαφέρει τους αναγνώστες του www.energia.gr. Τα τελευταία δέκα χρόνια η εξάρτηση της Ελλάδας από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας αυξήθηκε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες περίπου. Το 2000 οι ενεργειακές ανάγκες της καλύφθηκαν από εισαγόμενα καύσιμα (κατά κύριο λόγο πετρέλαιο) σε ποσοστό της τάξεως του 70%. Η τάση αυτή, σύμφωνα με το μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό της ΡΑΕ, θα συνεχιστεί και προβλέπεται ότι, το 2020 η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας θα προσεγγίσει το 75%. Πριν από 10 ή 20 χρόνια, μία τέτοια εξέλιξη θα δημιουργούσε έντονες ανησυχίες και θα αποτελούσε θέμα για τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Τότε, ένας από τους βασικούς όρους για την ανάπτυξη της χώρας εθεωρείτο η διασφάλιση της ενεργειακής τροφοδοσίας, βασισμένη στην ανάπτυξη των εγχώριων ενεργειακών πηγών και αρκούσε π.χ. μια μικρή αύξηση των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, για να προκληθεί θύελλα αντιδράσεων. Βέβαια, τότε οι αντιλήψεις για το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης που έπρεπε να ακολουθήσει η χώρα και οι εκτιμήσεις για τη διεθνή της θέση διέφεραν από τις σημερινές. Οι Έλληνες ένιωθαν περισσότερο ανασφαλείς και η πεποίθηση ότι αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είχε εδραιωθεί ακόμα. Σήμερα, ιδιαίτερα μετά την απελευθέρωση των αγορών ενέργειας, φαίνεται να πλανάται το ερώτημα για το αν και κατά πόσο η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας είναι ένα κατ' εξοχήν εθνικό ζήτημα και όχι απλώς μέρος ενός ευρύτερους προβληματισμού, που αφορά την Ε.Ε. Μάλιστα, η προοπτική της περαιτέρω ενίσχυση των διεθνών ενεργειακών δικτύων και της ολοκλήρωσης των ενεργειακών αγορών, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, οδήγησε ορισμένους στο συμπέρασμα ότι, στο μέλλον η λειτουργία της αγοράς θα είναι εκείνη που θα καθορίζει την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας. Πέρσι τον Ιούνιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε εισήγησή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαπιστώνει ότι, η ασφάλεια της ενεργειακής τροφοδοσίας είναι ένα σύνθετο πρόβλημα που, εκτός από τον περιορισμό των εισαγωγών και την ανάπτυξη των εγχώριων πηγών ενέργειας, απαιτεί και πολιτικές αποφάσεις, οι οποίες, με γνώμονα τους γεωπολιτικούς συσχετισμούς, πρέπει να οδηγούν στη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας και των εφαρμοσμένων τεχνολογιών. Συγχρόνως, εκφράζει σοβαρές ανησυχίες για τη μελλοντική επιδείνωση της ενεργειακής εξάρτησης της Ε.Ε. που, όπως προβλέπεται, στα επόμενα 30 χρόνια θα προσεγγίσει το 70%. Στην Ελλάδα, ανησυχίες του είδους αυτού δεν φαίνεται να εκδηλώνονται, παρότι έπρεπε να είναι πολύ πιο έντονες, αν ληφθεί υπόψη ότι, η χώρα βρίσκεται μακριά από τα ισχυρά ευρωπαϊκά ενεργειακά δίκτυα και ότι, η γεωπολιτική της θέση παραμένει ακόμα αρκετά επισφαλής. Ίσως αυτή η έλλειψη προβληματισμού να οφείλεται σε μια σχετική απώλεια των αντανακλαστικών των Ελλήνων, λόγω της περιδίνησης που υφίστανται από τις ραγδαίες αλλαγές της εποχής μας, ή – κάτι που είναι και το πιθανότερο – στο γεγονός ότι, βρίσκονται ακριβώς στη φάση επαναπροσδιορισμού των οικονομικών, αναπτυξιακών και εθνικών τους προτεραιοτήτων. Αναμφίβολα έχουμε εισέλθει σε μια νέα εποχή που απαιτεί διαφορετικές προσεγγίσεις, από αυτές του παρελθόντος, για τον σχεδιασμό της ενεργειακής μας πολιτικής. Αυτές όμως πρέπει να είναι αποτέλεσμα ενός ευρύ και ουσιαστικού εθνικού διαλόγου και όχι απόρροια «φανταχτερών» μελετών μιας μικρής και υπεροπτικής ελίτ, η οποία διεκδικεί την αποκλειστικότητα στην κατανόηση της νέας πραγματικότητας. Ανεξάρτητα από τις θεμιτές διαφωνίες που μπορούν να διατυπωθούν σε θέματα, όπως π.χ. οι αναμενόμενες επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, οι εξελίξεις σε γεωπολιτικό επίπεδο, οι προοπτικές της χώρας μας στα πλαίσια της Ε.Ε., μία διαπίστωση δεν μπορεί να αμφισβητηθεί: ανάπτυξη της χώρας και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων θα εξαρτηθούν από την προσαρμοστικότητά τους στις επερχόμενες αλλαγές και το βαθμό στον οποίο θα καταφέρουν να αναπτύξουν τις ικανότητές τους στο μέλλον. Ένας τομέας, που όχι μόνο προσφέρεται, αλλά και επιβάλλεται να συμβεί αυτό, είναι ο τομέας της ενέργειας. Η ανάπτυξή του σε υγιείς βάσεις και η συγκράτηση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας σε λογικά επίπεδα, συνιστούν, χωρίς αμφιβολία, βασικές προϋποθέσεις για μια βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας και επομένως παραμένουν ζητήματα, κατ΄ εξοχήν, εθνικά.