H Eπαναρρύθμιση των Aγορών

Σήμερα, υπάρχουν ορισμένοι άνθρωποι που υποστηρίζουν ότι η «καταιγίδα» της χρηματοοικονομικής κρίσης κοπάζει. Δεν είμαι και τόσο σίγουρος. Τα διατραπεζικά επιτόκια δανεισμού μειώνονται, αλλά με αργούς ρυθμούς και παραμένουν υψηλότερα από όσο θα έπρεπε να είναι, οι μετοχικές τιμές χαρακτηρίζονται από έντονες διακυμάνσεις και οι συνθήκες στις διεθνείς αγορές παραμένουν «εύθραυστες».
Του Charlie McCreevy
Παρ, 20 Μαρτίου 2009 - 14:24
Σήμερα, υπάρχουν ορισμένοι άνθρωποι που υποστηρίζουν ότι η «καταιγίδα» της χρηματοοικονομικής κρίσης κοπάζει. Δεν είμαι και τόσο σίγουρος. Τα διατραπεζικά επιτόκια δανεισμού μειώνονται, αλλά με αργούς ρυθμούς και παραμένουν υψηλότερα από όσο θα έπρεπε να είναι, οι μετοχικές τιμές χαρακτηρίζονται από έντονες διακυμάνσεις και οι συνθήκες στις διεθνείς αγορές παραμένουν «εύθραυστες».

Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι παρατηρούμε τις συνέπειες στην πραγματική οικονομία σε Ευρώπη, ΗΠΑ και σε άλλες χώρες. Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν συρρικνώνεται. Η βιομηχανική παραγωγή μειώνεται με ρυθμούς-ρεκόρ.

Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι ότι θα πρέπει να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη. Αυτή είναι και η βασική πρόκληση για την Ευρώπη, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους παγκόσμιους ηγέτες και τη βιομηχανία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών για τα επόμενα πέντε χρόνια. Και δεν θα είναι εύκολο.

Χρειαζόμαστε «υγιείς» χρηματαγορές, καθώς χωρίς αυτές δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί οικονομική ανάκαμψη. Χρειάζεται να διασφαλίσουμε τη διαφάνεια και επαρκή διαχείριση ρίσκου, μέτρα τα οποία συμπεριλαμβάνονται στις προτάσεις μου για τις κεφαλαιακές προϋποθέσεις.

Χρειαζόμαστε κατάλληλη εποπτεία και διαχείριση ρίσκου, και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο παρουσιάζω μια έκθεση για την έγκαιρη παρέμβαση, αλλά και τις προτάσεις της ομάδας ειδικών με επικεφαλής τον Ζακ ντε Λαροζιέ.

Τέλος, χρειαζόμαστε διεθνή συνεργασία, τόσο σε δύσκολους όσο και σε καλούς καιρούς. Χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις των διεθνών χρηματοοικονομικών θεσμών, όπως και επαρκείς μηχανισμούς επιτήρησης και ελέγχου.

Τα ισχύοντα ευρωπαϊκά και παγκόσμια πλαίσια λογιστικών προτύπων και προϋποθέσεων κεφαλαιακής επάρκειας, για παράδειγμα, ενέτειναν το κλίμα αναταραχής στις αγορές. Ειλικρινά, οι κανονισμοί υποστηρίζουν την κυκλική πορεία.

Όταν περιορίζεται η ρευστότητα στις αγορές -κάτι που συμβαίνει στις μέρες μας- οι αποφάσεις για πωλήσεις και αποτιμήσεις με βάση το λογιστικό κανόνα mark-to-market (δηλαδή την αποτίμηση της αξίας ενεργητικού με βάση την αγοραία αξία) τροφοδοτούν τις καθοδικές τάσεις, προκαλώντας βεβιασμένες πωλήσεις, μεγεθύνοντας την υποχώρηση των τιμών βάσει του κανόνα mark-to-market.

Και αυτός είναι ο λόγος που προσφάτως πρότεινα ένα μέτρο για παροχή μεγαλύτερης ευελιξίας στις επιχειρήσεις ως προς τις mark-to-market προϋποθέσεις και τη διευκόλυνση της μεταβίβασης ενεργητικού από το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών (trading book) στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο (banking book).

Η δυναμική πρόβλεψη είχε βοηθήσει πολλές τράπεζες στο παρελθόν και σε αυτή την κρίση, είχε εξυπηρετήσει σε μεγάλο βαθμό τις ισπανικές τράπεζες και θα ήθελα να δω την ευρύτερη εφαρμογή της. Ένα σύστημα που υποχρεώνει τις τράπεζες να συγκεντρώνουν περισσότερα κεφάλαια σε καλούς καιρούς, ώστε να μπορούν να τα διαθέσουν σε δύσκολους καιρούς έχει λογική βάση, τόσο από μικρο-οικονομικά, όσο και μακροοικονομικά.

Θέτει όρια στην υπερβολική πιστωτική επέκταση στη διάρκεια εποχών ευημερίας, ενώ παράλληλα μειώνει τον κίνδυνο τραπεζικής κατάρρευσης ή υπερβολικής συρρίκνωσης της κεφαλαιακής βάσης σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, προσφέροντας τη δυνατότητα στην τράπεζα να συνεχίσει τον δανεισμό, συμβάλλοντας στην επιστροφή σε τροχιά οικονομικής ανάκαμψης.

Ιδανικά, θα έπρεπε να καταλήξουμε σε διεθνή συμφωνία σε ένα τέτοιο αναθεωρημένο καθεστώς και θα πασχίσω για κάτι τέτοιο. Πέραν αυτού του ζητήματος, δεν είχα πεισθεί ποτέ ότι οι κεφαλαιακές προϋποθέσεις στα χαρτοφυλάκια συναλλαγών θα πρέπει να είναι σημαντικά χαμηλότερες έναντι των αντίστοιχων προϋποθέσεων στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια.

Όταν «στερεύει» η ρευστότητα, δεν είναι δυνατόν να γίνει συναλλαγή χωρίς μεγάλη έκπτωση. Η πιθανότητα στάσης πληρωμής ενδεχομένως να είναι χαμηλότερη σε ένα χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, εξαιτίας του μικρότερου χρόνου διατήρησης των στοιχείων ενεργητικού.

Αλλά το μέγεθος της απώλειας κεφαλαίου στον απόηχο μιας στάσης πληρωμής είναι το ίδιο, ανεξαρτήτως αν το ενεργητικό κρατήθηκε μία ημέρα στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών ή μια ολόκληρη δεκαετία στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο. Οι πιο αυστηρές κεφαλαιακές προϋποθέσεις στα χαρτοφυλάκια συναλλαγών είναι, γι' αυτόν τον λόγο, αναγκαίες και θα προωθηθούν το συντομότερο δυνατόν.

Στα μοντέλα value-at-risk (=ο υπολογισμός της αξίας του χαρτοφυλακίου που υπόκειται σε ρίσκο και παρουσιάζει διακυμάνσεις αποτίμησης) έχουμε αδιάσειστες αποδείξεις ότι είναι πολύ χρήσιμα όταν δεν έχουν σημασία και εντελώς άχρηστα όταν έχουν σημασία.

Είμαι πεπεισμένος ότι χρειαζόμαστε ένα όριο μόχλευσης στον ισολογισμό των τραπεζών, ανεξαρτήτως της αποτίμησης ρίσκου ή των μετρήσεων value-at-risk. Το γεγονός ότι η αναλογία μετοχών προς ενεργητικό (equity-to-asset ratio) κυμαίνεται κατά μέσο όρο στο 3% μάς φανερώνει όσα χρειάζεται να ξέρουμε για την ανεπάρκεια του ισχυόντος πλαισίου κεφαλαιακών προϋποθέσεων.

Εν μέσω αυτών των συνθηκών, είναι αδύνατον να υπολογίσουμε την αξία πολλών χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού με την ακρίβεια του 3% και η αλόγιστη μόχλευση που ήταν βασικό χαρακτηριστικό στους ισολογισμούς πολλών τραπεζών εν μέσω αυτής της κρίσης χρειάζεται να διορθωθεί -και να παραμείνει σωστή στο μέλλον. Και θα πρέπει να αποτελεί χαρακτηριστικό των μελλοντικών μεταρρυθμίσεων του πλαισίου κεφαλαιακής επάρκειας για τις τράπεζες.

Χρειάζεται να βρούμε μια ισορροπία μεταξύ ρυθμιστικών κανόνων για την αποκατάσταση των λαθών που έχουν εντοπισθεί και της ανάγκης για τη διατήρηση δυναμικών και καινοτόμων τραπεζών και αγορών.

Εκείνο που δεν χρειαζόμαστε είναι «πακτωλοί» εκθέσεων προς τις εποπτικές αρχές που φαίνεται ότι δίνουν μεγαλύτερη βάση στο να διασφαλίσουν ότι φθάνουν εγκαίρως και λιγότερη σημασία στην ερμηνεία του περιεχομένου των εκθέσεων και των σχετικών συμπερασμάτων.

Ούτε έχουμε τα περιθώρια να γίνουμε «αιχμάλωτοι» εκείνων με τους καλύτερα αμειβόμενους και με μεγαλύτερη πειθώ αξιωματούχους παρασκηνιακών διαβουλεύσεων.

Εξάλλου, πολλοί από αυτούς είχαν καταφέρει στο παρελθόν να πείσουν τις νομοθετικές αρχές να συμπεριλάβουν ειδικούς όρους και εξαιρέσεις που συνέβαλαν τόσο πολύ στη χαλάρωση του ρυθμιστικού πλαισίου, μέσω του οποίου δημιουργήθηκαν οι συστημικοί κίνδυνοι, που αναγκάζονται τώρα να πληρώσουν οι φορολογούμενοι.

Ο CHARLIE McCREEVY είναι Ευρωπαίος επίτροπος και αρμόδιος για ζητήματα εσωτερικής αγοράς και υπηρεσιών.

(Από την εφημερίδα Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, 18/03/2009)