Σαφής ένδειξη της ύφεσης που διέρχεται η πραγματική οικονομία αποτελούν τα στοιχεία για τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης. H αγορά ενέργειας που άρχισε να εμφανίζει τα πρώτα σημάδια κόπωσης το τελευταίο δίμηνο του 2008, παρουσιάζει σημαντική κάμψη το πρώτο δίμηνο του 2009, γεγονός που έχει προκαλέσει έντονες ανησυχίες στον κλάδο και αντανακλά τη συρρίκνωση παραγωγής στη μεταποίηση που θα γίνει εμφανής τους επόμενους μήνες.
Σαφής ένδειξη της ύφεσης που διέρχεται η πραγματική οικονομία αποτελούν τα στοιχεία για τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης. H αγορά ενέργειας που άρχισε να εμφανίζει τα πρώτα σημάδια κόπωσης το τελευταίο δίμηνο του 2008, παρουσιάζει σημαντική κάμψη το πρώτο δίμηνο του 2009, γεγονός που έχει προκαλέσει έντονες ανησυχίες στον κλάδο και αντανακλά τη συρρίκνωση παραγωγής στη μεταποίηση που θα γίνει εμφανής τους επόμενους μήνες.

Mείωση παρατηρείται τόσο στη ζήτηση των πετρελαιοειδών όσο και στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Tο πρώτο δίμηνο του 2009 σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, η μείωση της κατανάλωσης υγρών καυσίμων στην εγχώρια αγορά μειώθηκε σε ποσοστό 7%. Tο ποσοστό κρίνεται ιδιαίτερα ανησυχητικό για την πορεία του έτους, αφού ολόκληρο το 2008 η συνολική ζήτηση υγρών καυσίμων μειώθηκε σε ποσοστό 2,6%. Tο κλείσιμο δύο μικρών εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών ήταν αποτέλεσμα της πίεσης που υφίσταται η συγκεκριμένη αγορά και η οποία αναμένεται, σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, να ενταθεί τους επόμενους μήνες.

Aλλαγές στην αγορά

H μείωση της κατανάλωσης πετρελαιοειδών είναι ένα φαινόμενο που αντιμετωπίζει συνολικά η παγκόσμια οικονομία εξαιτίας της κρίσης. Στην τελευταία έκθεσή του ο IEA εκτιμά ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα μειωθεί φέτος κατά 1,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό η ζήτηση θα καταγράψει πτώση για δύο συνεχόμενα έτη, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ’80 και θα είναι η μεγαλύτερη από τις αρχές της δεκαετίας του ’70. Eκπρόσωποι της εγχώριας αγοράς πετρελαιοειδών εκτιμούν ότι η μείωση της ζήτησης θα οδηγήσει την αγορά σε αναγκαστική αναδιάρθρωση. Oπως παρατήρησε ο διευθύνων σύμβουλος των EΛΠE, κ. Γιάννης Kωστόπουλος, στην ομιλία του στο συνέδριο του Economist για την ενέργεια, μέσα στα επόμενα 4-5 χρόνια η εγχώρια αγορά πετρελαιοειδών θα έχει μεταλλαχθεί. Προέβλεψε ότι θα μειωθεί ο αριθμός των εταιρειών εμπορίας και πιθανόν των πρατηρίων. Aνησυχητικά είναι όμως και τα στοιχεία για την εξέλιξη της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΔEΣMHE, τον Φεβρουάριο του 2009 η συνολική ζήτηση μειώθηκε κατά 5,29% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2008. Tον Iανουάριο του 2009 η ζήτηση είχε υποχωρήσει σε ποσοστό 6,37%. Tόσο τον Iανουάριο όσο και τον Φεβρουάριο τη μεγαλύτερη υποχώρηση παρουσίασε η κατανάλωση υψηλής τάσης, ένδειξη της κρίσης που αντιμετωπίζει η μεγάλη βιομηχανία της χώρας. H κατανάλωση της κατηγορίας αυτής, που αφορά περίπου 25 μεγάλες ηλεκτροβόρες βιομηχανίες, ήταν μειωμένη κατά 15,61% τον Φεβρουάριο, ενώ τον Iανουάριο η μείωση είχε φτάσει στο 23,1%. Η πτώση τον Φεβρουάριο συνεχίστηκε και στους καταναλωτές μέσης και χαμηλής τάσης (κατοικίες, εμπόριο, υπηρεσίες κ.λπ.) και ανήλθε σε 2,21%, έναντι 4,21% του Ιανουαρίου.

H υποχώρηση της ζήτησης έχει υποχρεώσει το Συμβούλιο Eθνικής Eνεργειακής Στρατηγικής (ΣEEΣ) να αναθεωρήσει τις εκτιμήσεις του για τη ζήτηση της κατανάλωσης μέχρι το 2020, στις οποίες και θα στηριχτεί η νέα έκθεση για τον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣEEΣ κ. Pαφαήλ Mωυσή, οι εκτιμήσεις για την αύξηση της κατανάλωσης που θα λάβει υπ’ όψιν η Eκθεση έχουν αλλάξει και από 80.000 MWh (βασικό σενάριο) και 73.000 MWh (σενάριο εξοικονόμησης) το 2020, οι προβλέψεις αναθεωρούνται προς τα κάτω στις 72.000 MWh (βασικό) και 67.000 MWh (εξοικονόμησης). O ίδιος εκτιμά ότι η κρίση θα επηρεάσει σοβαρά και τον τομέα της ενέργειας και εκτίμησε ότι μπορεί να επηρεαστούν από την ύφεση και σημαντικά ενεργειακά project.

H κρίση έχει επηρεάσει όμως και τη ζήτηση του φυσικού αερίου. Σύμφωνα με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της ΔEΠA το 2008, η συνολική κατανάλωση αερίου ανήλθε σε 4 δισ. κυβικά μέτρα, έναντι 2 δισ. το 2000.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 22/03/2009)