Η πρώτη εικόνα των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών για το 2008 έρχεται από τα αποτελέσματα που δημοσίευσαν οι εισηγμένες Ελινόιλ, Revoil και Cyclon, ενώ καθοριστική για την πορεία της αγοράς στη συνέχεια του έτους αναμένεται να είναι η αλλαγή τιμολογιακής πολιτικής που από σήμερα εφαρμόζουν τα διυλιστήρια στον τομέα των πισώσεων.
Η πρώτη εικόνα των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών για το 2008 έρχεται από τα αποτελέσματα που δημοσίευσαν οι εισηγμένες Ελινόιλ, Revoil και Cyclon, ενώ καθοριστική για την πορεία της αγοράς στη συνέχεια του έτους αναμένεται να είναι η αλλαγή τιμολογιακής πολιτικής που από σήμερα εφαρμόζουν τα διυλιστήρια στον τομέα των πισώσεων.

Κατά την περσινή χρονιά, στην διάρκεια της οποίας καταγράφηκε μία πτώση της τάξης του 2% στις πωλήσεις πετρελαιοειδών, τάση που έχει ενισχυθεί στο ξεκίνημα του τρέχοντος έτος, η μεν Ελινόιλ γύρισε σε κερδοφορία μετά τις ζημιές του 2007, οι δε Revoil και Cyclon είδαν τα κέρδη τους να υποχωρούν.

Η Elinoil κατάφερε να γυρίσει από ζημιές 745 χιλ. ευρώ σε κέρδη 1,3 εκατ. ευρώ σε ενοποιημένη βάση, ενώ τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ήταν 9,7 εκατ. ευρώ έναντι 7,2 εκατ. ευρώ πρόπερσι. Οι υποχρεώσεις μειώθηκαν στα 104 εκατ. από τα 115 εκατ. ευρώ, αλλά μειώθηκαν από τα 57 στα 31 εκατ. τα μακροπρόθεσμα δάνεια και αυξήθηκαν από τα 21 στα 42 εκατ. ευρώ τα βραχυπρόθεσμα. Το πιο δυνατό σημείο είναι αναμφίβολα οι θετικές λειτουργικές ταμειακές ροές που ήταν 14,8 εκατ. ευρώ έναντι αρνητικών ταμειακών ροών 7,5 εκατ. πέρσι σε ενοποιημένη βάση. Η εξέλιξη αποδίδεται κυρίως στην ύπαρξη θετικών απαιτήσεων της τάξης των 11,7 εκατ. ευρώ έναντι αρνητικών απαιτήσεων πάνω απ[ό 18 εκατ. ευρώ το 2007.  Οι επενδύσεις σε πάγια άγγιξαν τα 5 δισ. ευρώ ενώ οι προβλέψεις αγγίζουν τα 4 εκατ. ευρώ έναντι 3,5 εκατ. ευρώ περίπου του 2007, ενώ σε ακίνητό της υπάρχουν προσημειώσεις ύψους 2,3 εκατ. ευρώ για εξασφάλιση υποχρεώσεων 8 εκατ. ευρώ από τα Ελληνικά Πετρέλαια και 22,5 εκατ. από την Εθνική Τράπεζα. Στα 35 εκατ. ευρώ η καθαρή θέση, ενώ το μερίδιό της εκτιμάται στο 6,7% στην αγορά καυσίμων, ουσιαστικά αμετάβλητο το 2007.

Η Revoil είδε τα καθαρά κέρδη της να υποχωρούν στα 1,46 εκατ. ευρώ έναντι 1,86 εκατ. ευρώ πρόπερσι σε ενοποιημένη βάση, ενώ και τα EBITDA ήταν μειωμένα στα 5,8 εκατ. ευρώ έναντι 6,3 εκατ. ευρώ το 2007, πάντα σε ενοποιημένη βάση. Σαφώς μικρότερες και οι λειτουργικές ταμειακές ροές στα 2,9 εκατ. ευρώ έναντι 6,3 εκατ. το 2007, κυρίως λόγω της αύξησης των απαιτήσεων στα 4,7 εκατ. ευρώ από τα οριακά επίπεδα του 2007, ενώ οι προβλέψεις έχουν αυξηθεί στις 830 χιλιάδες έναντι 136 χιλιάδων ευρώ το 2007. Η Revoil είδε τις υποχρεώσεις της να αυξάνονται από τα 38,2 στα 45,4 εκατ. ευρώ, με τα βραχυπρόθεσμα δάνεια στα 5 εκατ. ευρώ και τα μακροπρόθεσμα στα 9,6 εκατ. ευρώ. Στα 19,8 εκατ. ευρώ η καθαρή θέση και στο 5,3% το μερίδιο στην αγορά καυσίμων, ενισχυμένο από περίπου 5% το 2007.

Η Cyclon, η οποία επίσης είδε το μερίδιό της να ενισχύεται ελαφρά από το 2,3% του 2007 στο 2,6% πέρσι, είχε σε ενοποιημένη βάση αυξημένα κατά 19% EBITDA, στα 8,9 εκατ. ευρώ αλλά και μειωμένα κατά 20% καθαρά κέρδη, στα 2,16 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της καταβολής υψηλότερων φόρων. Η απόδοση ιδίων κεφαλαίων υποχώρησε από το 10,4% στο 7,6% Τα δάνεια των τραπεζών άγγιξαν τα 44 εκατ. ευρώ, έναντι περίπου 27 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση, ενώ οι υποχρεώσεις ήταν 85,5 εκατ. ευρώ έναντι 67,7 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν. Οι επενδύσεις σε πάγια έφτασαν τα 4,4 εκατ. ευρώ, ενώ οι λειτουργικές ταμειακές ροές ήταν αρνητικές σχεδόν κατά 11 εκατ. ευρώ, έπειτα από την αύξηση των αρνητικών απαιτήσεων από τις 105 χιλιάδες του 2007 στα 14,3 εκατ. ευρώ πέρσι. Στα 28 εκατ. ευρώ η καθαρή θέση.

Η λειτουργία των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών, ειδικότερα αυτών που έχουν δομήσει ένα δίκτυο με περισσότερα πρατήρια αμφίβολης ποιότητας, εκτιμάται ότι θα πιεστεί με την αλλαγή τιμολογιακής πολιτικής για την οποία επισήμως έχουν ενημερώσει τους πελάτες του Ελληνικά Πετρέλαια.

Από σήμερα, το παραδοσιακό 15ήμερο πίστωσης των διυλιστηρίων προς τις εταιρείες επεκτείνεται σε 20ημερο, ωστόσο καταργείται το διάστημα των 40 ημερών κατά το οποίο η πίστωση λογιζόταν ως άτοκη και, πλέον, προσμετρώνται στις οφειλές τόκοι υπερημερίας για κάθε ημέρα πέραν του 20ημέρου.