Η επίσημη έναρξη κατασκευής του πετρελαιαγωγού Μπακού- Τζεϋχάν τον Σεπτέμβριο του 2002 και η ολοκλήρωση κατασκευής του υποθαλάσσιου αγωγού Blue Stream που θα μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο στην Τουρκία τον περασμένο Οκτώβριο αποτέλεσαν δύο ορόσημα στην εξέλιξη του κασπιανού ζητήματος αναφορικά με την προς Ευρώπη εξαγωγή των "μυθικών" αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου της Κασπίας, που μέσω της προοπτικής του αγωγού Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη ενδέχεται να επηρεάσει άμεσα την Ελλάδα, την οικονομική και πολιτική θωράκιση της Δυτικής Θράκης αλλά και τον επίδοξο ηγετικό/σταθεροποιητικό ρόλο της χώρας μας στην ευρύτερη Βαλκανική και Παρευξεινία Ευρώπη. Ελάχιστα όμως πράγματα είναι δεδομένα και πολλά δυστυχώς εξακολουθούν να παραμένουν μυθεύματα με χαρακτηριστικότερο την υπερεκτίμηση των αποθεμάτων της Κασπίας σε σύγκριση με αυτά του Περσικού Κόλπου και Ρωσίας. Σε αυτό το μέρος της μελέτης (α) θα παρουσιάσουμε την πραγματική εικόνα των κασπιανών αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου και (β) θα αναλύσουμε από άποψη πολιτικού και οικονομικού κόστους την προοπτική κατασκευής και την εν γένει επενδυτική βιωσιμότητα του "πολυθρύλητου" τουρκο-αζερικού πετρελαιαγωγού Μπακού-Τζεϋχάν που θα καταλήγει στο τουρκικό λιμένα του Γιουμουρταλίκ. Ποίο είναι το ενεργειακό δυναμικό της Κασπίας ? Η Υπηρεσία Ενεργειακών Πληροφοριών (Energy Information Agency's/ΕΙΑ) (1) του αμερικανικού υπουργείου Ενέργειας στην τελευταία της εκτίμησης τον Ιούλιο του 2003 ανέφερε ότι η Κασπία εμπεριέχει 243 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου (Billion Barrel/ΒΒ) εκ των οποίων μόλις 10 δισεκατομμύρια θεωρούνταν βεβαιωμένα αποθέματα, δηλαδή είχαν μια πιθανότητα εξόρυξης άνω του 90% ενώ τα υπόλοιπα 233 δισεκατομμύρια κατατάσσονταν στην κατηγορία των πιθανών αποθεμάτων, δηλαδή έχουν μια πιθανότητα εξόρυξης γύρω στο 50%. Στο Καζαχστάν αναλογεί το 40% των συνδυασμένων αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου της περιοχής ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του Αζερμπαϊτζάν είναι 13,6% και του Τουρκμενιστάν 33%. Αν και η Κασπία φαίνεται πως αντιστοιχεί στα μεγέθη της Βόρειας Θάλασσας, πάνω από το 90% των προβλεπομένων αποθεμάτων είναι μόνο κατά 50% εκμεταλλεύσιμα. Η Κασπία διαθέτει μόλις το 2,2% των παγκοσμίων εγνωσμένων αποθεμάτων πετρελαίου, ενώ η Ρωσία διαθέτει -τουλάχιστον- 4 φορές περισσότερα (7-8%). Το "μερίδιο" του Περσικού Κόλπου είναι απλώς συντριπτικό καλύπτοντας το 65% των βεβαιωμένων παγκοσμίων αποθεμάτων. Η Κασπία είναι στην καλύτερη περίπτωση μια δυνητική Βόρεια Θάλασσα. Σύμφωνα με το πλέον αισιόδοξο σενάριο της Παγκόσμιας Επιτροπής Ενέργειας (International Energy Agency/ΙΕΑ) (2) η συνολική παραγωγή της Κασπίας αναμένεται να φτάσει τα 3,7 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα έως το 2010 και τα 5,5 έως το 2020, κάτι που για τα δεδομένα του 2020 θα αντιστοιχεί μόλις στο 3 με 4% της παγκόσμιας παραγωγής. Η συνολική παραγωγή το 2001 έφτασε μόλις τα 1,292 εκατομμύρια βαρέλια εκ των οποίων 811.000 προήλθαν από το Καζαχστάν (63% του συνόλου) και 311.000 από το Αζερμπαϊτζάν (24% του συνόλου). Οι καθαρές εξαγωγές πετρελαίου (net oil exports) της περιοχής (υπολογίζονται από το σύνολο της παραγωγής πλην την εσωτερική κατανάλωση) για το 2001 έφτασαν μόλις τα 920.000 βαρέλια τη μέρα, εκ των οποίων το Καζαχστάν κάλυψε 631.000 ή το 68,6%. Σύμφωνα με το πλέον αισιόδοξο σενάριο της U.S. Energy Information Agency έως το 2010 οι καθαρές εξαγωγές της Κασπίας θα έχουν φτάσει τα 3,15 εκατομμύρια βαρέλια εκ των οποίων το 54% θα ελέγχεται από το Καζαχστάν. Σύμφωνα με την ίδια εκτίμηση έως το 2020 ο συνολικός εξαγώγιμος όγκος θα έχει φτάσει τα 3,56 εκατομμύρια βαρέλια κάτι που θα αντιστοιχεί μόλις στο 4,5% της παγκόσμιας αγοράς. Πέραν των περιορισμένων αποθεμάτων ένας περαιτέρω αποτρεπτικός παράγοντας για τους διάφορους επενδυτές είναι το υψηλό συνολικό κόστος παραγωγής του κασπιανού πετρελαίου. Δεδομένου ότι αυτό κυμαίνεται στο επίπεδο των 12 με 15 δολαρίων ανά βαρέλι η βιωσιμότητα των υπαρχόντων σχεδίων για την κατασκευή πολλαπλών αγωγών είναι άμεσα εξαρτημένη με την παγκόσμια τιμή του πετρελαίου. Εάν αυτή πέσει κάτω από τα 18 δολάρια ανά βαρέλι τότε η βιωσιμότητα όλων των σχεδίων αλλά και αυτή καθεαυτή η παραγωγική δυναμική της περιοχής τίθεται εν αμφιβόλω. Αυτό είναι ιδιαιτέρως σαφές για αγωγούς που είτε ακόμη βρίσκονται επί του "σχεδιαστηρίου" -όπως ο Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης- είτε έχουν μόλις τώρα αρχίσει να κατασκευάζονται και χαρακτηρίζονται από ένα πολύ υψηλό premium πολιτικού ρίσκου, όπως ο αγωγός Μπακού-Τζεϋχάν. από άποψη αποθεμάτων, παραγωγικού αλλά και εξαγωγικού δυναμικού το Καζαχστάν είναι το κλειδί της όλης υπόθεσης. Εκείνος ο οποίος ελέγχει την Αστάνα (πρωτεύουσα του Καζαχστάν) ελέγχει τα 2/3 του παιχνιδιού. Έως το 2015 πάνω από το 70% της παραγωγής θα προέρχεται από 4 μεγάλα κοιτάσματα εκ των οποίων τρία θα βρίσκονται στο Καζαχστάν, και συγκεκριμένα στο Tengiz, στο Karachaganak, και στο Kashagan όπου έχουν εντοπιστεί 9-20 δισεκατομμύρια βαρέλια εκμεταλλεύσιμου πετρελαίου). από άποψη των αποθεμάτων φυσικού αερίου οι προοπτικές εξέλιξης της αγοράς είναι ακόμη πιο αποθαρρυντικές. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Επιτροπής Ενέργειας τα συνολικά αποθέματα της περιοχής δεν ξεπερνούν τα 243 TCF (τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια) αναλογώντας μόλις στο 5% των εγνωσμένων παγκοσμίων αποθεμάτων με το Τουρκμενιστάν να κατέχει τη μερίδα του λέοντος (98-115 TCF), ακολουθούμενο από το Ουζμπεκιστάν (74-88 TCF) και το Καζαχστάν (53-83TCF). Η παραγωγή της περιοχής καλύπτει μόνο το 4% της παγκόσμιας παραγωγής ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τη Ρωσία είναι 33%. Η Ρωσική πλευρά της Κασπίας ακόμη δεν έχει ερευνηθεί σε βάθος αλλά γενικότερα η Ρωσία ελέγχει το 24% της αγοράς καθαρών εξαγωγών φυσικού αερίου. Η παραγωγή του Ιράν -που ξανάρχισε να ρέει -και σε μειωμένες τιμές- προς την Ευρώπη μέσω Τουρκίας το Νοέμβριο του 2002 είναι ακόμη ελάχιστη (1,9 τρισεκατομμύρια TCF το χρόνο) σε σύγκριση με το δυνητικό όγκο των διατιθέμενων αποθεμάτων του, που είναι τα δεύτερα μεγαλύτερα στον κόσμο (812 TCF). Τα αποθέματα αυτά στην πλειοψηφία τους βρίσκονται κατά μήκος των ακτών του Περσικού Κόλπου και προσανατολίζονται για εσωτερική κατανάλωση έτσι ώστε να απελευθερώσουν μεγαλύτερο όγκο πετρελαίου προς εξαγωγή. Η μόνη εξαγωγική δίοδος του ιρανικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη είναι μέσω του τουρκο-ιρανικού αγωγού Ταυρίδας-Άγκυρας που έχει αρχίσει να λειτουργεί με αρκετές δυσκολίες από τον Δεκέμβριο του 2001. Το βασικό πρόβλημα με την εξαγωγή του Κασπιανού Φυσικού Αερίου δεν είναι μια δυνητική έλλειψη ζήτησης. Το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στα πολύ υψηλά κατασκευαστικά κόστη των διαφόρων εξαγωγικών δρομολογίων που έχουν σχεδιαστεί και βεβαίως το συντριπτικό ανταγωνισμό που το κασπιανό -κατά κύριο λόγο αζερικό και τουρκμενικό- φυσικό αέριο θα συναντήσει από την πλευρά της Ρωσίας, της Αλγερίας, της Νορβηγίας και μακροπρόθεσμα του Ιράν για τη διασφάλιση έστω και ενός μικρού μεριδίου της ευρωπαϊκής αγοράς. Μόνο και μόνο λόγω της απομονωμένης γεωγραφικής του θέσης, το Τουρκμενιστάν -που είναι και ο μεγαλύτερος κασπιανός παίκτης από άποψη αποθεμάτων και παραγωγικού δυναμικού- δεν είναι σε θέση να ανταγωνιστεί με αξιώσεις ούτε έναν από τους παραπάνω παίκτες, ιδίως όταν η ολότητα των εξαγωγών φυσικού αερίου -που αποτελούν και τη βασική πρόσοδο του τουρκμενικού προϋπολογισμού- εξαρτώνται από την πρόσβαση του Τουρκμενιστάν στο ρωσικά ελεγχόμενο (Transneft) δικτύου εξαγωγής της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Το Ουζμπεκιστάν αναμένεται να παραμείνει-λόγω της υψηλής εσωτερικής του ζήτησης- ένας σχεδόν μηδενικός εξαγωγέας κάτι που όμως ενδέχεται να του διασφαλίσει μερικώς την πολυπόθητη ενεργειακή του αυτάρκεια τουλάχιστον σε αυτόν το τομέα. Το Καζαχστάν αναμένεται να έχει μια καλύτερη τύχη δεδομένου ότι λόγω των πολλαπλών πετρελαϊκών του κοιτασμάτων έχει τη δυνατότητα να εξάγει το φυσικό αέριο που βρίσκει κατά τις πετρελαϊκές του γεωτρήσεις, γνωστό ως associated gas. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, το Καζαχστάν θα παραμείνει εξαρτημένο από το ρωσικά ελεγχόμενο δίκτυο αγωγών κάτι που άλλωστε καταδεικνύεται και από τη σχετική διμερή του συμφωνία με την Ρωσία τον Απρίλιο του 2002. Αυτή η συμφωνία διασφάλισε ότι ο συνολικός όγκος των καζαχικών εξαγωγών θα διοχετεύεται μέσω Ρωσίας τουλάχιστον έως το 2015. Το Κασπιανό, στην ουσία Τουρκμενικό και δευτερευόντως Αζερικό φυσικό αέριο, έχει εμπορικό νόημα μόνο σε αυστηρά περιφερειακή βάση και θα μπορούσε να αποκτήσει -θεωρητικά τουλάχιστον- μερίδιο της τουρκικής, ιρανικής, πακιστανικής και ίσως της ινδικής αγοράς, αν και η τελευταία είναι πολύ πιθανότερο να "πέσει στα χέρια" είτε του Ιράν είτε πολύ πιθανότερα του Κατάρ μέσω του σχεδιαζόμενου υποθαλάσσιου αγωγού Dolphin. Πέραν του ρωσικού δικτύου, η καλύτερη αγορά για το τουρκμενικό φυσικό αέριο είναι το Βόρειο Ιράν, όπου το Τουρκμενιστάν εξάγει ορισμένες συμβολικές ποσότητες από το 1998. Μια τέτοια συμφωνία θα κάλυπτε μερίδα των εσωτερικών αναγκών κατανάλωσης της πλειοψηφίας του ιρανικού πληθυσμού, που κατοικεί στο βόρειο κομμάτι της χώρας και κατά μήκος των Κασπιανών ακτών, αυξάνοντας έτσι τον όγκο που θα μπορούσε να εξάγει το Ιράν από τον Περσικό Κόλπο όπου και βρίσκεται η πλειοψηφία των εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων. Μια τέτοια φόρμουλα θα ενδιέφερε σαφώς την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους συνεξαρτώμενους χρηματοδοτικούς οργανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και η EBRD που παρά τις αμερικανικές κυρώσεις έχουν επιδείξει σημαντικό ενδιαφέρον για τα κοιτάσματα του Ιράν. Αυτό άλλωστε έγινε σαφές μέσα από τα συμπεράσματα της συνάντησης του Ευρω-Ιρανικού Working Group on Energy που έλαβε χώρα στην Τεχεράνη τον Οκτώβριο του 2002 αλλά και τη συνολική δραστηριότητα που ανάπτυξε σε επίπεδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου η Ελληνική Προεδρία. Ωστόσο, τουλάχιστον για την ερχόμενη 10ετία, η μόνη οικονομικά και επενδυτικά βιώσιμη έξοδος για το τουρκμενικό φυσικό αέριο παραμένει το ρωσικά ελεγχόμενο σοβιετικό δίκτυο αγωγών που διατρέχει όλη σχεδόν την πρώην σοβιετική επικράτεια για να καταλήξει μέσω Ουκρανίας και Λευκορωσίας στην Γερμανία την Ιταλία και τη Γαλλία. Οι δυνητικές αγορές για το Αζερικό Φυσικό Αέριο είναι ακόμη πιο περιορισμένες λόγω της εχθρότητας που χαρακτηρίζει τις ιρανο-αζερικές σχέσεις και τις έντονες τριβές που σημειώνονται μεταξύ των δύο χωρών στο ζήτημα οριοθέτησης της Κασπίας, που τον Αύγουστο του 2000 λίγο έλειψε να τις φέρουν στα πρόθυρα του πολέμου. Η μόνη δυνητική αγορά παραμένει η τουρκική. Ωστόσο, εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι αζερικές εξαγωγές θα εξυπηρετήσουν λιγότερο την κάλυψη των εσωτερικών αναγκών της Τουρκίας, που έχουν ήδη υπερκορεστεί από την υπογραφή ανάλογων συμβολαίων εισαγωγής με τη Ρωσία (Blue Stream) και το Ιράν, και περισσότερο το πολιτικό σκεπτικό υποστήριξης του πετρελαιαγωγού Μπακού- Τιφλίδα- Τζεϋχάν. Αυτό συμβαίνει διότι η ολοκλήρωση δύο παράλληλων αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου -αντί μόνο του πετρελαιαγωγού Μπακού-Τζεϋχάν- μειώνει σημαντικά το συνολικό κατασκευαστικό κόστος του πετρελαιαγωγού. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι οι βασικοί συμμετέχοντες (BP, Statoil/νορβηγική, TotalFinaElf/γαλλική και η τουρκική TPAO) στην Κοινοπραξία του AIOC (Azerbaijan International Oil Company) που έχει αναλάβει την εκμετάλλευση των πετρελαίων του Αζερμπαϊτζάν, κατέχουν και την πλειοψηφία των μετοχών στο Consortium του Shah-Deniz που έχει αναλάβει (α) την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου του ομώνυμου πεδίου και (β) την κατασκευή του αγωγού που θα εξάγει το φυσικό αέριο από το Μπακού στο Ερζουρούμ της βορειοανατολικής Τουρκίας. "Οικονομικός Παραλογισμός" και "Γεωπολιτική Επιτακτικότητα": Η Διαφαινόμενη Κατασκευή του Μπακού-Τζεϋχάν Πέραν του ότι ο υπό κατασκευή αγωγός είναι εξαιρετικά μακρύς -γύρω στα 1700 χιλιόμετρα- και εξαιρετικά ακριβός (3 δισεκατομμύρια δολάρια) διερχόμενος μέσα από ιδιαιτέρως κακοτράχαλα εδάφη (κάτι που αυξάνει το κόστος κατασκευής του), το σημαντικότερο τεχνοοικονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Μπακού-Τζεϋχάν είναι η σχετική πενία των αζερικών κοιτασμάτων πετρελαίου. Για να καταστεί βιώσιμος ο αγωγός πρέπει να "δεσμευθούν" περί τα 6 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου για μια περίπου 15ετία. Σήμερα τα κοιτάσματα του Αζερμπαϊτζάν -που ουσιαστικά είναι μόνο τα "σοβιετικής περιόδου" κοιτάσματα Azeri, Guneshli και Chirag- αγγίζουν περίπου τα 4 με 4,5 δισεκατομμύρια βαρέλια. Η υπόθεση εργασίας με την οποία έχει ξεκινήσει η διαδικασία κατασκευής του αγωγού είναι ότι έως το 2005 θα έχουν ανακαλυφθεί τα απαιτούμενα 6 δισεκατομμύρια έτσι ώστε να διατηρηθεί η επενδυτική βιωσιμότητα του αγωγού. Πρόσφατες γεωλογικές μελέτες οι οποίες έχουν ενσωματώσει τα αποτελέσματα μια σειράς αποτυχημένων γεωτρήσεων που σημειώθηκαν τη διετία 1997-1998, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι: "σε συνδυασμό με το υψηλό ρίσκο που συνεπάγεται η ανάπτυξη κοιτασμάτων σε πολύ βαθιά νερά και το αυξανόμενο ρίσκο να ανακαλυφθούν μη-εκμεταλλεύσιμα πεδία φυσικού αερίου παρά πετρελαίου, συμπεραίνουμε ότι η προσδοκία για την ανακάλυψη ουσιαστικών νέων κοιτασμάτων πετρελαίου στην νότια Κασπία έχει ουσιωδώς υποβαθμιστεί". (5). Δεδομένου ότι η εν λόγω προσδοκία έθετε το σύνολο των πιθανών (κατά 50%) αποθεμάτων της νοτίου Κασπίας στα περίπου 15-17 δισεκατομμύρια βαρέλια, είναι αυτονόητο πλέον ότι αν δεν υπάρξει η ανακάλυψη ενός νέου σημαντικού πεδίου στο Αζερμπαϊτζάν ο αγωγός Μπακού-Τζεϋχάν είναι αρκετά πιθανόν να "ξεμείνει" από πετρέλαιο γύρω στο 2015. Το γεγονός ότι η παραπάνω διαπίστωση ανήκει στον Terry Adams, πρώην πρόεδρο του ίδιου του AIOC και κορυφαίου στελέχους της Cambridge Energy Research Associates (CERA), μιας από τις μεγαλύτερες energy consultancies στον κόσμο, μπορεί μόνο να αυξήσει τις ανησυχίες των επενδυτών. Η μόνη πιθανότητα να σωθεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του αγωγού είναι να πριμοδοτηθεί από τα καζαχικά αποθέματα -που υπολογίζονται πως είναι σχεδόν τριπλάσια των αζερικών- κάτι που άλλωστε προβλεπόταν και στο πρωτόκολλο της Κωνσταντινούπολης (Νοέμβριος 1999) με το οποίο τέθηκαν οι αρχικές υπογραφές για την υλοποίηση του έργου. Αν και η καζαχική κυβέρνηση δεν συμμετέχει στο έργο υπέγραψε ένα memorandum of understanding σύμφωνα με το οποίο "υποσχέθηκε" να παράσχει το 40% (περί τα 400.000 βαρέλια την μέρα) των αποθεμάτων που απαιτούνται για τη βιωσιμότητα του αγωγού. Παρά την πρόσφατη επίσκεψη του Ναζαρμπάγιεφ στην Τουρκία τον περασμένο Μάιο (6) η υπόσχεση του αυτή είναι εξαιρετικά αναξιόπιστη για τους ακόλουθους λόγους: (α) Το ΟKIOC (Offshore Kazakh International Oil Company) -η κοινοπραξία που εκμεταλλεύεται το γιγαντιαίο πεδίο του Kashagan με υπολογιζόμενα εκμεταλλεύσιμα αποθέματα γύρω στα 15 δισεκατομμύρια βαρέλια- έχει αρνηθεί κατηγορηματικά να δεσμευθεί προς τα που θα εξάγει το εξαιρετικά "γλυκό" (χαμηλή περιεκτικότητα θειαφιού) πετρέλαιο της, το οποίο άλλωστε αναμένεται να είναι ώριμο -και σε πιλοτική βάση- προς εξαγωγή περί το 2007-2008 και πάντως σε κάθε περίπτωση μετά την ολοκλήρωση κατασκευής του Μπακού-Τζεϋχάν. (b) Ο Nazarbayev, ο πρόεδρος του Καζαχστάν, λόγω της πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης της χώρας του από την Ρωσία, δεν έχει τα περιθώρια να αντιπολιτευθεί στην γεωπολιτική αντίθεση της Ρωσίας έναντι του Μπακού-Τζεϋχάν. Μόνο εάν αρθεί η αντίθεση της ρωσικής κυβέρνησης στο Μπακού-Τζεϋχάν θα μπορέσει να μεταβληθεί και η πραγματική πολιτική του Ναζαρμπάγιεφ. Αυτό άλλωστε το καθιστά σαφές ο ρωσικός έλεγχος επί όλων των ζωτικών ενεργειακών αρτηριών μέσα από τις οποίες εξάγεται το καζαχικό πετρέλαιο (αγωγός Tenguiz-Novorossiysk) και φυσικό αέριο, η γεωγραφική εγγύτητα των δύο χωρών και το γεγονός ότι το 36% των καζάχων είναι Ρώσοι Ορθόδοξοι, εντοπιζόμενοι στο βόρειο και γειτονεύον με τη Ρωσία τμήμα της χώρας. Συνεπώς η ιδέα ότι το CPC (Caspian Pipeline Consortium) -το οποίο ελέγχει τα μεγαλύτερα καζαχικά αποθέματα στο Tenguiz- θα μπορούσε να "δωρίσει" 200,000 βαρέλια/μέρα στον Μπακού-Τζεϋχάν εν είδει φιλανθρωπίας αντικρούει στην γεωγραφία και την απλή λογική, δεδομένου ότι ο αγωγός μέσα από τον οποίο το CPC εξάγει το πετρέλαιο του διέρχεται και καταλήγει σε ρωσικό έδαφος. (Ιδέ Χάρτη) (γ) Ακόμη και αν ο ηγέτης του Καζαχστάν καταλαμβανόταν από μια σπάνια κρίση φιλανθρωπίας και αποφάσιζε να δωρίσει 200,000 βαρέλια στο Μπακού-Τζεϋχάν η επιτακτικότητα της ανάγκης του να συμβιβαστεί με τη Ρωσία στο ζήτημα της οριοθέτησης της Κασπιανής υφαλοκρηπίδας του έχουν πλέον στερήσει το νόμιμο δικαίωμα να το κάνει. Όπως καταδεικνύεται από τις διμερείς συμφωνίες Ρωσίας-Καζαχστάν (1998) και Ρωσίας-Αζερμπαϊτζάν (2001), η Μόσχα ως αντάλλαγμα του ότι αναγνώρισε την κυριότητα των δύο άλλων χωρών επί της δικής τους υφαλοκρηπίδας -και των πετρελαίων που βρίσκονται στον πυθμένα της- έλαβε δικαίωμα veto αναφορικά με την μεταφορά του πετρελαίου αυτού μέσα από το "σώμα των υδάτων" (body of water) και μέσα από την επιφάνεια της θάλασσας. Σε απλά ελληνικά αυτό σημαίνει ότι η Μόσχα κατέχει δικαίωμα αρνησικυρίας έναντι τόσο της πιθανότητας να κατασκευαστεί ένας υποθαλάσσιος αγωγός που θα διαπερνά το "σώμα των υδάτων" όσο και έναντι της πιθανότητας μεταφοράς καζαχικού πετρελαίου στο Αζερμπαϊτζάν με πετρελαιαγωγά "τάνκερ-τσέπης". Και στις δύο περιπτώσεις ο ελλοχεύων οικολογικός κίνδυνος, που με τόσο δραματικό τρόπο μας θύμισε το πρόσφατο ναυάγιο του Prestige τον περασμένο χειμώνα, θα έπρεπε να απαγορεύσει κάθε τυχόν σκέψη στην μεταφορά πετρελαίου μεταξύ των δύο ακτών της Κασπίας. Μια περαιτέρω κατηγορία αιτιών που συνηγορούν εναντίον της κατασκευής του Μπακού-Τζεϋχάν αναφέρονται στην υψηλή εθνοτική εκρηκτικότητα της ευρύτερης περιοχής του Νοτίου Καυκάσου και της Υπερκαυκασίας. Τα πλέον επικίνδυνα flash points εντοπίζονται: (1) στη Γεωργία (εθνοτικοί πόλεμοι στην Απχαζία και τη Νότια Οσσετία, που έχουν επιφέρει την εγκατάσταση 5.000 ρωσικών "ειρηνευτικών" στρατευμάτων σε απόσταση αναπνοής από το σχεδιαζόμενο αγωγό). (2) στον θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ που βρίσκεται μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν με τη ζώνη κατάπαυσης του πυρός να απέχει μόλις περίπου 40 χιλιόμετρα από τον υπό κατασκευή αγωγό, ενώ μετά και την τελευταία (Μάιος 2001) αποτυχημένη διαμεσολαβητική προσπάθεια ΗΠΑ, Γαλλίας και Ρωσίας δεν διαφαίνεται καμία ελπίδα διπλωματικής επίλυσης του ζητήματος. (3) στα ρωσο-γεωργιανά σύνορα και συγκεκριμένα στο θύλακα του Pankisi Gorge. Η συγκεκριμένη περιοχή είναι -όπως άλλωστε και σχεδόν το 80% της γεωργιανής επικράτειας- εκτός του ουσιαστικού ελέγχου της κεντρικής κυβέρνησης στην Τιφλίδα. Η περιοχή έχει συχνά καταστεί ορμητήριο τσετσενικών ομάδων που λυμαίνονται την περιοχή συχνά με την ανοχή και συχνά με την υποστήριξη της Τιφλίδας που θέλει να τους χρησιμοποιήσει έτσι ώστε είτε να μεταβάλλει τη ρωσική στάση στο ζήτημα της Απχαζίας είτε να ανακαταλάβει την αποσχισθείσα (από το 1993) επαρχία της. Αυτό άλλωστε είχε προκαλέσει την έντονη ρωσο-γεωργιανή κρίση του περασμένου χειμώνα όταν ρωσικά μαχητικά προέβησαν σε επανειλημμένους βομβαρδισμούς των τσετσενικών θέσεων τόσο στο Pankisi όσο και στην ίδια την Απχαζία. Έκτοτε τόσο στα τέλη του περασμένου Μαΐου, του περασμένου Ιουλίου όσο και κατά τη διάρκεια του διμήνου Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 2002 παρατηρήθηκε μια σταθερή αύξηση της έντασης που λίγο έλειψε να οδηγήσει σε ανοικτή πολεμική συμπλοκή τις δύο χώρες στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου. Οι πρόσφατες αιματηρές επιθέσεις των Τσετσένων τρομοκρατών στη Μόσχα (Οκτώβριος 2002 και Ιούλιος 2003) σε συνδυασμό με μια ρωσο-αμερικανική συμφωνία που θα ήρε τις ρωσικές αντιρρήσεις στο ζήτημα του Ιράκ θα έδιναν μεγαλύτερα περιθώρια στη Μόσχα να τηρήσει μια σκληρότερη στάση στο ζήτημα του Pankisi Gorge. (4) στις νοτιοανατολικές επαρχίες της Τουρκίας. Ο αγωγός Μπακού-Τζεϋχάν αναμένεται να διέλθει πλησίον των περιοχών δραστηριοποίησης των αντάρτικων κουρδικών μονάδων που μετά τη σύλληψη του Ocalan (Φεβρουάριος 1999) έχουν μεν αναστείλει τη δράση τους αλλά παραμένουν μια σημαντική ελλοχεύουσα απειλή σε περίπτωση που (α) είτε η Ρωσία, είτε το Ιράν είτε και οι δύο αποφασίσουν να επιστρέψουν στην προ του 1996 πολιτική υποστήριξης του PKK (πράγμα λιγότερο πιθανόν) ή (β) (περισσότερο πιθανό) αναπτυχθεί ένα εθνικό κουρδικό κίνημα που δεν θα σχετίζεται απαραίτητα με το PKK αλλά θα υποστηρίζεται από ένα ανεξάρτητο ή de facto ανεξάρτητο κουρδικό κράτος στο σημερινό Βόρειο Ιράκ που θα ελέγχει εν μέρει τις πετρελαιοπηγές του Κιρκούκ και της Μοσούλης ή έστω (το πιθανότερο) θα αποτελεί τον τοποτηρητή της αμερικανικής επικυριαρχίας στην ευρύτερη περιοχή. Οι παραπάνω εστίες πιθανών συρράξεων θα καταστούν περισσότερο εύφλεκτες λόγω της βιολογικά αναπόφευκτης κρίσης διαδοχής (transition crisis) που αναμένεται να επιφέρει στη Γεωργία και δευτερευόντως το Αζερμπαϊτζάν η αποχώρηση των δυο "εθνοπατερικών" μορφών που χάραξαν (ή καταδυνάστευσαν ανάλογα με την οπτική γωνία) την πολιτική ζωή των δύο κρατών: του Haydar Aliyev στο Αζερμπαϊτζάν όπου και αναμένεται να τον διαδεχθεί μέσα στο 2003, ο γιος του και διευθυντής της κρατικής εταιρείας πετρελαίου -Socar- Natik Aliyev και του Edvard Shevardnandze στη Γεωργία όπου ούτε ο ίδιος δεν γνωρίζει ποιος θα τον διαδεχθεί αν και έχει ανακοινώσει ότι θα αποσυρθεί το 2004. Σε περίπτωση σοβαρής επιδείνωσης των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων -π.χ. λόγω άρνησης των αμερικανών να συμπεριλάβουν και τη Ρωσία στη μοιρασιά των μετά-Σανταμικών πετρελαίων- η οποιαδήποτε από τις τρεις πρώτες εστίες σύρραξης (ιδίως η πρώτη και η δεύτερη) μπορούν κάλλιστα να εκραγούν μέσα στα επόμενα 3-4 χρόνια κατά τα οποία θα προχωρεί η κατασκευή του αγωγού Μπακού-Τζεϋχάν. Σε μία τέτοια περίπτωση το πολιτικό κόστος της όλης επένδυσης αναμένεται να υπερπολλαπλασιαστεί. Στο στρατηγικό χώρο της ενέργειας ότι αρχίζει δεν είναι απαραίτητο να τελειώσει, τουλάχιστον με την αρχική του μορφή. Ωστόσο, αυτοί οι παράγοντες επενδυτικού κινδύνου φαίνεται να μην λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν από την Ουάσινγκτον και τους εκεί "ευαγγελιστές" του σχεδίου. Ο μόνος άλλωστε λόγος ύπαρξης του σχεδίου υπήρξε η εδώ και μια δεκαετία αμέριστη πολιτική συμπαράσταση τριών διαδοχικών αμερικανικών κυβερνήσεων. Αυτή η πολιτική βούληση αρχίζει μάλιστα να αποδίδει σαφείς επενδυτικούς καρπούς δεδομένου ότι ήδη από τον Ιούνιο του 2002 ο χρηματοδοτικός βραχίονας της Παγκόσμιας Τράπεζας, το International Finance Corporation (IFC), φέρεται να εξετάζει πολύ σοβαρά τη χρηματοδότηση του 1/6 του συνολικού κόστους κατασκευής του αγωγού Μπακού-Τζεϋχάν. Μάλιστα υπογραμμίζεται ότι το αναμενόμενο δάνειο ύψους 500 εκατομμυρίων δολαρίων θα είναι η μεγαλύτερη ενεργειακή επένδυση που έχει γίνει ποτέ στην ιστορία του οργανισμού. Άλλωστε στις αρχές του ίδιου μηνός η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανάπτυξης και Ανασυγκρότησης (EBRD), μεγαλύτερος μέτοχος της οποίας είναι η κυβέρνηση των ΗΠΑ, ανακοίνωσε την παραπλήσια πρόθεση της "υποσχόμενη" να επενδύσει άλλα 500 εκατομμύρια δολάρια υπέρ της κατασκευής του αγωγού. (7) Το μέγεθος αυτών των δανείων που ενδέχεται να καλύπτουν πια το 1/3 του συνολικού κόστους κατασκευής είναι πρωτοφανές, τόσο για τα παγκόσμια χρονικά όσο, πρωτίστως, για τα επενδυτικά δεδομένα της περιοχής. Είναι ενδεικτικό ότι από τα συνολικά 13 δισεκατομμύρια δολάρια που έχουν ως τώρα επενδυθεί στην Κασπία μόλις 400 εκατομμύρια, δηλαδή μόλις το 3,25%, έχουν έλθει από δανειοδοτήσεις διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών. (8) Αν και οι εργασίες του αγωγού φαίνεται να προχωρούν με τα έργα ανακατασκευής του να έχουν ήδη αρχίσει από τον περασμένο Μάιο και στο Γεωργιανό τμήμα του σχεδίου (9) η κατάληξη των διαπραγματεύσεων χρηματοδότησης του παραμένουν αβέβαιες και φαίνονται να "αναβάλλονται σε εξαμηνιαία βάση", όπως χαρακτηριστικά δήλωσε στον συντάκτη του άρθρου ο Edward Chow, ενεργειακός αναλυτής του Carnegie Endowment for International Peace και βασικός διαπραγματευτής της Chevron κατά την διάρκεια κατασκευής του αγωγού Tenguiz-Novorossisk. (10). Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι αν δεν διασφαλιστεί η δέσμευση χρηματοδότησης από την πλευρά της EBRD και του IFC -που συνδυαστικά καλύπτει το 30% των δαπανών- τότε είναι ιδιαίτερα δύσκολο να "μπουν στο χορό" καταμερισμού του ρίσκου οι ιδιωτικές τράπεζες που θα κληθούν να καλύψουν το 30-40% της υπολειπόμενης δαπάνης δεδομένου ότι το ΑΙΟC έχει αναλάβει μόλις το 30% του κόστους και καμία από τις χώρες που θα φιλοξενήσουν τον αγωγό δεν μπορούν να τον υποστηρίξουν επενδυτικά σε αυτή τη φάση... ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: (1) Όλα τα στοιχεία έχουν επιλεχθεί από την Κασπιανή Στατιστική Ανάλυση της Energy Information Agency (EIA) που υπάγεται στο Αμερικανικό Υπουργείο Ενέργειας www.eia.doe.gov/emeu/cabs/caspgrph.html (July 2003). (2) IEA, Caspian Oil and Gas: 1999 Update, (Paris: 1999) και IEA, Black Sea Energy Survey, Paris (IEA: 2000). (3) A.Cordesman, The Shifting Geopolitics of Energy: Fuel, Choice, Supply and Reliability in the early 21st Century, CSIS, Washington DC, 2001, σελίδες 10-11 και 37, IΕA, Caspian Oil & Gas: The Supply Potential pf Central Asia and Transcaucasia, ΙΕA: Paris, 1998, σελίδες, 51-52, 65, 70, 75 και 80. (4) EIA, International Energy Outlook 2000, in www.eia.doe.gov/iaf/ieo.html, και www.eia.doe.gov/cabs/emeu/ caspgrph.html (July 2003) και www.eia.doe.gov/emeu/iea/ tabl.41.html (International Energy Outlook 2000). (5) Terry Adams, "Caspian Oil and Gas Development and the Black Sea Region: An Overview", in Yannis Papanikolaou (ed.), Europe's Black Sea Dimension, (CEPS and ICBSS press: 2002), σελ. 44. (6) Turkish Daily News, 27/5/2003, σελ.1. (7) Mark Drajem, "World Bank May Finance BPs's Azerbaijan Oil Project to Avoid Iran Route", Bloomberg Business News, 22/6/2002. (8) Terry Adams, ibid, σελ.45. (9) Turkish Daily News, 27/5/2003, σελ.3. (10) Το εν λόγω σχόλιο αποτέλεσε απάντηση του Edward Chow σε ερώτηση του συντάκτη κατά το συνέδριο (Ιούλιος 2003) που οργάνωσε το Γερμανικό Ινστιτούτο Εξωτερικής Πολιτικής (SWP) με τίτλο Energy Issues in Euro-American Relations and the Influence of Russia.