Αδιέξοδη Διαχείριση της Διεθνούς Κρίσης

Η πολιτική διαχείριση της διεθνούς συγκυρίας είναι κατώτερη των περιστάσεων. Οι ανά την υφήλιο ηγέτες, επί του οικονομικού ζητήματος αποφεύγουν την ουσία του. Λαϊκίζοντας, εξαντλούνται σε ανθυπολεπτομέρειες, μάλιστα δε σε φορολογικές διαφυγές, όπως και σε αμοιβές ή προμήθειες –τεράστιες πράγματι– στελεχών ζημιογόνων εταιρειών. Ασφαλώς τα φαινόμενα αυτά είναι (σήμερα μάλιστα) κοινωνικώς προκλητικά και νομικώς ελεγκτέα.
Του Γ.Κ. Στεφανάκη
Πεμ, 30 Απριλίου 2009 - 08:40
Η πολιτική διαχείριση της διεθνούς συγκυρίας είναι κατώτερη των περιστάσεων. Οι ανά την υφήλιο ηγέτες, επί του οικονομικού ζητήματος αποφεύγουν την ουσία του. Λαϊκίζοντας, εξαντλούνται σε ανθυπολεπτομέρειες, μάλιστα δε σε φορολογικές διαφυγές, όπως και σε αμοιβές ή προμήθειες –τεράστιες πράγματι– στελεχών ζημιογόνων εταιρειών. Ασφαλώς τα φαινόμενα αυτά είναι (σήμερα μάλιστα) κοινωνικώς προκλητικά και νομικώς ελεγκτέα. Είναι, όμως, ταυτόχρονα, βέβαιον ότι δεν ιδρύουν την αιτία του προβλήματος.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει εκτιμήσει το μέχρι τούδε κόστος της οικονομικής κρίσης στο ιλιγγιώδες ύψος των τεσσάρων τρισεκατομμυρίων δολλαρίων. Και το ποσό αυτό, βέβαια, δεν διοχετεύθηκε σε αμοιβές ή φοροδιαφυγές (!). Κατ’ οικονομική κυριολεξία δεν πρόκειται για κέρδη που σπαταλήθηκαν ή φοροδιέφυγαν. Πρόκειται – αντιθέτως – για το ότι η λειτουργία της οικονομίας δεν παρήγαγε το αναμενόμενο (και προεξοφληθέν) προϊόν (κέρδος). Κατά συνεκδοχή η κεντρική πολιτική αναζήτηση –επικεντρούμενη σε υπερβολικές αμοιβές ή φορολογικές διαφυγές– αναδεικνύεται αμήχανη ή άκριτη.

Είναι, όμως, λογικώς κρίσιμη η διευκρίνιση του αληθούς αιτίου ώστε δι’ αυτού θα οδηγηθούμε και στο αιτιατό (και ζητούμενο) που είναι η ανάκαμψη. Το συμβάν είναι πλέον πασίδηλο:

Από φθινοπώρου 2008 το παγκόσμιο Α.Ε.Π. αποδείχθηκε ανεπαρκές για την συντήρηση της οικονομίας στις τότε διαστάσεις της. Δισεκατομμύρια πολιτών όλου του κόσμου συνειδητοποίησαν ότι δεν ήταν σε θέση ν’ αποπληρώσουν δόσεις αγαθών που είχαν αγοράσει «βερεσέ». Να συνεχίσουν, δηλαδή, να στηρίζουν το επίπεδο της μέχρι τότε ζωής τους. Ετσι το «βερεσέ» έγινε «φέσι». Και το τελευταίο το «φεσώθηκαν» όσοι είχαν δώσει τις πιστώσεις. Δηλαδή, κατ’ εξοχήν, οι Τράπεζες. Και είναι των τελευταίων σκοτεινή η προοπτική για τον προφανή λόγο ότι εάν η κατάσταση δεν βελτιωθεί, οι πελάτες αυξητικά – κατά λόγο της δικής τους καχεξίας – δεν θ’ αποπληρώνουν. Και ουδεμία – παγκοσμίως – τράπεζα δύναται να επιβιώσει χωρίς την είσπραξη του λαβείν της (!). Τράπεζες και σύστημα ανέκαθεν ήσαν συγκοινωνούντα δοχεία.

Τονιστέο ότι κέρδη τριμήνου που προσφάτως ανακοινώθηκαν δεν οφείλονται σε άλλο τι παρά σε διακύμανση πρόβλεψης επισφαλειών. Συγκεκριμένα, μεγάλη πρόβλεψη μηδενικό κέρδος. Μικρή πρόβλεψη αναδεικνύει κέρδος. Πρόκειται, δηλαδή, για ζήτημα λογιστικό, όχι ουσιαστικό. ΄Ο,τι  για την διάγνωση της κατάστασης του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος θα είχε αξία, θα ήταν ο προσδιορισμός της καθαρής θέση του συνόλου όπως και των κατ΄ιδίαν τραπεζών. Αλλά τον έλεγχο αυτό ανοικτά και καθαρά ουδείς αποτολμά.

Και,  σχηματικά: Η ατμομηχανή της οικονομίας, εν γένει, αδυνατεί πλέον να σύρει όλα τα βαγόνια του συρμού.

Ηδη επί του πρακτέου. Η μεγάλη, διαρκώς διευρυνόμενη (πιστωτικώς) οικονομία, τελικώς, δεν ευδοκίμησε. Ο προεξοφληθείς πλούτος προς κάλυψη πιστώσεων δεν πραγματοποιήθηκε. Και οι  πιστώσεις που κηρύχθηκαν ακάλυπτες  σήμαναν την αρχή των δεινών. ΄Ο,τι, δηλαδή, σήμερα βιώνουμε.

Αλλά το άλογο οριοθετείται από τον Λόγο. Αρα, η αφετηρία του σωστού βρίσκεται στην συνειδητοποίηση του λάθους. Και πρέπει πλέον να έχει καταστεί σαφές ότι η αναστροφή προς ακμή προϋποθέτει οικονομία υγιέστερη (λιγότερο εκτεθειμένη σε πιστωτικούς κινδύνους) κατ΄ανάγκη όμως – έτσι – μικρότερη. Συγκεκριμένα, λοιπόν, απαιτείται:

α) ΄Ο,τι έχει απαξιωθεί να διαγραφεί. Χρηματοδότηση του αναξίου σημαίνει σπατάλη. Αρα (και) κοινωνικό κόστος. Το σπαταλώμενο λείπει από τον τομέα που αναπτύσσεται. Τα κεφάλαια ουδέποτε είναι απεριόριστα.

β) Εφεξής δυνάμει αυστηρών νομισματικών κανόνων κάθε κρατικής υφής ή τραπεζική πίστωση, να αντικρύζεται με οικονομικό αποτέλεσμα σοβαρώς πιθανολογούμενο. Επομένως αξιόπιστο και ευλόγως προεξοφλούμενο.

Ετσι μόνον η εν γένει οικονομία θα εξυγιανθεί και θ’ αποκατασταθεί επί υγιών βάσεων. Αλλ’ αυτή η σταθεροποίηση σημαίνει, ταυτόχρονα, μικρότερη οικονομία. Αρα θα πλεονάζουν οργανικώς πλέον οι προσφάτως δημιουργηθείσες θέσεις εργασίας, μάλιστα δε κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών.

Εκεί ανακύπτει, όμως, αντίστοιχο κοινωνικό κόστος το οποίο ουδείς σήμερα πολιτικός ηγέτης – παγκοσμίως – τολμά να επωμισθεί.

Αλλ’ ενώ στο καθαρώς οικονομικό επίπεδο φαίνεται να υπάρχει λύση, έστω και οδυνηρή, στο ευρύτερο γεωπολιτικό η κατάσταση διαγράφεται απειλητικώτερη. Τα Ηνωμένα Εθνη έψεξαν την Βόρειο Κορέα διότι, κατά παράβαση παλαιότερης απαγόρευσής τους, εκτόξευσε, δια του εναερίου χώρου της Ιαπωνίας, πύραυλο πρόσφορο να μεταφέρει πυρηνική γόμωση και ικανό να πλήξει μέχρι και ακτές των ΗΠΑ. Η Β. Κορέα διαμαρτυρόμενη εγκατέλειψε την διαρκή διάσκεψη για τον πυρηνικό αφοπλισμό της περιοχής. Ετι πλέον, δήλωσε ότι ως κυρίαρχος χώρα θα επιληφθεί, κατά το δοκούν, της ανάπτυξης του πυρηνικού της οπλοστασίου.

Παράλληλα οι εκτός παντός ελέγχου –υπό το πρίσμα της δυτικής λογικής– Ταλιμπάν ήδη επέβαλαν την εγκατάστασή τους σε απόσταση εγγύς της Καμπούλ. Και έτσι το Πακιστάν, ήδη πυρηνική δύναμη, διολισθαίνει –αν μη τι άλλο– προς την σφαίρα επιρροής των Ταλιμπάν.

Ουδείς ήταν δυνατόν να φαντασθεί κατά την πτώση της Ε.Σ.Σ.Δ. ότι ο μετασοβιετικός κόσμος θα κατέληγε –σε δύο μόλις δεκαετίες– χρεωκοπημένος και  πολύ πιο επικίνδυνος από εκείνον του ψυχρού πολέμου.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 29/04/2009)