Οι πολυεθνικές πετρελαϊκές εταιρείες ετοιμάζονται να επιστρέψουν στο Ιράκ έως τα τέλη της χρόνιας, παρά την αποτυχία της ιρακινής κυβέρνησης να «περάσει» μία νομοθεσία για το πετρέλαιο αλλά και τη διαρκή ανησυχία για θέματα ασφάλειας. Οι BP και Royal Dutch Shell συμπεριλαμβάνονται μεταξύ εκείνων που θα διεκδικήσουν τον επόμενο μήνα την είσοδό τους στην ιρακινή αγορά, φιλοδοξώντας να αποκτήσουν πρόσβαση στην τρίτη χώρα με τα περισσότερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο.
Οι πολυεθνικές πετρελαϊκές εταιρείες ετοιμάζονται να επιστρέψουν στο Ιράκ έως τα τέλη της χρόνιας, παρά την αποτυχία της ιρακινής κυβέρνησης να «περάσει» μία νομοθεσία για το πετρέλαιο αλλά και τη διαρκή ανησυχία για θέματα ασφάλειας.

Οι BP και Royal Dutch Shell συμπεριλαμβάνονται μεταξύ εκείνων που θα διεκδικήσουν τον επόμενο μήνα την είσοδό τους στην ιρακινή αγορά, φιλοδοξώντας να αποκτήσουν πρόσβαση στην τρίτη χώρα με τα περισσότερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο.

Την περασμένη εβδομάδα, διευθυντικά στελέχη ορισμένων από τις μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες στον κόσμο -οι οποίες είχαν «εξοριστεί» από την αγορά του Ιράκ πριν από περίπου 40 χρόνια- δεσμεύτηκαν σε αξιωματούχους της ιρακινής κυβέρνησης για την πρόθεσή τους να δραστηριοποιηθούν εκ νέου στη χώρα.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Royal Dutch Shell, Τζερόεν βαν ντερ Βίερ, δήλωσε ότι η εταιρεία του θα συμμετάσχει στους σχετικούς διαγωνισμούς της ιρακινής κυβέρνησης και ότι οι όροι των νέων συμβολαίων καθιστούν ιδιαίτερα ελκυστικές τις επενδύσεις στην περιοχή. «Ναι, βέβαια. Στο τέλος, δεν είναι παρά μία απόφαση», δήλωσε χαρακτηριστικά. Εκπρόσωπος της BP δήλωσε σχετικά με το θέμα: «Αν όλα πάνε καλά, θα επιστρέψουμε στο Ιράκ έως το τέλος του έτους, εκτός απροόπτων καθυστερήσεων».

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, μετά την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ, οι διοικήσεις των πετρελαϊκών εταιρειών έθεταν ως προϋπόθεση το ζήτημα της ασφάλειας αλλά και την ψήφιση ενός νέου νόμου για τη χρήση του υδρογονάνθρακα, προκειμένου να επιστρέψουν στη χώρα πραγματοποιώντας επενδύσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Τα προβλήματα

Σήμερα, οι ίδιες εταιρείες υποστηρίζουν ότι είναι έτοιμες να επιστρέψουν στο Ιράκ παρά το γεγονός ότι εσωτερικές πολιτικές διαφωνίες μπλοκάρουν τη ψήφιση μιας νέας νομοθεσίας, ενώ η εύθραυστη ειρήνη στη χώρα αντιμετωπίζει δύο σημαντικές προκλήσεις: Τις επικείμενες εκλογές και την αποχώρηση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων. Ο Ταμίρ Γκαντχμπάν, ανώτατος σύμβουλος του πρωθυπουργού του Ιράκ και πρώην υπουργός Πετρελαίου, τονίζει ότι οι επικείμενοι διαγωνισμοί -οι πρώτοι που θα πραγματοποιηθούν μετά το τέλος του πολέμου- αναμένεται να προκαλέσουν το έντονο ενδιαφέρον των πολυεθνικών εταιρειών.

«Οι πολυεθνικές πετρελαϊκές εταιρείες αντιμετωπίζουν προβλήματα σε επίπεδο αποθεμάτων και επενδυτικών ευκαιριών. Στην παρούσα φάση, το Ιράκ αποτελεί τη μοναδική επενδυτική ευκαιρία για αυτές», επισημαίνει χαρακτηριστικά.

Από το 1973

Οι BP, Shell, Total και ExxonMobile ήταν ανάμεσα στις πετρελαϊκές εταιρείες των οποίων οι δραστηριότητες κρατικοποιήθηκαν από την κυβέρνηση της Βαγδάτης σε μία ριζοσπαστική κίνηση για την πετρελαϊκή βιομηχανία της χώρας το 1973. Το Ιράκ, η πετρελαϊκή παραγωγή του οποίου ανέρχεται περί τα 2,4 εκατ. βαρέλια ημερησίως, διαθέτει αποθέματα της τάξεως των 115 δισ. βαρελιών πετρελαίου.Οι μοναδικές χώρες που διαθέτουν περισσότερα αποθέματα είναι η Σαουδική Αραβία και το Ιράν, οι οποίες είναι «απρόσιτες» για τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, γεγονός που τις έχει υποχρεώσει να στραφούν σε πιο απομακρυσμένες και ακριβές περιοχές όπως ο αρκτικός κύκλος και ο Καναδάς.

Οι νέοι διαγωνισμοί που θα πραγματοποιηθούν στο Ιράκ είναι αποτέλεσμα πολύμηνων διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε αξιωματούχους της ιρακινής κυβέρνησης και διευθυντικά στελέχη των πολυεθνικών εταιρειών.

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ/FINANCIAL TIMES, 9-10/05/2009)