Την προοπτική ενός πολέμου στην Αρκτική ανέδειξε η Ρωσία καθώς μια σειρά κράτη διαγκωνίζονται για τον έλεγχο των συνεχώς μειούμενων ενεργειακών πόρων του πλανήτη. Το νέο εθνικό στρατηγικό δόγμα ασφαλείας της χώρας αναγνωρίζει την εντεινόμενη μάχη για την ιδιοκτησία των τεράστιων ανεκμετάλλευτων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου γύρω από τα σύνορά της ως πιθανή αιτία στρατιωτικής σύρραξης την ερχόμενη δεκαετία.
Την προοπτική ενός πολέμου στην Αρκτική ανέδειξε η Ρωσία καθώς μια σειρά κράτη διαγκωνίζονται για τον έλεγχο των συνεχώς μειούμενων ενεργειακών πόρων του πλανήτη.

Το νέο εθνικό στρατηγικό δόγμα ασφαλείας της χώρας αναγνωρίζει την εντεινόμενη μάχη για την ιδιοκτησία των τεράστιων ανεκμετάλλευτων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου γύρω από τα σύνορά της ως πιθανή αιτία στρατιωτικής σύρραξης την ερχόμενη δεκαετία. «Η διεξαγωγήκαι η πιθανή κλιμάκωση των ενόπλων συγκρούσεων κοντά στα εθνικά σύνορα της Ρωσίας και η καθυστέρηση στην υπογραφή συμφωνιών μεθοριακής συνεργασίας με αρκετές από τις γειτονικές χώρεςσυνιστούν τις κύριες απειλές για τα συμφέροντα και τα σύνορα της Ρωσίας.Σε έναν τέτοιον ανταγωνισμό για φυσικούς πόρουςδεν μπορεί να αποκλειστεί η χρήση ένοπλης βίας για την επίλυση προβλημάτων που θα μπορούσαν να καταστρέψουν την ισορροπία δυνάμεων κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και των συμμάχων της» επισημαίνεται στο επίσημο έγγραφο που αναλύει τις απειλές ασφαλείας ως το 2020.

Το Κρεμλίνο επιμένει ότι δεν έχει προχωρήσει στη «στρατιωτικοποίηση» της Αρκτικής, αλλά οι προειδοποιήσεις του για ένοπλη σύγκρουση φανερώνουν την πρόθεσή του να υπερασπιστεί τα ρωσικά συμφέροντα με τη βία, αν χρειαστεί- καθώς η υπερθέρμανση του πλανήτη καθιστά πιο εφικτή την εκμετάλλευση του ενεργειακού θησαυρού της περιοχής.

Ηνωμένες Πολιτείες, Νορβηγία, Καναδάς και Δανία αντικρούουν τη ρωσική απαίτηση για έλεγχο τμήματος της παγοκρηπίδας της Αρκτικής- μιας τεράστιας έκτασης ίσης σε μέγεθος με τη Δυτική Ευρώπη, όπου πιστεύεται ότι κρύβονται δισεκατομμύρια τόνοι πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Σε παλαιότερο έγγραφο του Κρεμλίνου χαρακτηριζόταν η Αρκτική «στρατηγικός πόρος για τη Ρωσία» και υπογραμμιζόταν ότι η έναρξη άντλησης των ενεργειακών αποθεμάτων της ως το 2020 αποτελεί «εθνικό στόχο ζωτικής σημασίας». Καλούσε μάλιστα σε δημιουργία στρατιωτικών βάσεων κατά μήκος των αρκτικών συνόρων για την «εγγύηση της στρατιωτικής ασφάλειας».

Η στρατηγική ανάλυση εγκρίθηκε από τον πρόεδρο Ντμίτρι Μεντβέντεφ και τέθηκε υπ΄ όψιν του Ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, που περιλαμβάνει τον πρωθυπουργό Βλαντίμιρ Πούτιν και τους επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων και των υπηρεσιών πληροφοριών της χώρας.

Ο κ. Πούτιν κατηγόρησε πέρυσι τη Δύση ότι εποφθαλμιά τους ενεργειακούς πόρους της Ρωσίας, υποστηρίζοντας ότι «πολλές συρράξεις, πρωτοβουλίες εξωτερικής πολιτικής και διπλωματικές κινήσεις μυρίζουν πετρέλαιο και γκάζι. Πίσω από όλα αυτά συχνά βρίσκεται ο πόθος τους (σ.σ.: των δυτικών χωρών) να επιβάλουν έναν άδικο ανταγωνισμό και να διασφαλίσουν την πρόσβαση τους στους πόρους μας». Ο Ντμίτρι Ραγκόζιν, πρεσβευτής της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, προειδοποίησε τον Μάρτιο τη Συμμαχία να μην αναμειχθεί στην Αρκτική. Ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ επέκρινε επίσης τη Νορβηγία, κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, για τα στρατιωτικά γυμνάσια που πραγματοποίησε στην περιοχή: η Νορβηγία απάντησε ότι οι ασκήσεις αποτέλεσαν απάντηση στην επέκταση της ρωσικής στρατιωτικής παρουσίας στην Αρκτική.

Το νέο στρατηγικό δόγμα προβλέπει ότι ο αγώνας για τα ενεργειακά αποθέματα θα κυριαρχήσει περαιτέρω στις διεθνείς σχέσεις. «Φωτογραφίζει» μάλιστα τη Θάλασσα του Μπάρεντς και την Κεντρική Ασία ως εστίες έντασης. Ιδίως η Κασπία Θάλασσα διαδραματίζει κομβικό ρόλο στις προσδοκίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης για απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, μέσω δημιουργίας νέων αγωγών που θα μεταφέρουν καύσιμα από εναλλακτικές πηγές προς την Κεντρική Ασία. Η Ρωσία, το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν, το Τουρκμενιστάν και το Ιράν συνεχίζουν να διαφωνούν για το πώς θα μοιραστούν οι θησαυροί του υπεδάφους της Κασπίας.

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 15/05/2009)