Του Ευθ. Π. Πέτρου
Η ευφορία της εντάξεως της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση, εξακολουθεί να δημιουργεί στην Αθήνα και την Λευκωσία υπέρμετρη αισιοδοξία ως προς την πιθανότητα οριστικής επιλύσεως του προβλήματος της Μεγαλονήσου. Με μια υπεραπλουστευτική λογική θεωρείται δεδομένο ότι μόνος αίτιος των προβλημάτων είναι ο Ραούφ Ντενκτάς και, αναμένονται οι εκλογές του Δεκεμβρίου με την προσδοκία ότι θα ηττηθεί, ώστε ένας νέος πρόεδρος να οδηγήσει την Τουρκοκυπριακή κοινότητα στην υπογραφή του Σχεδίου Αννάν και την «λύση». Φοβούμεθα ότι οι ελπίδες αυτές θα αποδειχθούν φρούδες, διότι στηρίζονται στην παραδοχή πως ο Ντανκτάς θα ηττηθεί, αφού οι Τουρκοκύπριοι φαίνονται αποφασισμένοι να δώσουν τέλος στην περίοδο της απομονώσεως και να διεκδικήσουν το κοινό τους μέλλον μ ετους Ελληνοκυπρίους. Πράγματι η πλειονότης των Τουρκοκυπρίων έτσι σκέπτεται. Ξεχάσαμε όμως, ότι οι Τουρκοκύπριοι, εδώ και πολλά χρόνια δεν είναι παρά μια μειοψηφία, με τους εκ Τουρκίας εποίκους να έχουν καταστεί κυρίαρχοι στην βόρειο Κύπρο; Θα ψηφίσουν οι έποικοι εναντίον του Ντιενκτάς; Θα λάβουν θέσεις αντίθετες προς αυτές της Αγκύρας; Διότι εδώ έγκειται το δεύτερο σημείο αφελείας που εκδηλώνει η ελληνική πλευρά. Υπάρχουν Ελληνες, πολιτικοί και διπλωμάτες οι οποίοι πιστεύουν σοβαρά, ότι υπάρχει διάστασις απόψεων μεταξύ Αγκυρας και Ντενκτάς. Ότι η τουρκική κυβέρνησις δυσανασχετεί και αυτή από την στάση του Τουρκοκυπρίου ηγέτου ότι θα ήθελε να απαλλαγή από αυτόν και την αδιάλλακτη τακτική του. Αν όμως κάποιες κατά καιρούς δηλώσεις της τουρκικής ηγεσίας τάσσονται υπέρ της λύσεως μέσω ενός «Σχεδίου Αννάν», η παραμονή των στρατευμάτων κατοχής στην Κύπρο είναι μια διαρκής έμπρακτος διατυμπάνισίς του ότι η Αγκυρα δεν είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει αυτά που διά των όπλων κέρδισε το 1974. Απεναντίας τα θεωρεί εφαλτήριο για να διεκδικήσει περισσότερα! Το έχουμε ξαναπεί. Για τις τουρκικές βλέψεις στην Κύπρο, οι Τουρκοκύπριοι είναι απλώς ένα πρόσχημα. Μια αφορμή. Το πόσο τους υπολογίζει η «μητέρα Τουρκία» (!) αποδεικνύεται από τον τρόπο με τον οποίο τους αντιμετωπίζει τα τελευταία 29 χρόνια. Στην πραγματικότητα εκδηλώνεται στην Κύπρο ένα μακρόπνοο στρατηγικό σχέδιο με αντικειμενικό σκοπό να «σπάσει» ο κλοιός τον οποίο η Τουρκία αισθάνεται ασφυκτικό γύρω από τις ακτές της και να αποκτήσει διέξοδο στην Μεσόγειο. Η μικρά νήσος του Καστελορρίζου, έχει τεραστία στρατηγική σημασία, στην οποία δεν αναφερόμαστε ποτέ. Η ύπαρξίς της εξασφαλίζει συνεχεία του ελληνικού FIR με το κυπριακό. Δηλαδή αν δεν υπήρχε, το ελληνικό FIR θα τελείωνε κάπου ανατολικά της Ρόδου και μεταξύ αυτού και του Κυπριακού θα παρεμβαλλόταν τουρκικό. Τώρα, ακόμη και σ' αυτήν την μεγάλη απόσταση μεταξύ Δωδεκανήσων και Κύπρου ο τουρκικός έλεγχος περιορίζεται σε μια μικρή λωρίδα θαλάσσης και εναερίου χώρου, γύρω από τις ακτές της. Το FIR το ελέγχουμε εμείς. Τα εξαιρετικώς σημαντικά αυτά στοιχεία, τα αντιπαρερχόμεθα συνήθως είτε διότι τα θεωρούμε αυτονόητα, είτε διότι δεν κάνουμε τον κόπο να σκεφθούμε τι σημαίνουν για τους Τούρκους. Πώς αυτοί τα αντιμετωπίζουν; Γινόμαστε κι εδώ υπεραπλουστευτικοί και ερμηνεύουμε όλα τα ζητήματα αποδίδοντάς τα σε μια παράλογη τουρκική επιθετικότητα. Επιθετικότητα που υπάρχει. Αλλά που δεν είναι καθόλου παράλογη. Απλώς στηρίζεται σε μια λογική που είναι ξένη προς την δική μας. Την οποία όμως πρέπει να κατανοήσουμε αν θέλουμε ποτέ να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα με την γείτονα. Εν προκειμένω, με τον έλεγχο της βορείου Κύπρου, η Τουρκία έχει κάνει ένα σημαντικό βήμα προς τον στόχο της αποκτήσεως ελεγχόμενης από αυτήν εξόδου προς την ανατολική Μεσόγειο. Τώρα επιδιώκει, όχι την παγίωση αυτής της καταστάσεως, όπως αφελώς πιστεύουμε, αλλά την περαιτέρω προώθηση των επιδιώξεών της. Και κατ' αρχήν την αδρανοποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ώστε στην περιοχή να δημιουργηθεί «κενό ισχύος», το οποίο θα σπεύσει να καλύψει. Συνεπώς, η Άγκυρα, όχι μόνο δεν θα ήθελε να απαλλαγεί από τον Ντενκτάς και την αδιάλλακτη στάση του, αλλά πρέπει να θεωρούμε βέβαιο, πώς αν αυτό για τον ένα ή τον άλλο λόγο εκλείψει, θα φροντίσουν αμέσως να εύρουν αντικαταστάτη με εξ ίσου αδιάλλακτες θέσεις. Και δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε καθόλου αν τον ρόλο αυτό αναλάβει κάποιος από τους αντιπολιτευόμενους τον Ντενκτάς «μετριοπαθείς» Τουρκοκυπρίους πολιτικούς. Θα πρέπει μάλιστα να προσέξουμε διπλά, διότι ο κίνδυνος κάποιοι να παρασυρθούν σε υπερβολικές προσδοκίες, μπορεί να οδηγήσει σε πολύ δυσμενή κατάληξη. Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι εξαιρετικά επικίνδυνο το να απεμπολούμε την αμυντική μας ικανότητα. Αυτό είναι το «λάθος μήνυμα» προς την άλλη πλευρά. Γιατί κάνει τους Τούρκους να πιστεύουν πώς είμαστε σε τροχιά υποχωρήσεων. Και κάτι τέτοιο τους κάνει να διεκδικούν περισσότερα. Το περασμένο καλοκαίρι ηγέρθη ένα μέγα θέμα που αφορούσε στην συντήρηση των αντιαεροπορικών βλημάτων της Εθνικής Φρουράς. Δεν επρόκειτο καν για απόκτηση νέων συστημάτων ή πυρομαχικών, αλλ’ απλώς διατήρηση της ικανότητος των υφισταμένων. Ευτυχώς οι άφρονες που είχαν «δέσει» ότι η λύσις επίκειται και αντετάσσοντο σε κάθε αμυντική δαπάνη δεν εισηκούσθηκαν. Τώρα τίθεται θέμα διεξαγωγής ή μη των ετησίων ασκήσεων «Νικηφόρος» και «Τοξότης». Πάλι κάποιοι ομιλούν περί «λάθος μηνυμάτων». Χωρίς όμως να καταλαβαίνουν τι ακριβώς εννοούν. Διότι «λάθος μήνυμα» είναι μόνον η αδράνεια και η υποχωρητικότης. Και η αφέλεια την οποία τέτοιες πράξεις αποδεικνύουν. (Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 09/09/03)