Του Ευθ. Π. Πέτρου
Τα επεισόδια που σημειώθηκαν στην Αγκυρα το περασμένο Σαββατοκύριακο, αποτελούν μιαν αντανάκλαση της καταστάσεως στο βόρειο Ιράκ, όπου η κυβέρνησις της γείτονος επιδιώκει να ισχυροποιήσει την θέση της, να μειώσει την επιρροή της κουρδικής αυτοδιοικήσεως και να αποτρέψει το εφιαλτικό γι' αυτήν σενάριο της δημιουργίας ενός ανεξαρτήτου κουρδικού κράτους. Ασχέτως προς το γεγονός ότι η αστυνομία ανέλαβε την καταστολή του, ο τουρκικός όχλος που επετέθη στα γραφεία της Πατριωτικής Ενωσης του Κουρδιστάν (UPK), του Τζαλάλ Ταλαμανί, απηχεί ακριβώς τις διαθέσεις τις τουρκικής ηγεσίας. Τόσο της κυβερνήσεως Ερντογάν, όσο και του κεμαλικού κατεστημένου το οποίο εκπροσωπούν ο πρόεδρος Σεζέρ και η στρατιωτική ηγεσία. Ουδείς άλλωστε αμφιβάλλει ότι τα γεγονότα στο ελεγχόμενο από τους Κούρδους βόρειο Ιράκ, δηλαδή οι εξεγέρσεις των τουρκομανικών ομάδων, δεν είναι παρά μεθοδεύσεις της Τουρκίας. Δεν πρέπει δε να μας διαφεύγει, ότι οι εξελίξεις αυτές ήλθαν λίγες εβδομάδες μετά την σύλληψη στο Κιρκούκ ομάδος Τούρκων στρατιωτικών, οι οποίοι κατηγορήθηκαν ότι οργάνωσαν απόπειρα κατά Κούρδου ηγέτου. Έχει κανείς αμφιβολίες ότι τα γεγονότα αυτά συνδέονται. Η κατάσταση έχει προσανατολίσει την προσοχή της Τουρκίας προς νότον/νοτιοανατολάς. Ήδη άλλωστε, από την περίοδο των επιχειρήσεων στο Ιράκ, η Αγκυρα μετακίνησε στρατεύματα ακόμη και από την περιοχή του Έβρου στα σύνορα με το Ιράκ. Αυτό όμως που πρέπει να μας απασχολήσει περισσότερο, είναι οι συνθήκες υπό τις οποίες η Τουρκία προβαίνει σ' αυτές τις ενέργειες. Διότι θα διαπιστώσουμε, ότι σε αντίθεση προς αυτό που θεωρείται στην Ελλάδα κοινός τόπος, ότι δηλαδή η Τουρκία αποτελεί τον εντολοδόχο των Ηνωμένων Πολιτειών, η Αγκυρα κινείται αυτονόμως και εν προκειμένω σε αντίθεση προς τις επιθυμίες και τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Η κατάστασις βεβαίως έχει διαφοροποιηθεί. Η στρατιωτική επικράτησις των ΗΠΑ στο Ιράκ έχει ανατρέψει πολλά δεδομένα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και μάλιστα επιπτώσεις του αναμένεται να είναι μακροπρόθεσμες. Θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός, ότι η αρνητική εξέλιξις εσημειώθη σε μια περίοδο που στην αμερικανική κυβέρνηση υπήρχαν στελέχη που διακρίνονταν για φιλοτουρκικό προσανατολισμό, έχοντας συνεργασθεί με το τουρκικό λόμπυ στην Ουάσινγκτον. Ηδη τα στελέχη αυτά τελούν σε δυσμένεια και μόνοι υποστηρικτές της Αγκύρας είναι κάποιοι επαναλαμβανόμενοι αρθρογράφοι, η απήχηση των οποίων βαίνει μειουμένη. Παραδοσιακώς, η Τουρκία επεδίωκε και σε μεγάλο βαθμό επέτυχε να θεωρείται, κράτος-τοποτηρητής των αμερικανικών συμφερόντων στην Μέση Ανατολή. Η ανατροπή του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ και η πιθανολογηθείσα εγκαθίδρυσις ελεγχόμενου φιλο-αμερικανικού καθεστώτος στην χώρα, έθεσε υπό σοβαρή αμφισβήτηση τον παραδοσιακό τουρκικό ρόλο. Τώρα που οι Αμερικανοί έχοντας κερδίσει τον πόλεμο αδυνατούν «να κερδίσουν και την ειρήνη» στο Ιράκ, η Τουρκία βλέπει να διανοίγεται η ευκαιρία να επανακτήσει το χαμένο έδαφος και την επιρροή της στην περιοχή. Όσο για τη δυνατότητα επανασυνδέσεως των σχέσεων της Αγκύρας με τις ΗΠΑ αυτή προσκρούει στα ανυπέρβλητα –όπως αποδείχθηκε- προβλήματα που ανέκυψαν στην πολεμική προσπάθεια εξ αιτίας της απαγορεύσεως διελεύσεως αμερικανικών στρατευμάτων από την Τουρκία. Η στάσις αυτή, είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη στις σχέσεις Ουάσινγκτον-Αγκυρας, καχυποψίας που δεν θα ξεπερασθεί εύκολα. Η κατάσταση αυτή υποχρεώνει την Τουρκία να αναθεωρήσει την πεπατημένη των «σταθερών βημάτων» που ακολουθεί συνήθως στην κλιμάκωση των κρίσεων που δημιουργεί. Η κλιμάκωση αυτή, που γινόταν πάντα με στόχο την προώθηση κάποιας παγίας επιδιώξεως της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής ή την αποτροπή κάποιας εξελίξεως που θα είχε αρνητικές επιπτώσεις σ αυτές. Αυτό σημαίνει ορθολογική συμπεριφορά, με προσεκτική διαμόρφωση της στρατηγικής της, την οποία και προωθούσε προσπαθώντας να εκμεταλλευθεί την διεθνή συγκυρία, αναλαμβάνοντας πάντα «υπολογισμένο ρίσκο. Παρά την επικρατούσα στην Ελλάδα στερεοτυπική αντίληψη, η Τουρκία αποφεύγει συστηματικώς να εμπλακεί σε τυχοδιωκτισμούς, οι οποίοι μπορεί να απειλήσουν την καθεστωτική της σταθερότητα. Και όμως σ' αυτήν την περίπτωση το ρίσκο που αναλαμβάνει η Τουρκία στο Κουρδιστάν, κάθε άλλο παρά υπολογισμένο είναι. Και τούτο διότι στο βόρειο Ιράκ διακυβεύονται τόσα που η Τουρκία δεν έχει περιθώριο να χάσει. Ρισκάροντας ακόμη και την πολύτιμη καθεστωτική της σταθερότητα. Ποιο είναι το αποτέλεσμα και ποια είναι η επιδίωξις; Το «σενάριο-εφιάλτης» στο οποίο και πιο πάνω αναφερθήκαμε ήταν –και ίσως ακόμη να είναι- ένας αποτελεσματικός μοχλός ασκήσεως πιέσεων από την Ουάσιγκτον για τη συμμόρφωση της «απείθαρχης» τελευταία Τουρκίας. Με τις εξελίξεις όμως των τελευταίων εβδομάδων, το χαρτί αυτό «καίγεται»! Οι Αμερικανοί απασχολημένοι με το συνολικό πρόβλημα σταθερότητος που αντιμετωπίζουν στο Ιράκ, δεν έχουν περιθώρια να ασχοληθούν ειδικά με τον βορρά, που τον θεωρούν σχετικώς ήσυχο υπό την κουρδική διοίκηση. Έτσι όμως αφήνονται περιθώρια, τα οποία η Τουρκία σπεύδει να εκμεταλλευθεί. Στόχος είναι η πλήρης αποσταθεροποίήσης της περιοχής, ώστε να εκλείψει η απειλή δημιουργίας κουρδικού κράτους. Ώστε να μην υφίσταται καν ως απειλή την οποία οι Αμερικανοί θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν. Και αφού το επιτύχουν αυτό, θα μπορέσουν να επαναπροσανατολίσουν τα στρατεύματά τους και τις βλέψεις τους προς δυσμάς. Προς το Αιγαίο… Και προς την Κύπρο… Μέχρι τότε βεβαίως, θα μπορούσε μια έξυπνη πολιτική από ελληνικής πλευράς να εκμεταλλευθεί την σημερινή κατάσταση και να τους αποδυναμώσει μακροπρόθεσμα. Αυτό όμως απαιτεί στρατηγική σκέψη και σχεδιασμό. Και πρωτίστως ανθρώπους ικανούς να εφαρμόσουν τέτοια σχέδια. Που δυστυχώς φαίνεται ότι ελλείπουν και από την πολιτική ηγεσία και από την δημοσία διοίκηση. (Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 26/8/2003)