Tον περασμένο Δεκέμβριο, στον εορτασμό για τα 25 χρόνια του Νομπέλ Ειρήνης του Λεχ Βαλέσα στο Γκντανσκ της Πολωνίας, γνώρισα έναν Ιρανό δημοσιογράφο, ο οποίος όμως ζούσε στην Ουάσιγκτον. Συνοδευόταν από μια κοπέλα, συμπατριώτισσά του, η οποία έδειχνε φοβισμένη. Ηταν κι αυτή δημοσιογράφος αλλά είχε παραμείνει στην πατρίδα της. Το βλέμμα της τα έλεγε όλα. «Πριν από λίγο καιρό ήταν στη φυλακή», μου είπε ο Ιρανός δημοσιογράφος. Γιατί;

Tον περασμένο Δεκέμβριο, στον εορτασμό για τα 25 χρόνια του Νομπέλ Ειρήνης του Λεχ Βαλέσα στο Γκντανσκ της Πολωνίας, γνώρισα έναν Ιρανό δημοσιογράφο, ο οποίος όμως ζούσε στην Ουάσιγκτον. Συνοδευόταν από μια κοπέλα, συμπατριώτισσά του, η οποία έδειχνε φοβισμένη. Ηταν κι αυτή δημοσιογράφος αλλά είχε παραμείνει στην πατρίδα της. Το βλέμμα της τα έλεγε όλα. «Πριν από λίγο καιρό ήταν στη φυλακή», μου είπε ο Ιρανός δημοσιογράφος. Γιατί; «Γι’ αυτά που γράφει». Δεν χρησιμοποίησε τον όρο «βασανιστήρια», αλλά μου έδωσε να καταλάβω ότι η κοπέλα είχε ταλαιπωρηθεί. Το ότι κατάφερε να πάρει άδεια να ταξιδέψει στο Γκντανσκ ήταν θαύμα. Γι’ αυτό, ίσως, ήταν τόσο προσεκτική. Είχε πάρει το μάθημά της. Δεν επέμεινα να μάθω περισσότερα. Είχα όμως την ευκαιρία να συζητήσω με τον συμπαθητικό Πέρση. Φυσικά και θυμόταν την επανάσταση του 1979, ήταν μικρός, αλλά, όπως και οι γονείς του, ήταν υπέρ της ανατροπής του Σάχη. Λίγο καιρό όμως μετά, οι γονείς του ήταν αυτοί που αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. «Σε αντίθεση με το τι πιστεύετε στη Δύση, δεν ήταν μια θρησκευτική επανάσταση. Τότε ένωσαν τις δυνάμεις τους πολλά κινήματα, κάποια ήταν και μοναρχικά - απλώς επιθυμούσαν να φέρουν άλλο μονάρχη. Είχαμε και μαρξιστές, φιλελεύθερους, σοσιαλιστές - και φυσικά, τους ισλαμιστές». Οι οποίοι, όπως είπε, ήταν οι πιο καλά οργανωμένοι. Οι πιο συστηματικοί, οι πιο μεθοδικοί. Οι πιο αποτελεσματικοί.

Οι σκέψεις αυτές προέκυψαν διαβάζοντας τη σχετική με τις σημερινές προεδρικές εκλογές στο Ιράν αρθρογραφία. Εκλογές που διεξάγονται μέσα σε τεταμένο κλίμα. Μια ενδεχόμενη ήττα του Αχμεντινετζάντ ίσως σηματοδοτήσει αλλαγή πλεύσης στην εξωτερική (τουλάχιστον) πολιτική του Ιράν, γεγονός που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον με δεδομένη τη στάση του Ομπάμα απέναντι στο Ιράν.

Οπως έχει εύστοχα αναφερθεί, για τη σημερινή κατάσταση στο Ιράν τεράστιο μερίδιο ευθύνης φέρει η ίδια η Αμερική. Πολλοί σήμερα νομίζουν ότι την κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη τον Νοέμβριο του 1979 πραγματοποιήσαν φανατικοί μουσουλμάνοι του Χομεϊνί. Λάθος: ο τελευταίος αγνοούσε την όλη επιχείρηση και μόνον αφού στέφθηκε με επιτυχία, τη στήριξε. Οι καταληψίες ήταν φοιτητές, οι οποίοι αιχμαλώτισαν το προσωπικό της πρεσβείας πιστεύοντας ότι ήταν πράκτορες της CIA, ότι συνωμοτούσαν για την αποτυχία της επανάστασης, όπως είχε όντως συνωμοτήσει η CIA εναντίον του δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου Μοχαμάντ Μοσαντέκ το 1953.

Το 1951, με την εκλογή Μοσαντέκ, το Ιράν είχε την τεράστια ευκαιρία να αποτελέσει πρωτοπορία μέσα στον ισλαμικό κόσμο. Η Αμερική δεν το άφησε. Ανέτρεψε τον Μοσαντέκ και επέβαλε τον Σάχη. Οπως θα έλεγε και ο Ντιν Ατσεσον (για άλλο λόγο όμως): «Ηταν χειρότερο κι από ανήθικο. Ηταν λάθος». Κατά κάποιο τρόπο, ο σκοταδιστής Αχμεντινετζάντ είναι ο τελευταίος κρίκος στις συνέπειες ενός αμερικανικού εγκλήματος.

«Ντρέπομαι που έχουμε έναν ηγέτη όπως τον Αχμεντινετζάντ», μου είχε πει ο φίλος δημοσιογράφος. «Στις πόλεις είναι ελάχιστα δημοφιλής, όμως στην επαρχία είναι αλλιώς τα πράγματα», συμπλήρωσε. «Τον Ιούνιο έχουμε εκλογές. Μακάρι να χάσει», κατέληξε. Τον φαντάζομαι να παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις. Του εύχομαι ό, τι καλύτερο.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 12/06/2009)