Μελέτη σχετικά με τον ρόλο των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ενέργειας – και ειδικότερα των πετρελαϊκών ομίλων – εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής, ενεργειακής και περιβαλλοντικής κρίσης, παρουσίασε το Ινστιτούτο Εργασίας Πετρελαίου και Χημικής Βιομηχανίας της ΓΣΕΕ, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας
Μελέτη σχετικά με τον ρόλο των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ενέργειας – και ειδικότερα των πετρελαϊκών ομίλων – εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής, ενεργειακής και περιβαλλοντικής κρίσης, παρουσίασε το Ινστιτούτο Εργασίας Πετρελαίου και Χημικής Βιομηχανίας της ΓΣΕΕ, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας 

Σύμφωνα με την έρευνα, η «χρηματιστικοποίηση» της οικονομίας (financialisation), δηλαδή η αλματώδης αύξηση του όγκου των χρηματιστικών κεφαλαίων στην παγκόσμια οικονομία (μετοχές, ομόλογα, κλπ) και η διείσδυσή τους στο σύνολο των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας προκάλεσε μια μετάλλαξη του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Τα κέρδη από τη διαδικασία αυτή, επισημαίνεται στην έρευνα, δεν χρησιμοποιήθηκαν για αναπτυξιακούς σκοπούς, και έτσι απουσία επενδύσεων δεν δημιουργούνται θέσεις απασχόλησης, ενώ η στασιμότητα των μισθών συρρικνώνει τη ζήτηση.

Όπως τόνισε το στέλεχος του Ινστιτούτου Γιάννης Ευσταθόπουλος, στον τομέα της ενέργειας η χρηματιστικοποίηση εκδηλώνεται σε δύο επίπεδα: με τις χρηματιστηριακές τιμές των ενεργειακών αγαθών (πετρέλαιο, ηλεκτρισμός) και με την υπαγωγή των επιχειρήσεων σε αυστηρά χρηματιστικά κριτήρια. Επίσης, σημείωσε πως η εκδήλωση κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων στις αγορές διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου (2005 - 2008), καθώς η αύξηση αποσυνδέθηκε από τα θεμελιώδη δεδομένα της αγοράς.

Όπως επισημάνθηκε, η χρηματιστικοποίηση στον ενεργειακό κλάδο οδήγησε στην εγκατάλειψη στρατηγικών δραστηριοτήτων (π.χ. έρευνα), την επιδείνωση των συνθηκών και των όρων απασχόλησης, την αύξηση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων για τα νοικοκυριά (π.χ. ηλεκτρισμός) και τη μετάβαση από μια λογική «δημοσίου συμφέροντος» σε μια «κουλτούρα χρηματιστικών επιδόσεων».

Σύμφωνα με τη μελέτη του Ινστιτούτου, κίνδυνοι για την παγκόσμια οικονομία ενέχουν από την αύξηση των τιμών του πετρελαίου, τη στιγμή που η μείωση του πληθωρισμού είναι σήμερα ο μόνος πραγματικός παράγοντας στήριξης της ζήτησης. Για το λόγο αυτό οι διεθνείς πετρελαϊκές επιχειρήσεις πρέπει να πραγματοποιήσουν τις απαιτούμενες επενδύσεις για να μην υπάρξει πραγματική εκτίναξη μεσοπρόθεσμα των τιμών του πετρελαίου.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, το μέλος του Ινστιτούτου Γρηγόρης Στεργιούλης ανέφερε πως θα παραμείνει εξαρτημένη από το πετρέλαιο τουλάχιστον για το άμεσο μέλλον και συνεπώς η ελληνική βιομηχανία πετρελαίου πρέπει να ασχοληθεί και με την παραγωγή εναλλακτικών καυσίμων (περιθώρια διαβαλκανικών συνεργασιών).

Το Ινστιτούτο προτείνει, επίσης, την επέκταση της ενεργειακής συνεργασίας με τη Ρωσία, να ενταθεί η προσπάθεια για συνεκμεταλλεύσεις και η ελληνική πετρελαϊκή βιομηχανία να αποκτήσει έντονη εξωστρέφεια. Τονίζει, τέλος, ότι θα πρέπει να επανεξεταστεί η διάρθρωση της λιανικής αγοράς με βάση την ορθολογικοποίηση και τη μείωση του κόστους.