Πού Αποσκοπούν οι Τουρκικές Κινήσεις

Συνηθίζουμε να μιλούμε για την επιδεξιότητα της Τουρκίας στον τομέα της διπλωματίας. Και όμως, αν ξεφύγουμε από τα στερεότυπα και αναλύσουμε τα γεγονότα, θα δούμε ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Απλώς οι Τούρκοι έχουν μακροπνόους στόχους και τους επιδιώκουν με επιμονή, μεθοδικότητα και συνέπεια. Κάτι που μεν φέρνει αποτελέσματα, αλλά που δεικνύει όμως ότι η διπλωματική τους υπηρεσία στερείται ευελιξίας, αφού κινείται πάντοτε βάσει προδιαγεγραμμένων σχεδίων.
Του Ευθ. Π. Πέτρου
Πεμ, 23 Ιουλίου 2009 - 10:04
Συνηθίζουμε να μιλούμε για την επιδεξιότητα της Τουρκίας στον τομέα της διπλωματίας. Και όμως, αν ξεφύγουμε από τα στερεότυπα και αναλύσουμε τα γεγονότα, θα δούμε ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Απλώς οι Τούρκοι έχουν μακροπνόους στόχους και τους επιδιώκουν με επιμονή, μεθοδικότητα και συνέπεια. Κάτι που μεν φέρνει αποτελέσματα, αλλά που δεικνύει όμως ότι η διπλωματική τους υπηρεσία στερείται ευελιξίας, αφού κινείται πάντοτε βάσει προδιαγεγραμμένων σχεδίων. Σχεδίων από τα οποία αδυνατεί να παρεκκλίνει, ακόμη και αν οι συνθήκες διαφοροποιηθούν.

Αυτό καθιστά τις τουρκικές κινήσεις απολύτως προβλέψιμες. Και είναι τραγικό το ότι επανειλημμένως μάς έχουν αιφνιδιάσει. Διότι το έχουν επιτύχει μόνο και μόνο επειδή δεν έχουμε δώσει την δέουσα προσοχή στην κλιμάκωση της καταστάσεως. Είναι σύνηθες φαινόμενο, δυστυχώς, να εθελοτυφλούμε έναντι των κινήσεων των Τούρκων. Αν αντ’ αυτού τις αναλύαμε, θα μπορούσαμε να διαβλέψουμε τους στόχους τους και να προλάβουμε τις δυσμενείς εξελίξεις.

Έτσι το τελευταίο διάστημα γίναμε μάρτυρες μιας πρωτοφανούς κλιμακώσεως τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο, χωρίς να υπάρξη η παραμικρή αντίδρασις σε κυβερνητικό τουλάχιστον επίπεδο. Οι συνεχιζόμενες αυτές προκλήσεις έχουν προφανώς διττή σκοπιμότητα. Αφ’ ενός να μετρήσουν την καθαρώς στρατιωτική ικανότητά μας να αντιδράσουμε -ή ίσως και την αποφασιστικότητά μας να το πράξουμε- και αφ’ ετέρου να αποτελέσουν το πρώτο βήμα για την προώθηση μιας περαιτέρω βλέψεως. Και είναι κανών ότι ουδέποτε μια κρίσις αποτελεί επανάληψη της προηγουμένης.

Το στίγμα των προθέσεων της Αγκύρας, έδωσε η δημοσίευσις στην τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του διατάγματος για την διεξαγωγή ερευνών στην ανατολική Μεσόγειο. Έχει σημασία το γεγονός ότι το διάταγμα χρονολογείται από το περασμένο έτος, αλλά μόλις τώρα δημοσιεύεται. Τώρα είναι η στιγμή κατά την οποία η Τουρκία κρίνει πως συντρέχουν οι παράγοντες για την δημιουργία μιας κρίσεως εις βάρος μας…

Μια πολύ επιφανειακή ματιά στο δεδομένα μπορεί να οδηγήση στο συμπέρασμα ότι οι Τούρκοι θα προβούν σε πετρελαϊκές έρευνες στις περιοχές ελληνικής και κυπριακής αιγιαλίτιδος ζώνης, επαναλαμβάνοντας σε μεγαλύτερη κλίμακα ένα σενάριο ανάλογο με αυτό της κρίσεως του Μαρτίου του 1987. Μάλιστα εμπλέκοντας και την Κύπρο θα μπορούσαν να φέρουν στην επιφάνεια την ασυνεννοησία των Κυβερνήσεων Αθηνών και Λευκωσίας, οι οποίες συμφωνούν μόνον στην μακαρία αδράνεια έναντι της τουρκικής απειλής.

Αν θελήσουμε να δούμε τα πράγματα σε μεγαλύτερο βάθος, αποκαλύπτεται ότι εξ αιτίας των ανωτέρω μεθοδεύσεων, μοιραίως θα τεθή ζήτημα οριοθετήσεως της υφαλοκρηπίδος. Θα τεθή δηλαδή το μοναδικό θέμα που η Ελλάς παραδέχεται ότι αποτελεί ελληνο-τουρκικό πρόβλημα που χρήζει επιλύσεως. Θα τεθή όμως υπό συνθήκες εξαιρετικής πιέσεως εις βάρος μας και με την Τουρκία να έχη την πρωτοβουλία ενεργειών. Τόσο στον στρατιωτικό όσο και στον διπλωματικό τομέα. Ας μας επιτραπή να μην προχωρήσουμε σε περαιτέρω στοιχεία, που τεκμηριώνουν αυτό το συμπέρασμα.

Σημειωτέον ότι το θέμα της υφαλοκρηπίδος ρυθμίζεται με διμερείς συμφωνίες μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών και δεν υπόκειται σε παγίους κανόνες διεθνούς δικαίου. Συνεπώς δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι ένα διεθνές δικαστήριο θα μας δικαιώση απολύτως και δεν θα οδηγηθή σε μια απόφαση ισορροπιών και «ίσων αποστάσεων», όπως συνήθως πράττουν τέτοια διεθνή όργανα. Μια απόφαση την οποία θα είμαστε υποχρεωμένοι να αποδεχθούμε σύμφωνα με την -απαραίτητη για την ενεργοποίηση του δικαστηρίου- διαδικασία του λεγομένου «συνυποσχετικού». Είναι λοιπόν και η διαδικασία της Χάγης ζήτημα συγκυριών και επιλογής του χρόνου προσφυγής σε αυτήν. Εάν συρθούμε στο διεθνές δικαστήριο υπό τις συνθήκες που έχει επιλέξει η Τουρκία, είναι προφανές και το αποτέλεσμα.

Από την άλλη πλευρά υπό συνθήκες κρίσεως, είναι πιθανόν και η άρνησις θα φέρη εξαιρετικώς δυσμενείς εξελίξεις. Πέρα από το γεγονός ότι μπορεί, υπό το κράτος ιδίας πιέσεως,  να εμπλακή στην διαδικασία και η Κύπρος, χωρίς να συντρέχη κανένας πραγματικός λόγος. Και όμως είναι όλα προβλέψιμα. Αρκεί να αναλύουμε σωστά τα δεδομένα και να έχουμε προετοιμασθή.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 20/07/2009)