του κ. Κ. Ν. Σταμπολή
Τις τελευταίες ημέρες πληθαίνουν οι αναφορές για το θέμα της υφαλοκρηπίδας και των πιθανοτήτων όπως η Ελλάς και η Τουρκία συμφωνήσουν σύντομα στην σύναψη συνυποσχετικού για την παραπομπή του θέματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Όμως η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον καθορισμό του εύρους των χωρικών υδάτων το οποίο σήμερα είναι 6 ναυτικά μίλια (ν.μ.) σε όλη την Ελλάδα (ενώ η περιοχή εναέριου ελέγχου ορίζεται στα 10 ν.μ. Σύμφωνα με το νέο Δίκαιο της Θαλάσσης (1982) η υφαλοκρηπίδα έχει έκταση 200 ν.μ. πέρα από την αιγιαλίτιδα ζώνη, ανεξάρτητα από το βάθος της θαλάσσης. Έτσι όλη η Μεσόγειος, η οποία είναι μια κλειστή θάλασσα, επικαλύπτεται από τις υφαλοκρηπίδες των παρακτίων κρατών τα περισσότερα των οποίων έχουν διευθετήσει μεταξύ τους τα σχετικά όρια. Εξ’ ου και η ανάγκη διευθέτησης των ορίων της υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Μια διευθέτηση η οποία αφορά κυρίως την περιοχή των διεθνών σήμερα υδάτων στο Ανατολικό και Βόρειο Αιγαίο, και τα Δωδεκάνησα, περιοχές στις οποίες εξ’ άλλου έχουν εντοπιστεί πετρελαϊκά κοιτάσματα. Εάν και εφόσον ευσταθούν οι πληροφορίες ότι, μετά από τις τακτικές επαφές και συζητήσεις μεταξύ Ελληνικού και Τουρκικού ΥΠΕΞ τους τελευταίους 18 μήνες, οδεύουμε προς παραπομπή του θέματος της υφαλοκρηπίδας στη Χάγη, τίθεται ευλόγως το ερώτημα ως προς τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα προσέλθουμε στο Διεθνές Δικαστήριο. Εδώ υπάρχουν δυο προσεγγίσεις. Η πρώτη προσέγγιση την οποία κατά τα φαινόμενα ακολουθεί η κυβέρνηση και το ΥΠΕΞ, αποδέχεται ως έχει το σημερινό καθεστώς των χωρικών μας υδάτων, δηλαδή αυτά παραμένουν στο υπάρχον εύρος των 6 ν.μ. ενώ η δεύτερη η οποία, από ότι γνωρίζουμε δεν συζητείται καθόλου, προβλέπει επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 ν.μ. όπως δικαιούται εξ’ άλλου να πράξει η Ελλάς στα πλαίσια του ισχύοντος Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Το θέμα καθορισμού της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο έχει ιδιαίτερη σημασία για την χώρα μας αφού ως γνωστό εμπλέκονται βασικά κυριαρχικά δικαιώματα. «Η υφαλοκρηπίδα παρέχει το αντίστοιχο παραθαλάσσιο κράτος την δυνατότητα απόκτησης ορισμένων δικαιωμάτων κυριαρχικού χαρακτήρα. Σ’ αυτά τα δικαιώματα αποβλέπει η Άγκυρα ανεξάρτητα από το εάν υπάρχουν εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα. Η αυθαίρετη διεκδίκηση ελληνικής υφαλοκρηπίδας από την Τουρκία αποβλέπει πρωτίστως στην απόκτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων σε ελληνικό υποθαλάσσιο αλλά και θαλάσσιο χώρο, καθώς και σε διάσπαση της συνέχειας και της συνοχής της ναυπηγικής Ελλάδος του Αιγαίου» (βλέπε Αν. Πεπονή, “Ελλάδα και Δημοκρατία στην Άλλη Πραγματικότητα”, Αθήνα 2000). Έτσι ακόμα και τεχνητές νησίδες, (διερευνητικές πλατφόρμες), μπορούν να εγκατασταθούν με το πρόσχημα των ερευνών. Σε αυτές τις νησίδες το αντίστοιχο παράκτιο κράτος αποκτά σημαντικές δικαιοδοσίες και δημιουργεί έτσι μια ζώνη ασφαλείας. Μια προσφυγή στην Χάγη για το θέμα της υφαλοκρηπίδας χωρίς την αποσαφήνιση προηγουμένως από την Ελλάδα του εύρους των χωρικών υδάτων ενέχει τον κίνδυνο όπως η όποια απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου, η οποία εν πολλοίς επηρεάζεται από πολιτικούς παράγοντες, να διευθετήσει μεν το θέμα του εύρους υφαλοκρηπίδας, αλλά να το συνδέσει με το υπάρχον καθεστώς των 6 ν.μ. Αυτό θα ήτο ολέθριο για τη χώρα μας διότι θα την υποχρέωνε να εγκαταλείψει δια παντός τα δικαιώματά της τα οποία απορρέουν από την διεθνή νομοθεσία. Το γεγονός ότι η Τουρκία δεν έχει προσυπογράψει το Δ.Δ.Θ δεν της δίδει ερείσματα να επικαλείται casus belli στην περίπτωση που η Ελλάς προχωρήσει στην κατοχύρωση των δικαιωμάτων της. Εξ’ άλλου αυτό είναι ένα δικαίωμα το οποίο δεν χωρεί διαπραγμάτευση. Όμως οι περιστάσεις και οι διεθνείς πολιτικοί και διπλωματικοί συσχετισμοί είναι τέτοιοι που η Ελλάδα δεν μπορεί έτσι απλά και απρογραμμάτιστα εδώ και τώρα να προχωρήσει στην επέκταση των χωρικών της υδάτων χωρίς να ξεσηκωθεί θύελλα αντιδράσεων από την διεθνή κοινότητα και την Τουρκία η οποία ενδεχομένως να αντιδράσει βίαια και να δημιουργήσει όχι απλά θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο αλλά εμπλοκή και πολεμική σύρραξη με την κατοχή κάποιων βραχονησίδων η ακόμη και μικρών νήσων. Ας μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία μπορεί να έχει σήμερα μειωμένη επιρροή στο Αμερικανικό κατεστημένο, μετά την αδυναμία της να παρέχει διευκολύνσεις στο Αμερικανικό στρατό κατά τον πόλεμο του Ιράκ, εν τούτοις διατηρεί ακόμη πολύ ισχυρά ερείσματα στο ΝΑΤΟ και την Αμερικανική διοίκηση, πράγμα που σημαίνει ότι θα εξασκηθούν αφόρητες πιέσεις στην Ελλάδα να υπαναχωρήσει στην όποια απόφασή της για επέκταση των χωρικών υδάτων στην καλύτερη περίπτωση. Στην δε χειρότερη περίπτωση, της πολεμικής σύρραξης, πρέπει να θεωρείται δεδομένη η Αμερικανική παρέμβαση για κατάπαυση του πυρός και διαμεσολάβηση για την εξεύρεση λύσης τόσο στα χωρικά ύδατα όσο και στην υφαλοκρηπίδα. Δηλαδή θα επιδιωχθεί μια λύση πακέτο όπου ωφελημένη θα βγει μάλλον η Τουρκία. Άρα το ουσιαστικό για μας ερώτημα είναι εάν και κατά πόσο η Ελλάς είναι σε θέση σήμερα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα, όπως δικαιούται, χωρίς να διακινδυνεύσει μια στρατιωτική εμπλοκή με την Τουρκία. Εκτιμούμε ότι αυτό είναι δυνατό εάν υπάρξει προηγουμένως σοβαρή και πολύπλευρη προετοιμασία σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο και η επέκταση των χωρικών υδάτων ανακοινωθεί την κατάλληλη χρονική στιγμή. Το θέμα της επιλογής του κατάλληλου χρόνου στην προκειμένη περίπτωση έχει βαρύνουσα σημασία. Μια νέα έκφραση επιθετικότητας της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα αυτή την εποχή δεν θα έβρισκε ιδιαίτερη απήχηση στους Ευρωπαϊκούς κύκλους από τους οποίους εξ’ άλλου εξαρτάται η απόφαση για την εισδοχή της ή μη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αφού μάλιστα δεν διακυβεύεται άμεσα ζωτικός εδαφικός της χώρος. Όπως είναι γνωστό η όποια απόφαση θα ληφθεί τον Δεκέμβριο του 2004. Εάν και εφόσον υπάρξει η σωστή προπαρασκευή από Ελληνικής πλευράς η Τουρκία θα πιεσθεί να αποφύγει οποιαδήποτε στρατιωτική αναμέτρηση στο Αιγαίο και το πιο πιθανό είναι ν’ αντιδράσει με παράλληλη επέκταση των δικών της χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. γεγονός που θα διευκόλυνε την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και θα έλυνε αυτόματα το σημερινό πρόβλημα αφού οι αποστάσεις στην ουσία μοιράζονται. Στις δε περιπτώσεις όπου οι αποστάσεις μεταξύ των παραλίων των δυο χωρών είναι μικρότερες των 24 ν.μ., το οποίο ισχύει για το μεγαλύτερο μέρος του Ανατ. Αιγαίου, τότε ισχύει η λύση της μέσης γραμμής, όπως εφαρμόζεται σήμερα για την μεταξύ παραλίων αποστάσεις μικρότερων των 12 ν.μ. Κατόπιν τούτου μια προσφυγή στη Χάγη για την διευθέτηση της υφαλοκρηπίδας των υπολοίπων περιοχών, δηλαδή αυτών που θα ευρίσκονται πέρα των 12 ν.μ. στα διεθνή ύδατα, δεν θα είχε την ίδια σημασία όπως σήμερα. Οι όποιες ρυθμίσεις θα μπορούσαν να γίνουν ενδεχομένως και με διμερείς διαπραγματεύσεις με ή χωρίς διεθνή διαιτησία.