Του Κ. Κόλμερ
Καθώς περιουσίες εχάνοντο στο Χρηματιστήριον Αθηνών (ΧΑΑ), το φθινόπωρο του 1999 και ιδίως προ της 9ης Απριλίου 2000, οπότε η Κυβέρνηση Σημίτη υπέσχετο ότι η μετά τον Σεπτέμβριο του 1999, πτώση των μετοχών στην οδό Σοφοκλέους είχε «ημερομηνία λήξεως» την… επαύριον των τότε βουλευτικών εκλογών (εφ' όσον βεβαίως επανεκλέγετο το ΠΑΣΟΚ) διάφοροι επύκνωναν τις τάξεις του «κόμματος του χρηματιστηρίου», για να ρεφάρουν. Εν τούτοις, παρά το γεγονός ότι ο κ. Σημίτης επανεξελέγη πρωθυπουργός –βοηθουσών και 75.000 «ελληνοποιήσεων» Ρωσοποντίων, Σλάβων, Αλβανών και ενίων μαφιόζων- το Χρηματιστήριο εν συνεχεία «πήρε την κάτω βόλτα», μ' αποτέλεσμα να απολεσθεί κεφαλαιοποίηση ίση με το ετήσιο εθνικό εισόδημα. Τώρα, επιστρατεύεται (και πάλιν) η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (εκλογές γάρ έρχονται) για να μας πείσει ότι «είναι μύθος ότι χάθηκαν 36 τρις δρχ. στο ΧΑΑ»! Προς τούτο επικαλείται μίαν τυπική μελέτη της, επί τη βάσει της οποίας εκ του ιλιγγιώδους αυτού ποσού, που «επενδύθηκε» σε μετοχές, μεταξύ 1999 και 2002 στο ΧΑΑ, το 36% πήγε σε εξαγορές επιχειρήσεων (υπό των εισηγμένων εταιρειών), το 33% διετέθη για την επαύξηση του παγίου εξοπλισμού, έτερον 16% απετέλεσε νέο κεφάλαιο κινήσεως των επιχειρήσεων και τέλος, το 13% διοχετεύθη σε οφειλές των προς τις Τράπεζες. Μ' άλλα λόγια «τα λεφτά του κοσμάκη είναι εδώ»! Εν τοιαύτη περιπτώσει, πώς εξηγείται το γεγονός ότι η αξία των χρηματιστηριακών συναλλαγών από 59 τρις δρχ. το 1999 έπεσε στα 34 το επόμενο έτος και στα 14 το 2001; Εάν οι τιμές των μετοχών «περιείχαν» τα’ αντληθέντα κεφάλαια και ευρίσκοντο σε αντίστοιχο ύψος «τιμής προς κέρδη» (το γνωστό «πολλαπλάσιο» ή Τ/Κ), τότε ο χρηματιστηριακός δείκτης δεν θα έχανε το 70%, οι συναλλαγές δεν θα εσυρρικνούντο κατά 89% στα 50 δις. δρχ. (από 450 το 1999) και η εμπορευσιμότητα των μετοχών (έναντι του συνόλου των στο ΧΑΑ) δεν θα περιορίζετο κατά τα 2/3 περίπου. Και αλλού επιέσθησαν τα χρηματιστήρια αλλ’ ούτε οι δείκτες τιμών των μετοχών κατεκρημνίσθησαν, όπως στην οδό Σοφοκλέους, μήτε ο ημερήσιος τζίρος κι η εμπορευσιμότης των μετοχών εξατμίσθησαν. Επίσης, πως ερμηνεύεται ότι παρά την αύξηση των ιδίων κεφαλαίων των εταιρειών, το χρέος των προς τις Τράπεζες αυξήθη και πάλι μετά το 2001; Άρα, παρά την σημαντική άντληση κεφαλαίων από την κεφαλαιαγορά την τριετία 1998-2001, τα χρήματα των επενδυτών εξανεμίσθησαν. Πού πήγαν όμως; Εν πρώτοις, «τα 'φαγαν» οι βασικοί μέτοχοι (και τινες «πρασινοφρουροί»), οι οποίοι επωφεληθέντες των συνθηκών υπερτιμήσεως, που καλλιεργούσε η κυβέρνηση Σημίτη ολόκληρο το 1999 και στις αρχές του 2000, επώλησαν τις μετοχές των σε υπερβολικές τιμές και περιορίσθησαν στο 30% του μετοχικού των κεφαλαίου έναντι 70% προηγουμένως. Τινές δε «ευφυείς» μεταξύ αυτών… ξεπούλησαν πλήρως, αναχωρήσαντες διά παρατεταμένας διακοπάς είς Μπαχάμας, Μπαλί και… Μύκονον. Οι ξένοι πάλι και οι ημεδαποί θεσμικοί που είχαν επενδύσει λ.χ. στη Λάμψα, «τα 'χωσαν» τα («στρατσό)χαρτα» στους αφελείς αγοραστές και απεκόμισαν τεράστια κέρδη. Δεύτεροι συνεργοί στην λωποδυσία υπήρξαν οι «ανάδοχοι» Τράπεζες, που έβαζαν στο Χρηματιστήριο εταιρείες με ψευδή ενημερωτικά δελτία και με «πολλαπλάσιο» 60% -όταν το διεθνώς παραδεκτό όριο είναι το 155. Η απουσία ουσιαστικού ελέγχου, από την επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και κυρίως, η λειτουργία των εκτός ΧΑΑ χρηματιστηριακών γραφείων (των διαβοήτων 1500 «ΕΛΠΕ» παρέσυραν τον κοσμάκη να επενδύσει οικονομίες ολόκληρης ζωής, με την προσδοκία του ευκόλου κέρδους. Τέλος, μεγάλη ευθύνη φέρουν οι νομισματικές αρχές που υπεδαύλισαν την αγοραστική φρενίτιδα των αρχών του 2000 με διάφορα «μέτρα», τα οποία επέτρεψαν ουσιαστικώς τον «αέρα» στις συναλλαγές, μ' αποτέλεσμα να οργιάσει η κρατικοδίατος και μη κερδοσκοπία. Συνεπίκουρος εστάθη και η… «ελίτ της διαπλοκής», που ενεθυλάκωσε δισεκατομμύρια δραχμών, κατά τον «πανικό της απληστίας»! Το κόλπο επανελήφθη τον Αύγουστον εφέτος, οπότε μετοχές, που ετιμώντο κάτω του ενός ευρώ εξετοξεύθησαν στα ύψη, πρωίμως εξαγγέλλουσες τις επερχόμενες εκλογές. Αλλά τώρα λείπουν τα ευρώ από την τσέπη του κοσμάκη, εταιρικές ειδήσεις δεν υπάρχουν (είτε δεν παράγονται από τα «παπαγαλάκια»), η ανακύκλωση των μετοχοποιήσεων προκαλεί αδιαφορία στους εξ επαγγέλματος επενδυτές και η προεκλογική ανασφάλεια συνοδεύεται με ανησυχίες για την συναλλαγματική επάρκεια της χώρας. Όπως έλεγε τις προάλλες ένας θυμόσοφος παρατηρητής της νεοελληνικής πραγματικότητος: «Μέχρι τώρα, μαγειρεύαμε με ξύλα. Τώρα λείπουν και τα ξύλα»! Ή μάλλον πολλά χρήματα εις πείσμα των όσων ισχυρίζεται ο πρόεδρος της Κεφαλαιαγοράς κ. Σ. Θωμαδάκης. (Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 27/09/03)