Το ζήτημα της διαμόρφωσης των τιμών στα προϊόντα πετρελαίου και κυρίως της αμόλυβδης βενζίνης, του πετρελαίου κίνησης και του πετρελαίου θέρμανσης, επανέρχεται, ιδιαίτερα όταν παρατηρούνται αυξήσεις των τιμών στα πρατήρια βενζίνης. Οπως συμβαίνει σήμερα, εξαιτίας της ανόδου των διεθνών τιμών πετρελαίου που πλησίασαν πριν από λίγες ημέρες τα 72 δολάρια το βαρέλι. Πώς, όμως, σχετίζονται οι διεθνείς τιμές, με τις τιμές στα πρατήρια στη γειτονιά μας;

Το ζήτημα της διαμόρφωσης των τιμών στα προϊόντα πετρελαίου και κυρίως της αμόλυβδης βενζίνης, του πετρελαίου κίνησης και του πετρελαίου θέρμανσης, επανέρχεται, ιδιαίτερα όταν παρατηρούνται αυξήσεις των τιμών στα πρατήρια βενζίνης. Οπως συμβαίνει σήμερα, εξαιτίας της ανόδου των διεθνών τιμών πετρελαίου που πλησίασαν πριν από λίγες ημέρες τα 72 δολάρια το βαρέλι. Πώς, όμως, σχετίζονται οι διεθνείς τιμές, με τις τιμές στα πρατήρια στη γειτονιά μας; Ποιοι είναι οι παράγοντες που ανεβοκατεβάζουν τις τιμές;

Στις ερωτήσεις αυτές απαντά μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Μάλιστα, παραθέτει ένα παράδειγμα υπολογισμού της τιμής από τη γεώτρηση μέχρι το πρατήριο, αλλά και δύο ακόμα πολύ ενδιαφέροντα: Πώς μεταβάλλεται η τελική τιμή από μία μεταβολή των διεθνών τιμών κατά 15%, αλλά και πόσο αν έπεφταν οι διεθνείς τιμές κατά 100%! Η απάντηση στο τελευταίο ακραίο παράδειγμα είναι περίπου... 50%. Ας δούμε πώς γίνεται. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, οι ανοδικές κινήσεις των τιμών κρίνονται από το μεγαλύτερο μέρος του κοινού αδικαιολόγητες και μη αποδεκτές και θεωρούνται αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, της έλλειψης ανταγωνισμού και της «κερδοσκοπίας» των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε όλο το φάσμα της αλυσίδας παραγωγής και διακίνησης των πετρελαιοειδών.

Από την άλλη πλευρά, στις περιπτώσεις εκείνες που η ανοδική πορεία των διεθνών τιμών του αργού πετρελαίου ακολουθείται από υποχώρηση, προβάλλεται το επιχείρημα ότι το πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς πετρελαιοειδών οδηγεί σε μείωση στις τιμές των πετρελαιοειδών η οποία είτε καθυστερεί είτε δεν είναι ανάλογη σε μέγεθος της μείωσης στην τιμή του αργού πετρελαίου.

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, οι προσεγγίσεις αυτές δεν βασίζονται σε τεκμηριωμένη και αναλυτική επεξεργασία των δεδομένων ούτε σε βαθύτερη γνώση της αγοράς και μπορεί να οδηγούν σε παραπληροφόρηση του καταναλωτικού κοινού, άμεση συνέπεια της οποίας είναι η δημιουργία λανθασμένων εντυπώσεων για το σύνολο του κλάδου και εντάσεων σε πολιτικό επίπεδο. Ολόκληρο το κοστολογικό κομμάτι που αρχίζει από την εξερεύνηση πετρελαίου και τελειώνει με την πώληση ενός φορτίου αργού με τελικό προορισμό την Ελλάδα παραμένει εκτός χειρισμού. Αντίθετα, το «ελληνικό» κομμάτι του κόστους αρχίζει με την αγορά της ποσότητας πετρελαίου, συνεχίζεται με τη ναύλωση του πλοίου που θα φέρει το πετρέλαιο στην Ελλάδα και ολοκληρώνεται με τη διύλιση και την πώληση προϊόντων πετρελαίου κάθε είδους στον τελικό καταναλωτή.

Η διαμόρφωση των τιμών λιανικής στην ελληνική επικράτεια βασίζεται στο άθροισμα τριών παραμέτρων:

- Της τιμής πώλησης προϊόντων από τα διυλιστήρια.

- Των φόρων και δασμών.

- Των μεικτών περιθωρίων κέρδους εταιρειών εμπορίας και πρατηριούχων.

Οι τιμές διυλιστηρίου (exrefinery prices) στην Ελλάδα υπολογίζονται και μεταβάλλονται καθημερινά, ακολουθώντας τις μεταβολές των διεθνών τιμών πετρελαιοειδών προϊόντων, οι οποίες είναι εκφρασμένες σε δολάρια ανά τόνο για την περιοχή της Μεσογείου (πρακτικά στην Ιταλία) και της τρέχουσας ισοτιμίας ευρώ / δολαρίου. Γενικά, οι διεθνείς τιμές της αμόλυβδης βενζίνης και του πετρελαίου κίνησης –σε βάθος χρόνου– ακολουθούν την εξέλιξη και τις διακυμάνσεις της διεθνούς τιμής του αργού πετρελαίου. Βεβαίως, οι μεταβολές στις τιμές των προϊόντων πετρελαίου μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο έντονες έναντι του αργού πετρελαίου, ανάλογα με την επίδραση των ειδικών παραγόντων προσφοράς και ζήτησης που σχετίζονται με κάθε προϊόν. Για τον υπολογισμό της τιμής πώλησης των προϊόντων πετρελαίου από τις εγχώριες εταιρείες διύλισης (τιμές διυλιστηρίου) λαμβάνεται το άθροισμα της τιμής CIF Med Ιταλίας, μιας προσαύξησης (premium) ανάλογα με τον τύπο του προϊόντος και της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ έναντι δολαρίου.

Φόροι και δασμοί

Οι φόροι και δασμοί που επιβαρύνουν τις τιμές των πετρελαιοειδών περιλαμβάνουν:

- Τον ειδικό φόρο κατανάλωσης (ΕΦΚ).

-Τα ειδικά τέλη και τις εισφορές υπέρ τρίτων.

- Τον Φόρο Προστιθεμένης Αξίας (ΦΠΑ).

- Εάν στο κόστος κτήσης των εταιρειών εμπορίας, εξαιρουμένου του ΦΠΑ, προστεθεί το περιθώριο των εταιρειών εμπορίας προκύπτει το κόστος κτήσης των πρατηριούχων.

- Οι τελικές τιμές με τις οποίες διατίθενται τα πετρελαιοειδή από τα πρατήρια διαμορφώνονται με την προσθήκη του περιθωρίου των πρατηριούχων και την επιβολή του ΦΠΑ, ο συντελεστής του οποίου ορίζεται σε 19% στη φορολογητέα αξία. Τα περιθώρια τόσο των εταιρειών εμπορίας όσο και των πρατηριούχων είναι συνάρτηση του εγχώριου και τοπικού ανταγωνισμού.

Το μεικτό περιθώριο κέρδους των εταιρειών εμπορίας εξαρτάται από τη γεωγραφική τοποθεσία του σημείου τελικής πώλησης και κατά συνέπεια του κόστους μεταφοράς που βαρύνει την εταιρεία, τους όγκους καταναλώσεων ανά προϊόν κ. ά.

Από το διυλιστήριο στο πρατήριο

Ενα ακραίο παράδειγμα που διαφωτίζει περισσότερο το γεγονός ότι η μείωση της τελικής τιμής σε σχέση με τη μείωση στην τιμή διυλιστηρίου είναι σε ποσοστιαίους όρους μικρότερη είναι το εξής: Υποθέτουμε ότι η τιμή διυλιστηρίου πέφτει στα μηδέν ευρώ ανά 1.000 λίτρα, δηλαδή έχουμε μείωση της τάξης του 100%. Εδώ, θεωρώντας ότι τα μεικτά περιθώρια εμπορίας και πρατηριούχου παραμένουν σταθερά, η μείωση της τιμής του διυλιστηρίου κατά 100% οδηγεί σε μείωση της τελικής τιμής κατά 45%. Επομένως, και πάλι συμπεραίνουμε ότι οι μεταβολές στις τιμές δεν είναι αναλογικές, καθώς υπεισέρχεται ο παράγοντας φορολογική επιβάρυνση, μεγάλο μέρος της οποίας είναι ένα σταθερό ποσό σε ευρώ/λίτρο, το οποίο δεν εξαρτάται από τις διακυμάνσεις στις διεθνείς τιμές και κατ’ επέκταση στις τιμές διυλιστηρίου.

- Στο βραχυχρόνιο επίπεδο, οι τιμές αργού πετρελαίου μετρητοίς (spot) διαμορφώνονται σε επίπεδο στο οποίο η ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης, όπως αυτή εκφράζεται από την πραγματική δυνατότητα των αποθεμάτων να καλύψουν τις ζητούμενες ποσότητες, τείνει να εξαλειφθεί. Ομως, ως εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας τα τελευταία χρόνια έχουν αναδειχθεί οι συναλλαγές σε προθεσμιακά συμβόλαια (futures) και δικαιώματα (options), με υποκείμενο αγαθό το αργό πετρέλαιο και τα προϊόντα του. Οι προθεσμιακές τιμές (futures prices) διαδραματίζουν ένα θεμελιώδη ρόλο στη διαδικασία «ανακάλυψης» των τιμών στις αγορές μετρητοίς (price discovery) και επηρεάζονται έντονα από τις προσδοκίες σχετικά με τις μελλοντικές συνθήκες προσφοράς και ζήτησης του προϊόντος, το μέγεθος των αποθεμάτων, την παραγωγική δυναμικότητα του OPEC, τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την πολιτική αστάθεια που αυτές προκαλούν. Οι τιμές μετρητοίς και οι προθεσμιακές τιμές βρίσκονται σε στενή αλληλεξάρτηση, αφού οι δυνατότητες διενέργειας arbitrage τις ευθυγραμμίζουν ταχύτατα, όταν διαταράσσεται η σχέση ισορροπίας που τις συνδέει. Δεν θα πρέπει επίσης να μας διαφεύγει το γεγονός ότι το πετρέλαιο ως εμπόρευμα, η τιμή του οποίου διαμορφώνεται σε οργανωμένες αγορές εμπορευμάτων, έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον της επενδυτικής κοινότητας ως μια εναλλακτική μορφή επένδυσης και ανταγωνίζεται ευθέως με τις μετοχικές αξίες και τα χρεόγραφα σταθερού εισοδήματος.

- Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, τα θεμελιώδη μεγέθη της αγοράς διαδραματίζουν έναν περισσότερο σημαντικό ρόλο. Η παγκόσμια ζήτηση αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών, το μέγεθος της δυναμικότητας παραγωγής που δεν χρησιμοποιείται, το μέγεθος των αποθεμάτων και της παραγωγής των εκτός OPEC κρατών, καθώς και οι προθέσεις του OPEC και οι στόχοι των τιμών που θέτει, αποτελούν τους παράγοντες που επηρεάζουν μεσοπρόθεσμα τις τιμές. Αποτελεί εμπειρική παρατήρηση το γεγονός ότι οι τιμές τείνουν μεσοπρόθεσμα να εμφανίζουν συμπεριφορά επιστροφής στο μέσο (mean reversion), ο οποίος αποτελεί το επίπεδο της τιμής που δικαιολογείται από τη συνεκτίμηση όλων των θεμελιωδών μεγεθών της αγοράς. Και εδώ όμως ο ρόλος των προθεσμιακών τιμών παραμένει σημαντικός.

- Στη μακροχρόνια περίοδο, τον κυριότερο προσδιοριστικό παράγοντα του επιπέδου των τιμών αποτελούν οι συνθήκες προσφοράς και ειδικότερα, το μακροχρόνιο οριακό κόστος παραγωγής. Οι συνθήκες προσφοράς επηρεάζονται με τη σειρά τους από τις ανακαλύψεις νέων κοιτασμάτων, τις προσθήκες στα αποθέματα και τον ρυθμό εξάντλησης των αποθεμάτων, την πρόσβαση στα αποθέματα, την τεχνολογική πρόοδο, τις επενδύσεις εκσυγχρονισμού και επέκτασης της παραγωγικής δυναμικότητας, την πολιτική του OPEC, τις τάσεις της ζήτησης και την προσφορά των πετρελαιοπαραγωγών κρατών που δεν είναι μέλη του OPEC.

Παράδειγμα υπολογισμού του τελικού κόστους για τον καταναλωτή

Tο IOBE στη μελέτη του παραθέτει ένα ενδιαφέρον παράδειγμα υπολογισμού της μέσης τιμής σε μια συγκεκριμένη τυχαία ημέρα (13/9/2008) και δύο παραδείγματα εκτίμησης των επιπτώσεων μιας μεταβολής στην τιμή διυλιστηρίου στις τελικές τιμές στο πρατήριο.

- Η τιμή Brent ήταν στα 105,86 δολάρια/βαρέλι.

- Η μέση ανώτερη τιμή Platt’s Μεσογείου για αμόλυβδη τις τέσσερις προηγούμενες ημέρες ήταν 940,40 δολάρια/τόνο.

- Προστίθεται η προσαύξηση (premium) που αντιστοιχεί στα 23,50 δολάρια ανά μετρικό τόνο.

- Υπολογίζεται ο μέσος όρος της ισοτιμίας ευρώ έναντι δολαρίου για τις παραπάνω ημέρες (προσαυξημένος κατά 0,5% έναντι της ισοτιμίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) ώστε να μετατραπεί η τιμή σε ευρώ ανά μετρικό τόνο.

- Προκειμένου η τιμή να εκφραστεί σε ευρώ ανά χιλιόλιτρο -στην τιμή δηλαδή που πωλείται το προϊόν στις εταιρίες εμπορίας από το διυλιστήριο- γίνεται μετατροπή του μετρικού τόνου σε χιλιόλιτρα με τη χρήση ενός συγκεκριμένου και όχι πραγματικού συντελεστή ειδικού βάρους (για την αμόλυβδη βενζίνης ο συντελεστής ειδικού βάρους είναι 0,7660) που χρησιμοποιείται στις συμβάσεις μεταξύ εταιρειών διύλισης και εμπορίας.

-Προσθέτοντας στην τιμή διυλιστηρίου τους φόρους, τα τέλη και τις λοιπές εισφορές προκύπτει το κόστος κτήσεως των πετρελαιοειδών που καταβάλλουν οι εταιρίες εμπορίας προς τα διυλιστήρια για την αγορά των προϊόντων.

Οι συγκεκριμένες φορολογικές επιβαρύνσεις αντιστοιχούν:

- Στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) όπου για το 2008 ανήλθε στα 350 ευρώ ανά χιλιόλιτρο για την αμόλυβδη βενζίνη (και από 1/1/2009 σε 359 ευρώ/1.000 λίτρα).

- Το Ειδικό Τέλος (ΔΕΤΕ) που αντιστοιχεί στο 0,5% του συνόλου της τιμής διυλιστηρίου και του ΕΦΚ.

- Την εισφορά υπέρ της Ρυθμιστικής Αρχής Ενεργείας (ΡΑΕ) που έχει οριστεί στα 0,18 ευρώ ανά χιλιόλιτρο.

- Την Ειδική Εισφορά για την επιδότηση εφοδιασμού προβληματικών περιοχών που έχει οριστεί στο ποσοστό 1,2% της τιμής διυλιστηρίου

- Τον ΦΠΑ ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή 19%.

Οι εταιρείες εμπορίας τιμολογούν τους πρατηριούχους στο κόστος κτήσεως, δηλαδή στα 890,41 ευρώ ανά χιλιόλιτρο, προσθέτοντας το μεικτό περιθώριο κέρδους τους, το οποίο υποθέσαμε στα 50 ευρώ ανά χιλιόλιτρο (ή 5 λεπτά ανά λίτρο).

Συνυπολογίζοντας το (επίσης υποθετικό) περιθώριο του πρατηριούχου στα 50 ευρώ ανά χιλιόλιτρο, καθώς και το ΦΠΑ ως ποσοστό 19% επί του συνόλου, καταλήγουμε σε τιμή πρατηρίου στα 1.178,59 ευρώ ανά χιλιόλιτρο. Η τιμή των 1,178 ευρώ ανά λίτρο είναι μια μέση τιμή της αμόλυβδης βενζίνης που αναρτήθηκε στα περισσότερα πρατήρια της χώρας τη συγκεκριμένη ημερομηνία.

Υποθετικά, η μείωση της τιμής διυλιστηρίου κατά 15,9%, δεν μεταβάλλει τον ΕΦΚ, ο οποίος αποτέλεσε τη συγκεκριμένη ημέρα το 36,7% της τελικής τιμής, αλλά και το τέλος ΡΑΕ το οποίο αποτελεί ένα σταθερό ποσό (σε ευρώ/λίτρο). Το Ειδικό Τέλος ΔΕΤΕ μειώνεται κατά 8%, ενώ η εισφορά στον λογαριασμό πετρελαιοειδών μειώνεται κατά 15,9%, δηλαδή με το ίδιο ποσοστό με το οποίο μειώθηκε η τιμή διυλιστηρίου, αφού αποτελεί άμεση συνάρτηση αυτής. Ο ΦΠΑ μειώνεται αλλά με μικρότερο ρυθμό, αφού υπολογίζεται πάνω στο άθροισμα μεγεθών μερικά εκ των οποίων παραμένουν σταθερά, όπως ο ΕΦΚ. Συνολικά, οι φόροι και οι δασμοί μειώνονται κατά 2,3%. Το μεικτό περιθώριο εταιρείας εμπορίας και πρατηριούχου στο συγκεκριμένο παράδειγμα παραμένει αμετάβλητο, στα 90 ευρώ/1.000λίτρα. Ετσι, η τελική τιμή μειώθηκε σε ποσοστό 7,2%, δηλαδή σε ποσοστιαίους όρους σε μικρότερο βαθμό σε σύγκριση με την αρχική ποσοστιαία μεταβολή της τιμής διυλιστηρίου.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 08/08/2009)