Του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Καθετί καινούργιο στην Ελλάδα γίνεται πάντοτε στόχος υπονόμευσης κι εξευτελισμού. Σκοπός είναι η διατήρηση της αποτελμάτωσης κι η αποθέωση της ακινησίας. Πρόσφατη επιχείρηση για τη δικαίωση της μετριότητας, μετά τη σκληρή επίθεση κατά του νεοφιλελευθερισμού, είναι η συντονισμένη υπονόμευση του εκσυγχρονισμού. Η αφελής επίκλησή του από τη μια μεριά και οι συντονισμένες επιθέσεις εναντίον του από την άλλη, οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, τη ματαίωση κάθε ουσιαστικής εκσυγχρονιστικής διαδικασίας. Όρος χωρίς περιεχόμενο, διακήρυξη ελιτιστών χωρίς κοινωνικά ερείσματα, νοητική σύλληψη «ευρωληγούρηδων», έννοια του συρμού που δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Αυτές είναι οι ταμπέλες που κυκλοφορούν συνήθως από κάθε γωνιά της λούμπεν διανόησης των κατεστημένων κομματικών μηχανισμών ή και της συμπλεγματικής άγνοιας ορισμένων σχολιαστών της έντυπης και της ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας. Επιδίωξη είναι η αποκαθήλωση του πολιτικού λόγου στο γνωστό τερέν της μετριότητας και στα μέτρα νεοελληνικού «επικοινωνιακού» περιθωρίου. Αφού συντονισμένα πολέμησαν οι πάντες το νεοφιλελευθερισμό, για να μη θιγούν κατεστημένα συμφέροντα και βολεμένες πολιτικές καταστάσεις, τώρα έχει σημάνει συναγερμός για να συντριβεί κι ο νέος εχθρός της βόλεψης και της διαφθοράς- ο εκσυγχρονισμός. Είναι τουλάχιστον τραγικό σε μια χώρα της ΕΕ να γίνεται συζήτηση γύρω στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα για το περιεχόμενο του εκσυγχρονισμού. Υπάρχουν κάποιες έννοιες αυταπόδεικτες με βάση την κοινωνική πραγματικότητα και την πολιτική πορεία κάθε χώρας. Είναι αδιανόητο ο εκσυγχρονισμός να αμφισβητείται, και μάλιστα σαν έννοια αυτή καθεαυτή, όταν η Ελλάδα έχει αποδεχθεί την ένταξή της σε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, συνυπογράφοντας μάλιστα και τις κατευθύνσεις της μελλοντικής του προοπτικής. Το ουσιαστικό περιεχόμενο του περίφημου ευρωπαϊκού συμφώνου σταθερότητας δεν είναι παρά η αποδοχή μιας συγκεκριμένης εκσυγχρονιστικής πορείας πάνω στις αρχές του σημερινού μετά-ψυχροπολεμικού δημοκρατικού καπιταλισμού. Η συζήτηση για τον εκσυχγρονισμό εξαντλείται ουσιαστικά σε τρία επίπεδα. Το ένα αφορά την κατεύθυνση του εκσυγχρονιστικού μοντέλου που μια κοινωνία επιλέγει να ακολουθήσει. Το δεύτερο αφορά το περιεχόμενο και τις διαστάσεις των εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων που υιοθετούνται. Και το τρίτο σχετίζεται με το κρίσιμο εργαλείο-μοχλό που αποτελεί κάθε φορά την κινητήριο δύναμη για την υλοποίηση μιας εκσυγχρονιστικής πορείας. Παρά τις περίεργες και δήθεν νεοελληνικές αντιλήψεις για όρο χωρίς περιεχόμενο, το ακαδημαϊκό μελάνι που έχει χυθεί παγκοσμίως για τον εκσυγχρονισμό μπορεί να γεμίσει χιλιάδες σελίδες βιβλίων και να πλημμυρίσει δεκάδες ράφια βιβλιοθηκών. Το δόμο λειτουργικό μοντέλο ανάπτυξης, με στήριγμα τις φιλοσοφικές αρχές του λογικού θετικισμού, για δεκαετίες κονταροχτυπιόταν με τους οπαδούς της νέο-μαρξιστικής αντίληψης για τον πολιτικό και τον οικονομικό εκσυγχρονισμό. Στην αντιπέρα όχθη, πολλοί νεομαρξιστές οικονομολόγοι και πολιτικοί επιστήμονες πάσχιζαν να αποδείξουν πως εκσυγχρονισμός δε νοείται χωρίς την ταυτόχρονη ανατροπή ενός διεθνούς συστήματος οικονομικής εξάρτησης και την κατάλυση των κοινωνικο-οικονομικών δομών εκμετάλλευσης σε κάθε αναπτυσσόμενη πολιτεία. Η κατάρρευση της μαρξιστικής θεωρίας μέσα από την πρακτική της διάλυσης των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, καταδίωξε το καπιταλιστικό μοντέλο στην κοινή αλλά και στην ακαδημαϊκή συνείδηση. Ο αρνητικός ρόλος του κράτους γίνεται σήμερα αποδεκτός κι από μεγάλο μέρος της πρώην νεομαρξιστικής διανόησης. Το κυρίαρχο εκσυγχρονιστικό μοντέλο στον κόσμο σήμερα είναι αυτό που στοχεύει στο χτίσιμο μιας δημοκρατικά καπιταλιστικής κοινωνίας. Και που στηρίζεται στις αρχές της οικονομίας της αγοράς. Αυτός είναι ο δρόμος που όλες οι σημαντικές αναπτυσσόμενες χώρες σήμερα ακολουθούν και πάνω σ’ αυτή την προοπτική επιδιώκουν να οικοδομήσουν τη μελλοντική τους πορεία. Για όσους δεν θέλουν λοιπόν να εθελοτυφλούν, ο εκσυγχρονισμός δεν είναι έννοια αφηρημένη και γενική. Συνδέεται στην εποχή μας με τον εφικτό στόχο της απελευθέρωσης της κοινωνίας από το σφικτό κρατικό εναγκαλισμό και με την καθιέρωση μιας αποτελεσματικής κι αδέσμευτης οικονομίας της αγοράς.