Του Κ. Ν. Σταμπολή
Σε μία διαφήμιση γνωστής πολυεθνικής εταιρείας πετρελαίου που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στον διεθνή τύπο γίνεται αναφορά στο κόστος του μαύρου χρυσού και πως αυτό, προφανώς ανερχόμενο, θα συμβάλλει στο να ληφθούν οι απαραίτητες αποφάσεις για την μετάβαση στην μετά πετρελαϊκή εποχή όπου το ενδιαφέρον θα στραφεί κυρίως στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) όπως το υδρογόνο, την αιολική, την ηλιακή ενέργεια, την βιομάζα την γεωθερμία και τις υδατοπτώσεις. Μάλιστα, η διαφήμιση αυτή επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι το έτος 2050 περίπου το 1/3 της διεθνούς ενεργειακής κατανάλωσης θα προέρχεται από τις ΑΠΕ (σήμερα δια της βίας καλύπτεται το 5%) ενώ το υπόλοιπο, που εφ’ εξής θα βαίνει μειούμενο, θα εξακολουθήσει να παρέχεται από συμβατικές μορφές ενέργειας όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και το κάρβουνο και εναλλακτικές όπως η πυρηνική ενέργεια. Πέρα από το μήνυμα αισιοδοξίας και ασφάλειας, ως προς τις υπηρεσίες της, που μεταφέρει η διαφήμιση της ανωτέρω πολυεθνικής, αυτό περικλύει και ορισμένες βασικές αλήθειες για το πώς σκέπτονται και δρουν οι μεγάλες εταιρείες πετρελαίου. Το γεγονός είναι ότι οι περισσότερες από αυτές εδώ και αρκετό καιρό έχουν αρχίσει να ετοιμάζονται για την περίοδο όπου το πετρέλαιο, και γενικά οι υδρογονάνθρακες, θα συμμετέχουν όλο και λιγότερο στο διεθνές ενεργειακό ισοζύγιο και ως εκ τούτου σχεδιάζουν από τώρα τον μετασχηματισμό τους σε εταιρείες παροχής ολοκληρωμένων ενεργειακών υπηρεσιών. Έτσι επενδύουν από τώρα στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, παραγωγής και διανομής φυσικού αερίου και θερμότητας, στις ΑΠΕ καθώς και στα απαραίτητα συστήματα ηλεκτρονικής υποστήριξης. Ο μετασχηματισμός αυτός που επιχειρείται, σε παγκόσμια κλίμακα και μακροπρόθεσμα, -οι δύο πυλώνες αναφοράς των πολυεθνικών- απαιτεί χρόνο και χρήμα. Εδώ πρέπει ν' αναζητήσουμε τον έναν από τους βασικούς λόγους, ή τα αίτια εάν θέλετε, γιατί οι τιμές του αργού πετρελαίου αλλά και του φυσικού αερίου, (που είναι άμεσα συνδεδεμένες με αυτές του αργού) θα βαίνουν συνεχώς αυξανόμενες απ' εδώ και στο εξής, με μικρές μόνο αποκλίσεις προς τα κάτω και λίγα διαλείμματα σταθερότητος. Η βασική αιτία που θα οδηγεί τις τιμές προς τα πάνω έχει να κάνει ακριβώς με τα σχέδια μετάβασης στην μετα-πετρελαϊκή εποχή και την δυνατότητα ανάπτυξης και προσφοράς νέων ενεργειακών προϊόντων και υπηρεσιών οι οποίες όμως θα μπορούν να είναι ανταγωνιστικές μόνο σε ένα κλίμα υψηλών τιμών πετρελαίου. Διεθνείς αναλυτές της ενεργειακής αγοράς εκτιμούν ότι μόνον όταν οι τιμές του πετρελαίου σταθεροποιηθούν σ' ένα αρκετά ανώτερο επίπεδο (λ.χ. άνω των 45-50 δολ./βαρέλι σε σημερινές τιμές) θα μπορέσει το υδρογόνο, η ηλιακή, η αιολική και οι άλλες ΑΠΕ ν' αρχίσουν ν' αντικαθιστούν τους υδρογονάνθρακες σε μεγάλη κλίμακα. Σήμερα πλέον αναγνωρίζεται από τους περισσότερους παγκόσμιους ενεργειακούς παίκτες ότι η ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών ενέργειας αποτελεί μονόδρομο. Παράλληλα όμως με την προετοιμασία για την νέα ενεργειακή εποχή, εξακολουθεί η καθημερινή αναζήτηση από τις εταιρείες πετρελαίου για την ανάπτυξη νέων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και νέων οδών μεταφοράς, (π.χ. με την κατασκευή διηπειρωτικών αγωγών) με την παράλληλη αξιοποίηση προηγμένων ναυτιλιακών μεταφορών (LNG, LPG, GPL). Καθώς εξαντλούνται όμως τα εύκολα κοιτάσματα και η έρευνα μετατίθεται σε πιο δυσπρόσιτες περιοχές (μεγάλα βάθη, υποθαλάσσια κοιτάσματα, έρημοι, ζούγκλες κ.λπ.) ανεβαίνει σημαντικά το κόστος εξόρυξης και παραγωγής. Είναι κοινή η εκτίμηση ότι το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου μετά το 2035 θα προέλθει από νέα, μη ανακαλυφθέντα ακόμα κοιτάσματα (Tα σημερινά βεβαιωμένα αποθέματα με την τρέχουσα παγκόσμια κατανάλωση θα διαρκέσουν για 43 χρόνια). Για να επιταχθεί όμως αυτό προυποθέτει υψηλές σχετικά τιμές πετρελαίου, συνθήκη που θα επιτρέψει την έρευνα σε αυτά που καλούμε σήμερα οριακά ή δύσκολα κοιτάσματα. Ιδού ο άλλος βασικός λόγος που συμβάλλει στο ανοδικό κλίμα των τιμών Εκτός από τους πρωτογενείς λόγους υπάρχουν και οι φαινομενικοί που ευθύνονται για την καθημερινή διαμόρφωση των διεθνών τιμών, και που έχουν ωθήσει το πετρέλαιο τις τελευταίες εβδομάδες στις υψηλότερες τιμές των τελευταίων ετών (στις 16/10 το πετρέλαιο ποικιλίας WTI στην Ν. Υόρκη έκλεισε πάνω στα 31.5 δολ. το βαρέλι και το Brent στα 31.1 δολ./βαρέλια). Οι λόγοι αυτοί πρέπει να αναζητηθούν στις βασικές αρχές (τα γνωστά fundamentals) που επηρεάζουν την λειτουργία της διεθνούς αγοράς και βασίζονται στους κανόνες προσφοράς ζήτησης. Ενας από αυτούς τους λόγους που συνέβαλλαν τις τελευταίες εβδομάδες στην ραγδαία αύξηση των διεθνών τιμών αργού ήτο η απόφαση του Οργανισμού Πετρελαίου Εξαγωγικών Κρατών (ΟΠΕΚ) να μειώσει την παραγωγή του κατά 900.000 βαρ/ημέρα. Παρά το γεγονός ότι ο ΟΠΕΚ ευθύνεται μόνο για το 33.2% της παγκόσμιας παραγωγής εν τούτοις οι όποιες αποφάσεις του έχουν άμεσο αντίκτυπο στην αγορά αφού αυτός δρα ως γνήσιο καρτέλ που ελέγχει αποτελεσματικά (τις περισσότερες φορές) την παραγωγή των μελών του. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η καθημερινή παγκόσμια παραγωγή αργού πετρελαίου τον περασμένο Σεπτέμβριο είχε διαμορφωθεί στα 80.11 εκ. βαρ. ενώ η παραγωγή του ΟΠΕΚ (προ μειώσεως) ήτο 26.66 εκ. βαρ. Ετσι το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής προέρχεται σήμερα από ανεξάρτητες παραγωγούς εταιρείες σε ΗΠΑ, Νορβηγία, Μ. Βρετανία, Ρωσία, Καζακστάν, Αγκόλα κ.λπ. (στοιχεία Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας – ΙΕΑ Monthly Oil Report, Sept. 2003). Η εκφρασμένη πολιτική του ΟΠΕΚ αναφορικά με τις τιμές αποβλέπει την διατήρηση τους στην ζώνη μεταξύ των 22-28 δολ./βαρ. Όμως, με την πάροδο του χρόνου, και ανάλογα με τις διεθνείς εξελίξεις η ζώνη αυτή μπορεί να διαμορφωθεί με νέα προς τα άνω όρια (λ.χ. 25-30 δολ./βαρ.). Χώρα κλειδί και στυλοβάτης του ΟΠΕΚ θεωρείται η Σαουδική Αραβία η οποία συμμετέχει στον οργανισμό με την μεγαλύτερη παραγωγή η οποία έφθασε τα 8.47 εκ. βαρ./ημέρα το περασμένο Σεπτέμβριο. Χάρις στα τεράστια αποθέματα αργού που διαθέτει αλλά και στο εξελιγμένο management του παραγωγικού της μηχανισμού η Σ. Αραβία έχει την δυνατότητα γρήγορης αυξομείωσης της παραγωγής της, κάτι που της έχει προσδώσει. την ονομασία του μπαλαντέρ (swing producer). Έτσι ο ρόλος της Σ. Αραβίας στην εφαρμογή των πολιτικών το ΟΠΕΚ θεωρείται κομβικός και της επιτρέπει τις περισσότερες φορές να επιβάλλει την δική της γραμμή. Τα τελευταία δύο χρόνια η γραμμή αυτή έχει συμβάλλει στην διαμόρφωση των τιμών άνω των 25 δολ./βαρέλι για τον απλούστατο λόγο ότι εάν οι τιμές κυμανθούν σε μικρότερα επίπεδα η Σ. Αραβία δεν μπορεί να εξυπηρετήσει με άνεση το δημόσιο χρέος της (φθάνει τα 175 δις. δολ. όσο δηλαδή και της Ελλάδος!). Παράλληλα με τις όποιες επιδιώξεις της Σ. Αραβίας και των άλλων χωρών του ΟΠΕΚ υπάρχει ο παράγοντας της παγκόσμιας ενεργειακής-πετρελαϊκής ζήτησης που και αυτός με την σειρά του επηρεάζεται άμεσα από την πορεία της διεθνούς οικονομίας με άξονα αναφοράς τις οικονομικές εξελίξεις στις ΗΠΑ. Τους τελευταίους μήνες καθώς παρατηρείται ανάκαμψη της οικονομίας των ΗΠΑ και συνεχίζεται η ραγδαία ανάπτυξη της Κίνας (8.4% αύξηση ΑΕΠ το 2002) αυξάνεται η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου η οποία έχει φθάσει σήμερα τα 78.4 εκ. βαρ./ημέρα με προοπτική τα 79.4 εκ. βαρ./ημέρα για το Α' εξάμηνο του 2004 και πάνω από 80.0 εκ. βαρ./ημέρα για τα τέλη του επομένου έτους. Είναι σχεδόν βέβαιο, παρατηρούν αναλυτές της αγοράς, ότι εάν συνεχισθεί η ανάπτυξη της διεθνούς οικονομίας με ρυθμούς άνω του 2.2% όπως προβλέπεται για το 2003 θα εξακολουθήσει σταθερά η άνοδος στη ζήτηση αργού και προϊόντων. Ένας ακόμα παράγοντας που επηρεάζει τις διεθνείς τιμές είναι τα αποθέματα αργού και προϊόντων που κρατούνται στις διάφορες χώρες από εταιρείες εμπορίας, διυλιστήρια και κρατικούς αποθηκευτικούς χώρους. Μείωση των αποθεμάτων συνήθως οδηγεί τις τιμές προς τα άνω όπως συνέβη τις περασμένες δύο εβδομάδες στις ΗΠΑ με άμεσο αντίκτυπο στις διεθνείς τιμές. Τέλος, στην διαμόρφωση των τιμών «εκ διυλιστηρίου», βάσει των οποίων καθορίζουν την τιμολογιακή τους πολιτική οι εταιρείες εμπορίας, και εν συνεχεία διαμορφώνονται οι τιμές καταναλωτή, σημαντικό ρόλο παίζουν οι τιμές ναύλων των πετρελαιοφόρων πλοίων οι οποίες με την σειρά τους επηρεάζονται άμεσα από το ύψος των ασφαλίστρων αλλά και το κόστος καυσίμων (π.χ diesel). Όπως παρατηρούν παίκτες της αγοράς πετρελαίου και γνώστες εκ των έσω των διαδικασιών διαμόρφωσης τιμών «ομιλούμε για ένα καθαρά κυκλικό φαινόμενο όπου εξελίξεις στο ένα κρίκο της αλυσίδας επηρεάζουν τους άλλους». Τους τελευταίους 9 μήνες τα ναύλα για πετρελαιοφόρα VLCC και ULCC έχουν εκτιναχθεί στα ύψη για ευαίσθητους προορισμούς όπως ο «Αραβικός Κόλπος, κ.α. με αποτέλεσμα να ωθούν τις τιμές προς τα πάνω. Εδώ σημαντικό ρόλο παίζει η διεθνής γεωπολιτική συγκυρία η οποία ως γνωστό λόγω της Αμερικανικής κατοχής στο Ιράκ και της μεγάλης πολιτικής αστάθειας που εξακολουθεί να υπάρχει, επηρεάζει τα ναύλα. Εάν υποθέσουμε ότι η μακροχρόνια πολιτική των ΗΠΑ όσο αφορά το πετρέλαιο, όπως τουλάχιστον αυτή έχει εκφραστεί μέσα από επανειλημμένες δηλώσεις τόσο του σημερινού προέδρου Μπους όσο και του προκατόχου του προέδρου Κλίντον, είναι η μείωση της εξάρτησης των ΗΠΑ από το εισαγόμενο πετρέλαιο αυτό προϋποθέτει εάν όχι σταδιακή αύξηση των τιμών πετρελαίου τουλάχιστον την διατήρηση στα επίπεδα. Μόνο έτσι θα δημιουργηθούν τα οικονομικά κίνητρα για εξοικονόμηση ενέργειας, την εισαγωγή εναλλακτικών μορφών ενέργειας και την ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων. Το φθηνό πετρέλαιο, σύμφωνα με παρατηρητές της αγοράς, αποτελεί εμπόδιο και ανάθεμα για τις βιομηχανοποιημένες χώρες αφού στην ουσία υποσκάπτει τις προσπάθειες τους για την εξασφάλιση ενεργειακών πόρων. Σύμφωνα με τις σύγχρονες αντιλήψεις περί ασφάλειας προμηθειών (security of supply) αυτές δεν εξασφαλίζονται μόνο μέσω μακροχρονίων συμβολαίων με τις παραγωγούς χώρες ή μέσω του στρατιωτικού των ελέγχου (βλ. Ιράκ, όπου ο πόλεμος όπως ξεκάθαρα φαίνεται πλέον δεν έγινε για την εξασφάλιση πετρελαίου αλλά για λόγους γεωπολιτικής ισχύος στα πλαίσια του 10ετούς πολέμου κατά της τρομοκρατίας που έχουν κηρύξει οι ΗΠΑ) αλλά μέσω της αλλαγής προσανατολισμού στην ενεργειακή πολιτική κρατών και συνασπισμών. Όμως χωρίς υψηλές τιμές πετρελαίου αυτό θα είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί. Η ανάκαμψη της οικονομίας στις ΗΠΑ, οι προοπτικές αύξησης της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης, η απροθυμία του ΟΠΕΚ ν' αυξήσει την παραγωγή του και η σύμπλευση με την πολιτική του από τις μεγάλες ρωσικές και άλλες εταιρείες, και τέλος η συνεχιζόμενη πολιτική αστάθεια στη Μ. Ανατολή είναι οι κύριοι παράγοντες που βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα θα πιέζουν τις τιμές προς τα άνω. Μακροπρόθεσμα η ανοδική πορεία της τιμής του πετρελαίου είναι εγγυημένη από τα εν εξελίξει σχέδια μετάβασης στην μεταπετρελαϊκή εποχή.