Μια λιγότερο γνωστή και αμφιλεγόμενη πηγή υδατανθράκων είναι η πετρελαϊκή άμμος που βρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες στον Καναδά. Πρόκειται για ένα μείγμα από πηλό, άμμο, νερό και μια «πάστα» από υδατάνθρακες η οποία μέσω χημικών διεργασιών μπορεί να διαχωριστεί και να μετατραπεί σε πετρελαϊκά προϊόντα. Με βάση κάποιες εκτιμήσεις, η πηγή αυτή θα μπορούσε να αποδώσει μέχρι και 1 τρις βαρέλια.

Μια λιγότερο γνωστή και αμφιλεγόμενη πηγή υδατανθράκων είναι η πετρελαϊκή άμμος που βρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες στον Καναδά. Πρόκειται για ένα μείγμα από πηλό, άμμο, νερό και μια «πάστα» από υδατάνθρακες η οποία μέσω χημικών διεργασιών μπορεί να διαχωριστεί και να μετατραπεί σε πετρελαϊκά προϊόντα. Με βάση κάποιες εκτιμήσεις, η πηγή αυτή θα μπορούσε να αποδώσει μέχρι και 1 τρις βαρέλια πετρελαίου.

 

Το πρόβλημα όμως βρίσκεται στη δυσκολία επεξεργασίας αυτής της άμμου, η οποία κοστίζει ακριβά και απαιτεί μεγάλη ποσότητα ενέργειας, καθώς και τη χρήση φυσικού αερίου. Υπάρχει μελέτη που υποδεικνύει ότι στη διάρκεια του διαχωρισμού απελευθερώνονται 30% περισσότερα αέρια του θερμοκηπίου από ότι στην παραδοσιακή εξόρυξη πετρελαίου.

 

Οι ΗΠΑ έχουν δείξει ενδιαφέρον για την όλη υπόθεση και το υπουργείο Εξωτερικών ενέκρινε τον προηγούμενο μήνα την κατασκευή αγωγού προς τον Καναδά για τη μεταφορά των καυσίμων που παράγονται με αυτόν τον τρόπο. Η απόφαση ελήφθη με βάση την εκτίμηση της αμερικανικής Διοίκησης Πληροφοριών Ενέργειας ( Energy Information Administration), η οποία θεωρεί πως η ισορροπία μεταξύ της εγχώριας παραγωγής και ζήτησης απαιτεί την εισαγωγή 4,3 εκατ. βαρελιών την ημέρα μη συμβατικού πετρελαίου από τον Καναδά μέχρι το 2030, από 1,5 εκατ. βαρέλια που είναι σήμερα.

 

Το υπουργείο καταλήγει στο ότι η κατασκευή του αγωγού «θα εξυπηρετήσει το εθνικό συμφέρον σε μια περίοδο ιδιαίτερης πολιτικής έντασης σε άλλες χώρες-παραγωγούς, εξασφαλίζοντας πρόσθετη πρόσβαση σε μια σταθερή, ασφαλή και κοντινή πηγή αργού πετρελαίου.

 

Υπάρχουν όμως και έντονες αντιδράσεις για το συγκεκριμένο θέμα. Την περασμένη εβδομάδα, όπως αναφέρει η ΙΗΤ, ομάδα περιβαλλοντικών οργανώσεων κατέκριναν την απόφαση του υπουργείου Εξωτερικών και κινήθηκαν νομικά για να την εμποδίσουν. Η πολιτική ηγεσία απαντά τονίζοντας ότι «οι ανησυχίες αυτές δεν αντισταθμίζουν τα οφέλη στο εθνικό συμφέρον».