Σύμφωνα με άρθρο που υπογράφει ο κ. Μιχάλης Καϊταντζίδης και δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία της 25ης Οκτωβρίου, στα όριά του θα βρίσκεται το δίκτυο ηλεκτρικού κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων. Βασικές παραδοχές, πάνω στις οποίες είχε στηριχτεί το σχέδιο για την κάλυψη των αναγκών σε ηλεκτρισμό, όπως δηλαδή η κάλυψη σημαντικού φορτίου με εισαγωγές από βορρά και από Ιταλία, ανατράπηκαν τους τελευταίους μήνες. Ετσι, και με δεδομένο ότι μέχρι τον Αύγουστο του 2004 δεν προβλέπεται να τεθεί σε λειτουργία νέα μονάδα (το υδροηλεκτρικό της Μεσοχώρας 150 μεγαβάτ είναι αμφίβολο αν θα είναι έτοιμο), η ΔΕΗ και ο Διαχειριστής του Συστήματος (ΔΕΣΜΗΕ) έχουν αποδυθεί σε αγώνα δρόμου, από τον οποίο δεν λείπουν και οι μεταξύ τους «αγκωνιές», ώστε να είναι καλυμμένοι τουλάχιστον τυπικά. Αυτή τη στιγμή εξετάζονται μια σειρά από σενάρια για το πώς θα καλυφθεί η αυξημένη ζήτηση στο Λεκανοπέδιο κατά τη διάρκεια των αγώνων, από τα οποία δεν λείπει και αυτό της προμήθειας και εγκατάστασης με γρήγορες διαδικασίες μονάδων αεριοστροβίλων ισχύος 150 μεγαβάτ για την ενίσχυση του δικτύου στην Αττική. Το πρόβλημα άρχισε να παρουσιάζεται στις διαστάσεις του φέτος το καλοκαίρι, όταν Ιταλία και Ρουμανία δήλωσαν αδυναμία να προσφέρουν ποσότητες ηλεκτρικού όταν τους ζητήθηκε από τη ΔΕΗ. Η μεν Ιταλία επειδή μειώθηκαν οι εισαγωγές από Αυστρία, Ελβετία και Γαλλία λόγω του καύσωνα, η δε Ρουμανία, από την οποία αγοράζει η ΔΕΗ μέσω της ελβετικής ATEL, λόγω πτώσης της παραγωγής από τις μονάδες του Δούναβη. Το ελληνικό σύστημα, δηλαδή, βρέθηκε με πολύ λιγότερα από τα 1.100 μεγαβάτ που υπολόγιζε από βορρά και από Ιταλία (500 MW Ιταλία, 600 MW από τα βόρεια σύνορα). Επισήμως από τη ΔΕΗ αναφέρουν ότι όλα κινούνται βάσει του προγράμματος και ότι πρόβλημα επάρκειας δεν πρόκειται να υπάρξει. Σύμφωνα με τον αρμόδιο γενικό διευθυντή Κώστα Πανέτα, η μέγιστη αιχμή το καλοκαίρι του 2003 ανήλθε σε 9.040 μεγαβάτ, τη στιγμή που η εγκατεστημένη ισχύς ανέρχεται σε περίπου 10.000 μεγαβάτ. Σύμφωνα με το στέλεχος της ΔΕΗ, το ελληνικό σύστημα, έστω και με τις περιορισμένες εφεδρείες που διαθέτει πλέον, μπορεί να αντιμετωπίσει αύξηση της ζήτησης έως ένα λογικό ποσοστό. Από κει και πέρα εξετάζονται σενάρια. Δηλαδή τι θα γίνει σε περίπτωση που τεθούν εκτός λειτουργίας για τεχνικούς λόγους (βλάβες κ.λπ) μια ή περισσότερες μονάδες, ή θα παρουσιαστεί πρόβλημα σε κέντρα υπερυψηλής τάσης. Ο κ. Πανέτας υποστηρίζει ότι στις περιπτώσεις αυτές η ΔΕΗ δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο από το να διακόψει τη λειτουργία των δικών της λιγνιτωρυχείων που απορροφούν περίπου 150 μεγαβάτ, ή τη διάθεση νερού των υδροηλεκτρικών για άρδευση, ώστε να ενισχύεται με περίπου 400 μεγαβάτ η ηλεκτροπαραγωγή από τις υδροηλεκτρικές μονάδες. Σε ερώτηση για την προοπτική προμήθειας νέας μονάδας 150 μεγαβάτ για την Αττική, ο κ. Πανέτας υποστηρίζει ότι σχετική απόφαση δεν έχει ληφθεί ακόμη και η προμήθεια αυτή εξετάζεται στο πλαίσιο ενός από τα σενάρια. Διευκρινίζει, δε, ότι η λειτουργία της δεν έχει στόχο την εξασφάλιση ισχύος, αλλά τη βελτίωση της ποιότητας του ηλεκτρικού ρεύματος στην Αττική. Ακόμη, πολλές ελπίδες στηρίζει η ΔΕΗ στο ότι το 2003 ήταν μια ακραία αρνητική χρονιά από άποψη υδραυλικότητας στις γειτονικές μας χώρες και ότι δεν πρόκειται να επαναληφθεί το 2004. Άρα, δηλαδή, θα μπορέσουν να αξιοποιηθούν οι διασυνδέσεις με αυτές, δηλαδή να αγοράσουμε ηλεκτρικό ρεύμα. Με λίγα λόγια, όλοι επισήμως και ανεπισήμως παραδέχονται ότι τα πράγματα στο ελληνικό σύστημα είναι οριακά, ότι αυτό λειτουργεί πλέον με ελάχιστες εφεδρείες (περίπου 10%), ότι η ευστάθειά του στηρίζεται στο πόσο ευνοϊκές είναι οι καιρικές συνθήκες (υδραυλικότητα-θερμοκρασίες) και ότι η κατάσταση αυτή είναι απότοκος της πολιτικής για την ηλεκτρική ενέργεια τα τελευταία τρία- τέσσερα χρόνια, που δεν επέτρεψε την κατασκευή νέων μονάδων. Από την πλευρά του ο ΔΕΣΜΗΕ εδώ και πολλούς μήνες έχει καταρτίσει ένα πρόγραμμα για τη βελτιστοποίηση της απόδοσης του δικτύου μεταφοράς, η υλοποίηση του οποίου ωστόσο επαφίεται στη ΔΕΗ. Αυτό προβλέπει, μεταξύ άλλων, τεχνικές βελτιώσεις στα κέντρα υπερυψηλής τάσης, στους πυκνωτές και μετασχηματιστές που είναι διασκορπισμένοι στο Λεκανοπέδιο, και βεβαίως ολοκλήρωση των έργων στους μεγάλους υποσταθμούς των Βριλησσίων και της Νίκαιας. Επιπλέον, πλήρη ετοιμότητα από πλευράς συντήρησης σε όλους τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, κυρίως σε αυτούς του Λεκανοπέδίου (Λαύριο, Κερατσίνι).