Του Κ. Κόλμερ
Άκρως αποκαλυπτική της συγχύσεως, υπό την οποία τελεί από διετίας, η Ελληνική οικονομία, αποτελεί η λεγομένη «ενδιάμεση» έκθεση του διοικητού της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Νίκου Γκαργκάνα, που κατετέθη στην Βουλή των Ελλήνων, την Πέμπτη 17.10.03. Ετσι ανησυχητικωτέρα, η δημοσίευση, την επομένη, των στοιχείων του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών, το οποίο παρουσίας διεύρυνση 10% του τρέχοντος ελλείμματος, το πρώτο 8μηνο (Ιαν.-Αυγ.), στο ύψος των 5 δις. ευρώ. Το έλλειμμα πλησιάζει το «απαγορευτικό» 7% του Α.Ε.Π. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όταν μία χώρα παρουσιάζει εξωτερικό έλλειμμα άνω του 4% του ΑΕΠ αντιμετωπίζει κάμψη δανειοληπτική ικανότητος, πρέπει να κάνει υποτίμηση του νομίσματός της – όπερ αδύνατον διά την Ελλάδα, σήμερα με το ευρώ… Το εξωτερικό έλλειμμα συνδέεται «σε κάποιο βαθμό με την υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας» και «αν παγιωθεί η διεύρυνσής του μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για τις προοπτικές ανάπτυξης» υποστηρίζει η Τ.τ.Ε., η οποία θεωρεί το έλλειμμα «ως άμεσο αποτέλεσμα της συμμετοχής της χώρας στην ζώνη του ευρώ και με την έννοια αυτή, είναι προσωρινού χαρακτήρα»!… Παρά τον κίνδυνο να παρερμηνευθεί η αποστροφή αυτή, ότι υπονοεί mutatis mutandis… προσωρινή παραμονή της χώρας μας στην ζώνη του ευρώ, πόσον αποκαλυπτική είναι η έκθεση ως προς τα πραγματικά αίτια της επιδεινώσεως του ισοζυγίου πληρωμών; Η πρώτη αιτία της «ταχυτέρας αναπτύξεως» αποτελεί στατιστική παραδοξολογία, δεδομένου ότι αφ' ενός η αύξηση του πραγματικού εθνικού προϊόντος είναι ανύπαρκτος (βλ. πίνακα σελ. 145 απ' όπου απουσιάζει η παραγωγή πλην της «τελικής ζήτησης» και των εισαγωγών) αφ' ετέρου τίποτε δεν αποκλείει την πραγματική ανάπτυξη, με… πλεόνασμα στο ισοζύγιο πληρωμών (βλ. Κίνα). Αλλα είναι τα πραγματικά αίτια της επικινδύνου ελλειματικότητος και επ' αυτών η έκθεσις γίνεται όντως αποκαλυπτική αποδίδουσα ευθύνες: 1. Στη «σημαντική πτώση της διαφοράς των πραγματικών επιτοκίων», η οποία είχε «ως άμεση συνέπεια τόσο την μείωση της εγχώριας αποταμίευσης όσο και την αύξηση της επενδυτικής δαπάνης». Η αρνητική συνεισφορά των επιτοκίων και του διπλασίου πληθωρισμού στην αύξηση του ελλείμματος υπολογίζεται σε 1,5% του ΑΕΠ, ενώ η εκ ταυτότητος ίση επένδυση προς την μειωθείσα εθνική αποταμίευση εκαλύφθει κυρίως από Κοινοτικούς πόρους. 2. Στην άνοδο της τιμής του πετρελαίου κατά 30% στην πτώση των τουριστικών εισπράξεων κατά 10% και στην «αύξηση των πληρωμών για τόκους επί ομολόγων του Ελληνικού δημοσίου». 3. Στην μεγάλη εκροή κεφαλαίων, που εσημειώθη στις επενδύσει χαρτοφυλακίου, ύψους 10,5 δις. ευρώ που «αντανακλά μείωση των καταθέσεων» και «αποπληρωμή δανείων από υποχρεώσεις ου δημοσίου». Ποιες όμως είναι οι υποχρεώσεις αυτές; Ο κ. Χριστοδουλάκης υποστηρίζει, ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού (που συνδέεται εμμέσως πλην σαφώς, με το εξωτερικό άνοιγμα, υπό συνθήκας Κανόνος συναλλάγματος Νομισματικής Ενώσεως) δεν υπερβαίνει το 3,5% του ΑΕΠ. Το διαψεύδει όμως, ο κ. Γκαργκάνας εκθέτων δημοσιονομικό έλλειμμα 8μήνου ίσον με το 4,7% ΑΕΠ. Αλλ' ούτε το νούμερο αυτό είναι σωστό! Στην σελ. 99, η έκθεση αποκαλύπτει, ότι στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου εφέτος, η Ελλάς εδανείσθει 31,7 δις. ευρώ 20% περισσότερον από πέρυσι αντιστοίχως! Αυτό είναι το πραγματικό έλλειμμα της οικονομίας –ουδείς δανείζεται πέραν των αναγκών του- αντιστοιχεί στο 22% του ΑΕΠ και είναι 7πλάσιο του Μάαστριχτ. Για την κάλυψη του διδύμου ελλείμματος ηναλώθησαν και 4 δις. ευρώ εκ των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας, το πρώτο 8μηνο και –Κύριος οίδε- ποια ποσά διέρρευσαν από την κυκλοφορία των τραπεζογραμματίων. Από του περασμένου Ιανουαρίου, η Τ.τ.Ε. έπαυσε να δημοσιεύει σχετικά στοιχεία, περιορισθείσα να δηλώσει (σε υποσημείωση του Πίνακας 7, σελ. 148) ότι «η ποσότητα των τραπεζογραμματίων και κερμάτων ευρώ, που έχει τεθεί σε κυκλοφορία σε κάθε χώρα διακρατείται και από κατοίκους άλλων χωρών της ζώνης του ευρώ όπως και τρίτων χωρών» (π.χ. Αλβανίας, Σκοπίων κ.λπ). Πέραν του πραγματικού δημοσίου ελλείμματος και χρέους δεν ανακοινούται πλέον ούτε η νομισματική κυκλοφορία. Αυτό παθαίνει κανείς όταν εγκαταλείπει ακρίτως το νόμισμα του και επινοεί διάφορα άλλοθι, εκ των υστέρων.