Του Κώστα Ιορδανίδη
Το ιδεολόγημα που επιχείρησε να επιβάλει στην κοινή γνώμη η εκσυγχρονιστική ομάς του κ. Κ. Σημίτη είναι ότι επί των ημερών της πρωθυπουργίας του η Ελλάς κατέστη σεβαστή στο διεθνές πεδίο, ότι δεν έχει πλέον λόγους ανησυχίας εν σχέσει με τη συμπεριφορά των γειτόνων της και ως εκ τούτου όσοι διαφωνούν με την προσέγγιση αυτή είναι «ανασφαλείς» ή «ξενοφοβικοί». Αλλά η προσπάθεια δημιουργίας μιας εικονικής αντιλήψεως εθνικής ισχύος διαψεύσθηκε ακόμη μια φορά, όταν ο Τούρκος αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Χιλμί Οζκιόκ δήλωσε ότι η Ελλάς – παρά την άκρως μετριοπαθή στάση της κυβερνήσεως του κ. Σημίτη προς την Άγκυρα – συνιστά «απειλή» για την χώρα του και εκ παραλλήλου κατέστησε σαφές ότι η Κύπρος «είναι θέμα ασφάλειας» για την Τουρκία. Επειδή οι δηλώσεις του στρατηγού Οζκιόκ είναι ασύμβατες προς τη θεώρηση των τουρκικών ζητημάτων από την κυβέρνηση του κ. Σημίτη, προεβλήθη για μία ακόμη φορά το «επιχείρημα» ότι η Αθήνα συζητεί με την «πολιτική ηγεσία» της Τουρκίας, σκοπίμως αγνοώντας τον ρυθμιστικότατο ρόλο των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων σε θέματα ασφαλείας και διεθνών σχέσεων. Το δυσάρεστο για τον κ. Σημίτη – αλλά πρωτίστως για τη χώρα – είναι ότι η «δυναμική» της ευρωπαϊκής προοπτικής δεν έχει αλλοιώσει τη στρατηγική θεώρηση της Άγκυρας και συνεπώς η «ανασφάλεια» για την οποία κατηγορούν οι εκσυγχρονιστές τους Έλληνες πολίτες είναι μάλλον δικαιολογημένη. Βεβαίως ο υπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Ι. Παπαντωνίου αναφέρθηκε χθες στη Βουλή στην ύπαρξη τουρκικής απειλής, προκειμένου να δικαιολογήσει την αναδιοργάνωση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, βάσει της οποίας καταργούνται έως τώρα υφιστάμενοι στρατιωτικοί σχηματισμοί στη Μακεδονία και στην Ήπειρο με το επιχείρημα ότι έπαυσε πλέον υφιστάμενος ο από βορράν κίνδυνος. Στρατιωτικός κίνδυνος μπορεί να μην υφίσταται από χώρες όπως η Αλβανία και η ΠΓΔ της «Μακεδονίας», αλλά το δημοσίευμα της εβδομαδιαίας γερμανικής επιθεωρήσεως Der Spiegel έκανε λόγο περί σχεδίου εξεγέρσεων Αλβανών ριζοσπαστών του UCK στην Ελλάδα, που η κυβέρνηση έσπευσε να χαρακτηρίσει ως ζήτημα «εκτός πραγματικότητος». Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον ο μέσος Έλληνας πολίτης θεωρεί αξιόπιστη την παρούσα κυβέρνηση, ώστε να λάβει σοβαρώς υπ’ όψιν τις όποιες διαβεβαιώσεις, ανεξαρτήτως εάν υφίσταται σχέδιο τρομοκρατικής δράσεως Αλβανών στη χώρα μας ή όχι. Επειδή όμως η μετανάστευση ξένων στην Ελλάδα έγινε κατά τρόπον απολύτως ανεξέλεγκτο, επειδή η εικόνα που προβάλλει η κυβέρνηση σε μία σειρά θεμάτων – όπως η οικονομία – είναι εκτός πραγματικότητος, δεν είναι παράδοξο ότι ο μέσος Έλληνας πολίτης εμφανίζεται να εμφορείται από αντιλήψεις «ξενοφοβίας» και να κατηγορείται γι’ αυτό από τους κάθε μορφής εκσυγχρονιστές. Οι ανησυχίες περί θεμάτων εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας είναι βάσιμες όχι μόνον λόγω των όποιων επιβουλών εναντίον της Ελλάδος, αλλά διότι έχει κλονισθεί σημαντικότατα η πίστη των πολιτών της χώρας στην ικανότητα της κυβερνήσεως να αντιμετωπίσει προκλήσεις τόσο μεγάλου διαμετρήματος, όταν είναι ανίκανη να διαχειρισθεί με σχετική επάρκεια τα προβλήματα της καθημερινότητος. Το γεγονός ότι οι χώρες του άμεσου γεωγραφικού περιβάλλοντος της Ελλάδας βρίσκονται σε κατάσταση αποδιοργανώσεως ή δομικών μεταλλάξεων αυξάνει τις «ασύμμετρες απειλές» που αντιμετωπίζει η χώρα και καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις δεν αρκούν. Ο κίνδυνος είναι ότι εάν η πρακτική αυτή συνεχισθεί, θα εδραιωθεί μία σοβαρότατη απόκλιση μεταξύ των τάσεων της ελληνικής κοινωνίας και των επιδιώξεων των πολιτικών κομμάτων εξουσίας. (Από την Εφημερίδα Καθημερινή 13/11/2003)