Του Δρ. Ευαγγέλου Λεκατσά*
Σημείωμα του Εκδότη
Δημοσιεύουμε σήμερα μία σημαντική ολοκληρωμένη ανάλυση του Δρ. Ευαγγέλου Λεκατσά που αφορά την λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα ιδιαίτερα μετά την αναμενόμενη απελευθέρωση της. Ο Δρ. Ευάγγελος Λεκατσάς διετέλεσε Βοηθός Γενικός Διευθυντής Μεταφοράς της ΔΕΗ και σήμερα είναι διευθυντής στο Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΔΕΗ. Οι απόψεις και θέσεις που περιέχονται στο κείμενο που ακολουθεί είναι προσωπικές και δεν εκφράζουν αυτές της Διοίκησης της ΔΕΗ όπως και δεν δεσμεύουν καθ’ οιοδήποτε τρόπο την Επιχείρηση.
Εισαγωγή Έξι έτη μετά την θέση σε ισχύ της Οδηγίας 96/92/ΕΚ και δύο και πλέον έτη μετά την θεωρητική απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην χώρα μας όλοι διαπιστώνουν σήμερα ότι δεν υπήρξε μέχρι τώρα πραγματικός ανταγωνισμός στην παραγωγή και στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας προς επιλέγοντες πελάτες. Για την αντιμετώπιση της ολοφάνερης πλέον επενδυτικής απραξίας η ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) κατέθεσε, στο τέλος του 2002, μία πρότασή της για την αντικατάσταση του νόμου 2773/99 με στόχο την θεραπεία των αδυναμιών και ελλείψεων που παρατηρήθηκαν στα δύο έτη που πέρασαν από το τυπικό άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ελλάδα. Από την πλευρά της πολιτείας το αρμόδιο Υπουργείο Ανάπτυξης εμφανίζεται μάλλον αμήχανο για την εξεύρεση λύσεως που θα ικανοποιούσε τα ποικίλα αντιτιθέμενα συμφέροντα (κατασκευαστικά, συνδικαλιστικά, κλπ) και ταυτόχρονα θα απελευθέρωνε την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας με τρόπο συμβατό με την Οδηγία 96/92/ΕΚ. Είναι στόχος της παρουσίασης αυτής να αναλύσει τα κυριότερα προβλήματα που προκύπτουν από τις επιταγές της Οδηγίας 96/92/ΕΚ και να διατυπώσει τις προϋποθέσεις για την ορθολογική θέσπιση κανόνων που θα οδηγήσουν σε μια αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ελλάδα, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πολύ πρόσφατα, ψήφισε την νέα Οδηγία που συμπληρώνει και θα αντικαταστήσει την 96/92/ΕΚ. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι τα ηλεκτρικά συστήματα έχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που δεν μπορεί να αγνοηθούν κατά τον σχεδιασμό μίας νέας απελευθερωμένης αγοράς: - Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας μεταβάλλεται εντός ευρέων ορίων μέσα στον ημερήσιο κύκλο, αλλά και εποχιακά μέσα στον ενιαύσιο κύκλο. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει οικονομικά βιώσιμη λύση στο θέμα της αποθήκευσης μεγάλων ποσοτήτων ηλεκτρισμού, απαιτείται η τήρηση σημαντικών περιθωρίων εφεδρείας ισχύος προκειμένου να υπάρχει πάντοτε δυνατότητα κάλυψης του κυμαινόμενου φορτίου. Το σημερινό διασυνδεδεμένο σύστημα της ΔΕΗ. π.χ. έχει ένα μέσο φορτίο τάξεως 6000 MW, αλλά διατηρεί μία εγκατεστημένη ισχύ 10000 MW περίπου, προκειμένου να μπορεί να αντιμετωπίζει την καλοκαιρινή, λόγω κλιματιστικών, αιχμή των 8900 MW που διαρκεί ελάχιστες, λιγότερες από 30, ώρες το χρόνο. - Για τις περισσότερες εφαρμογές του ηλεκτρισμού ως αγαθού δεν υπάρχει υποκατάστατο, το δε κόστος των διακοπών ηλεκτρικού ρεύματος για την οικονομία, την δημόσια υγεία και την εθνική ασφάλεια είναι πολύ μεγάλο. Το γεγονός αυτό, στον σημερινό τεχνολογικό πολιτισμό μας, καθιστά την βραχυχρονίως προσδιοριζόμενη ζήτηση του αγαθού ηλεκτρισμός εντόνως ανελαστική. - Εκτός από την ανελαστικότητα της ζήτησης είναι δυνατόν η προσφορά της ηλεκτρικής ενέργειας να εξαρτάται από απρόβλεπτους παράγοντες όπως π.χ. οι καιρικές συνθήκες. Τούτο έχει ιδιαιτέρως μεγάλη επίδραση σε συστήματα που έχουν στηρίξει την ηλεκτροπαραγωγή τους κατά πολύ μεγάλο ποσοστό στην υδροηλεκτρική παραγωγή. - Το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εγκατάσταση νέου ηλεκτροπαραγωγικού δυναμικού είναι πολύ μεγάλο και τα τελευταία χρόνια έχει μεγαλώσει περισσότερο λόγω των συχνά υπερβολικών περιβαλλοντικών ελέγχων και περιορισμών που έχουν επιβληθεί. Στην καλλίτερη περίπτωση η εγκατάσταση μίας νέας μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας απαιτεί τουλάχιστον τρία έτη. Εάν η απόφαση κατασκευής ληφθεί όταν ήδη οι τιμές στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας έχουν πάρει ανοδική πορεία προειδοποιώντας ότι υπάρχει στενότητα διαθέσιμης ισχύος και άρα το σύστημα χρειάζεται ενίσχυση, τότε η ελαχίστη περίοδος των τριών ετών είναι επαρκές χρονικό διάστημα για να σημειωθούν αυξήσεις τιμών και κρίση λόγω στενότητας ισχύος στην αγορά. - Τέλος, σημειώνουμε ότι ο ηλεκτρισμός, ως αγαθό, είναι ομογενές προϊόν. Αυτό σημαίνει ότι όταν παρέχεται, μέσω ενός δικτύου, έχει τα ίδια ποιοτικά χαρακτηριστικά (π.χ. τάσεως και συχνότητας) για όλους τους καταναλωτές ανεξάρτητα από ποίο παραγωγό προέρχεται η ενέργεια. Έτσι ο ανταγωνισμός μεταξύ των παραγωγών περιορίζεται μόνο στο επίπεδο της τιμής του προϊόντος χωρίς να συνυπάρχουν κριτήρια ποιότητος. Από τα παραπάνω ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ηλεκτρισμού ως αγαθού προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα: - Ότι σε κάθε σύστημα είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα ικανό περιθώριο εφεδρείας ώστε να καλύπτεται με ασφάλεια η περίοδος αιχμής. - Ότι οι τιμές συγκρατούνται, λόγω των δυνάμεων του ανταγωνισμού, μόνον όταν υπάρχει επαρκές περιθώριο διαθέσιμης εφεδρικής ισχύος. - Ότι, συνεπώς, για την εξασφάλιση της διαθεσιμότητας της ισχύος, δηλαδή την αποφυγή περιστατικών απόσυρσης μονάδων εκ προθέσεως ούτως ώστε να δημιουργηθούν τεχνητά συνθήκες κρίσεως, είναι αναγκαίο να νομοθετηθούν μέτρα τα οποία θα καθιστούν δύσκολη και οικονομικά ασύμφορη την εκδήλωση τέτοιων συμπεριφορών. Σε μία καλά σχεδιασμένη αγορά θα πρέπει η αξία της πωλούμενης κιλοβατώρας να περιλαμβάνει, εκτός από το μεταβλητό κόστος (κυρίως κόστος καυσίμου), και το σταθερό κόστος των επενδύσεων (κόστος ισχύος) για την εγκατάσταση παραγωγικού δυναμικού και την εξασφάλιση ενός ικανοποιητικού ποσοστού εφεδρείας. Οι απαιτήσεις αυτές, της ύπαρξης επαρκούς περιθωρίου εφεδρικής εγκατεστημένης ισχύος, αλλά και ταυτόχρονα της επαρκούς διαθεσιμότητας της ισχύος, δημιουργούν ένα κόστος αρκετά υψηλό, το οποίο δεν μπορεί, και δεν είναι επιθυμητό να μπορεί, να ανακτάται στις περιόδους κρίσεως δια της εκτοξεύσεως των τιμών σε επίπεδα κοινωνικώς μη αποδεκτά. Για το λόγο αυτό εκτός από την βραχυπρόθεσμη αγορά, που λειτουργεί συνήθως μέσω του διαχειριστή του συστήματος, υπάρχει πάντοτε μία παράλληλη εξομαλυντική μεσομακροπρόθεσμη αγορά συμβάσεων μεταξύ παραγωγών και πελατών τους. Οι δύο αγορές είναι αλληλένδετες υπό την έννοια ότι οι συμβολαιοποιούμενες τιμές στην αγορά των συμβάσεων δεν αυξομειώνονται ταχέως, αλλά αντικατοπτρίζουν εκτιμήσεις των μέσων όρων των έντονα αυξομειούμενων ωριαίων τιμών της βραχυπρόθεσμης αγοράς και περιορίζονται εντός συμβολαιοποιημένων ορίων ώστε να μοιράζεται το ρίσκο δίκαια μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Ο νόμος 2773/99 και οι αδυναμίες του Ο Ελληνικός νόμος 2773/99 για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού υιοθετεί ένα μοντέλο αγοράς το οποίο δεν μπορεί να λειτουργήσει ως αγορά και δεν δημιουργεί προϋποθέσεις για την προσέλκυση επενδύσεων σε νέο παραγωγικό δυναμικό. Πράγματι, ο νόμος αυτός αφενός παρέχει το δικαίωμα στους Επιλέγοντες Καταναλωτές να συνάπτουν ελευθέρως συμβάσεις με προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας (αγορά συμβάσεων) και αφετέρου επιτρέπει τις, μέσω του διαχειριστή του συστήματος, αγοραπωλησίες μικρών ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των παραγωγών (βραχυπρόθεσμη αγορά αποκλίσεων). Οι αγοραπωλησίες στην αγορά των αποκλίσεων θα γίνονται στην Οριακή Τιμή του Συστήματος που ορίζεται ότι είναι η «πιο υψηλή προσφερθείσα τιμή» μεταβλητού κόστους «παραγωγής ενεργού ισχύος που εντάσσεται στο Σύστημα σε δεδομένη χρονική περίοδο». Το μοντέλο αυτό δεν συνιστά αγορά και δεν μπορεί να λειτουργήσει για τους ακόλουθους λόγους: - Η βραχυπρόθεσμη «αγορά» των αποκλίσεων είναι ατελής «αγορά», αφού επιβάλει οι αγοραπωλησίες να γίνονται σε τιμή που δεν είναι πλήρης, δηλαδή δεν περιλαμβάνει το κόστος των επενδύσεων, αλλά μόνο το μεταβλητό κόστος καυσίμου. - Η «αγορά» των συμβάσεων είναι μία κρυφή «αγορά» αφού αναφέρεται σε διμερείς συμβάσεις μεταξύ ενός Παραγωγού και ενός Επιλέγοντος Καταναλωτού και δεν θα γνωρίζει κανείς, πλην των συμβαλλομένων μερών, την συμφωνημένη τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας. Υποθέτουμε πάντως ότι οι παραγωγοί θα επιθυμούν να ανακτήσουν το πλήρες κόστος τους, δηλαδή το μεταβλητό και το σταθερό κόστος των επενδύσεών τους, άρα οι κρυφές τιμές των συμβάσεων θα είναι πλήρεις τιμές. - Οι δύο αυτές «αγορές» δεν είναι αλληλένδετες, δηλαδή οι τιμές της μίας αγοράς δεν βρίσκονται σε άμεση σχέση με τις τιμές της άλλης, αφού η μία αγορά είναι ατελής και η άλλη πλήρης. Στην πραγματικότητα μία ατελής «αγορά» και μία κρυφή «αγορά» σχηματίζουν μία μη αγορά, υπό την έννοια ότι δεν είναι αγορά ένα μόρφωμα στο οποίο η συνάντηση της προσφοράς με την ζήτηση δεν οδηγεί σε μία διαφανώς καθορισμένη και γνωστή σε όλους τιμή. - Κανένας παραγωγός δεν θα θελήσει να παράγει ενέργεια παρέχοντάς την μόνο στο μεταβλητό της κόστος. Επομένως κανένας παραγωγός δεν θα θελήσει να επενδύσει σε μονάδες ενδιαμέσου φορτίου ή αιχμής όταν γνωρίζει εκ των προτέρων ότι ουδέποτε θα μπορέσει να ανακτήσει το κεφάλαιο των επενδύσεων του. Η επενδυτική απροθυμία, η οποία παρατηρείται, αποδίδεται από πολλούς στις πολύπλοκες και χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες και στις αβεβαιότητες που προκύπτουν από το γεγονός ότι δεν έχουν καθοριστεί ακόμη τα θέματα σχετικά με την απελευθέρωση της αγοράς και την τιμή μεταφοράς του φυσικού αερίου, αλλά ούτε και τα διαχωρισμένα κατά δραστηριότητα τιμολόγια της ΔΕΗ. Κανείς, όμως μέχρι στιγμής, δεν έχει υποψιασθεί ότι το ίδιο το μοντέλο της (μη) αγοράς του νόμου 2773/99 έχει μέσα του ως δομικό στοιχείο το σπέρμα της επενδυτικής απραξίας. Οι Ελληνικές ιδιαιτερότητες Ο Ελληνικός τομέας ηλεκτρισμού έχει, όμως, ορισμένες ιδιαιτερότητες που αξίζει να αναλυθούν, ώστε να αποφευχθούν οι αδυναμίες και οι κρίσεις που εμφανίστηκαν σε άλλες χώρες. Επί μακράν σειράν ετών η ΔΕΗ έκανε επαρκείς επενδύσεις, διατηρώντας περιθώρια διαθέσιμης ισχύος γύρω στο 20%. Ας σημειωθεί ότι τα τελευταία δύο χρόνια το περιθώριο διαθέσιμης ισχύος έχει, λόγω της ραγδαίας αυξήσεως των κλιματιστικών, μειωθεί στο επικίνδυνα χαμηλό επίπεδο του 10%, χωρίς όμως η πολιτεία να της επιτρέπει την ανάκτηση, από τους καταναλωτές, των επενδυόμενων κεφαλαίων της. Η πολιτική αυτή εφαρμόστηκε συνεχώς με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων των προηγούμενων 40 ετών και οδήγησε βαθμιαία τη ΔΕΗ σε υπερχρέωση. Σήμερα, που η ιστορία της ΔΕΗ γυρνάει σελίδα, η επιχείρηση αυτή, με σύνολο ενεργητικού (μετά την πρόσφατη επανεκτίμηση των παγίων της) ανερχόμενο στα 3,1 τρις Δρχ (9.1 δις €), αποδείχθηκε ότι οφείλει προς τρίτους 1,8 τρις δρχ (5.3 δις €) και προς τον ασφαλιστικό φορέα του προσωπικού της 3,3 τρις δρχ. (9.7 δις €) Από την άλλη πλευρά έχει επιτυχώς εξηλεκτρίσει τη χώρα και οι Έλληνες καταναλωτές απολαμβάνουν εξωπραγματικά χαμηλές τιμές, αφού ουδέποτε εκλήθησαν να καταβάλουν πλήρως το κόστος των επενδύσεων και των βαρών του παρελθόντος. Αυτή η Ελληνική ιδιαιτερότητα θα οδηγήσει, στην χώρα μας, στο παγκοσμίως πρωτότυπο αποτέλεσμα της αυξήσεως των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος με την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού! Αν δεν γίνουν αυξήσεις των τιμολογίων ώστε να καθίσταται δυνατή η ανάκτηση των επενδύσεων και εάν δεν διορθωθεί ο νόμος 2773/99 ώστε στις αγορές και πωλήσεις ενέργειας μέσω του Διαχειριστή του Συστήματος Μεταφοράς η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας να περιλαμβάνει όχι μόνο το μεταβλητό κόστος καυσίμου, αλλά και το σταθερό κόστος των επενδεδυμένων κεφαλαίων, τότε η ήδη διαφαινόμενη επενδυτική απραξία θα οδηγήσει πολύ γρήγορα και την χώρα μας σε ενεργειακή κρίση πριν καν απελευθερωθεί η αγορά ηλεκτρισμού. Ίσως δεν έχει κατανοηθεί ακόμη ότι μία σωστά σχεδιασμένη, απελευθερωμένη αγορά ηλεκτρισμού πρέπει να στηρίζεται κυρίως σε μία καθημερινή, διαφανή αγορά που θα εμπεριέχει το μηχανισμό κατανομής του φορτίου με βάση την ελαχιστοποίηση του κόστους καυσίμου του συστήματος, αλλά ταυτόχρονα θα δημιουργεί και τις προϋποθέσεις για την ανάκτηση, από τους παραγωγούς, του κόστους των επενδεδυμένων κεφαλαίων τους, καθιερώνοντας μία πλήρη και φανερή σε όλους τιμή της κιλοβατώρας. Η πλήρης αυτή τιμή θα είναι η βάση για τον υπολογισμό των τιμών της αλληλένδετης αγοράς των διμερών συμβολαίων, ώστε να επιτυγχάνεται, κατά το δυνατόν, δίκαιο μοίρασμα του επιχειρηματικού ρίσκου μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Οι προταθείσες νομοθετικές αλλαγές Εκτός από τις παραπάνω γενικές θεωρητικές αδυναμίες του νόμου 2773/99, δύο έτη μετά την θεωρητική απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην χώρα μας διαπιστώνεται, έμπρακτα πλέον, ότι δεν υπήρξε μέχρι σήμερα πραγματικός ανταγωνισμός είτε στην παραγωγή είτε στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας σε επιλέγοντες πελάτες. Για το λόγο αυτό προτάθηκε μάλιστα, από την ΡΑΕ και το ΥΠΑΝ, η αντικατάσταση του νόμου 2773/99 με στόχο την θεραπεία των αδυναμιών και ελλείψεων που παρατηρήθηκαν στα δύο έτη που πέρασαν από το τυπικό άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ελλάδα. Σημειώνουμε ότι οι σχετικές προτάσεις της ΡΑΕ και του ΥΠΑΝ φαίνεται ότι αποσύρθηκαν εν αναμονή της νέας Οδηγίας που θα αντικαταστήσει την 96/92/ΕΚ, με αποτέλεσμα, σ’ αυτήν την περίοδο, να βρισκόμαστε σε ένα νομοθετικό κενό το οποίο εάν χρονικά παραταθεί ενδέχεται πολύ σύντομα να οδηγήσει την χώρα μας σε ηλεκτρενεργειακή κρίση. Οι κύριοι λόγοι που υπαγορεύουν τις προταθείσες νομοθετικές αλλαγές είναι: - Οι νέοι επενδυτές έχουν σήμερα αδυναμία να σχηματίσουν μία πελατειακή βάση. Αυτό θα μπορεί να γίνει μόνο μετά από 3-4 χρόνια όταν θα έχουν κατασκευάσει τις νέες μονάδες παραγωγής τους. - Χωρίς επαρκή πελατειακή βάση τα πιστωτικά ιδρύματα αρνούνται την χρηματοδότηση νέων μονάδων θεωρώντας τις επενδύσεις αυτές υψηλού επιχειρηματικού κινδύνου. - Ο υφιστάμενος ν. 2773/99 δεν επιτρέπει την ύπαρξη προμηθευτών-χονδρεμπόρων, αλλά ούτε και μηχανισμών απορρόφησης της παραγωγής των νέων μονάδων μέσω οργανωμένων προθεσμιακών, αλλά και βραχυπρόθεσμων ανταγωνιστικών αγορών, που ασφαλώς θα διευκόλυναν τον ανταγωνισμό και την είσοδο νέων παραγωγών στην αγορά. - Η δεσπόζουσα θέση της ΔΕΗ δεν αφήνει περιθώρια επιβίωσης των νεοεισερχομένων στην αγορά. Το γεγονός π.χ. ότι η ΔΕΗ αποτελεί το «τελευταίο καταφύγιο» για όλους τους καταναλωτές αποτελεί διάκριση υπέρ αυτής η οποία αναστέλλει κάθε βούληση Επιλεγόντων καταναλωτών να βρουν προμηθευτή διαφορετικό από την ΔΕΗ. - Δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη ο λογιστικός διαχωρισμός της ΔΕΗ με συνέπεια να μην είναι δυνατός ο καθορισμός των τιμολογίων χρήσης του συστήματος μεταφοράς και των δικτύων διανομής και να μην είναι δυνατόν να διαπιστωθούν τυχόν υπάρχουσες σταυροειδείς επιδοτήσεις μεταξύ δραστηριοτήτων της ΔΕΗ, αλλά και μεταξύ κατηγοριών καταναλωτών. - Είναι ασαφές το θεσμικό πλαίσιο απελευθέρωσης της αγοράς του Φ. Αερίου, που αποτελεί και το μόνο επιτρεπόμενο καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας Για να λυθούν τα παραπάνω προβλήματα η ΡΑΕ υπέβαλε, στο τέλος του 2002, σε δημόσια διαβούλευση τις προτάσεις της οι οποίες, ανεξάρτητα από κάποιες παραλλαγές που είδαν το φως της δημοσιότητας και που οδηγούσαν σε μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση και στρέβλωση του ανταγωνισμού (αφού προέβλεπαν για τις νέες μονάδες προνομιακή μεταχείριση 6000 ωρών ετησίως και εξασφαλισμένη αγορά της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας σε προκαθορισμένες τιμές για περίοδο 7 έως 12 ετών), περιλαμβάνουν τα εξής κύρια σημεία: - Δημιουργείται Οργανωμένη Ημερήσια Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας - Δημιουργείται Προθεσμιακή Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας - Αναβαθμίζεται ο ρόλος του ΔΕΣΜΗΕ (Διαχειριστή Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας), ο οποίος αναλαμβάνει την επιπλέον αποστολή να είναι το «τελευταίο καταφύγιο» για τους καταναλωτές που δεν μπορούν να βρουν ενέργεια μέσω προμηθευτών. - Προβλέπεται η θέσπιση ειδικού ανταποδοτικού τέλους υπέρ του ΔΕΣΜΗΕ για την προαγορά Πιστοποιητικών Διαθεσιμότητας Ισχύος προκειμένου να έχει την δυνατότητα να ανταποκριθεί στην επιπλέον αποστολή του. - Θεσπίζονται τα Πιστοποιητικά Διαθεσιμότητας Ισχύος τα οποία θα εκδίδονται από τους παραγωγούς και θα αγοράζονται από τον ΔΕΣΜΗΕ και από τους Προμηθευτές (οι οποίοι καθορίζεται ότι δεν θα έχουν αναγκαστικά δικές τους εγκαταστάσεις παραγωγής) προκειμένου να αποδεικνύεται η ικανότητα τους ότι μπορούν να καλύπτουν τις υποχρεώσεις τους προς τους καταναλωτές. - Τέλος, δίδεται το δικαίωμα στη ΔΕΗ να διαθέτει σε προμηθευτές ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από λιγνιτικές μονάδες της. Ταυτόχρονα δίδεται προτεραιότητα στη λιγνιτική παραγωγή η οποία, με τον τρόπο αυτό, τίθεται εκτός ανταγωνισμού. Σημειώνουμε ότι η δημιουργία της Προθεσμιακής Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και της Οργανωμένης Ημερήσιας Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας σε συνδυασμό με την αναβάθμιση του ΔΕΣΜΗΕ, την καθιέρωση των Πιστοποιητικών Διαθεσιμότητας Ισχύος και την θέσπιση ανταποδοτικού τέλους υπέρ του ΔΕΣΜΗΕ είναι μέτρα προς την σωστή κατεύθυνση προκειμένου να ανοίξει η αγορά. Αρκεί βεβαίως να σχεδιαστούν σωστά οι λεπτομέρειές τους. Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι η Οδηγία 96/92/ΕΚ έχει ως κύριο στόχο την απελευθέρωση των καταναλωτών. Η Προθεσμιακή Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας και τα Πιστοποιητικά Διαθεσιμότητας Ισχύος είναι μέτρα που διευκολύνουν τους επενδυτές και τους χονδρεμπόρους. Συνεπώς τα μέτρα αυτά θα είναι επιτυχή στο βαθμό που οι καταναλωτές θα αποκτήσουν πράγματι την δυνατότητα να επιλέγουν τον παραγωγό ή τον προμηθευτή της αρεσκείας των, όπως επιδιώκει η Οδηγία 96/92/ΕΚ. Το νέο ουσιαστικό στοιχείο των προτάσεων της ΡΑΕ είναι τα Πιστοποιητικά Διαθεσιμότητας Ισχύος. Τα χαρτιά αυτά πιστεύεται ότι θα υποκαταστήσουν την υποχρέωση κατοχής εγκατεστημένης ισχύος παραγωγής, που επέβαλε στους προμηθευτές ο ν.2773/99. Οι προμηθευτές θα αγοράζουν Πιστοποιητικά Διαθεσιμότητας Ισχύος από τους παραγωγούς προκειμένου να τα χρησιμοποιήσουν ως εγγυητικά έγγραφα για να πείσουν καταναλωτές ότι έχουν την δυνατότητα να τους παρέχουν ηλεκτρική ενέργεια. Οι παραγωγοί έχοντας πωλήσει τέτοια πιστοποιητικά σε προμηθευτές θα έχουν αφενός εισπράξει ένα τμήμα του κεφαλαίου που χρειάζονται για να κατασκευάσουν μία νέα μονάδα παραγωγής και αφετέρου θα μπορούν να εξασφαλίσουν την χρηματοδότηση των επενδύσεων τους από τα πιστωτικά ιδρύματα παρουσιάζοντας τις συμφωνίες τους με τους προμηθευτές. Η προτεινόμενη λύση μοιάζει πολύ καλή για να είναι αληθινή γιατί δημιουργούνται πολλά ερωτήματα. Οι προμηθευτές που θα βρουν τα κεφάλαια για να αγοράσουν τα πιστοποιητικά; Τα πιστωτικά ιδρύματα γιατί θα εμπιστευθούν ένα προμηθευτή ο οποίος έχει απλά χαρτιά (software) αντί να έχει κατασκευασμένα ΜW (hardware), και ο οποίος δεν θα διαθέτει πελάτες καταναλωτές; Τέλος, οι καταναλωτές γιατί θα εμπιστευθούν ένα προμηθευτή που δεν έχει ο ίδιος μέσα παραγωγής, αλλά βασίζεται στα πιστοποιητικά που έχει αγοράσει από κάποιο τρίτο ο οποίος προτίθεται να κατασκευάσει μία νέα μονάδα; Είναι, συνεπώς ενδεχόμενο η νέα πρόταση της ΡΑΕ να μην μπορέσει να λειτουργήσει, όπως δεν λειτούργησε και ο νόμος 2773/99. Εξ άλλου ο διαχωρισμός παραγωγού – προμηθευτή είναι τεχνητός και ενδέχεται να μην λειτουργήσει στην πράξη μια και δεν υπάρχει πειστική απάντηση στο ερώτημα γιατί ένας παραγωγός θα αφήσει κάποιον τρίτο να γίνει ενδιάμεσος ανάμεσα στον καταναλωτή και τον ίδιο τον παραγωγό; Είναι τα νέα προτεινόμενα μέτρα επαρκή; Το βασικό ερώτημα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι εάν οι ρυθμίσεις, που προτάθηκαν από την ΡΑΕ και εν μέρει τροποποιήθηκαν από το ΥΠΑΝ, είναι επαρκείς για να γίνει μία ουσιαστική και όχι μόνο τυπική απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ελλάδα ή όχι; Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό πρέπει να αναλυθούν σε μεγαλύτερο βάθος τα αίτια στα οποία οφείλεται το σημερινό αδιέξοδο. 1. Η ΔΕΗ διαθέτει ένα πλήρες καλάθι μονάδων με όλες τις τεχνολογίες (πλην πυρηνικών) και κατά συνέπεια μπορεί να αντιμετωπίσει φορτία βάσεως, φορτία ενδιαμέσου φορτίου και φορτία αιχμής. Αντίθετα, με την απόφαση της ΡΑΕ να αδειοδοτηθούν μόνο μονάδες φυσικού αερίου, οι υποψήφιοι επενδυτές περιορίζονται μόνο στην εξυπηρέτηση πελατών με φορτία ενδιαμέσου φορτίου και αιχμής. Συνεπώς η πλήρης εξυπηρέτηση των πελατών αυτών θα μπορεί να γίνει μόνον εάν οι επενδυτές υπογράψουν συμβόλαια για τα φορτία βάσεως με τον μοναδικό προμηθευτή που διαθέτει μονάδες βάσεως, δηλαδή την ΔΕΗ. Η τελευταία, έχουσα το μονοπώλιο των μονάδων βάσεως, είναι φανερό ότι έχει την δύναμη να τους εκβιάσει. Το γεγονός αυτό αποτελεί τον πρώτο λόγο αποθάρρυνσης των υποψηφίων αδειούχων παραγωγών να επενδύσουν σε νέες μονάδες παραγωγής. 2. Μία δεύτερη δυσκολία συνίσταται σ’ αυτό που αποκαλείται «πρόβλημα εναρκτήριου λακτίσματος» (kick off problem). Η ομαδική και ταυτόχρονη χορήγηση αδειών σε έξι τουλάχιστον επενδυτές για την ανέγερση ισάριθμων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο εξανεμίζει το επιχείρημα ότι, επειδή το Ελληνικό ηλεκτρικό σύστημα παρουσιάζει μία ταχύτατη αύξηση της κατανάλωσης (σε αιχμή αλλά και σε ενέργεια), οι νέες μονάδες έχουν εγγυημένη την απορρόφηση της παραγόμενης από αυτές ενέργειας. Το επιχείρημα αυτό είναι ορθό εάν οι 6 μονάδες κατανεμηθούν σε μία χρονική περίοδο 10 ετών με ρυθμό εγκατάστασης μίας μονάδος ανά δύο περίπου χρόνια. Με ένα πρόγραμμα σταδιακής εγκατάστασης των νέων αυτών μονάδων θα ήταν δυνατόν κάθε νέα μονάδα να αναλαμβάνει αμέσως την αύξηση της ζήτησης. Αντίθετα, η ταυτόχρονη χορήγηση αδειών σε τόσους υποψηφίους επενδυτές δεν τους δημιουργεί την απαιτούμενη αίσθηση ασφάλειας για να πραγματοποιήσουν την επένδυσή τους, αφού είναι βέβαιο ότι το Ελληνικό σύστημα δεν χρειάζεται μονομιάς την εγκατάσταση 2600 MW. Η ανασφάλεια των επενδυτών επιτείνεται από το γεγονός ότι, παράλληλα με τις άδειες για μονάδες φυσικού αερίου, δόθηκαν και άδειες για υδροηλεκτρικές μονάδες ισχύος 500 MW, το υψηλό κόστος κατασκευής των οποίων δημιουργεί την βεβαιότητα ότι και αυτές δεν θα υλοποιηθούν για τους ίδιους περίπου λόγους. Οι μόνες επενδύσεις που θα υλοποιηθούν είναι οι επενδύσεις μονάδων με προνομιακή μεταχείριση. Τέτοιες είναι οι μονάδες από ΑΠΕ, κυρίως αιολικά πάρκα, οι οποίες, εκτός από την επιδότηση τους για λόγους περιβαλλοντικούς, έχουν εξασφαλισμένη την απορρόφηση της παραγόμενης ενέργειας τους και μάλιστα σε εκτός ανταγωνισμού λίαν ικανοποιητικές τιμές 3. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι, ενώ φθάσαμε να έχουμε χορηγήσει άδειες για νέες μονάδες συνολικής ισχύος 5000 MW περίπου, εν τούτοις, δεν έχουμε ακόμη ξεκαθαρίσει τους κανόνες του παιχνιδιού. Η καθημερινή, ώρα με την ώρα, αγορά, πάνω στην οποία θα στηρίζονται όλες οι άλλες –προθεσμιακές και συμβολαίων- αγορές, δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί πως ακριβώς θα λειτουργεί. Κανείς δεν γνωρίζει με ποίους ακριβώς κανόνες θα κατανέμεται το φορτίο στις θερμικές μονάδες, στις υδροηλεκτρικές μονάδες και στις διασυνδέσεις. Η κυρίαρχη ΔΕΗ διαθέτει 3000MW υδροηλεκτρικών μονάδων τα οποία, χωρίς ιδιαίτερο κόστος μπορεί να θέτει σε λειτουργία ή να αποσύρει όποτε θέλει. Ποίος θα τολμήσει να κατασκευάσει θερμική μονάδα στο Ελληνικό σύστημα χωρίς να γνωρίζει λεπτομερώς τους κανόνες διαχείρισης των υδροηλεκτρικών μονάδων; Τα ζητήματα αυτά δεν διευκρινίζονται ούτε με την νέα πρόταση της ΡΑΕ και τις διάφορες παραλλαγές του ΥΠΑΝ. Έτσι όμως, παραμένει η σύγχυση και, φυσικά, κανείς υποψήφιος επενδυτής δεν θα τολμήσει να προχωρήσει στην υλοποίηση των επενδυτικών του σχεδίων. 4. Για την θεραπεία των αδυναμιών της προηγουμένης παραγράφου, το ΥΠΑΝ είχε προτείνει την εγγυημένη από τον (κρατικό) ΔΕΣΜΗΕ χρησιμοποίηση των νέων θερμικών μονάδων επί τουλάχιστον 6000 ώρες ετησίως στην πλήρη τους ισχύ. Αλλά αυτό: · Θα οδηγήσει σε πολύ αντιοικονομική λειτουργία του συστήματος αφού σε ώρες χαμηλού φορτίου οι νέες μονάδες φυσικού αερίου θα εξακολουθούν να λειτουργούν υποκαθιστώντας τον φθηνό λιγνίτη με το ακριβό φυσικό αέριο, προκαλώντας ζημιά πολλών εκατομμυρίων Ευρώ ετησίως στην ελληνική κοινωνία. · Είναι παράνομο διότι ουσιαστικά θέτει εκτός ανταγωνισμού τις εν λόγω νέες μονάδες για χρονικό διάστημα επτά ή δώδεκα ετών (ανάλογα με το συνεχώς μεταβαλλόμενο σχέδιο του νόμου). · Ταυτόχρονα μία τέτοια νομοθετική ρύθμιση δεν οδηγεί σε απελευθέρωση των καταναλωτών όπως επιτάσσει η Οδηγία 96/92. Η αγορά παραμένει κλειστή αφού όλη η ενέργεια των νέων μονάδων θα αγοράζεται εγγυημένα από τον ΔΕΣΜΗΕ και δεν δίδεται καμία δυνατότητα στους Επιλέγοντες Καταναλωτές. · Το καθεστώς αυτό δεν πρόκειται να σταματήσει μετά την λήξη της περιόδου των επτά ή δώδεκα ετών γιατί πάλι οι επενδυτές νέων μονάδων την εποχή εκείνη θα ζητούν να υπαχθούν στις ίδιες ευνοϊκές ρυθμίσεις εγγυημένης αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας από τον ΔΕΣΜΗΕ. Για τους παραπάνω λόγους είναι βέβαιο ότι οι παραπάνω προτάσεις δεν είναι συμβατές προς την Οδηγία 96/92 και την, ήδη ψηφισθείσα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, διάδοχο Οδηγία αυτής. 5. Εδώ πρέπει να γίνει κατανοητό ότι, μαζί με την αναγκαία αναθεώρηση του νόμου 2773/99, είναι απαραίτητη και η ολοκλήρωση και η προσαρμογή του συνόλου των κανονιστικών διατάξεων (Προεδρικών Διαταγμάτων και Υπουργικών Αποφάσεων, κλπ). Αλλά ούτε αυτό είναι αρκετό για να δημιουργηθούν οι σωστές προϋποθέσεις για να ανοίξει η αγορά. Θα πρέπει οι κανονιστικές αυτές διατάξεις να φθάσουν σε τέτοιο βαθμό λεπτομέρειας ώστε να αποκλείονται, κατά το δυνατόν, παρανοήσεις ή παρερμηνείες που δημιουργούν κλίμα αποτροπής της υλοποίησης των επενδύσεων. Κανείς δεν πρόκειται να επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια Ευρώ εάν δεν γνωρίζει τι ακριβώς θα γίνεται στην καθημερινή ημερήσια αγορά ηλεκτρισμού. Το δέον γενέσθαι Με δεδομένο ότι βρισκόμαστε ήδη δύο και πλέον έτη ύστερα από το θεωρητικό άνοιγμα της αγοράς στην Ελλάδα και προκειμένου να απελευθερωθεί η αγορά ηλεκτρισμού στην χώρα μας όχι με βίαιες κινήσεις, αλλά με ομαλό τρόπο και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην Οδηγία 96/92, πρέπει να γίνουν τα ακόλουθα: · Να αναθεωρηθεί ο νόμος 2773/99 ούτως ώστε η αγορά των αποκλίσεων να καταστεί πλήρης, δηλαδή οι αγοραπωλησίες σ’ αυτήν να γίνονται στην Οριακή Τιμή του Συστήματος, που θα προσδιορίζεται από το μεταβλητό κόστος της υψηλότερης προσφοράς ενεργού ισχύος που θα είναι αναγκαίο να ενταχθεί στο Σύστημα, προσαυξανόμενης με μία πρόσθετη τιμή, προσδιοριζόμενη αλγοριθμικά ή ύστερα από δημοπρασία, για την κάλυψη του κόστους επενδύσεων των παραγωγών ώστε το σύστημα να διαθέτει πάντοτε ικανή εφεδρική, αλλά και διαθέσιμη ισχύ και να μην αντιμετωπίζει τον κίνδυνο ενεργειακών κρίσεων. Η εξασφάλιση δίκαιων, διαφανών, αμερόληπτων και χωρίς διακρίσεις κανόνων ανταγωνισμού στην κύρια ημερήσια αγορά είναι εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την απελευθέρωση της αγοράς και τη δημιουργία προθεσμιακής αγοράς. · Θα πρέπει επίσης να ληφθούν μέτρα τόνωσης του ανταγωνισμού αφενός με την χρησιμοποίηση όλων των εναλλακτικών και περιβαλλοντικά αποδεκτών τεχνολογιών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας – χωρίς, δηλαδή, τον εκ των προτέρων αποκλεισμό καυσίμων όπως ο άνθρακας και αφετέρου με την δημιουργία προμηθευτών αλλά και με την δημιουργία οργανωμένων προθεσμιακών ανταγωνιστικών αγορών που θα λειτουργούν παράλληλα και συμπληρωματικά προς την κύρια ημερήσια αγορά. Η διεύρυνση των χρησιμοποιούμενων καυσίμων με την ένταξη στο Σύστημα μίας τουλάχιστον μονάδας άνθρακα 600MW, εφόσον μία τέτοια λύση αποδειχθεί ότι είναι συμβατή με τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, είναι μέτρο που επιβάλλεται τόσο από οικονομική άποψη όσο και από την άποψη της τόνωσης του ανταγωνισμού. Ο άνθρακας, ως πρωτογενής πηγή ενέργειας, έχει τα πλεονεκτήματα της χαμηλής και αρκετά σταθερής τιμής, καθώς και της πολλαπλότητας χωρών προέλευσης, άρα αυξημένης ασφάλειας εφοδιασμού. · Να δημοσιευθούν όσα Προεδρικά Διατάγματα και Υπουργικές Αποφάσεις δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί και να αναθεωρηθούν, κάτω από το πνεύμα του ενός νέου νόμου, που θα υποκαταστήσει τον 2773/99, τα ήδη δημοσιευμένα Π.Δ και Υ.Α. Σημειώνουμε ότι στις 25-11.2002 το Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας της Ε.Ε. κατέληξε σε πολιτική συμφωνία επί της «πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως των οδηγιών 96/92/ΕΚ και 98/30/ΕΚ όσον αφορά τους κοινούς κανόνες για τις εσωτερικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου». Ως εκ τούτου η νέα Οδηγία, που θα υποκαταστήσει την 96/92/ΕΚ, αναμένεται να υιοθετηθεί οριστικώς εντός της τρέχουσας Ελληνικής Προεδρίας (Ήδη το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε, στις αρχές Ιουνίου 2003, την νέα Οδηγία). Ο νέος νόμος θα πρέπει συνεπώς να λαμβάνει υπόψη του τα προβλεπόμενα στην νέα Οδηγία, τα οποία οδηγούν σε απελευθέρωση όλων των καταναλωτών μέχρι την 1η Ιουλίου του 2007 και σε νομικό διαχωρισμό του Διαχειριστή του Δικτύου Διανομής (κατ’ αναλογία προς τον ΔΕΣΜΗΕ). · Να ξεκαθαριστούν οι αιωρούμενες ασάφειες ως προς τον χειρισμό των διασυνδέσεων του δικτύου της χώρας με συστήματα γειτονικών χωρών, με κύριο στόχο την τόνωση του ανταγωνισμού. · Να αποσαφηνιστεί επίσης ο χειρισμός των υδροηλεκτρικών μονάδων από τον ΔΕΣΜΗΕ και να ανακοινωθούν και τεθούν σε δημόσια διαβούλευση οι αλγοριθμικές διαδικασίες Εκκαθάρισης της Αγοράς και Κατανομής του Φορτίου στις μονάδες παραγωγής. · Να δημοσιευθεί ο κατάλογος των Επιλεγόντων Καταναλωτών (Άρθρο 25 του ν. 2773) καθώς και ένας Κανονισμός δικαιωμάτων και υποχρεώσεών τους. Η ιδιότητα του Επιλέγοντος Καταναναλωτού πρέπει να θεωρείται πλεονέκτημα και όχι μειονέκτημα για τον καταναλωτή. Η αναδιάρθρωση του Τομέα Ηλεκτρισμού θα είναι επιτυχής μόνον όταν οι πιέσεις των μη Επιλεγόντων Καταναλωτών για απελευθέρωσή τους ισχυροποιηθούν και οδηγήσουν τελικώς σε πιέσεις για την πλήρη απελευθέρωση όλων των καταναλωτών, ανεξαρτήτως των επιταγών της νέας Οδηγίας. · Να ολοκληρωθεί ο λογιστικός διαχωρισμός των βασικών λειτουργιών της ΔΕΗ (Λιγνιτωρυχεία, Παραγωγή, Μεταφορά, Διανομή, Εμπορία) καθώς και αντίστοιχος διαχωρισμός των λοιπών δραστηριοτήτων της (π.χ. Τηλεπικοινωνίες) ούτως ώστε να αποφεύγονται οι σταυροειδείς επιδοτήσεις που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό, αλλά και να καταστεί δυνατόν να προσδιοριστούν τα τμήματα εκείνα της ΔΕΗ τα οποία δεν λειτουργούν με ικανοποιητική οικονομική απόδοση. Σημειώνουμε ότι η Οδηγία 96/92 απαιτεί όπως ο λογιστικός διαχωρισμός των δραστηριοτήτων των καθετοποιημένων επιχειρήσεων γίνει «ως εάν οι δραστηριότητες αυτές πραγματοποιούνται από ξεχωριστές εταιρίες». Για τον λόγο αυτό ο λογιστικός διαχωρισμός των δραστηριοτήτων της ΔΕΗ θα πρέπει να γίνει υπό την εποπτεία της ΡΑΕ και όχι από την ίδια την ΔΕΗ. Η ΡΑΕ οφείλει να ορίσει ιδικής της επιλογής εταιρία ορκωτών λογιστών για τον σκοπό αυτό ούτως ώστε να καταστεί δυνατόν να: - Διαχωριστούν τα πάγια περιουσιακά στοιχεία κάθε δραστηριότητας καθώς και να επιμεριστούν σε κάθε δραστηριότητα οι οικονομικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις κάθε δραστηριότητος, ούτως ώστε να μπορεί κάθε δραστηριότητα να συντάξει τον ιδικόν της ισολογισμό και τον ιδικόν της πίνακα αποτελεσμάτων. - Καθοριστούν τα τιμολόγια των μονοπωλιακών τμημάτων της ΔΕΗ (Μεταφορά, Διανομή) προκειμένου να εξασφαλιστεί ισότιμη πρόσβαση όλων των χρηστών (Παραγωγών, Καταναλωτών) στα δίκτυα Μεταφοράς και Διανομής. Σημειώνουμε ότι η πρόταση νέας Οδηγίας προβλέπει νομικό διαχωρισμό των διαχειριστών Μεταφοράς και Διανομής. - Εγκριθούν τα αρχικά τιμολόγια προς Μη Επιλέγοντες Καταναλωτές (Άρθρο 29). Ο καθορισμός των τιμολογίων της ΔΕΗ προς τους μη Επιλέγοντες Καταναλωτές με βάση το πραγματικό κόστος αυτής είναι αναγκαίος προκειμένου να αποφευχθεί η επιδότηση των Επιλεγόντων σε βάρος των μη Επιλεγόντων Καταναλωτών και η στρέβλωση του ανταγωνισμού. Η καθιέρωση λογιστικώς διαχωρισμένων τιμολογίων θα έδινε την δυνατότητα σε Επιλέγοντες και μη Επιλέγοντες Καταναλωτές να έχουν σαφέστερη αντίληψη του επιπέδου τιμών και του ανταγωνισμού στη αγορά ηλεκτρισμού, ενώ ταυτόχρονα θα δημιουργήσει σε όλους την αίσθηση ότι στην αγορά ισχύουν κανόνες ισονομίας. - Καθοριστούν τα κόστη των επικουρικών υπηρεσιών και η έγκριση των σχετικών τιμολογίων τους ή, εναλλακτικά, διατυπωθούν εκείνοι οι κανόνες της αγοράς δια των οποίων θα καθορίζονται οι τιμές των επικουρικών υπηρεσιών. - Επιδιωχθεί η τόνωση του ανταγωνισμού μεταξύ των κύριων δραστηριοτήτων της ΔΕΗ (Ορυχεία, Παραγωγή, Μεταφορά, Διανομή, Εμπορία, Τηλεπικοινωνίες, κλπ). Η Εμπορία π.χ. θα πρέπει να έχει την δυνατότητα, χάριν των Επιλεγόντων Καταναλωτών που θα εξυπηρετεί, να είναι και η ίδια Επιλέγων Προμηθευτής, δηλαδή να έχει την δυνατότητα να προμηθεύεται ηλεκτρική ενέργεια, για τις ανάγκες των Επιλεγόντων Καταναλωτών της, από παραγωγούς εκτός της Παραγωγής της ΔΕΗ, εάν αυτό είναι οικονομικά συμφέρον για την δραστηριότητα αυτή. · Να προσδιοριστεί το κόστος μεταφοράς του Φυσικού Αερίου μέσα από το δίκτυο της ΔΕΠΑ και να καθοριστεί η τιμή του Φυσικού Αερίου και να διατυπωθούν οι κανόνες απελευθέρωσης της αντίστοιχης αγοράς αυτού. · Να προετοιμαστεί η ΔΕΗ για να υποβάλει τα σχετικά δικαιολογητικά ώστε να λάβει άδεια Παραγωγής για τις υφιστάμενες και κατασκευαζόμενες μονάδες της. · Να προετοιμαστεί η ΔΕΗ για να υποβάλει αίτηση για να αποκτήσει τις άδειες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας (Άρθρο 24), κυριότητος και διαχείρισης του Συστήματος μεταφοράς (Άρθρα 12 και 18), κυριότητος και διαχείρισης του συστήματος διανομής (Άρθρο 21.2). · Να προετοιμαστούν τα κείμενα των συμβάσεων τις οποίες πρέπει να συνάψουν οι κάτοχοι αδείας παραγωγής ή/και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας με τον ΔΕΣΜΗΕ (συμβάσεις σύνδεσης, χρήσεως του Συστήματος και λειτουργίας των εγκαταστάσεών τους στα πλαίσια λειτουργίας του Συστήματος). · Να απαλλαγεί, σταδιακά, η ΔΕΗ από τις υποχρεώσεις δημοσίου συμφέροντος με την ανάληψη του κόστους των υποχρεώσεων αυτών (Υδροηλεκτρικά-άρδευση, κοινωνική πολιτική κλπ) από το Κράτος. Αυτό μπορεί να γίνει ύστερα από συνομολόγηση προγραμματικών συμφωνιών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ του ΔΕΣΜΗΕ και του Κράτους με αντίστοιχο καταμερισμό του κόστους μεταξύ Κράτους (δηλαδή των φορολογουμένων) και ΔΕΣΜΗΕ (δηλαδή των καταναλωτών) ανάλογα με την περίπτωση. · Να αρχίσει η εγκατάσταση των κατάλληλων μετρητικών και τηλεπικοινωνιακών εγκαταστάσεων για την υλοποίηση της ημερήσιας αγοράς. Συμπεράσματα Η μετάβαση από το σημερινό μονολιθικό-μονοπωλιακό σχήμα σε μία απελευθερωμένη αγορά δεν μπορεί να γίνει εάν δεν συνειδητοποιηθεί ότι η επιχειρούμενη αλλαγή προϋποθέτει την θέσπιση κανόνων ίσης μεταχείρισης για όλους τους παίκτες της αγοράς. Είναι συνεπώς αυτονόητο ότι από ένα καθεστώς στο οποίο ΔΕΝ επιτρεπόταν στη μονοπωλιακή επιχείρηση να ανακτά τα επενδεδυμένα κεφάλαιά της –καθεστώς στο οποίο ουδείς αποδέχεται να συμμετάσχει- πρέπει να μεταβούμε σε ένα καθεστώς στο οποίο όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά θα μπορούν να ανακτούν τόσο τα λειτουργικά τους κόστη όσο και τα κεφάλαιά τους. Όποιες νομοθετικές ρυθμίσεις υιοθετηθούν θα πρέπει να οδηγούν στην ανάπτυξη νέας εγκατεστημένης ισχύος ώστε η ικανοποίηση του αυξανόμενου φορτίου να επιτυγχάνεται με το μικρότερο κόστος αλλά και υπό συνθήκες ασφάλειας εφοδιασμού, αξιοπιστίας και ελαχιστοποίησης των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον. Η εξασφάλιση υγιών και αμερόληπτων κανόνων ανταγωνισμού, όπως περιγράφηκε εν συντομία παραπάνω, είναι εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την ανάπτυξη νέου παραγωγικού δυναμικού. Για την άρση του επενδυτικού αδιεξόδου, έχει προταθεί και έχει ήδη δοθεί η εντολή σε υπό κρατική διαχείριση εταιρίες, όπως τα ΕΛΠΕ και η ΔΕΠΑ, να προχωρήσουν σε κατασκευή μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η μεθόδευση αυτή σπάει την μονολιθικότητα του τομέα ηλεκτρισμού στην χώρα μας, όμως δεν οδηγεί σε πραγματική απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού αφού τόσο η ΔΕΗ όσο και οι «ανταγωνίστριες» ΔΕΠΑ και ΕΛΠΕ θα εξακολουθούν να έχουν διοικήσεις διοριζόμενες από την εκάστοτε κυβέρνηση, άρα θα έχουν κοινό κέντρο αποφάσεων και συνεπώς ανύπαρκτο μεταξύ τους ανταγωνισμό. Συνεπώς, το μέτρο αυτό θα είχε κάποιο νόημα να εξετασθεί, προκειμένου να ξεπεραστούν οι αρχικές δυσκολίες του ανοίγματος της αγοράς ηλεκτρισμού, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία οι ιδιωτικοποιήσεις των ΔΕΠΑ και ΕΛΠΕ προχωρήσουν σε βαθμό τέτοιο ώστε η διοίκησή τους να ελέγχεται από τους εκτός κεντρικής κυβέρνησης μετόχους των. Τέλος είναι φανερό ότι για να ανοίξει αποτελεσματικά η αγορά θα χρειαστεί όχι μόνον ένας νέος νόμος που θα αποσαφηνίζει όλα τα ανοικτά κανονιστικά θέματα (π.χ. διαχείριση υδροηλεκτρικών μονάδων, διαχείριση διεθνών διασυνδέσεων, λεπτομερής καθορισμός των κανόνων κατανομής του φορτίου στις μονάδες καθώς και των κανόνων οικονομικών δοσοληψιών μεταξύ παραγωγών, προμηθευτών, ΔΕΣΜΗΕ και Επιλεγόντων Καταναλωτών, λεπτομερείς κανόνες των νέων προτεινόμενων, χρηματιστηριακού τύπου, αγορών, κλπ.), αλλά και ένας νόμος που θα εξοπλίζει με τις αναγκαίες εξουσιοδοτήσεις την ΡΑΕ ώστε να μπορεί να επιβάλει, κατά την δύσκολη πρώτη μεταβατική πενταετία, την ισονομία και τον ρυθμιστικό της έλεγχο στην αγορά. Είναι συνεπώς αναγκαία η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων και δικαιοδοσιών της ΡΑΕ ούτως ώστε να καταστεί ικανή να φέρει με επιτυχία εις πέρας το δύσκολο έργο της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρισμού. Ταυτόχρονα θα χρειαστεί μία αφύπνιση και αναβάθμιση της Επιτροπής Ανταγωνισμού... * Ο δρ Ευάγγελος Λεκατσάς διετέλεσε Βοηθός Γενικός Διευθυντής Μεταφοράς της ΔΕΗ και σήμερα είναι Διευθυντής στο Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΔΕΗ. Υστερόγραφο: Το αρχικό κείμενο, με τίτλο «Προϋποθέσεις για την Θέσπιση Κανόνων Αποτελεσματικής Λειτουργίας μίας Αγοράς Ηλεκτρισμού», δημοσιεύθηκε στις 19/02/2003 στην ιστοσελίδα www.ekome.gr της Εταιρίας Κοινωνικών Οικονομικών Μελετών (Ε.Κ.Ο.ΜΕ.). Το παραπάνω κείμενο έχει τροποποιηθεί ως προς το αρχικό προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ψηφισθείσα, στις αρχές Ιουνίου του 2003, νέα Οδηγία της Ε.Ε.. Τα γεγονότα όμως τρέχουν. Έτσι, αμέσως μετά, στις 9/6/2003, η ΡΑΕ δημοσίευσε προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού για την «Αναπροσαρμογή του Θεσμικού Πλαισίου Ηλεκτρικής Ενέργειας στην Ελλάδα: Σχεδιασμός και Προτάσεις για την Αναμόρφωση των Κωδίκων και Κανονισμών». Παράλληλα, στις 17/6/2003 το ΥΠΑΝ κατέθεσε σειρά τροπολογιών του νόμου 2773/99 δια των οποίων: * Δημιουργείται Ημερήσια Αγορά Ηλεκτρισμού στην οποία οι προσφορές «αντανακλούν τουλάχιστον το κόστος καυσίμου» και προβλέπεται η ανάκτηση του κόστους των επενδύσεων. * Διευκρινίζονται οι δραστηριότητες ολοκληρωμένων επιχειρήσεων που πρέπει λογιστικά να διαχωριστούν. * Ο ΔΕΣΜΗΕ μπορεί να συνάπτει συμβάσεις αγοράς η πώλησης ηλ. ενέργειας προκειμένου να εξασφαλίζει την διαθεσιμότητα και επάρκεια ισχύος στο σύστημα και έχει το δικαίωμα να επιβάλλει κυρώσεις, αλλά και να δίδει κίνητρα για το σκοπό αυτό. * Σε διαγωνισμούς για την εξασφάλιση επαρκούς ισχύος και περιθωρίου εφεδρείας ισχύος δεν επιτρέπεται να συμμετάσχει κάτοχος αδείας παραγωγής ο οποίος κατέχει ή ελέγχει πάνω από το 75% του εγκατεστημένου στην Ελλάδα παραγωγικού δυναμικού. * Οι κάτοχοι αδείας προμήθειας δεν είναι αναγκαίο να κατέχουν οι ίδιοι μονάδες παραγωγής, αλλά να έχουν ανάλογη χρηματοοικονομική ευρωστία και φερεγγυότητα. * Προσαρμόζει την Ελληνική νομοθεσία με τις επιταγές της νέας Οδηγίας ως προς την διαδικασία πλήρους απελευθέρωσης όλων των καταναλωτών μέχρι 1/7/2007.