Toυ Κ. Κόλμερ
Δεν έφθασεν η ανατίμηση κατά 25% του ευρώ, που πλήττει ευθέως τις εξαγωγές και τον Τουρισμόν μας.Δεν αρκεί η άνοδος 31% των τιμών των εισαγομένων εμπορευμάτων (πετρέλαιον, τρόφιμα μέταλλα) εις δολλάρια, που αύξησε αναλόγως το κόστος παραγωγής στο εσωτερικόν.Έχομεν και τις προεκλογικές παροχές, όπως η μείωση των ωρών εργασίας στις 35 ώρες, που προέτεινε ο γεν. γραμματεύς του ΠαΣοΚ κ. Μ.Χρυσοχοείδης και η αξίωση του ομολόγου του της Γενικής Συνομοσποδίας Εργατών Ελλάδος κ.Πολυζογοπούλου για αύξήσεις μισθών και ημερομισθίων 8%, με την νέαν εθνική συλλογική σύμβαση εργασίας. Οι «προτάσεις» αυτές εάν γίνουν αποδεκτές ή επιβληθούν , τότε είναι βέβαιον, ότι υπό συνθήκας νομισματικής ενώσεως με την υπόλοιπη Ευρώπην, η ανεργία θα αυξηθή κατακορύφως. Οι εργαζόμενοι δεν θέλουν λιγότερη δουλειά αλλά βελτίωση των αποδοχών των και οι άνεργοι περισσότερες ευκαιρίες απασχολήσεως, παρά το κλείσιμο κι’ άλλων επιχειρήσεων. Αλλ’ οι καλύτερες αποδοχές και οι νέες θέσεις εργασίας χρειάζονται μείωση του κόστους εργασίας κι’ όχι επιβάρυνση του, όπως είναι βέβαιον ότι θα προκαλέσει το 35ωρον.Τό αποδεικνύει τόσον η ξένη όσον και η δική μας εμπειρία. Η «ΑΤΑ» (αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή μισθών) του αλήστου μνήμης Αντρέα Παπανδρέου εθεσμοθέτησε τον πληθωρισμόν, όπως μόνη η ΕΣΤΙΑ τον Νοέμβριο του 1981, με άρθρο μας (που επέσυρε την μήνιν του Πασοκικού ιερατείου) είχε προβλέψει. Η καθιέρωση του 35ώρου στην Γαλλία επέφερε αύξηση της ανεργίας στο 9,3% του ενεργού πληθυσμού και στα 2,3 εκατομ. ανέργους.Αντιθέτως, η άρνηση της Βρεταννίας να δεχθή τις επεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ενώσεως στην αγορά εργασίας της, επέτρεψε την βελτίωση των αποδοχών των εργαζομένων, την αύξηση της απασχολήσεως και την μείωση της ανεργίας, στο ιστορικώς χαμηλότερον επίπεδο του 3,5%. Η μείωση των ωρών εργασίας επηρεάζει τόσο το εργατικό κόστος όσο και τις ανά εργαζόμενον αποδοχές, εφ’όσον βεβαίως συνδυάζεται με το ωρομίσθιον. Οφθαλμοφανής δεν είναι τόσον η επίπτωση της επί του κόστους παραγωγής, όσον η αμέσως συνηρτημένη με το ωράριον εργασίας ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις όπου η απώλεια πέντε ωρών εργασίας εβδομαδιαίως δεν καλύπτεται άλλως πως παρά μόνον με επιλέον προσλήψεις ή μειώσεις των εσόδων της επιχειρήσεως. Ο αμοιβές των εργαζομένων, διαμορφώνουν μαζί με τις «κοινωνικές εισφορές» (ΙΚΑ), τις υπερωρίες και τις διάφορες επιβραβεύσεις (bonuses) το συνολικό κόστος εργασίας των επιχειρήσεων, μηνιαίως. Εάν οι ώρες εργασίας μειωθούν κατά 20 τον μήνα τότε το κόστος παραγωγής θ’ ανέλθη, ιδίως εάν διατηρηθούν αμείωτες οι υπερωρίες. Εάν όχι, οι αποδοχές των εργαζομένων θα μειωθούν με αντίστοιχη πτώση του εισοδήματος των. Εάν η μείωση των ωρών εργασίας συνδυασθή με αύξηση της απασχολήσεως, οι λεγόμενες «κοινωνικές εισφορές» θ’ αυξηθούν αλλά κι’ αυτό είναι αμφίβολον εις μίαν αγοράν εργασίας, όπου ανθεί η υπεργολαβία, η αυτοαπασχόληση και η λαθρομετανάστευση. Εάν καθιερωθή το 35ωρο στις μεγάλες βιομηχανίες είναι πολύ πιθανόν να «σπάσει» το ημερομίσθιον σε δύο βάρδιες των 3,5 ωρών, οπότε ούτε η απασχόληση θ’ αυξηθή μήτε οι αμοιβές των εργαζομένων, όπως επιδιώκει (δια της οπισθίας θύρας) η ΓΣΕΕ. Τυχόν νέα μείωση των υπερωριών θα επιφέρει πτώση της παραγωγής και τελικώς, κάμψη των επιχειρηματικών κερδών, από τα οποία εξαρτώνται οι νέες επενδύσεις. Ταύτα όσον αφορά στο ονομαστικό κόστος έργασίας. Το πραγματικόν είναι τελείως διάφορον. Περιλαμβάνει την «ανάσπαση» των μισθών (wage drift) λόγω επιδομάτων «ωριμάνσεων» και ειδικών συνθηκών , που ανεβάζουν κάθε κλαδική αύξηση των μισθών και ημερομισθίων πάνω από τα όρια των συλλογικών συμβάσεων. ΄Ετσι το «8% της ΓΣΕΕ» θα καταλήξει τελικώς άνω του δέκα στις κλαδικές συμβάσεις, όπερ δεν το αντέχει η οικονομία. Την ανά μονάδα προϊόντος αμοιβή της εργασίας περιπλέκει ακόμη περισσότερον η συγκεχυμένη εικόνα της «παραγωγικότητας της εργασίας».Είναι φανερόν ότι ο ταχύτερος τρόπος ανόδου της παραγωγικότητος είναι οι απολύσεις προσωπικού! Οπου η τεχνολογική πρόοδος επέφερε μεγάλη βελτίωση της παραγωγικότητος των εργαζομένων (πχ. στις ΗΠΑ) το φαινόμενον συνεδυάσθη μ’ αύξηση της ανεργίας. Συνεπώς τα φληναφήματα των ημετέρων εργατοπατέρων, περί «παραγωγικότητας» κλπ ηχηρά παρόμοια καλύτερον θα ήταν να τα λησμονήσουν οι ...εργαζόμενοι, άν δεν θέλουν να χάσουν την δουλειά τους. Τέλος, υπό συνθήκας της προσφιλούς στους «εκσυγχρονιστάς» μας ... παγκοσμιοποιήσεως οι διεθνείς συγκρίσεις εργασίας έχουν την σημασία των. Δέν ομιλούμεν βεβαίως γιά το πόσο κοστίζει «τό κάρφωμα ενός μπριγιάν» (500 στην χώρα μας, 100 στην Ιταλία και ...10 στην Κίνα) διότι θα περιεπίπτομεν εις άφατον μελαγχολία δια το μέλλον της Ελληνικής οικονομίας. Αναφερόμεθα στην όχι και τόσον «ενωμένη Ευρώπη»,όπου το καθεστώς εργασίας ποικίλει από 48 ώρες στην Βρεταννίαν έως 35 στην Γαλλία. Η σοσιαλιστική μόδα μειώσεως των ωρών εργασίας στην ηπειρωτική Ευρώπη αύξησε στην περίοδο 1999-2002, το κόστος εργασίας ανά εργαζόμενον κατά 2,5% ετησίως και το ωριαίον εργατικό κόστος κατά 3,1%.Στην Ελλάδα οι ρυθμοί αύξήσεως ήσαν έως και διπλάσιοι, πρός δόξαν της Σημιτίου «σύγκλησης» αλλά...ως προς τα ποσοστά ανεργίας της Ευρώπης! Η παροχή κινήτρων για την μερική απασχόληση στο δημόσιον, με πρόσφατο νομοθέτημα, δρά πρός την αντίθετη κατεύθυνση της μειώσεως των ωρών εργασίας ενώ η τάση των επιχειρήσεων ν’ αναθέτουν υπεργολαβικώς εις ομάδας πρώην εργαζομένων των, την εκτέλεση διαφόρων εργασιών συντηρήσεως κλπ μειώνει την απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα. Αποτέλεσμα η άνοδος της ανεργίας στο 10% του συνολικού παραγωγικού πληθυσμού και στο 27% των νέων ηλικίών, επί τη βάσει της απογραφής του 2001 (και όχι του 1991,που χρησιμοποιεί η ΕΣΥΕ παραπειστικώς). Καλόν θα ήτο ο «υποψήφιος» νέος πρόεδρος του ΠαΣοΚ κ. Γιώργος Παπανδρέου, επιδεικνύων πραγματικό ενδιαφέρον δια τους νέους, ν’ ανακαλέσει εις την τάξη την ξυνωρίδα Χρυσοχοείδη-Παλυζογοπούλου. Με τα ανεπίκαιρα και αμελέτητα πυροτεχνήματα της, εντυπωσιασμού της εργατικής τάξεως δια του 35ώρου και ετησίας αυξήσεως μισθών 8%, θα τροφοδοτήσει την ανεργία, ως συνέβη με τον διαβόητο νόμο Γιαννίτση, που περιώρισε προ 2ετίας την υπερεργασία.