του Κ. Κόλμερ
Στις 26 Δεκεμβρίου του παρελθόντος έτους, ο Αμερικανός πρόεδρος Μπούς , μ’ επιστολή του, εντέλεται στον ΄Ελληνα πρωθυπουργόν – όταν ο κ. Σημίτης ήταν ακόμη το «πιό σκληρό χαρτί του ΠαΣοΚ»: «ν’ακολουλουθήσετε άμεσα την προσέγγιση, την οποία έχει ομόφωνα υιοθετήσει το Συμβούλιο Ασφαλείας, στο Κυπριακό... και να ενθαρρύνετε τον πρόεδρο κ. Παπαδόπουλο να πράξει το ίδιο». Στις 2 Ιανουαρίου 04, ο κ. Σημίτης απαντά στον πρόεδρο Μπούς, ότι «ατυχώς πολύτιμος χρόνος έχει χαθή μέχρι σήμερα, εξ αιτίας της συνεχιζομένης αδιαλλαξίας του Ντεκτάς και της έλλειψης πολιτικής βούλησης της ΄Αγκυρας , ν’ ασκήσει πίεση, ώστε να υπάρξουν αποτελέσματα» . Στις 19 Ιανουαρίου, ο κ. Σημίτης δηλώνει , εις κοινή συνένετυξη τύπου με τον πρόεδρο της Κύπρου κ. Παπαδόπουλον: «Εάν δεν συμφωνήσουμε με το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων (των δύο Κοινοτήτων) τότε δεν πρόκειται να γίνη δεκτό οποιοδήποτε δημοψήφισμα». Μ’ άλλα λόγια, ο κ. Σημίτης ηρνήθη ν’ ασκήσει πίεση επί του Κυπρίου πρόεδρου και να θέσει την υπογραφή του στην ταφόπλακα του Ελληνισμού της Κύπρου, που συνεπάγεται η αποδοχή του σχεδίου Αννάν, ως έχει σήμερον. Τελών εν γνώσει των συνεπειών της αρνήσεως του και των τεραστίων δανειακών αναγκών της Ελλάδος, που μέχρι τούδε καλύπτονται κυρίως από Αμερικανικές Τράπεζες, ο κ. Σημίτης προετίμησε ν’ αποχωρήσει της πρωθυπουργίας και ν’ αφήσει τον κ. Γιώργο Παπανδρέου «να βγάλει τα κάστανα απ΄ τη φωτιά». Ο ίδιος διατηρεί, έτσι, αλώβητες τις ελπίδες να εκλεγεί πρόεδρος Δημοκρατίας, τον Φεβρουάριο του 2005, όπερ θα στέρξει και η «Νέα Δημοκρατία». Κατά πάσαν πιθανότητα, εις περίπτωση νίκης της στις εκλογές της 7ης Μαρτίου 03, η ΝΔ θ’ αδυνατεί να εκλέξει δικόν της πρόεδρον, ενώ θ’ απεύχεται νέαν αναμέτρηση, εν γνώσει της κρισίμου οικονομικής καταστάσεως. Ήδη, ο «Νέστωρ» της ΝΔ κ. Κ. Μητσοτάκης, προεξοφλών την σχετική συμφωνία δια την αποφυγή προώρων εκλογών, εδήλωσε ότι η προεδρία τον αφήνει αδιάφορον... Πρωτοφανές αλλ’ ούτως εξηγείται η «αιφνίδια» αποχώρηση του κ. Σημίτη από την προεδρία του ΠαΣοΚ και την πρωθυπουργία της χώρας – με την «απρόβλεπτη» επίσπευση των εκλογών, για τις οποίες ενωρίτερον ισχυρίζετο, ότι θα διεξαχθούν «το Μάϊ»! ΄Οσον αφορά στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, παρουσίασε πέρυσι 30% περίπου αύξηση στο ύψος των 11,5 δις. ευρώ, εκ της ανατιμήσεως του πετρελαίου και της μειώσεως του Τουριστικού εισοδήματος. Για να διατηρηθούν τα συναλλαγματικά αποθέματα στο ελάχιστο αποδεκτό ύψος, η Ελληνική κυβέρνηση προέβη εις εκτεταμένο δανεισμό στο εξωτερικό και στην πώληση κρατικών ομολόγων, αξίας 20 δις. ευρώ. Εφέτος, όμως, το εξωτερικό έλλειμμα προβλέπεται στα όρια του συναγερμού, κατά τον Οργανισμόν Οικ. Συνεργασίας και Αναπτύξεως, καθώς θα υπερβεί το 6,5% του ακ. εθν. προϊόντος και θα χρειασθούν πολύ επώδυνα μέτρα, δια ν’ αποφευχθή ο εκτροχιασμός της οικονομίας. Εάν η προεκλογική περίοδος παρετείνετο μέχρις Μαϊου, θα επικρατούσε ασύγνωστος χαλαρότης, ενώ η λήψη αντιδημοτικών μέτρων θα έπληττε το κυβερνών κόμμα εκλογικώς. Πρόσθετη πίεση στο ΠαΣοΚ ασκεί το καταληκτικόν έτος 2004, οπότε σύμφωνα με την απόφαση της Κοπεγχάγης, πρέπει να παραπεμφθή η Ελληνοτουρκική διαφορά στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης, δια την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδος. Θα πρέπει επίσης ν’ αποναρκοθετηθούν τα σύνορα της χώρας στον Έβρον, ως εν παραβύστω συναπεφάσισαν οι υπουργοί Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου και Γκιούλ, τον περασμένο Σεπτέμβριο, στην Νέα Υόρκη. Οι πιθανότητες εισόδου προσφύγων στην Ελλάδα είναι μεγάλες ενώ στην Τουρκία αντιστρόφως, ελάχιστες. Πάντα ταύτα συνέτειναν στην αποχώρηση κ. Σημίτη της πρωθυπουργίας, την στιγμή ακριβώς που προεβάλετο ως«αναντικατάστατος» υφ’ όλων των κυβερνητικών φερεφώνων. Η προ 8ετίας γνωστή διγλωσσία του (πχ.«ποτέ δε θα δώσουμε το Ελληνικό έδαφος για Νατοϊκές επιχειρήσεις στο Κόσοβο» ενώ άλλα έπραττε σιωπηρώς, μέσω Λιτοχώρου και Θεσσαλονίκης) δεν επαρκούσε πλέον για την διατήρηση του στον πρωθυπουργικό θώκο. Τα υπογεγραμμένα «γραμμάτια» ήσαν πλέον ληξιπρόθεσμα και σαφώς εναντίον του ΠαΣοΚ – όχι πλέον εις βάρος μόνον της... Σερβίας. Μία ενδεχομένη υποβάθμιση του Ελληνικού πιστωτικού κινδύνου υπό της Μούντιζ, θα ετίναζε το ισοζύγιο πληρωμών στον αέρα, με την βεβαία άνοδο των επιτοκίων και την αδυναμία εξυπηρετήσεως του εξωτερικού χρέους, η οποία φθάνει το ύψος των 43 δις. ευρώ - όσον του συνόλου των δημοσίων εσόδων! Τούτων ούτως εχόντων, ημπορεί μεν ν’ απηλλάγημεν του κ. Σημίτη, αγνοούμεν όμως τι τέξεται η επιούσα στο Κυπριακόν. Το εθνικό τούτο ζήτημα επέφερε τον θάνατον του στρατάρχου Παπάγου το 1955 (βλ. σχετικώς Γ. Λεονταρίτη) και προηγουμένως, την απομάκρυνση του Μαρκεζίνη από την κυβέρνηση του Ελλ. Συναγερμού, την άνοδο του Καραμανλή στην εξουσία, το στρατιωτικό κίνημα της 21ης Απριλίου 1967, την πτώση του δικτάτορος Παπαδοπούλου, την αυτοκατάλυση του στρατιωτικού καθεστώτος, τον Ιούλιο του 1974 και τους αλλεπαλλήλους ευτελισμούς των «δημοκρατικών» κυβερνήσεων Ελλάδος και Κύπρου (πχ. απομάκρυνση των S-300 από την Μεγαλόνησο κλπ). Διά μίαν εισέτι φοράν τώρα, το Κυπριακό αποτελεί απαρχή πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα και Κύπρον. Εάν ο πρόεδρος Παπαδόπουλος πιεσθή να υπογράψει «εν λευκώ» το σχέδιο Αννάν, δεν θα διστάσει να παραιτηθή. Οπότε η 1η Μαϊου θα επέλθη, με την Κυπριακή Δημοκρατίαν ως 25η χώρα -μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, κατεχομένην όχι μόνον υπό των Τούρκων αλλά και υπό των πετρελαϊκών συμφερόντων των Αγγλοαμερικανών- όπερ απαράδεκτο δια το Ευρωπαϊκό κεκτημένον. (Aπό την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 12/02/2004)