Πέπλο μυστηρίου και άκρας μυστικότητας καλύπτει τελευταία τις εξελίξεις γύρω από τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες αναφορικά με την προσπάθεια σύστασης φορέα που θα αναλάβει τη διενέργεια ερευνών για υδρογονάνθρακες στην ελληνική επικράτεια. Παρά την κινητικότητα που είχε εκδηλωθεί στα τέλη Ιουνίου και αρχές Ιουλίου από το αρμόδιο υπουργείο (ΥΠΕΚΑ) και τα όσα είχαν διαρρεύσει περί έτοιμου νομοσχεδίου που ρύθμιζε όλες τις λεπτομέρειες των ερευνών συμπεριλαμβανομένης και της οργάνωσης διεθνούς γύρου παραχωρήσεων (international round), σήμερα, δύο μήνες μετά, η πολιτική ηγεσία υπό το βάρος της ύφεσης και της αβεβαιότητας που δημιούργησε ο ανασχηματισμός φαίνεται να έχει θέσει το όλο θέμα για μια ακόμη φορά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

Πέπλο μυστηρίου και άκρας μυστικότητας καλύπτει τελευταία τις εξελίξεις γύρω από τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες αναφορικά με την προσπάθεια σύστασης φορέα που θα αναλάβει τη διενέργεια ερευνών για υδρογονάνθρακες στην ελληνική επικράτεια. Παρά την κινητικότητα που είχε εκδηλωθεί στα τέλη Ιουνίου και αρχές Ιουλίου από το αρμόδιο υπουργείο (ΥΠΕΚΑ) και τα όσα είχαν διαρρεύσει περί έτοιμου νομοσχεδίου που ρύθμιζε όλες τις λεπτομέρειες των ερευνών συμπεριλαμβανομένης και της οργάνωσης διεθνούς γύρου παραχωρήσεων ( international round), σήμερα, δύο μήνες μετά, η πολιτική ηγεσία υπό το βάρος της ύφεσης και της αβεβαιότητας που δημιούργησε ο ανασχηματισμός φαίνεται να έχει θέσει το όλο θέμα για μια ακόμη φορά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

Το θέμα της σύστασης ανεξάρτητου φορέα ερευνών που θα έχει την ευθύνη οργάνωσης και παρακολούθησης των χερσαίων και υποθαλάσσιων ερευνών θεωρείτο μια μάλλον τελειωμένη υπόθεση, πριν μόλις δύο μήνες αφού ο υφυπουργός ΠΕΚΑ και αρμόδιος για το θέμα, κ. Γιάννης Μανιάτης, μιλώντας σε ημερίδα του ΙΕΝΕ στην Αθήνα την 1η Ιουλίου εδήλωσε πως «οι ενδείξεις για ύπαρξη πετρελαίου στα ελληνικά χωρικά ύδατα είναι αρκετά ισχυρές, ώστε να πείθουν πως πρέπει να δημιουργηθεί ταχύτατα ένας δημόσιος φορέας που θα προκηρύξει τους διαγωνισμούς». Άραγε τι συνέβη από τότε μέχρι σήμερα για να ατονήσει τελείως το θέμα και να αρχειοθετηθεί στα ‘υπό εξέταση’ θέματα περιμένοντας απόψεις και γνωμοδοτήσεις από σωρεία υπεύθυνων και μη κυβερνητικών υπηρεσιών και ‘δήθεν’ γνωμοδοτικών οργάνων; Εν τω μεταξύ, η επιστολή της υπουργού ΠΕΚΑ, κας Τίνας Μπιρμπίλη στον Ιταλό ομόλογό της, που δημοσιοποιήθηκε στα μέσα Αυγούστου, περί «επικινδυνότητας των εξορύξεων πετρελαίου σε μεγάλο βάθος στην περιοχή της Μεσογείου» και του πνεύματος ανησυχίας που την διακατέχει θεωρείται από κύκλους της αγοράς ως έμμεση αλλά σαφής προειδοποίηση προς τις εταιρείες ότι η έρευνα υδρογονανθράκων δεν αποτελεί πλέον προτεραιότητα για την κυβέρνηση, η οποία φαίνεται πλέον ότι έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες της για οικονομική ανάκαμψη στην πράσινη ανάπτυξη.

Η κυβέρνηση εν’ όψει των τελευταίων απογοητευτικών οικονομικών στοιχείων και ιδίως της αρνητικής εξέλιξης του ΑΕΠ, η οποία αν και αναμένετο, εν τούτοις εξέπληξε άσχημα με την βουτιά του το β’ τρίμηνο του έτους (-3,5%), προβληματίζεται έντονα για τη σύσταση νέων φορέων, έστω και εχόντων αναπτυξιακή διάσταση. Όπως τόνισε κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος, «η χώρα διανύει τη μεγαλύτερη περίοδο ύφεσης, τόσο σε διάρκεια, όσο και σε ένταση, της τελευταίας 35ετίας. Για πρώτη φορά από τη Μεταπολίτευση η συρρίκνωση του ΑΕΠ είναι τόσο ισχυρή, καθώς φέτος κατ’ αρχήν εκτιμάται στο 4%, ενώ με βάση τις έως τώρα προβλέψεις για μείωση του ΑΕΠ κατά 2,6% το 2011, στο τέλος του επόμενου χρόνου η χώρα θα έχει συμπληρώσει αισίως μια τριετία ύφεσης».

Υπό την πίεση των ανωτέρω αρνητικών στοιχείων, αλλά και της σοβαρής απόκλισης στην είσπραξη των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού για το α’ εξάμηνο (αύξηση εσόδων 5,9% αντί του στόχου για 15,6%) η κυβέρνηση φαίνεται ότι έχει αποκλείσει την εκταμίευση οποιουδήποτε ποσού για την ανάληψη νέων πρωτοβουλιών. Έτσι η σύσταση του νέου φορέα, ο οποίος στην πιο light εκδοχή του θα χρειάζετο ένα αρχικό κεφάλαιο της τάξης 15-20 εκατ. ευρώ για να μπορέσει να δραστηριοποιηθεί και να οργανώσει ένα πρώτο γύρο παραχωρήσεων, βρήκε αντίθετο το υπουργείο Οικονομικών, το οποίο και θα έπρεπε να διαθέσει τα απαραίτητα κεφάλαια. Και αυτό παρά το γεγονός ότι μέσα σε σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα ο εν λόγω φορέας μπορεί να καταστεί πλήρως αυτοχρηματοδοτούμενος με τα έσοδα του να προέρχονται από την φορολογία επί του παραγόμενου πετρελαίου.

Παράλληλα, η υπουργός ΠΕΚΑ σύμφωνα με πληροφορίες έχει ζητήσει γραπτή γνωμοδότηση από τη νεοσυσταθείσα επιτροπή ενεργειακής στρατηγικής του ΥΠΕΚΑ για την αναγκαιότητα ή μη του φορέα επαναφέροντας το όλο θέμα σχεδόν σε μηδενική βάση. Εκπρόσωποι διεθνών πετρελαϊκών εταιρειών που ενδιαφέρονται για την ανάληψη ερευνών στην Ελλάδα ομιλούν περί υπαναχώρησης της ελληνικής κυβέρνησης στο κρίσιμο για την οικονομία αυτό θέμα. Να σημειώσουμε ότι το 2009 η Ελλάδα επλήρωσε γύρω στα 11.0 δις ευρώ για την εισαγωγή 17,5 εκατ. τόνων αργού περίπου και προϊόντων, ποσό αν και σημαντικά μικρότερο από αυτό που κατέβαλε το 2008 (τότε είχε πληρώσει πάνω από €16.0 δις.), εν τούτοις αντιπροσωπεύει ένα υψηλό μέγεθος ως ποσοστό του ΑΕΠ (5,2%).

Την στιγμή που όλο και λιγοστεύουν οι χώρες στις οποίες έχουν πρόσβαση για έρευνες οι διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες και με δεδομένη τη μείωση της παραγωγής από τις εκτός OPEC χώρες μέσα στην επόμενη δεκαετία, η σημασία χωρών όπως η Ελλάδα, η οποία παραμένει από τις λιγότερο ερευνηθείσες περιοχές της Μεσογείου, αναδεικνύεται ως κομβική. Γα αυτό και μέσα στους επόμενους μήνες αναμένεται ότι θα αυξηθούν κατακόρυφα οι πιέσεις προς την ελληνική κυβέρνηση, τόσο από τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας, όσο και από το τραπεζικό κατεστημένο, το οποίο δηλώνει έτοιμο να χρηματοδοτήσει τις έρευνες, προκειμένου να ορίσει τις ερευνητικές περιοχές και να διευκρινίσει τους όρους για τη δραστηριοποίηση των εταιρειών.

Τέλος, όπως παρατηρούν διεθνείς τραπεζικοί κύκλοι, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται ότι δεν έχει κατανοήσει επαρκώς τα οφέλη για την εθνική οικονομία από μια συστηματική εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που βρίσκονται στο ελληνικό υπέδαφος. Όμως σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία όπως η σημερινή που η κυβέρνηση προσπαθεί απεγνωσμένα να μαζέψει χρήματα δεξιά και αριστερά, το να αγνοείς η και να απομακρύνεις τη δυνατότητα για άμεσα ετήσια έσοδα από την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, της τάξης του 1,0 ή και 2,0 δις δολαρίων, και αρκετά περισσότερα σε βάθος χρόνου από την ανάπτυξη παρεμφερών δραστηριοτήτων και την δημιουργία απασχόλησης, είναι τελείως παράλογο, τονίζουν οι ανωτέρω κύκλοι. Επιπλέον, όπως σχολιάζουν παράγοντες του χώρου, αδυνατούν να κατανοήσουν το μηχανισμό από τον οποίο η κυβέρνηση θα συγκεντρώσει καθαρά έσοδα προωθώντας αποκλειστικά την πράσινη ανάπτυξη, αφού οι περισσότερες δράσεις που έχουν σχέση με αυτήν είναι επιδοτούμενες μεταφέροντας μάλιστα μεγάλο μέρος του κόστους στον καταναλωτή και επηρεάζοντας έτσι τον τιμάριθμο (π.χ. ειδικό τέλος ΑΠΕ, υψηλά Feed in Tariffs).

*Ο Κ. Ν. Σταμπολής είναι Αντιπρόεδρος και Γενικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης