Ενα χρόνο μετά την 19η Φεβρουαρίου του 2001, την ημερομηνία- ορόσημο για την ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς είχαν την ευκαιρία να προβούν σε έναν σύντομο απολογισμό των όσων έγιναν, αλλά και των όσων θα έπρεπε να γίνουν. Στην υπόθεση αυτή, που διαφημίστηκε υπερβολικά, για την οποία διατυπώθηκαν οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις από κάθε άλλη περίπτωση διαρθρωτικών αλλαγών στην οικονομία και υπήρξαν έως και υπερβολικοί πανηγυρισμοί από την τότε πολιτική ηγεσία των αρμόδιων υπουργείων, οι εξελίξεις καταγράφουν θετικά και αρνητικά βήματα. Στα αισιόδοξα μηνύματα που εξακολουθούν να υφίστανται και να δίνουν το… «δικαίωμα στο όνειρο» (η φράση ανήκει σε σημαίνον στέλεχος του ιδιωτικού ενεργειακού τομέα της χώρας μας) είναι οι ιδιαίτερα θετικές προοπτικές της ελληνικής αγοράς, με βάση τις εκτιμήσεις για την αύξηση της ζήτησης, τα επόμενα 10 χρόνια, αλλά και τα έργα που επιβάλλεται να πραγματοποιηθούν για την κάλυψη των αναγκών τόσο με βάση τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, όσο και με βάση του Τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης (Γ΄ ΚΠΣ). Στα αρνητικά, θα πρέπει να καταλογισθεί η βραδύτητα με την οποία αντιμετώπισαν τις προκλήσεις των διαρθρωτικών αλλαγών στον συγκεκριμένο τομέα οι ιθύνοντες, κυρίως το αρμόδιο υπουργείο κατά τη μεγαλύτερη περίοδο του τελευταίου έτους. Το πρόβλημα ξεκινά από το γεγονός ότι όλοι οι φορείς, από τον υπουργό έως και τον τελευταίο (σε οικονομική δυνατότητα) επιχειρηματία, γνωρίζουν τα εμπόδια που ορθώνονται και εμποδίζουν την είσοδο ιδιωτών στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας, αλλά στην ουσία, όσοι θα έπρεπε να προχωρήσουν στη λήψη καινοτόμων μέτρων, που θα άλλαζαν την πορεία των πραγμάτων, δεν έπραξαν τίποτε. Απλώς, συνέχισαν να εκφωνούν λόγους, παρόμοιους με εκείνους της πρώτης ημέρας απελευθέρωσης της αγοράς και εξακολουθούσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα να προβαίνουν σε ευχολόγια. «Με ευχές, δεν κτίζονται μονάδες…», έλεγε άλλο στέλεχος μεγάλου ομίλου, που έχει ήδη λάβει άδεια, αλλά για αντικειμενικούς λόγους δεν μπορεί να προχωρήσει περαιτέρω. Η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης έδειξε ότι έσκυψε πάνω από τα προβλήματα και αναζητεί τις κατάλληλες δυνατές λύσεις, αν και, όπως πολύ καλά γνωρίζουν οι πάντες, όσο περνά ο καιρός οι δυσκολίες μεγαλώνουν. Ας δούμε, όμως τα πράγματα από την αρχή κι ας προσπαθήσουμε να κωδικοποιήσουμε τα εμπόδια, τις δυσκολίες, τις απαιτούμενες λύσεις και το ποιος είναι έτοιμος να συμμετάσχει στη νέα εποχή, με τις πολύ μεγάλες προκλήσεις και τις ιδιαίτερα θετικές προοπτικές. Αλλαγές και καθυστερήσεις. Στο ερώτημα «τι έχει αλλάξει, τον τελευταίο χρόνο στην ενεργειακή αγορά της χώρας μας», η πρώτη (κι ευκολότερη) απάντηση είναι πως άλλαξε η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης. Ο κ. Άκης Τσοχατζόπουλος από την πρώτη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων του έδειξε πως θέτει ως προτεραιότητά του τα θέματα της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό, άλλωστε, έγινε κατανοητό από την πρώτη δημόσια ομιλία του για τις ενεργειακές εξελίξεις, στο 6ο Εθνικό Συνέδριο «Ενέργεια & Ανάπτυξη», που διοργάνωσε το περιοδικό μας, τον περασμένο Νοέμβριο. Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) και ο πρόεδρός της καθ. Π. Κάπρος έχοντας να αντιμετωπίσουν έναν κυκεώνα προβλημάτων και τρομακτικά μεγάλο όγκο εργασίας, κατόρθωσαν και προώθησαν διάφορες υποθέσεις, αρχής γενομένης από την αρχική εξέταση των φακέλων με τις επενδυτικές προτάσεις, που άγγιζαν τη μία χιλιάδα, έως και την προώθηση εκείνων των μέτρων που θα δημιουργούσαν συνθήκες ανταγωνισμού και θα «άνοιγαν την πόρτα» στους ιδιώτες, ώστε να εισέλθουν στην θεσμικά απελευθερωμένη αγορά. Ως παραδείγματα γι’ αυτές τις τελευταίες κινήσεις αποτελούν η δημόσια διαβούλευση για τον καθορισμό των τιμών μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου, όσο και η υπόθεση των αδειοδοτήσεων για εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην ελληνική αγορά. Δεν θα πρέπει να κρύψουμε επίσης μία ακόμη αλλαγή, που σημειώνεται το τελευταίο διάστημα: Είναι η αυξανόμενη δυσφορία εκείνων των επενδυτικών δυνάμεων, που… «θέλουν, αλλά δεν μπορούν», όχι για άλλους λόγους, αλλά διότι δεν έχουν διαμορφωθεί οι συνθήκες, που θα επιτρέψουν σε μία τόσο μεγάλη επένδυση, όπως η κατασκευή μίας μονάδας παραγωγής ηλεκτρισμού, να είναι βιώσιμη, οικονομικώς εκμεταλλεύσιμη και με καλές προοπτικές εκμετάλλευσής της στο μέλλον. Εμπόδια και πραγματικότητα Πριν από περίπου ένα εξάμηνο, ως το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ανάπτυξη της ιδιωτικής ηλεκτροπαραγωγής, ορισμένες πλευρές εμφάνιζαν τα προβλήματα της τιμής και των ποσοτήτων φυσικού αερίου που διαθέτει η χώρα μας. Τότε, ήταν «ανοικτό» το θέμα της διαπραγμάτευσης με τους Ρώσους, για την τιμή προμήθειας του καυσίμου, στα ελληνο- βουλγαρικά σύνορα. Μετά την (έστω προσωρινή) λύση που έδωσε ο τότε υπουργός Ανάπτυξης Νίκος Χριστοδουλάκης, κατά την επίσκεψή του στη Μόσχα, με τη συμφωνία στην οποία κατέληξε με την ηγεσία της Gazprom, αποδείχθηκε πως το πρόβλημα βρισκόταν κυρίως στην εσωτερική αγορά και στον τρόπο με τον οποίο η ΔΕΠΑ τιμολογεί τις ποσότητες που παρέχει στους πελάτες της. Το θέμα της επάρκειας ή όχι του φυσικού αερίου μάλλον αντιμετωπίζεται, όπως λένε, άλλωστε, οι άνθρωποι που γνωρίζουν πολύ καλά το χώρο. Είναι εμφανές ότι οι επιπλέον ποσότητες θα χρειασθούν από τη στιγμή που θα «γυρίσει το κλειδί στο ON», σε όσες μεγάλες μονάδες κατασκευασθούν, δηλαδή μετά από δύο ή τρία χρόνια, στην καλύτερη περίπτωση. Είναι επίσης γνωστό ότι οι Ρώσοι έχουν δεσμεύσει ποσότητες διπλάσιες από τις σημερινές για τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς, με βάση τη συμφωνία που έχει η Gazexport με τον όμιλο Κοπελούζου. Άρα κι αυτό το «εμπόδιο» μπορεί να αντιμετωπισθεί. Παράγοντες της ελληνικής ενεργειακής ζωής ευελπιστούν ότι πολύ σύντομα, και πάντως εντός του τρέχοντος έτους, θα έχουν ξεκαθαρισθεί και τα θέματα των τιμολογήσεων, με βάση τη δημόσια διαβούλευση, καθώς η ΡΑΕ έχει ήδη προσλάβει μεγάλο οίκο του εξωτερικού ως σύμβουλο και η επεξεργασία όλων των πτυχών του συγκεκριμένου θέματος προχωρούν με ικανοποιητικές ταχύτητες. Το επόμενο πρόβλημα που αναμένει τη δική του λύση είναι το θέμα της κοστολόγησης του παραγόμενου ηλεκτρικού ρεύματος, ή όπως λένε όσοι έχουν ασχοληθεί με το εν λόγω ζήτημα, ο «Γόρδιος Δεσμός» της ελληνικής αγοράς. Η ΔΕΗ, ως μονοπώλιο έχει τη δυνατότητα να μειώσει το κόστος της παραγόμενης κιλοβατώρας, εφόσον χρησιμοποιεί κατά περίπου 65% ως πρώτη ύλη τον λιγνίτη. Αυτή τη δυνατότητα δεν την έχουν (προς το παρόν και τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια) όσοι ιδιώτες που θα κατασκευάσουν τις δικές τους μονάδες. Επομένως, η ΔΕΗ έχει το πλεονέκτημα της προσφοράς φθηνού ρεύματος, τη στιγμή κατά την οποία ο οποιοσδήποτε ιδιώτης θα πρέπει να συνυπολογίζει στην μελλοντική παραγωγή τους και το κόστος των κεφαλαίων που θα επενδύσει. Αυτή ακριβώς η αντίφαση οδηγεί τους αρμόδιους φορείς που εμπλέκονται στα θεσμικά προβλήματα της απελευθέρωσης να κάνουν λόγο για αλλαγή νοοτροπίας και για διαφορετική αντιμετώπιση των καταστάσεων στις σημερινές συνθήκες. Γι’ αυτό, άλλωστε, ο πρόεδρος της ΡΑΕ σε αρκετές δημόσιες εμφανίσεις του έχει καλέσει τα δύο κρατικά μονοπώλια, τη ΔΕΗ και τη ΔΕΠΑ να αλλάξουν την στάση που διατηρούσαν μέχρι σήμερα και να αποποιηθούν την τακτική των μονοπωλιακών συνθηκών, που ακολουθούν. Συγκεκριμένα, απαιτείται ο λογιστικός διαχωρισμός των δραστηριοτήτων της ΔΕΗ, ώστε να υπάρξει η δυνατότητα εντοπισμού πιθανών «σταυροειδών επιδοτήσεων», που ουσιαστικά δίνουν τη δυνατότητα να εμφανίζεται πολύ φθηνή η τελική τιμή της κιλοβατώρας και εμποδίζει τη διαμόρφωση ανταγωνιστικών τιμολογίων από τους ιδιώτες. Ένα άλλο μεγάλο και εξίσου σοβαρό θέμα, που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι επιχειρηματίες είναι η χρηματοδότηση των σχεδίων τους. Ως γνωστόν, η επένδυση για τη δημιουργία μίας μονάδας παραγωγής ηλεκτρισμού απαιτεί σημαντικά κεφάλαια. Η ελληνική αγορά διαθέτει τα δικά της μεγέθη, τα οποία είναι μικρά σε σύγκριση με τα αντίστοιχα της υπόλοιπης Ευρώπης. Με βάση τα προβλήματα που απαριθμήσαμε προηγουμένως, είναι ιδιαίτερα δύσκολο για τον ιδιώτη επενδυτή να καθορίσει τα συγκεκριμένα αποτελέσματα του έργου που σχεδιάζει, καθώς δεν μπορεί να γνωρίζει σήμερα το αυριανό κόστος της προμήθειας της πρώτης ύλης, είτε αυτή είναι φυσικό αέριο, είτε είναι άλλου είδους καύσιμο. Στη συνέχεια, το πρόβλημα μοιάζει με ντόμινο: Οι ιδιώτες δεν μπορούν να αναζητήσουν πελατολόγιο, εφόσον δεν μπορούν να καθορίσουν τις τιμές. Κι ακολούθως, δεν μπορούν να αναζητήσουν χρηματοδότηση των σχεδίων τους από τρίτους (τράπεζες, επενδυτικούς οργανισμούς κλπ), εφόσον δεν έχουν πελάτες και δεν μπορούν να εγγυηθούν επακριβώς για την πώληση της παραγόμενης ενέργειας και για τα έσοδα από αυτή τη δραστηριότητα. Άλλο μεγάλο θέμα, που θα πρέπει να αντιμετωπισθεί άμεσα, χωρίς στρουθοκαμηλισμούς και χωρίς να μετατίθενται οι ευθύνες από τον ένα φορέα στον άλλο, ώστε να αποφύγουμε το χειρότερο, αποτελεί το πρόβλημα των δικτύων μεταφοράς της ενέργειας. Με βάση το θεσμικό πλαίσιο που ισχύει στη χώρα μας εδώ κι ενάμιση χρόνο, ιδιοκτήτης των δικτύων παραμένει η ΔΕΗ, αλλά τα διαχειρίζεται ο ΔΕΣΜΗΕ. Ο τελευταίος αποφασίζει για το ποιες και σε ποιο μέγεθος παρεμβάσεις πρέπει να γίνουν. Αυτές τις παρεμβάσεις θα τις υλοποιήσει η ΔΕΗ, η οποία, ωστόσο, δεν έχει το δικαίωμα να πραγματοποιήσει έργο, χωρίς την σύμφωνη γνώμη και την άδεια του ΔΕΣΜΗΕ! Αυτή η κατάσταση δημιουργεί συνθήκες που αγγίζουν τα όρια του παραλογισμού, εάν αναλογισθεί κανείς ότι όλες οι πλευρές αναγνωρίζουν πως επιβάλλονται άμεσα λύσεις, σε περιοχές όπως η Θράκη, η Εύβοια και η Λακωνία. Το πρόβλημα γίνεται εντονότερο, εάν αναλογισθεί κανείς πως στις συγκεκριμένες περιοχές, αλλά και σε άλλες, υπάρχουν σχέδια για δημιουργία πολλών αιολικών μονάδων, που αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να υλοποιηθούν. Το θέμα είναι ο ιδιώτης που θα παράγει ενέργεια να μπορεί να τη διαθέσει μέσω του δικτύου. Διαφορετικά τι να την κάνει; Ταυτοχρόνως, απομένει επίσης να διευκρινισθεί και το μέγεθος των τελών που θα καταβάλει η ιδιωτική εταιρεία παραγωγής ηλεκτρισμού στον ΔΕΣΜΗΕ, για τη χρήση των δικτύων μεταφοράς, καθώς είναι μία ακόμη παράμετρος, που θα επιβαρύνει το τελικό κόστος της κιλοβατώρας. Τι σκέφτονται στο ΥΠΑΝ Όπως αναφέραμε νωρίτερα, ο υπουργός Ανάπτυξης Άκης Τσοχατζόπουλος, από την πρώτη στιγμή της ανάληψης των καθηκόντων του έριξε μεγάλο βάρος στην εξέταση των προβλημάτων και στην αναζήτηση λύσεων. Σύμφωνα με τις έως σήμερα διακηρυγμένες θέσεις του, ο υπουργός εξετάζει το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε τροποποιήσεις του θεσμικού πλαισίου, με στόχο να διευκολυνθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις και να αρθούν τα εμπόδια που ορθώνονται σήμερα στο χώρο της ιδιωτικής ηλεκτροπαραγωγής. Ένα από τα σενάρια που εξετάζονται αυτή την περίοδο στην οδό Μιχαλακοπούλου είναι η περίπτωση να υπάρξουν τρόποι για να εξασφαλισθεί η διάθεση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, είτε από τη ΔΕΗ, είτε με διαφορετικό τρόπο. Μία τέτοια περίπτωση θα έλυνε το πρόβλημα της αναζήτησης πελατών, τουλάχιστον για το πρώτο διάστημα, αλλά οι ιδιώτες θα ζητούσαν μία ανάλογη λύση, με αυτήν που εφαρμόστηκε στις ΑΠΕ, δηλαδή με προκαθορισμένα τιμολόγια και σε τιμές που θα είναι συμφέρουσες για τους παραγωγούς. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, θα αποβεί εις βάρος της ΔΕΗ ή του φορέα εκείνου που θα αναλάβει την απορρόφηση της ηλεκτρικής ενέργειας. Μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι η ΔΕΗ εισήχθη προσφάτως στα Χρηματιστήρια Αθηνών και Λονδίνου και η διοίκησή της λογοδοτεί πλέον στους μετόχους για κάθε ενέργεια ή απόφαση που μπορεί να επιβαρύνει τα οικονομικά στοιχεία της. Παράλληλα, εξετάζεται και το ενδεχόμενο να υπάρξει ταχύτερη απελευθέρωση της οικιακής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, υπό τη λογική της μεγαλύτερης αγοράς, άρα και των μεγαλύτερων ευκαιριών για τους ιδιώτες παραγωγούς. Στο νέο θεσμικό πλαίσιο θα πρέπει να αντιμετωπίζονται όλα τα ανωτέρω προβλήματα, αλλά και άλλης υφής υποθέσεις, που σήμερα εμποδίζουν την ανάπτυξη ιδιωτικών ενεργειακών έργων, όπως οι χρονοβόρες διαδικασίες χωροταξικών και περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων, που «κολλούν» στα γρανάζια της γραφειοκρατίας των δημόσιων φορέων. Όπως όλα δείχνουν, η ηγεσία του ΥΠΑΝ δεν εξετάζει, τουλάχιστον στην παρούσα συγκυρία, την περίπτωση πώλησης μονάδων της ΔΕΗ σε ιδιώτες, ως μία ενέργεια που θα αποσκοπεί στην ταχύτερη και πραγματική απελευθέρωση της αγοράς. Ωστόσο, η περαιτέρω καθυστέρηση στην εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων που θα οδηγούσαν στην ταχύτερη είσοδο ιδιωτών στην ηλεκτρική αγορά, ενδεχομένως να οδηγήσει την κυβέρνηση και όσους ασχολούνται με τα συγκεκριμένα θέματα και σε τέτοιες αποφάσεις, οι οποίες, πάντως, αντιμετωπίζουν άλλου είδους δυσκολίες: Την αντίδραση των πανίσχυρων συνδικαλιστικών ηγεσιών εντός της ΔΕΗ. Ποιοι είναι έτοιμοι Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι μεγάλοι όμιλοι (ΕΛ.ΠΕ., Κοπελούζος, Μυτιληναίος κλπ) έχουν ήδη λάβει άδειες για μεγάλες θερμοηλεκτρικές μονάδες, σε διάφορα «κομβικά σημεία» της χώρας, όπως η Βοιωτία, ο Έβρος και η Θεσσαλονίκη. Στόχος αυτών των ομίλων είναι η κάλυψη των ενεργειακών αναγκών τους και στη συνέχεια η εμπορική εκμετάλλευση του πλεονάσματος. Η μεγάλη πρόκληση της απελευθέρωσης, ωστόσο, δεν βρίσκεται εκεί. Το θέμα είναι ποιοι και πόσοι είναι έτοιμοι να δημιουργήσουν εκείνη την παραγωγική βάση, ώστε να τροφοδοτούν με ηλεκτρική ενέργεια ένα μεγάλο μέρος της αγοράς και να καλύπτουν τις ανάγκες της ελληνικής οικονομικής ζωής, με φτηνό ρεύμα και στις ποσότητες που απαιτούνται. Σημειωτέον ότι, όπως πολλές φορές έχει υπογραμμίσει ο πρόεδρος της ΡΑΕ καθ. Π. Κάπρος σε δημόσιες εμφανίσεις του, από το 2005 η χώρα μας θα έχει ανάγκη την προσθήκη στο ηλεκτρικό σύστημα μίας μονάδας της τάξεως των 400MW κάθε χρόνο, ώστε να καλυφθούν οι συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες. Εάν υπολογίσουμε ότι ένας επιχειρηματίας ξεκινούσε σήμερα την κατασκευή της μονάδας, ίσα- ίσα προλαβαίνει να καλύψει τις ανάγκες του 2005! Όσον αφορά δε, στη ΔΕΗ, οι επενδύσεις για νέες μονάδες έχουν τεθεί στο χρονοντούλαπο και μόνο σε περίπτωση που καθυστερήσουν περισσότερο οι ιδιώτες (όχι μόνο με δική τους ευθύνη), τότε θα εξετασθεί το ενδεχόμενο να «ξαναπαίξει» η δημόσια επιχείρηση στο… γήπεδο αυτό! Οι προτάσεις Επτά είναι οι προτάσεις που έχουν λάβει άδεια από το υπουργείο Ανάπτυξης, για τη δημιουργία μεγάλων θερμοηλεκτρικών μονάδων στη χώρα μας. Οι πέντε όμιλοι έλαβαν έξι άδειες κατά την πρώτη φάση της εξέτασης των προτάσεών τους και μία ακόμη πρόταση εγκρίθηκε αργότερα. Η συνολική εγκατεστημένη ισχύς των προτάσεων αυτών αγγίζει τα 2.000 Mw. Ο όμιλος που θεωρητικά έχει το προβάδισμα για να εκμεταλλευθεί τις ευκαιρίες που διανοίγονται στην εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι η Προμηθέας Gaz, η κοινή εταιρεία του Δημήτρη Κοπελούζου και του ρωσικού γίγαντα της παγκόσμιας αγοράς φυσικού αερίου, της Gazprom, καθώς διαθέτει το πλεονέκτημα της άμεσης πρόσβαση στα τεράστια αποθέματα φυσικού αερίου της ρωσικής εταιρείας, καθώς επίσης και δεσμευμένες ποσότητες καυσίμου, για να τις διαθέσει στην ελληνική και τη βαλκανική αγορά. Ο κ. Δ. Κοπελούζος σχεδιάζει να δημιουργήσει δύο μονάδες (μία στη Θράκη και μία στη Βοιωτία) της τάξεως των 450 Mw, ενώ δηλώνει έτοιμος για την αναβάθμισή τους με τον διπλασιασμό της εγκατεστημένης ισχύος τους. Παράλληλα, η συνεργασία με την ιταλική ENEL, καθώς και με τουρκικές επιχειρήσεις (GAMA) παρέχουν τη δυνατότητα για την επεξεργασία σχεδίων που αφορούν στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Έτοιμοι για την κατασκευή της δικής τους μονάδας, δηλώνουν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι των Ελληνικών Πετρελαίων, καθώς διαθέτουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία για μία τέτοια κίνηση: Η άδεια που έχουν λάβει προβλέπει την κατασκευή μίας μονάδας στο χώρο των διυλιστηρίων της ΕΚΟ στη Θεσσαλονίκης, η οποία θα καλύπτει τις ανάγκες της επιχείρησης και μικρό μέρος της παραγόμενης ενέργειας θα διοχετεύεται στο δίκτυο. Παράλληλα, αναμένεται μία ακόμη άδεια για κατασκευή αντίστοιχης μονάδας στην Πάχη Μεγάρων, ακριβώς απέναντι από τη Ρεβυθούσα, με στόχο να καλύπτονται οι ανάγκες του Ασπροπύργου και για εμπορική εκμετάλλευση. Στα ΕΛΠΕ περιμένουν να δουν τις εξελίξεις σε όλα τα «φλέγοντα» θέματα που αφορούν στην απελευθέρωση της αγοράς, ώστε με τις κατάλληλες κινήσεις να προχωρήσουν στην υλοποίηση των σχεδίων στο χώρο της ηλεκτροπαραγωγής. Ο όμιλος Μυτιληναίου, μέσω των νέων θυγατρικών που έχει δημιουργήσει ετοιμάζεται πυρετωδώς για την υλοποίηση των δικών του σχεδίων. Η μονάδα που διαθέτει άδεια, θα κατασκευασθεί στη Βιομηχανική Περιοχή του Βόλου, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες της ΜΕΤΚΑ και το αρχικό σχέδιο προβλέπει ως εγκατεστημένη ισχύ τα 254 Mw. Κι εδώ οι προετοιμασίες έχουν προχωρήσει σημαντικά κι όπως όλα δείχνουν, ο διευθύνων σύμβουλος των ενεργειακών εταιρειών του ομίλου Ιωάννης Δεσύπρης θα έχει μεγάλο φόρτο εργασίας τα αμέσως επόμενα χρόνια κι εφόσον εκλείψουν τα εμπόδια από το δρόμο της ιδιωτικής ηλεκτροπαραγωγής. Η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, η θυγατρική του κατασκευαστικού ομίλου ΓΕΚ- ΤΕΡΝΑ, διαθέτει ήδη μεγάλη εμπειρία στον τομέα κατασκευής και εκμετάλλευσης ενεργειακών μονάδων, καθώς αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους ιδιώτες στην κατασκευή και εκμετάλλευση αιολικών μονάδων και υδροηλεκτρικών σταθμών. Ο όμιλος Αλλαμανή (Alfa- Alfa Holdings) μέσω της ΕΣΧΑ, που αναλαμβάνει να αποτελέσει την «ενεργειακή ομπρέλα» των εταιρειών που συμμετέχουν στο συγκεκριμένο επιχειρηματικό σχήμα, αποτελεί έναν ακόμη ισχυρό παράγοντα με πολλές δυνατότητες να συμμετάσχει με επιτυχία στην «ενεργειακή κούρσα». Η άδεια που έχει λάβει αφορά στην κατασκευή μεγάλης θερμοηλεκτρικής μονάδας στη Βοιωτία, όπου αναμένεται να υπάρξει έντονη ζήτηση για βιομηχανικές ανάγκες. Άλλες υποψηφιότητες για την ανάληψη δράσης στο συγκεκριμένο τομέα είναι HED, η ενεργειακή κοινοπραξία των ομίλων Κόκκαλη, Μπόμπολα και Ελληνικής Τεχνοδομικής, η οποία σχεδιάζει την κατασκευή μίας μονάδας 400 Mw στη Θράκη και ανάλογες δραστηριότητες στη γειτονική Τουρκία. Παράλληλα, μία σειρά θυγατρικών των κατασκευαστικών ομίλων, όπως της Μηχανικής, της ΑΕΓΕΚ, της Θεμελιοδομής κλπ., προσανατολίζονται να εκμεταλλευθούν τις ευκαιρίες που διαφαίνονται, αξιοποιώντας τη σημαντική εμπειρία που διαθέτουν, από την έως σήμερα συμμετοχή τους στην κατασκευή ενεργειακών έργων τόσο στην Ελλάδα σε συνεργασία με τη ΔΕΗ, όσο και στο εξωτερικό. Τελευταίο κομμάτι, αλλά ενδεχομένως και το πιο σημαντικό, στο παζλ της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί η πρόθεση της εταιρείας Αλουμίνιον της Ελλάδος, θυγατρικής του γαλλικού ομίλου Pechiney για τη δημιουργία δικής της μονάδας ηλεκτροπαραγωγής, που θα καλύπτει τις αυξημένες ανάγκες της επιχείρησης σε ηλεκτρική ενέργεια. Η συγκεκριμένη μονάδα δεν θα είναι μικρότερη των 300 Mw, θα χρησιμοποιεί ως καύσιμη ύλη το φυσικό αέριο και σχεδιάζεται να τεθεί σε λειτουργία από το 2006, όταν λήγει η σύμβαση της εταιρείας με τη ΔΕΗ. Το συγκεκριμένο σχέδιο συγκαταλέγεται από ανθρώπους της ελληνικής ενεργειακής ζωής μεταξύ εκείνων που έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες άμεσης υλοποίησης, καθώς αποτελεί κρίσιμο μέγεθος και κομβικό στοιχείο για το μέλλον των δραστηριοτήτων της «Αλουμίνιον της Ελλάδος». Οι απαντήσεις Στα βασικά προβλήματα που απασχολούν τους υποψήφιους «παίκτες» της ελεύθερης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας έδωσε απαντήσεις ο υπουργός Ανάπτυξης Άκης Τσοχατζόπουλος, στις 21 Φεβρουαρίου, δύο ημέρες μετά την πρώτη επέτειο από τη θεσμική απελευθέρωση της ελληνικής αγοράς. Με τον τρόπο αυτό, το υπουργείο Ανάπτυξης έστειλε το μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις για την επιτάχυνση των διαδικασιών και την προώθηση των απαραίτητων μέτρων, ούτως ώστε να προχωρήσουν με τους ταχύτερους δυνατούς ρυθμούς οι ιδιωτικές επενδύσεις, που έχουν σχεδιασθεί και έχουν λάβει άδεια. Στα πλαίσια του «Σχεδίου Δράσης για τη Νέα Ενεργειακή Αγορά», όπως το ονόμασε ο υπουργός Ανάπτυξης, επιχειρείται η υπέρβαση των τριών κρισιμότερων εκκρεμοτήτων, δηλαδή της εξασφάλισης πρόσθετων ποσοτήτων αερίου, η διαμόρφωση ανταγωνιστικής τιμής μεταφοράς του συγκεκριμένου καυσίμου στο εσωτερικό της χώρας και η διαμόρφωση των προ»υποθέσεων για την απορρόφηση των παραγόμενων από τους ιδιώτες ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, ο κ Α. Τσοχατζόπουλος δήλωσε ότι η ΔΕΠΑ βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο συνομιλιών με ρωσικές εταιρείες και σύντομα αναμένονται ανακοινώσεις για τις νέες συμφωνίες. Παράλληλα, ο υπουργός μεταβαίνει σε Τουρκία και Ιράν, ώστε να συζητήσει με τους ομολόγους του, αφενός την διασύνδεση Ελλάδας- Τουρκίας με αγωγό φυσικού αερίου κι αφετέρου την προοπτική εισαγωγών ιρανικού αερίου, το οποίο θα διέρχεται transit από τη γειτονική μας χώρα. Η διασύνδεση με το τουρκικό σύστημα αγωγών ανοίγει τη δυνατότητα εισαγωγών αερίου κι από τις χώρες της Κασπίας. Στο θέμα των τιμολογίων μεταφοράς αερίου, ο κ. Τσοχατζόπουλος ανακοίνωσε ότι μετά από τη δημόσια διαβούλευση, που διεξήχθη υπό το συντονισμό τη ΡΑΕ και με βάση τις αρχικές προτάσεις της ΔΕΠΑ, ορίζεται ως τιμή μεταφοράς οι 8 δραχμές ανά κυβικό μέτρο. Με βάση τα σημερινά τιμολόγια, η εν λόγω επιβάρυνση διαμορφώνεται μεταξύ 18 και 20 δρχ./m3. Ο υπουργός τόνισε ότι η εφαρμογή του νέου τιμολογίου θα ξεκινήσει από τη στιγμή κατά την οποία θα απελευθερωθεί η αγορά φυσικού αερίου, αλλά οι ιδιώτες επενδυτές γνωρίζουν πλέον το ακριβές ποσό της επιβάρυνσης που θα έχουν να συνυπολογίσουν στο κόστος της επένδυσής τους. Με το νέο τιμολόγιο μεταφοράς, σύμφωνα με το ΥΠΑΝ, το φυσικό αέριο καθίσταται το πιο ανταγωνιστικό καύσιμο στη χώρα μας. Για το τρίτο μεγάλο πρόβλημα, αυτό της διάθεσης των παραγόμενων ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας, ο κ. Τσοχατζόπουλος ανακοίνωσε την έναρξη δημόσιου διαλόγου με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων (ΔΕΗ, ΔΕΣΜΗΕ, ΡΑΕ, αλλά και εκπροσώπων ευρύτερων κοινωνικών φορέων, όπως ο ΣΕΒ, η ΓΣΕΕ κλπ), για τη διαμόρφωση των οριστικών προτάσεων επί των απαιτούμενων μέτρων που θα οδηγήσουν στη δημιουργία μίας απελευθερωμένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, με βαλκανική προοπτική, με βάση τις αρχές του υγιούς και ισότιμου ανταγωνισμού και χωρίς επιδοτήσεις. Το εργαλείο για την προώθηση αυτού του μέτρου θα αποτελέσει η δημιουργία του Χρηματιστηρίου Παραγώγων Ενέργειας, σύμφωνα με τον υπουργό, ενώ ο δημόσιος διάλογος θα έχει διάρκεια περίπου τεσσάρων εβδομάδων, ούτως ώστε το αργότερο σε ένα μήνα να έχει διαμορφωθεί το τελικό σχέδιο, με βάση τις προτάσεις. Το ΥΠΑΝ, εξάλλου ολοκλήρωσε την επεξεργασία του νέου σχεδίου νόμου, για τις αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς καυσίμων στη χώρα μας. Σύμφωνα με δηλώσεις του κ. Α. Τσοχατζόπουλου, το νομοσχέδιο προωθεί την πλήρη απεξάρτηση των εταιρειών εμπορίας από τα διυλιστήρια, με συγκεκριμένες ρυθμίσεις για το θέμα της τήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας. Παράλληλα, υπάρχουν αυστηρότατες κυρώσεις για τις περιπτώσεις της νοθείας και του λαθρεμπορίου, ενώ θεσπίζονται κίνητρα για συγχωνεύσεις εταιρειών εμπορίας, για τη δημιουργία αποθηκευτικών χώρων και για την κατασκευή νέων αγωγών. Το σχέδιο νόμου κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή. Τέλος, ο υπουργός Ανάπτυξης ανακοίνωσε το χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση του διαγωνισμού εξεύρεσης στρατηγικού συμμάχου των ΕΛ.ΠΕ. Στις 8 Μαρτίου αποστέλλεται στους υποψηφίους η πρόσκληση για την υποβολή δεσμευτικών προσφορών, ενώ η επιλογή του επικρατέστερου αναμένεται να ολοκληρωθεί έως τα τέλη Απριλίου. Απαντώντας σε αντίστοιχες ερωτήσεις, ο κ. Α. Τσοχατζόπουλος δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεν εξετάζει την επίσπευση της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρισμού για την οικιακή κατανάλωση, ένα αίτημα που έχει διατυπωθεί από μερίδα ιδιωτών επενδυτών, ενώ υπογράμμισε ότι υπάρχει η πρόθεση για επιτάχυνση της απελευθέρωσης της αγοράς φυσικού αερίου, νωρίτερα από το 2006.

Διαβάστε ακόμα