Το Μάρτιο του 1936 η Γερμανία διακινδύνευσε μια πρωτοφανή στα διπλωματικά χρονικά «Μπλόφα»: Παραβίασε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών στέλνοντας στρατιωτικές δυνάμεις στη Ρηνανία που είχε κηρυχθεί Αποστρατιωτικοποιημένη Ζώνη, χωρίς να διαθέτει τη στρατιωτική ισχύ για να αντιμετωπίσει εισβολή γαλλικών δυνάμεων και χωρίς να έχει διασφαλίσει ανοχή και πολύ περισσότερο υποστήριξη από κάποια ευρωπαϊκή δύναμη

Το Μάρτιο του 1936 η Γερμανία διακινδύνευσε μια πρωτοφανή στα διπλωματικά χρονικά «Μπλόφα»: Παραβίασε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών στέλνοντας στρατιωτικές δυνάμεις στη Ρηνανία που είχε κηρυχθεί Αποστρατιωτικοποιημένη Ζώνη, χωρίς να διαθέτει τη στρατιωτική ισχύ για να αντιμετωπίσει εισβολή γαλλικών δυνάμεων και χωρίς να έχει διασφαλίσει ανοχή και πολύ περισσότερο υποστήριξη από κάποια ευρωπαϊκή δύναμη.

Το Βερολίνο κέρδισε την «μπλόφα» γιατί επιβεβαιώθηκε το βασικό του στοίχημα, η αδράνεια της Γαλλίας που βρισκόταν σε προεκλογική εκστρατεία που μύριζε εμφύλιο πόλεμο, με το Λαϊκό Μέτωπο Σοσιαλιστών - Κομμουνιστών - Ριζοσπαστών να βαδίζει προς τη νίκη και τη Δεξιά να «φλερτάρει» ακόμη και με σενάρια εκτροπής από τη νομιμότητα για να κρατηθεί στην εξουσία.

Εβδομήντα τέσσερα χρόνια ένα παρόμοιο σκηνικό μοιάζει να έχει διαμορφωθεί:

Η Μέρκελ προωθεί τη μετατροπή της Ευρωζώνης σε γερμανική Ευρώπη, έχοντας οδηγήσει τη χώρα σε πρωτοφανή ευρωπαϊκή απομόνωση, όπως επισημαίνει το Spiegel στο τελευταίο του φύλλο, αλλά και προκαλέσει μια επίθεση των αγορών, τη δεύτερη μέσα σε λίγους μήνες, που παρ' ολίγο να οδηγήσει σε εκτός ελέγχου Ντόμινο.

Η σκληρή ρητορική της καγκελαρίου είναι αναντίστοιχη με τους πραγματικούς συσχετισμούς, καθώς ένα ντόμινο δημοσιονομικής κατάρρευσης του νότου, και πολύ περισσότερο της Ευρωζώνης συνολικά, θα είχε καταστροφικές συνέπειες για το Βερολίνο.

Αν ο νότος της Ευρωζώνης και η Ιρλανδία βλέπουν τη γερμανική πολιτική να τους οδηγεί σε αδιέξοδο, οι τρεις βόρειες χώρες που συμφωνούν με τη σκληρή δημοσιονομική διαχείριση που θέλει να επιβάλει το Βερολίνο, η Φινλανδία, η Σουηδία και η Ολλανδία έχουν εξοργισθεί από την ευκολία με την οποία η Μέρκελ αντήλλαξε με τον Σαρκοζί στην Ντοβίλ, στις 18 Οκτωβρίου, την εγκατάλειψη της αυτόματης επιβολής στέρησης δικαιώματος ψήφου στους παραβάτες του Συμφώνου Σταθερότητας, με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα (ελεγχόμενη χρεοκοπία) στις μελλοντικές διασώσεις των χωρών που θα προσφεύγουν στο μόνιμο Μηχανισμό Στήριξης.

Οι αναλογίες μέχρι αυτό το σημείο είναι σαφέστατες: Η Γερμανία εδώ και μήνες απειλεί είτε να αφήσει να χρεοκοπήσουν χώρες - μέλη της ΟΝΕ, είτε να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη, απειλές χωρίς αντίκρισμα, που δεν είναι παρά «μπλόφες» για να εκβιάσει αλλαγές στη διαχείριση του κοινού νομίσματος που απορρίπτει η συντριπτική πλειοψηφία των εταίρων της, αλλά και το σύνολο της ευρωπαϊκής ηγεσίας.

Μόνο της έρεισμα η Γαλλία, όπου ο Σαρκοζί ύστερα από μια επιθετική αντιγερμανική ρητορική το πρώτο εξάμηνο έκανε στροφή 180 μοιρών έχοντας συμπεράνει ότι σύγκρουση με το Βερολίνο θα επιδεινώσει δραματικά την απόκλιση των οικονομικών επιδόσεων της χώρας απέναντι στη Γερμανία, θα οδηγήσει σε υποβάθμιση την πιστοληπτική αξιοπιστία, σε εκτίναξη τα spread δανεισμού.

Αν, δηλαδή, το 1936 η απερχόμενη κυβέρνηση της Δεξιάς στη Γαλλία αδράνησε στην Ρηνανία γιατί είχε ως κύριο μέτωπο την επερχόμενη Αριστερά, σήμερα η επίσης απερχόμενη - σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- Δεξιά του Σαρκοζί εκτιμά ότι η γερμανική Ευρώπη θα έχει μικρότερο κόστος από τον κίνδυνο μιας δημοσιονομικής κρίσης όμοιας με αυτή που πλήττει τον νότο.

Παραβλέπει σήμερα, όπως και το 1936, ότι το συνολικό κόστος της υποταγής στο Βερολίνο - πολιτικό και κοινωνικό- μπορεί να αποδειχθεί πολλαπλάσιο της σύγκρουσης με το γερμανικό ηγεμονισμό.

Ο φόβος για ντόμινο
Η σκληρή ρητορική της καγκελαρίου είναι αναντίστοιχη με τους πραγματικούς συσχετισμούς, καθώς ένα ντόμινο δημοσιονομικής κατάρρευσης του νότου θα είχε καταστροφικές συνέπειες για το Βερολίνο.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 15/12/2010)