Το δημοσιονομικό πρόγραμμα στήριξης προσπαθεί να αντιμετωπίσει το διπλό έλλειμμα της χώρας: το δημοσιονομικό έλλειμμα και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών χρηματοδοτείται με εισροές χρήματος από το εξωτερικό, είτε με μεταφορές, είτε με χρέος. Δηλαδή το έλλειμμα τρεχουσών δρα ενισχυτικά του δημοσιονομικού ελλείμματος. 'Αρα ένα επιτυχημένο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής πρέπει να χτυπήσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών
Το δημοσιονομικό πρόγραμμα στήριξης προσπαθεί να αντιμετωπίσει το διπλό έλλειμμα της χώρας: το δημοσιονομικό έλλειμμα και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. 

Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών χρηματοδοτείται με εισροές χρήματος από το εξωτερικό, είτε με μεταφορές, είτε με χρέος. Δηλαδή το έλλειμμα τρεχουσών δρα ενισχυτικά του δημοσιονομικού ελλείμματος. 'Αρα ένα επιτυχημένο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής πρέπει να χτυπήσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Το έλλειμμα αυτό είναι σε μεγάλο ποσοστό η διάφορα εισαγωγών μείον εξαγωγών. Ή αλλιώς μια χώρα αντιμετωπίζει έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών όταν για ένα συγκεκριμένο ΑΕΠ παράγει λιγότερα προϊόντα και υπηρεσίες από αυτές που χρειάζεται. 

Συνεπώς είτε θα πρέπει να παράγουμε περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες εντός Ελλάδος ή να μειώσουμε συνολικά την ζήτηση τους ώστε να αρκούν για το συγκεκριμένο εισόδημα.

Μέχρι στιγμής η στρατηγική της εσωτερικής υποτίμησης χτυπάει την ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες. Είναι αναγκαία, αλλά όχι ικανή, συνθήκη επιτυχίας του προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης. 

Τα τελευταία τριάντα χρόνια, το ελληνικό κράτος κάνει ό,τι είναι δυνατό για να καταστρέψει την παράγωγη αγαθών και υπηρεσιών. Σε αντίθεση με τα κοινώς λεγόμενα, οι ελληνικές επιχειρήσεις υπερφορολογούνται. Ας δει κάνεις τους φόρους διανεμομένων κερδών: 40% για την Ελλάδα, έναντι 11% και 10% για Κύπρο και Βουλγαρία. 

Σύμφωνα με στοιχειά του ΟΟΣΑ, από το 1975 έως σήμερα η φορολογία ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει διπλασιαστεί, από το 17% περίπου στο 34%. Με το χρέος να έχει υπερδιπλασιαστεί στην ίδια περίοδο! Δεν υπάρχει γραμμική σχέση που να συνδέει την φορολογία με το χρέος: η αύξηση της φορολογίας στην Ελλάδα συνοδεύτηκε με υπερδιπλασιασμό του χρέους. Κι αυτό γιατί στην Ελλάδα υπάρχει το άγιο δισκοπότηρο του δημοσίου, το οποίο θα πρέπει να υπηρετεί η κοινωνία! Ακόμα και η κοινωνία θα πρέπει να θυσιάζει τους πόρους της για να σιτίζονται κοντά στο 1,000,000 προνομιούχοι.

Η οικονομική θεωρία μας λέει πως το εισόδημα μεσοπρόθεσμα δεν είναι αποτέλεσμα της ζήτησης, αλλά της προσφοράς αγαθών. Η παράγωγη είναι αυτή που καθορίζει το εισόδημα και όχι η ζήτηση για αγαθά. 

Στην Ελλάδα, λαϊκιστικά δώσαμε βαρύτητα στην τεχνητή ζήτηση αγαθών, μετατρέποντας το δημόσιο σε γραφείο ευρέσεως εργασίας με χρέος, διευρύνοντας το διπλό έλλειμμα, αντί να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις δημιουργίας αγαθών και υπηρεσιών. Σήμερα που έρχεται η ώρα της πληρωμής, λαϊκιστικά οι πολιτικές δυνάμεις χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για την επερχόμενη σμίκρυνση του δημοσίου. Ο μπαμπούλας των απολύσεων και τα φτηνά επιχειρήματα περί μείωσης της αγοραστικής δύναμης των δημοσίων υπάλληλων καλούν στο να αφήσουμε τα πράγματα όπως είναι. Αγνοούν όμως ότι εφόσον ο δημόσιος τομέας δεν παράγει αγαθά και υπηρεσίες, σε ένα σταθερό ΑΕΠ τα κόστη του πρέπει να καλυφθούν με αναδιανομή από τον ιδιωτικό τομέα. Δηλαδή εις βάρος της παράγωγης αγαθών και υπηρεσιών, κάτι που διευρύνει το διπλό έλλειμμα.

Αυτή τη στιγμή, σε μειούμενο μάλιστα ΑΕΠ, το παιχνίδι είναι μηδενικού αθροίσματος. Οτιδήποτε αναδιανέμεται στο δημόσιο, είναι εις βάρος του ιδιωτικού τομέα. Χειρότερα, λόγω διαφορικής παραγωγικότητας, τα κόστη ευκαιρίας εκτοξεύονται. Η μείωση της αγοραστικής δύναμης των δημοσίων υπαλλήλων με μειώσεις των μισθών τους ή απολύσεις είναι στην χειρότερη περίπτωση 1-1 με την οριακή αύξηση της ωφελείας του ιδιωτικού τομέα λόγω χαμηλότερης φορολογίας που θα απαιτηθεί για να χρηματοδοτηθούν οι μισθοί στο δημόσιο. Και αυτό είναι απλό να το καταλάβει κάνεις. Εφόσον δεν παράγονται νέα αγαθά και υπηρεσίες, τα χρήματα που καρπώνεται το δημόσιο είναι προϊόν αναδιανομής και όχι παραγωγής. 

Στο τελείως ακραίο σενάριο, όσοι κόπτονται για την αγοραστική δύναμη των δημοσίων εφόσον η ζήτηση τους δημιουργεί εισόδημα, θα πρέπει να προτείνουν η φορολογία στον ιδιωτικό να αυξάνει (!) Αλλά αυτό πάει κόντρα στην καμπύλη του Λαφέρ (Laffer), δηλαδή η φορολογία έχει μειωμένες αποδόσεις όσο αυξάνει πέραν ενός σημείου.

Και μάλλον ο κύριος Στρoς-Καν (Strauss-Kahn) θα έπρεπε κατά την επίσκεψή του να ακούσει από τις πολιτικές δυνάμεις -τουλάχιστον σε όσες έχει απομείνει υπευθυνότητα- το πώς το πρόγραμμα στήριξης θα μπορέσει να στεγάσει μέτρα υπέρ της αύξησης της παράγωγης αγαθών και υπηρεσιών. Ή αλλιώς μια επαναδιαπραγμάτευση του προγράμματος, με επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής (κάτι με το οποίο το ΔΝΤ ήταν υπέρ εξαρχής σε αντίθεση με την ΕΕ) του δανεισμού, με μείωση φόρων, δραστική μείωση του δημοσίου τομέα (ναι και με απολύσεις) και χτύπημα του διπλού ελλείμματος.

Η λύση για το οικονομικό πρόβλημα της χώρας είναι ένας συνδυασμός εσωτερικής υποτίμησης μαζί με χτύπημα του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών. 

Βραχυχρόνια η ζήτηση θα πέσει (εσωτερική υποτίμηση), μεσοπρόθεσμα όμως οι χαμηλότεροι φόροι, η μείωση της γραφειοκρατίας και οι χαμηλότερες τιμές ισορροπίας θα αποδώσουν. Οι ξένοι επενδυτές και οι επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα θα ξεκινήσουν να επενδύουν.

(Ο Νίκος Γεωργιόπουλος είναι οικονομολόγος, υποψήφιος διδάκτωρ χρηματοοικονομικών στο πανεπιστήμιο της Βιέννης)

(από www.ppol.gr, 21/12/2010)