Πριν από είκοσι χρόνια, η γκλάσνοστ του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ έφερε το τέλος της ΕΣΣΔ. Φέτος, η κυβέρνηση του Ντμίτρι Μεντβέντεφ και του Βλαντιμίρ Πούτιν έθεσε σε εφαρμογή μια νέα στρατηγική ανοιγμάτων. Μόνο που αυτή τη φορά στηρίζονται στην οικονομική γκλάσνοστ για να προσελκύσουν τις επενδύσεις που η Ρωσία χρειάζεται προκειμένου να διαφοροποιήσει την οικονομία της από το πετρέλαιο και να αναδομήσει τις γερασμένες της υποδομές.

Πριν από είκοσι χρόνια, η γκλάσνοστ του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ έφερε το τέλος της ΕΣΣΔ. Φέτος, η κυβέρνηση του Ντμίτρι Μεντβέντεφ και του Βλαντιμίρ Πούτιν έθεσε σε εφαρμογή μια νέα στρατηγική ανοιγμάτων. Μόνο που αυτή τη φορά στηρίζονται στην οικονομική γκλάσνοστ για να προσελκύσουν τις επενδύσεις που η Ρωσία χρειάζεται προκειμένου να διαφοροποιήσει την οικονομία της από το πετρέλαιο και να αναδομήσει τις γερασμένες της υποδομές.

Ελπίζουν επίσης ότι οι ανοικτές πόρτες θα λειτουργούν αμφίδρομα, καθώς οι ρωσικές εταιρείες αναζητούν στρατηγικούς δεσμούς με τους μεγάλους ομίλους, ιδίως στην Ευρώπη. Αυτό βρίσκεται πίσω από την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να βελτιώσει τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τη Ρωσία οι ξένοι επενδυτές, οι νομοθέτες και οι μεγάλες επιχειρήσεις. Επίσης, εξηγεί το γιατί η χώρα είναι τόσο πρόθυμη να φιλοξενήσει αθλητικές διοργανώσεις όπως το Παγκόσμιο Κύπελλο και την φόρμουλα ένα, και γιατί μετά από 17 χρόνια διστακτικότητας βιάζεται να εισέλθει στον ΠΟΕ το 2011. Η Ρωσία χρειάζεται το κεφάλαιο και την τεχνογνωσία των δυτικών επιχειρήσεων ώστε να απεξαρτηθεί από το πετρέλαιο. Για τους λόγους αυτούς, η σύγχρονη οικονομική γκλάσνοστ είναι πραγματική και θα διατηρηθεί.

Το 1,5 τρις δολάρια που αποκόμισε η Ρωσία από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων από το 2000 και μετά, της επέτρεψε να εξέλθει από την χαοτική δεκαετία του 1990 και να δημιουργήσει μια ισχυρή εγχώρια οικονομία με όχημα την κατανάλωση. Οι Ρώσοι δαπανούν περίπου 50 δις δολάρια κάθε μήνα σε καταναλωτικά αγαθά και το μέγεθος αυτό αυξάνεται κατά 5% ετησίως. Επιπρόσθετα, η χώρα βρίσκεται καθ’ οδόν για να φτάσει πωλήσεις 2 εκατ. ετησίως στα αυτοκίνητα. Αλλά σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός χρειάζεται μια τιμή πετρελαίου στα 90 δολάρια ώστε να είναι ισοσκελισμένος. Οι περισσότερες από τις δαπάνες του αφορούν τα κοινωνικά προγράμματα, για τις συντάξεις και για τους μισθούς του δημοσίου. Καμία κυβέρνηση στον κόσμο δεν μπορεί να μειώσει αυτές τις δαπάνες δίχως να διακινδυνεύσει την αύξηση της αστάθειας στο εσωτερικό.

Με την σημερινή τιμή του πετρελαίου, δεν απομένουν πόροι για τη χρηματοδότηση επεκτατικών σχημάτων ή για την ανάπτυξη των υποδομών. Το συνολικό κόστος των υποδομών για την επόμενη πενταετία υπολογίζεται στα 500 δις δολάρια. Οι ιδιωτικοποιήσεις αναμένεται να καλύψουν μόλις το 10% αυτού του ποσού. Τα υπόλοιπα θα πρέπει να προέλθουν από την επέκταση της συνεργασίας μεταξύ του κράτους και των ιδιωτών, από τις ξένες επενδύσεις και από τον δανεισμό. Όλες αυτές οι κατηγορίες βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα σήμερα, με τις ξένες επενδύσεις να κυμαίνονται στο 1% του ΑΕΠ φέτος. Η Ρωσία όμως έχει τη δυνατότητα να δανειστεί, αφού ο λόγος του χρέους της ως προς το ΑΕΠ βρίσκεται χαμηλότερα του 11%.

Οι Ευρωπαίοι νομοθέτες και επενδυτές που δεν ασχολούνται με τις πρώτες ύλες, είναι σκεπτικοί απέναντι στη Ρωσία, κάτι το οποίο δεν εκπλήσσει αν αναλογιστούμε τα αρνητικά πρωτοσέλιδα της τελευταίας δεκαετίας. Αυτούς ακριβώς πρέπει να πείσει η Ρωσία ότι είναι πλέον πιο ανοικτή και καλωσορίζει τις στρατηγικές επενδύσεις, ιδίως στους τομείς εκείνους που πρέπει να αναπτυχθούν. Στην κατανάλωση, δεν υπάρχουν νομικά ή διοικητικά εμπόδια, όπως φανέρωσε η πρόσφατη συμφωνία με την PepsiCo και την Thomas Cook. Και αυτό ισχύει για αρκετούς από τους 42 στρατηγικούς κλάδους της χώρας και στα σχέδια υποδομής. Ομοίως, η κυβέρνηση συνεχίζει να αναστατώνεται από τα εμπόδια που εντοπίζει στην Ευρώπη για τις ρωσικές εταιρείες. Ο κ. Μεντβέντεφ υπογράμμισε το εν λόγω ζήτημα στην ομιλία του στο G20. Η δημιουργία στρατηγικών δεσμών είναι το κλειδί για ταχείες βελτιώσεις στην εγχώρια βιομηχανία. Για παράδειγμα, η συμφωνία της Renault- Nissan με την AvtoVAZ είναι μια καλή περίπτωση. Η Ρωσία επιθυμεί να δημιουργήσει περισσότερες τέτοιες σχέσεις μέσω των κοινοπραξιών.

Η κυβέρνηση έχει μπροστά της μια σκληρή μάχη ώστε να αλλάξει την αρνητική εικόνα της χώρας και να καθαρίσει τα νομικά και διοικητικά εμπόδια που παραμένουν. Μια πιο ήπια εξωτερική πολιτική, η συμμετοχή στον ΠΟΕ, η φιλοξενία αθλητικών διοργανώσεων και η εκστρατεία δημοσίων σχέσεων θα βοηθήσουν, αλλά για μια μόνιμη μακροπρόθεσμη αλλαγή χρειάζεται μείωση της διαφθοράς και της κόκκινης κορδέλας, καθώς και η αναβάθμιση της αξιοπιστίας του νομικού συστήματος.

Ευτυχώς, η κυβέρνηση έχει ξεκινήσει τη διαδικασία αυτή – κυρίως επειδή δεν έχει άλλη επιλογή για την επιβίωσή της. Εφόσον το πετρελαϊκό πλεονέκτημα έχει πλέον σχεδόν εξαντληθεί, η Ρωσία τώρα χρειάζεται επενδύσεις. Αν η χώρα αποτύχει να προσελκύσει το κεφάλαιο και παραμείνει εξαρτημένη από το πετρέλαιο και το αέριο, αυτό θα οδηγήσει σε επίπεδα ανάπτυξης του 2,5-3%. Η Ρωσία χρειάζεται όμως μια ανάπτυξη 5% τουλάχιστον. Και αυτό θα συμβεί μέσω των επενδύσεων. Όπως και 20 χρόνια πριν, η γκλάσνοστ δεν ήταν μια επιλογή. Ήταν μια αναγκαιότητα.