Του Κ. Ν. Σταμπολή
Ενώ οι αυξήσεις στα καύσιμα στην εγχώρια αγορά -όπου το ένα λίτρο αμόλυβδης φλερτάρει πλέον με το 1 ευρώ- οφείλονται εν πολλοίς σε κερδοσκοπία, η οποία απ’ ότι φαίνεται υποκινείται από ένα μικρό τμήμα της αγοράς, η αύξηση των τιμών στις διεθνείς αγορές είναι αποτέλεσμα πιο ουσιαστικών και βαθύτερων λόγων. Έτσι την εβδομάδα που πέρασε οι τιμές ποικιλιών Brent και WTI εκτινάχθηκαν κυριολεκτικά στα 37 δολ/βαρέλι. και 40 δολ/βαρέλι αντίστοιχα αγγίζοντας τις υψηλότερες τιμές των τελευταίων 13 ετών και έχοντας σημειώσει άνοδο 19% από την αρχή του χρόνου. Εκτιμήσεις ξένων αναλυτών ομιλούν για συνέχιση των αυξητικών τάσεων και δεν αποκλείουν ότι πριν τα τέλη Μαΐου οι τιμές θα έχουν ξεπεράσει τα 40 δολ./βαρέλι. Βέβαια η ανοδική πορεία των διεθνών τιμών είχε ήδη αρχίσει εδώ και ένα χρόνο με εμφανή την σημερινή εξέλιξη, ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο, όπως είχαμε επισημάνει τότε σε σχετική αρθρογραφία μας στην «Κ». Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ένας συνδυασμός βασικών παραγόντων (τα γνωστά fundamentals) διαμορφώνουν τις τάσεις στις αγορές και αυτήν την εποχή υπαγορεύουν μια ανοδική πορεία, με απώτερο προορισμό την μετάβαση σε ένα πιο υψηλό επίπεδο διακύμανσης τιμών. Οι παράγοντες αυτοί, που πιέζουν τις διεθνείς τιμές και που κατά τα φαινόμενα θ’ εξακολουθήσουν ν’ ασκούν βαρύνουσα επιρροή, είναι οι εξής: (α) Κατ’ αρχάς παρατηρείται αυξημένη ζήτηση από τις μεγάλες οικονομίες του πλανήτη πρωτίστως από τις αγορές των ΗΠΑ, Κίνας και ασφαλώς από την Ευρωπαϊκής Ενωση. Για δεύτερη συνεχή χρονιά συνεχίζεται η ανάκαμψη της οικονομίας των ΗΠΑ η οποία για φέτος αναμένεται ν’ αναπτυχθεί με ρυθμό 4.4% έναντι 3.3% το 2003 έχοντας για τα καλά ξεπεράσει την ύφεση του 2001/2002. Ακολουθεί η Ιαπωνία με αύξηση 2.1% και τα κράτη της Ευρωζώνης με 1.8% ενώ η οικονομία της Κίνας εξακολουθεί ν’ αναπτύσσεται με εκρηκτικούς ρυθμούς με εκτίμηση για 8.5% εφέτος. Ακολουθεί η Ινδία με ρυθμούς 5-6%. Σύμφωνα με στοιχεία της World Bank η παγκόσμιος οικονομία αναμένεται ν’ αναπτυχθεί σε ρυθμό 3.5% το 2004 έναντι 2.5% το 2003 και 1.9% το 2001. Η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας σημαίνει μεγαλύτερη ζήτηση για ενέργεια και πιο συγκεκριμένα για πετρέλαιο. Χώρες όπως η Ν. Κορέα, η Ινδία, η Κίνα και η Βραζιλία έχουν αυξήσει θεαματικά τις εισαγωγές αργού την τελευταία δεκαετία, και σύμφωνα με εκτιμήσεις διεθνών οίκων θα συνεχίσουν να εισάγουν ολοένα και περισσότερο πετρέλαιο τα αμέσως επόμενα χρόνια. Άρα από το μέτωπο της ζήτησης δεν αναμένεται κάποια κάμψη. (β) Στον χώρο της προμήθειας πετρελαίου την πρωτοβουλία των κινήσεων έχει και πάλι ο Οργανισμός Πετρελαιοεξαγωγικών Κρατών (ΟΠΕΚ) ο οποίος αν και ευθύνεται μόνο για το 31.5% της παγκόσμιας παραγωγής, η οποία κυμαίνεται μεταξύ 80.0-82.0 εκ. βαρέλια ανά ημέρα, έχει καταφέρει να χειραγωγήσει την αγορά, συμπεριφερόμενο ως γνήσιο καρτέλ, αυξάνοντας ή μειώνοντας την παραγωγή των κρατών-μελών ανάλογα με το που επιθυμεί να οδηγήσει την τιμή. Αυτήν την περίοδο ο ΟΠΕΚ φαίνεται αποφασισμένος να ξεφύγει από την αυτοεπιβεβληθείσα ζώνη διακύμανσης των 22-28 δολ/βαρέλι και να καθιερώσει μία νέα άνω των 30 δολ/βαρέλι ζώνη. Ιδιαίτερα σημαντικός κρίνεται ο ρόλος της Σαουδικής Αραβίας η παραγωγή της οποίας καλύπτει το 10% της παγκόσμιας ζήτησης. Η Σ. Αραβία επιθυμεί να κρατήσει για ένα διάστημα υψηλά τις τιμές για να μπορεί ν’ αποπληρώνει το υψηλό δημόσιο χρέος της και να εκσυγχρονίσει την οικονομία της (διευρύνοντας την παραγωγική της βάση) η οποία σήμερα εξαρτάται από το πετρέλαιο κατά 90%. (γ) Πέρα από τους αυτοπεριορισμούς του ΟΠΕΚ, που έτσι και αλλιώς κρατά την παραγωγή σε χαμηλά επίπεδα, παρατηρούνται και άλλες δυσλειτουργίες στο παγκόσμιο παραγωγικό σύστημα, όπου σημειώνεται μειωμένη παραγωγή σε χώρες όπως η Νιγηρία, η Βενεζουέλα και Ινδονησία λόγω τοπικών ταραχών και άλλων συναφών προβλημάτων. Παράλληλα η Ρωσία, της οποίας η παραγωγή έχει ξεπεράσει τα 6.5 εκατ. βαρ./ημέρα, δεν φαίνεται διατεθειμένη ν’ αυξήσει περαιτέρω την παραγωγή της προτιμώντας να βάλει μία τάξη στον πετρελαϊκό τομέα και να θέσει (η κυβέρνηση Πούτιν) υπό πλήρη φορολογικό έλεγχο τις μεγάλες εταιρείες της (π.χ. Lukoil, Yukos, Sibneft). (δ) Η συνεχιζόμενη έκρυθμη κατάσταση στο Ιράκ, και οι συνεχείς πλέον επιθέσεις τρομοκρατών της Αλ Κάιντα σε πετρελαϊκές εγκαταστάσεις, όχι μόνο στο Ιράκ αλλά τώρα και εντός της ίδιας της Σ. Αραβίας, έχουν δημιουργήσει μεγάλη αβεβαιότητα στις αγορές και έχουν εντείνει τις ανησυχίες για την απρόσκοπτη παραγωγή αργού στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Η νευρικότητα αυτή έχει οδηγήσει σε μεγαλύτερη από την κανονική ζήτηση και εντολές για αγορά φορτίων ακόμη και σε υψηλές τιμές. Συγκυριακοί Παράγοντες Τέλος, υπάρχουν συγκυριακοί παράγοντες οι οποίοι και αυτοί με την σειρά τους επηρεάζουν σε μεγάλο ποσοστό την διαμόρφωση της τελικής τιμής των διαφόρων προϊόντων. (i) H ισοτιμία ευρώ-δολαρίου η οποία έχει μεταβληθεί εις βάρος του ευρώ τις τελευταίες εβδομάδες, επηρεάζει πλέον αρνητικά τις εισαγωγές πετρελαίου στην ευρωζώνη, με τις αυξήσεις στις διεθνείς τιμές να μεταφέρονται σχετικά γρήγορα στον καταναλωτή. (ii) Υπολογίζεται ότι η τιμή του αργού συμπεριλαμβάνει αυτήν την χρονική περίοδο 4-5 δολ., ανά βαρέλι περιθώριο κερδοσκοπίας, σαν αποτέλεσμα της υψηλής χρηματιστηριακής ζήτησης που έχει διαμορφωθεί για συμβόλαια αργού στις αγορές εμπορευμάτων ΝΥΜΕΧ και ΙΡΕ. (iii) Παρατηρείται αυξημένη ζήτηση αργού, χαμηλού θείου, από τα διυλιστήρια στις ΗΠΑ λόγω των νέων και αυστηρών περιβαλλοντικών προδιαγραφών (π.χ. κατάργηση ΜΤΒΕ) σε ορισμένες πολιτείες που ισχύουν από φέτος. (iv) Αρκετά διυλιστήρια σε Ευρώπη και ΗΠΑ ήσαν κλειστά τους τελευταίους μήνες λόγω εργασιών συντήρησης και εκσυγχρονισμού. Για όλους τους ανωτέρω λόγους δεν είναι ορατή μία ραγδαία αποκλιμάκωση των διεθνών τιμών στο άμεσο μέλλον. Το πλέον πιθανό είναι ότι οι διεθνείς τιμές θα οδηγηθούν σε νέα υψηλά επίπεδα σύντομα και δεν είναι λίγοι, από τους ξένους traders, οι οποίοι προεξοφλούν τιμές 50 δολ/βαρέλι στην προθεσμιακή αγορά NYMEX της Νέας Υόρκης για συμβόλαια Ιουλίου/ Αυγούστου. Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι μετά την χθεσινή απόφαση της Σ. Αραβίας να ζητήσει επίσημα από τον ΟΠΕΚ την μη υλοποίηση της μείωσης παραγωγής των 1.0 εκ. βαρέλι/ημερ. που είχε αποφασισθεί τον περασμένο Φεβρουάριο, οι διεθνείς τιμές θα σημειώσουν κάμψη, έστω και πρόσκαιρη (Ήδη, το Brent εκινείτο στα 35,80 δολ/βαρέλι στο Λονδίνο χθες το απόγευμα) Σε αυτό θα συντείνει και η επαναλειτουργία ορισμένων διυλιστηρίων προς τα τέλη του μηνός, γεγονός που θα επιτρέψει μια πιο ομαλή τροφοδοσία της αγοράς με προϊόντα. Όμως δεν είναι καθόλου βέβαιο για πόσο χρονικό διάστημα θα επικρατήσουν μειωμένες τιμές, πριν εκδηλωθούν εκ νέου πιέσεις προς τα άνω από έναν ή και αρκετούς από τους ανωτέρω βασικούς παράγοντες. Πετρέλαιο στην Ελλάδα Πέρα από τον εμφανή εκνευρισμό που έχει επιφέρει στην κυβέρνηση η απότομη αύξηση των τιμών πετρελαιοειδών τις τελευταίες εβδομάδες, που συνέπεσε με την αρχή της κυβερνητικής θητείας, και με έκδηλη την ανησυχία για τις επιπτώσεις στον πληθωρισμό, η παρούσα χρονική περίοδος είναι κατάλληλη για αναζωπήρωση του ενδιαφέροντος για την έρευνα και ανάπτυξη πετρελαϊκών κοιτασμάτων στην Ελλάδα. Με τις διεθνείς τιμές στα 38-40 δολ/βαρέλι, αρχίζουν να είναι οικονομικά μικρά και μεγάλα κοιτάσματα που έχουν εντοπισθεί κατά καιρούς τόσο στο Αιγαίο (π.χ. Δυτική Θάσος, Θερμαϊκός, Νότιος Κρήτη) όσο και στο Ιόνιο (π.χ. Κατάκολο). Για να προχωρήσουν όμως οι έρευνες απαιτείται η διενέργεια διεθνούς διαγωνισμού για ένα νέο γύρο παραχωρήσεων. Η διαδικασία προς το παρόν σκοντάφτει στις αρμοδιότητες, τις οποίες η κυβέρνηση Σημίτη είχε εκχωρήσει πλήρως στα ΕΛΠΕ, τα οποία όμως πλέον, με την σημερινή τους μετοχική σύνθεση, δεν νομιμοποιούνται να διεξάγουν διεθνείς διαγωνισμούς για παραχωρήσεις. Για να μπορέσει να οργανωθεί ένας νέος γύρος παραχωρήσεων οι αρμοδιότητες πρέπει, να επιστρέψουν στο Υπουργείο Ανάπτυξης. Με τις σημερινές υψηλές τιμές πετρελαίου η Ελλάδα μπορεί να εκμεταλλευθεί την διεθνή συγκυρία και να αναπτύξει εκ νέου τον τομέα έρευνας και παραγωγής πετρελαίου, παρατηρούν ειδικοί επιστήμονες του χώρου. Παρά τα μέχρι σήμερα πτωχά αποτελέσματα, γεωλογικά και γεωφυσικά στοιχεία μαρτυρούν ότι η Ελλάδα έχει πετρέλαιο και μάλιστα σε αρκετή ποσότητα για να καλύψει τις δικές της ανάγκες.