Γράφει ο Θ. Σκυλακάκης
Την 1η Μαΐου του 2004 η Ευρώπη απέκτησε δέκα νέα μέλη, τα περισσότερα των οποίων ανήκαν μέχρι το 1989 στο τέως σοβιετικό μπλοκ. Επρόκειτο για μια καθοριστική στιγμή στην ιστορία της ηπείρου μας. Μια στιγμή που αν την προέβλεπε κανείς πριν από 20 χρόνια θα τον κατηγορούσαν για έλλειψη σοβαρότητας ή αθεράπευτη αφέλεια. Όταν ανέλαβε την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών ο Ρόναλντ Ρήγκαν αντιμετωπίστηκε από την Ευρώπη και ιδιαίτερα την Ελλάδα της εποχής εκείνης, ως «αφελής» Αμερικανός με μειωμένο ειδικό πολιτικό βάρος. Στα χρόνια της θητείας του χλευάστηκε σε πλήθος περιπτώσεις από τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ και έγινε γνωστός στην αριστερόστροφη –και όχι μόνο- ευρωπαϊκή κοινή γνώμη κυρίως για τις «γκάφες» του. Η πολιτική παράδοση από την οποία προερχόταν ήταν τελείως ξένη προς την ευρωπαϊκή πολιτική κουλτούρα και ελάχιστοι ήταν αυτοί που κατάλαβαν πως τελικά ένας τέως ηθοποιός δεύτερης γραμμής στο Χόλλυγουντ, γυιος περιοδεύοντος πωλητή παπουτσιών, άλλαξε την πορεία του κόσμου και επηρέασε καθοριστικά την σημερινή εικόνα της Ευρώπης. Ακόμα και σήμερα που η Ιστορία έχει ήδη καταγράψει την καθοριστική συμμετοχή του Ρήγκαν, στην Ευρώπη (και ακόμα περισσότερο στην Ελλάδα), δεν έχει συνειδητοποιηθεί τι ακριβώς συνέβη στην δεκαετία του ‘80 και πώς συνέβαλε η πολιτική Ρέηγκαν στην αλλαγή του ρου της ιστορίας. Είναι χρήσιμη μια σύντομη αναδρομή. Στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 κυριαρχούσε στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ η πολιτική της ύφεσης (détente). Οι σοβιετικοί αντιμετωπίζονταν ως μια αναπόφευκτη πραγματικότητα, οι σχέσεις ισχύος μεταξύ Δύσης και Ανατολής στηρίζονταν στο δόγμα της αμοιβαίας καταστροφής και θεωρείτο ένδειξη αφέλειας και κακών τρόπων η υπενθύμιση ότι η μισή ήπειρος βρισκόταν υποταγμένη στον ολοκληρωτισμό ή/ και στην ξένη κατοχή. Ο Ρήγκαν άλλαξε δραστικά την πολιτική αυτή. Αποκάλεσε τους Σοβιετικούς «αυτοκρατορία του κακού» (είπε δηλαδή το αυτονόητο για ένα αδυσώπητο ολοκληρωτικό καθεστώς) και τους ζήτησε να γκρεμίσουν το τείχος που χώριζε την Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Στηριζόμενος στην ισχύ της αμερικανικής οικονομίας επιτάχυνε την κούρσα των εξοπλισμών και ξεκίνησε την πολιτική του «Πολέμου των Άστρων» (Strategic Defence Initiative), η οποία μακροπρόθεσμα θα οδηγούσε στην αχρήστευση του ρωσικού οπλοστασίου. Την ίδια στιγμή στο Ρέυκιαβικ, μετά την ανάδειξη της ηγεσίας Γκορμπατσώφ -και παρά τις συμβουλές όλων των κάθε είδους ειδικών- για να δείξει τις πραγματικές προθέσεις των Αμερικανών, πρότεινε την αμοιβαία κατάργηση του αμερικανικού και του σοβιετικού πυρηνικού οπλοστασίου. Με τρόπο απλό –πολλοί θα έλεγαν απλοϊκό- έπεισε τους Σοβιετικούς ότι θα έχαναν τον πόλεμο που είχαν αρχίσει και ότι οι Αμερικανοί δεν τους απειλούσαν. Ταυτόχρονα αμφισβήτησε το ηθικό υπόβαθρο της σοβιετικής αυτοκρατορίας, κάτι που και οι ίδιοι οι Σοβιετικοί αξιωματούχοι της νεώτερης γενιάς είχαν πλέον συνειδητοποιήσει. Ο απλός αυτός συνδυασμός κινήτρων και αντικινήτρων, αποδείχθηκε αφάνταστα αποτελεσματικότερος από τις «ρεαλιστικές» πολιτικές πολύ «σοφότερων» και «εξυπνότερων» πολιτικών τύπου Κίσσινγκερ και Μπράντ. Ο κομμουνισμός κατέρρευσε. Για περισσότερα από δεκαπέντε χρόνια οι περικοπές εξοπλισμών στις οποίες οδήγησε η πτώση του Τείχους τροφοδοτούν μια πρωτοφανή ανάπτυξη στην Δύση και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, ενώ δεκάδες χώρες σε ολόκληρο τον δεύτερο και τρίτο κόσμο γνώρισαν για πρώτη φορά στην ιστορία τους τα αγαθά της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της οικονομικής ανάπτυξης μέσω της οικονομίας της αγοράς. Η απλή και καθαρή πολιτική σκέψη ενός ιδεαλιστή ηγέτη που πίστευε στην ελευθερία, ήξερε να επικοινωνεί με ειλικρίνεια τους στόχους του και είχε το θάρρος και την ικανότητα να υλοποιεί μια δύσκολη και υψηλού (προσωρινού) κόστους πολιτική, άλλαξε την πορεία του κόσμου και χάραξε τα σύνορα μιας νέας Ευρώπης. Ο κόσμος δεν θα ξεχάσει τον Ρόναλντ Ρήγκαν. (Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ 08/06)