Του Κ. Ν. Σταμπολή
Μέσα στους επόμενους δεκαοκτώ μήνες, αναμένεται ότι θα έχει σχεδόν διπλασιαστεί η εγκατεστημένη αιολική ισχύς στην χώρα μας. Από 410 MW που είναι σήμερα αυτή αισίως θα φθάσει τα 700 MW και ενδεχομένως λίγο πιο πάνω μέχρι το τέλος του 2005 (βλέπε πίνακα). Περί τα 100 MW θα προέλθουν από αιολικά πάρκα ήδη υπό κατασκευή που θα λειτουργήσουν μέχρι τα τέλη του τρέχοντος έτους, ενώ τα υπόλοιπα θα ενταχθούν σταδιακά στο διασυνδεδεμένο σύστημα μέσα στον επόμενο χρόνο. Αυτή είναι μία ιδιαίτερα θετική εξέλιξη αφού σχέδια και κόποι ετών από τους επενδυτές, τους τεχνικούς και τον υπόλοιπο μηχανισμό που εμπλέκεται σε τέτοιου είδους έργα, αρχίζουν επί τέλους να βρίσκουν ανταπόκριση. Είναι γεγονός, παρατηρούν παράγοντες της αιολικής αγοράς, ότι η νέα κυβέρνηση γνωρίζουσα το τεράστιο πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί με την απαράδεκτη χρονοβόρο διαδικασία αδειοδότησης, παρενέβη αποφασιστικά και μέσα σε λίγες εβδομάδες ξεπεράστηκαν σημαντικά γραφειοκρατικά εμπόδια με αποτέλεσμα αρκετές εταιρείες να έχουν ολοκληρώσει τώρα τον κύκλο των απαιτούμενων εγκρίσεων, αδειών και υπογραφών. Βέβαια πολλά μένουν να γίνουν ακόμη προς αυτήν την κατεύθυνση και κυρίως ν’ απλοποιηθεί η δαιδαλώδης, χαώδης και απαράδεκτη αδειοδοτική διαδικασία. Παρά το γεγονός ότι η συμβολή της αιολικής ενέργειας στην κάλυψη των ενεργειακών της χώρας είναι πολύ μικρή, -καλύπτει κάτι λιγότερο του 1% των ετήσιων ενεργειακών αναγκών της χώρας- εν τούτοις η σημασία της είναι δυσαναλόγως μεγάλη αφού στην ουσία είναι η μόνη πραγματικά εναλλακτική (πράσινη) μορφή ενέργειας που είναι άμεσα αξιοποιήσημη σε εμπορική κλίμακα. Όπως προκύπτει από υπολογισμούς της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) από τα 375 MW εγκαταστημένης αιολικής ισχύος στην Ελλάδα το 2003 παρήχθησαν 850 GWhs που ισοδυναμούν με την κατανάλωση 325,000 νοικοκυριών (δηλ. 6.5% επί του συνόλου της πελατείας του οικιακού τομέα της ΔΕΗ) αποτρέποντας την εκπομπή 850.000 τόνων CO2. Την ίδια χρονική περίοδο δηλαδή το 2003, η ΔΕΗ παρήγαγε συνολικά 52,214 GWhs. Δηλαδή η συμμετοχή της αιολικής ενέργειας στην παραγωγή ηλεκτρισμού της χώρας έφθασε 1.6%. O Ρόλος του ΔΕΣΜΗΕ Η προβλεπόμενη αυξημένη χρήση αιολικής ενέργειας αν και θετική από περιβαλλοντικής απόψεως δεν είναι απαραιτήτως το ίδιο θετική για τα δημόσια οικονομικά μας αφού ο ανεξάρτητος Διαχειριστής του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικού Ρεύματος, ο ΔΕΣΜΗΕ καλείται τώρα να καταβάλλει αυξημένα τέλη στους αιολικούς ηλεκτροπαραγωγούς. Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του Ν 2773/99 ο ΔΕΣΜΗΕ αγοράζει την ενέργεια που παράγουν οι ανεξάρτητοι παραγωγοί ΑΠΕ σε τιμές που αντιστοιχούν στο 90% των τιμολογίων της ΔΕΗ. Αυτή η τιμή σήμερα έχει διαμορφωθεί στα 68 € ανά MWh παραγόμενης ενέργειας. Ο ΔΕΣΜΗΕ στην παρούσα περίπτωση δρα ως ενδιάμεσος αφού τα χρήματα που πληρώνει στους αυτοπαραγωγούς από κάπου θα πρέπει να τα εισπράξει. Αυτά τα χρήματα, με μία καθυστέρηση ορισμένων εβδομάδων, τα εισπράττει από την ΔΕΗ, η οποία όμως καταβάλλει στον ΔΕΣΜΗΕ ένα ποσό αγοράς ρεύματος το οποίο διαμορφώνεται βάσει της οριακής τιμής του συστήματος, η οποία αυτήν την εποχή κυμαίνεται μεταξύ 15€ -45€ ανά MWh και διαμορφώνεται στα 30€/ MWh κατά μέσο όρο. Άρα ο ΔΕΣΜΗΕ ζημιώνεται με 38€/ MWh, το οποίο στην πράξη σημαίνει ότι επιδοτεί τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) με 1.5 εκατ. € τον μήνα. Επειδή όμως ο ρόλος του ΔΕΣΜΗΕ δεν είναι η οικονομική στήριξη των ΑΠΕ αλλά η λειτουργία του συστήματος μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας,τίθεται το εύλογο ερώτημα μέχρι πότε ο εν λόγω οργανισμός, ο οποίος δεν διαθέτει απεριόριστα κεφάλαια, θα είναι σε θέση να πληρώνει την «διαφορά για την πράσινη ενέργεια της χώρας. Από την άλλη πλευρά η ΔΕΗ με το δίκαιο της υποστηρίζει ότι βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας δεν μπορεί έτσι αυθαίρετα να πληρώνει ποσά μεγαλύτερα από την οριακή τιμή του συστήματος χωρίς την προοπτική είσπραξης από κάπου της «διαφοράς». Σύμφωνα με κυβερνητικούς παράγοντες υπάρχουν δύο τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος που έχει δημιουργηθεί (α) Ν’ αυξηθεί η οριακή τιμή του συστήματος με αλλαγή του τρόπου υπολογισμού του έτσι ώστε ν’ ανταποκρίνεται περισσότερο προς την σημερινή πραγματικότητα (β) Ν’ αναπροσαρμοσθεί το ειδικό τέλους υπέρ ΑΠΕ που χρεώνει σήμερα η ΔΕΗ στους καταναλωτές μέσω των λογαριασμών τους, δηλ. από 0.6 ανά MWh σε 0.9, όπως προβλέπει εξάλλου η τελευταία πρόταση της ΡΑΕ, ή ακόμα και σε 1€ ανά MWh. Αξίζει ν’ αναφερθεί ότι στα νησιά και σε άλλες περιοχές της χώρας που δεν είναι στο διασυνδεδεμένο ηπειρωτικό σύστημα, δεν υφίσταται αυτό το πρόβλημα αφού η ΔΕΗ πληρώνει απευθείας τους αυτοπαραγωγούς και μάλιστα με αυξημένες τιμές (80€ ανά MWh). Το θέμα που έχει πλέον δημιουργηθεί με τις πληρωμές από τον ΔΕΣΜΗΕ προς τους αιολικούς αυτοπαραγωγούς, εάν δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα, θα οξυνθεί ιδιαίτερα μέσα τους επόμενους 18 μήνες οπότε αναμένεται να συνδεθούν με το σύστημα αρκετά νέα αιολικά πάρκα. Έτσι το 1.5 εκ. € που πληρώνει «διαφορά» τον μήνα ο ΔΕΣΜΗΕ με μαθηματική ακρίβεια θα διπλασιασθεί, δημιουργώντας έτσι στον Διαχειριστή προβλήματα ρευστότητας. Παράγοντες της αγοράς εκφράζουν πλέον τον φόβο ότι η σημερινή τεχνική αδυναμία του ΔΕΣΜΗΕ να πληρώνει τους αιολικούς αυτοπαραγωγούς ίσως χρησιμοποιηθεί από τους πολέμιους των ΑΠΕ ως επιχείρημα για την ανάσχεση της προόδου, που τελικά έχει αρχίσει να σημειώνεται στον τομέα των αιολικών εφαρμογών, μετά από μια μακρά περίοδο απραξίας. Πάντως η προσωρινή αλλά κρίσιμη αυτή δυσκολία που αντιμετωπίζει σήμερα ο ΔΕΣΜΗΕ είναι ενδεικτική του πνεύματος προχειρότητας με το οποίο έχει αντιμετωπισθεί μέχρι σήμερα ο όλος κλάδος της αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα. Η ανάπτυξη των ΑΠΕ και της Αιολικής Ενέργειας ιδιαίτερα, τονίζουν οι ειδικοί του χώρου, προϋποθέτει ένα σταθερό νομικό πλαίσιο και ξεκάθαρες χρηματο-οικονομικές λύσεις που θα επιτρέψουν την ανάπτυξη των επενδύσεων.