Ένας από τους αρχιτέκτονες του ευρώ και υποστηρικτής της ευρωπαϊκής πολιτικής ενοποίησης ζητά ανεξαρτησία της ΕΚΤ, τάσσεται κατά του ευρωομολόγου και προειδοποιεί ότι οι κινήσεις που γίνονται είναι πιθανό να οδηγήσουν σε κατάρρευση της Ε.Ε. Το άρθρο του στους "F.T.".

Ένας από τους αρχιτέκτονες του ευρώ και υποστηρικτής της ευρωπαϊκής πολιτικής ενοποίησης ζητά ανεξαρτησία της ΕΚΤ, τάσσεται κατά του ευρωομολόγου και προειδοποιεί ότι οι κινήσεις που γίνονται είναι πιθανό να οδηγήσουν σε κατάρρευση της Ε.Ε. Το άρθρο του στους "F.T.".

"Η κρίση της ευρωπαϊκής οικονομικής και νομισματικής ένωσης για πολλούς επιβεβαιώνει την αντίληψη ότι καμία νομισματική ένωση δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς πολιτική ενοποίηση. Ήμουν και εγώ μέλος της ομάδας εκείνων που υποστήριζαν ότι θα έπρεπε να είχε προηγηθεί η πολιτική ενοποίηση ή έστω να υλοποιηθεί παράλληλα. Αρκετοί παρατηρητές εκτιμούν ότι τα πολλά μέτρα στήριξης της Ελλάδας είναι ένα βήμα προς την κατεύθυνση της πολιτικής ενοποίησης. Θα έπρεπε, λοιπόν, και εγώ αλλά και όσοι μοιράζονται το ίδιο ευρωπαϊκό όραμα να χαιρόμαστε με αυτές τις εξελίξεις;

Δυστυχώς, όχι.Ο συσχετισμός της αρχικής ιδέας της πολιτικής ένωσης με τις εξελίξεις που διενεργούνται αυτήν την περίοδο είναι θεωρητικά εσφαλμένος και πολιτικά επικίνδυνος.Με λίγα λόγια, η συνεπής θεωρία μιας πολιτικής ένωσης θα έπρεπε να στηρίζεται σε ένα Σύνταγμα, να συνεπάγεται μία ευρωπαϊκή κυβέρνηση, που θα ελέγχεται από ένα ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, το οποίο θα εκλέγεται σύμφωνα με τις δημοκρατικές αρχές.

Αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει τώρα, όμως, είναι κάτι τελείως διαφορετικό.Ολοένα και περισσότερο δημόσιο χρήμα διακυβεύεται για να σωθεί το ευρώ.Η εκτίμηση, όμως, ότι αυτή η διαδικασία θα οδηγήσει στην κατεύθυνση της πολιτικής ενοποίησης εξάγεται από τις αυστηρές προϋποθέσεις που επιβάλλονται στα κράτη τα οποία παραβίασαν τους κανόνες, σε αντάλλαγμα για βοήθεια.Προϋποθέσεις που συνεπάγονται κάποιου είδους ευρωπαϊκό έλεγχο στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών.

Εάν αυτές οι προϋποθέσεις οδηγήσουν σε μεταρρυθμίσεις -κάτι που έπρεπε να έχει γίνει εδώ και καιρό σε ορισμένες χώρες-, τότε είναι ευπρόσδεκτες. Παρ' όλα αυτά, πρέπει να επισημάνω πως η διαβεβαίωση ότι θα γίνουν τα αδύνατα δυνατά ώστε να εξασφαλιστεί ότι μία χώρα θα παραμείνει στην ένωση -ακόμη και αν παραβίαζε κατ’ εξακολούθηση τους κανόνες- δημιουργεί κινδύνους και θέτει τις προϋποθέσεις ακόμη και για πιθανούς εκβιασμούς στο μέλλον.

Οι αποφάσεις που λήφθηκαν στην τελευταία ευρωπαϊκή σύνοδο για την κρίση της 21ης Ιουλίου διευρύνουν σημαντικά την ισχύ του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (EFSF) και δίνουν νέα βοήθεια στην Ελλάδα. Αυξάνεται, έτσι, η ευρωπαϊκή εμπλοκή και σε εσωτερικά εθνικά θέματα.Δεν πρόκειται, όμως, για μία κίνηση στην κατεύθυνση μιας γνήσιας πολιτικής ένωσης.Αντιθέτως, είναι ένα επικίνδυνο βήμα, που μπορεί τελικά να οδηγήσει στη διάσπαση της Ευρώπης.

Οι περισσότεροι παρατηρητές δικαίως ερμηνεύουν την αυξανόμενη τάση για δημοσιονομική συνυπευθυνότητα ως βήμα προς το κοινό ευρωπαϊκό ομόλογο. Η πρόταση για έκδοση ομολόγων που θα εγγυώνται όλα τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης προς το παρόν μοιάζει λογική, γαιτί θα οδηγούσε αμέσως σε μείωση των επιτοκίων για τις υπερχρεωμένες χώρες. Και σε αυτό το σημείο, όμως, υπάρχουν προβλήματα, καθώς η πρόταση αυτή θα αυξήσει τα επιτόκια για τις χώρες που θεωρούνται αξιόπιστες από τις αγορές.

Όσοι υποστηρίζουν ότι οι επιπτώσεις από κάτι τέτοιο θα ήταν μικρές είτε αυταπατώνται είτε σκοπίμως υποτιμούν αυτόν τον κίνδυνο.Λαμβάνοντας υπόψη το ύψος του χρέους που θα μπορούσε να καταστεί κοινό με την πάροδο του χρόνου, δύσκολα μπορεί να αποτιμήσει κανείς το κόστος των υψηλότερων επιτοκίων για τους μέχρι τώρα φερέγγυους οφειλέτες.

Το κοινό ομόλογο σχεδόν αυτομάτως θα απάλλασσε ορισμένες χώρες από το βάρος της εντυπωσιακής δημοσιονομικής τους ανευθυνότητας.Κανένας δεν έχει πέσει πιο πολύ στα μαλακά. Ανταμείβεται η έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας, ενώ η δημοσιονομική σταθερότητα τιμωρείται. Παράλληλα, συντελείται συνεπαγόμενη μεταφορά δημοσίου χρήματος χωρίς την έγκριση των εθνικών κοινοβουλίων, γεγονός που παραβιάζει ουσιώδεις δημοκρατικές αρχές.

Οι προτάσεις που έχουν διατυπωθεί για το πώς μπορεί να υπάρξουν έλεγχος και περιορισμός στην έκδοση τέτοιων ομολόγων δεν είναι πειστικές.Σχεδόν όλες οι συνθήκες υπόσχονται ευρωπαϊκή δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά παραβιάζονται κατ’ εξακολούθηση. Η πιο καταφανής περίπτωση ήταν την περίοδο 2002 - 2003, όταν η Γαλλία και η Γερμανία παραβίασαν τους όρους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οργανώνοντας μάλιστα πολιτική πλειοψηφία ενάντια στην εφαρμογή των κανόνων του συμφώνου.

Όλες οι προσπάθειες για την ενίσχυση του συμφώνου, βεβαίως, είναι ευπρόσδεκτες. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η αρνητική εμπειρία από την αρχή της ΟΝΕ και η ανάλυση για τα συνεπαγόμενα κίνητρα της πολιτικής διαδικασίας δίνει ένα σαφές μήνυμα:η παράδοση του πολιτικού ελέγχου της εθνικής δημοσιονομικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα υπονομεύεται πάντα από διαφορετικές ομάδες συμφερόντων.

Η πρόταση ότι μία νέα ευρωπαϊκή διαδικασία για τη μεταφορά δημοσίου χρήματος, που δεν είναι ούτε δημοκρατική ούτε οδηγούμενη από αρχές δημοσιονομικής συνέπειας, θα μας οδηγήσει στην κατεύθυνση της πολιτικής ενοποίησης είναι εντελώς εσφαλμένη.