Βατικανό, χρονολογικό έτος 1536: Ο Μικελάντζελο αναλαμβάνει τη διακόσμηση του θόλου του Παπικού Παρεκκλησίου (Καπέλα Σιξτίνα) με την περίφημη νωπογραφία «Δευτέρα Παρουσία». Στο κέντρο του αριστουργήματος, ο Χριστός, συνοδευόμενος από την Παρθένo Μαρία, αναφωνεί την έλευση της τελικής κρίσης ζωντανών και νεκρών. Αριστερά του Θεανθρώπου δεσπόζει ο Αγιος Πέτρος κρατώντας τα «κλειδιά» του Παραδείσου.

Βατικανό, χρονολογικό έτος 1536: Ο Μικελάντζελο αναλαμβάνει τη διακόσμηση του θόλου του Παπικού Παρεκκλησίου (Καπέλα Σιξτίνα) με την περίφημη νωπογραφία «Δευτέρα Παρουσία». Στο κέντρο του αριστουργήματος, ο Χριστός, συνοδευόμενος από την Παρθένo Μαρία, αναφωνεί την έλευση της τελικής κρίσης ζωντανών και νεκρών. Αριστερά του Θεανθρώπου δεσπόζει ο Αγιος Πέτρος κρατώντας τα «κλειδιά» του Παραδείσου. Πληθώρα ψυχών περιμένει ανυπόμονα το θετικό νεύμα του Χριστού την ίδια στιγμή κατά την οποία ο επιβλητικός πορθμέας Χάροντας μεταφέρει με τη βάρκα του τους μη εκλεκτούς του Παραδείσου από τη μία όχθη του ποταμού Αχέροντα στην άλλη με τελικό προορισμό τον Αδη.

Ελλάδα, χρονολογικό έτος 2011: Το αριστούργημα του Μικελάντζελο λαμβάνει σάρκα και οστά καθώς καταφθάνει η ώρα της Δευτέρας Παρουσίας για την ελληνική οικονομία. Στο κέντρο των εξελίξεων, ο πρόεδρος του Εurogroup Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ μαζί με την καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ «ζυγίζουν» τις προοπτικές σωτηρίας της ελληνικής οικονομίας μέσω του καλούμενου Μνημονίου ΙΙ την ίδια στιγμή κατά την οποία η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κρατά τα «κλειδιά» του οικονομικού παραδείσου της Ελλάδας, αρνούμενη να συναινέσει στην (ριζική) αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.

Σε δεύτερο πλάνο, αγανακτισμένες (από τα συνεχόμενα φορολογικά βάρη και τις αλλεπάλληλες μισθολογικές μειώσεις) ψυχές Ελλήνων φορολογούμενων εμφανίζονται διατεθειμένες να επιστρέψουν στην πάλαι ποτέ δοξασμένη και ευρέως υποτιμημένη δραχμή ως έγκυρο οβολό πληρωμής των ναύλων με προορισμό τον εκτός Ευρωζώνης σύγχρονο και άγνωστο Αδη.

Οι δικαίως αγανακτισμένοι μάλλον παραβλέπουν το γεγονός ότι προηγούμενες υποτιμήσεις της δραχμής (15,5% το 1983 και 15% το 1985) κάθε άλλο παρά βελτίωσαν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας για τον απλό λόγο ότι η αγορά εργασίας ήταν, και παραμένει, από τις λιγότερο ευέλικτες στην Ευρώπη, κάτι που βεβαίως εξηγεί γιατί ο πληθωρισμός επιμένει σε υψηλά επίπεδα παρά τη δραματική ύφεση.

Εν μέσω λοιπόν έντονων πολιτικών αναταράξεων/ζυμώσεων και αυξανόμενων κοινωνικών κινητοποιήσεων, αξίζει να αναφερθούμε σε συγκεκριμένα οικονομικά μέτρα που μπορούν να οδηγήσουν την οικονομία στις πύλες του Παραδείσου.

Πρώτον, το μετ’ εμποδίων άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων δημιουργεί τις βάσεις μιας ανταγωνιστικής οικονομίας.

Δεύτερον, οι προωθούμενες, από το υπουργείο Παιδείας, αλλαγές στον τρόπο διοίκησης των πανεπιστημίων της χώρας (όπως η θεσμοθέτηση Συμβουλίου για κάθε ΑΕΙ με τη συμμετοχή εξωπανεπιστημιακών και η επιλογή των πρυτάνεων με δημόσια προκήρυξη) θα εκσυγχρονίσουν το επίπεδο της παρεχόμενης παιδείας φέρνοντάς το πιο κοντά στις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς εργασίας και συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στη μείωση της ανεργίας των νέων (ηλικίας κάτω των 25 ετών), η οποία ξεπερνά το 36%.

Τρίτον, το δίλημμα αποκρατικοποιήσεις ή δραστική μείωση των φορολογικών συντελεστών είναι άστοχο. Η οικονομία χρειάζεται επειγόντως συνδυασμό των μέτρων αυτών. Η επιτυχής συμβολή τους στη μείωση του ελλείμματος και στην ταχεία έξοδο από την ύφεση μπορεί όμως να λάβει χώρα μόνο στον βαθμό που θα αποφασίσουμε επιτέλους να εξέλθουμε από τη δίνη της πολιτικής αντιπαλότητας και της κοινωνικής αναταραχής. Και τούτο διότι,, όσο και να θέλουμε να αποκρατικοποιήσουμε, ή όσο δραστικά και αν μειώσουμε τους φορολογικούς συντελεστές, κανείς νοήμων επενδυτής δεν είναι διατεθειμένος να ρισκάρει στις σημερινές συνθήκες πολιτικού και κοινωνικού χάους.

* Καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο University of Keele

(από την εφημερίδα "Καθημερινή")