Οι Υψηλές Τιμές του Πετρελαίου Ήρθαν για να Μείνουν -Περιορισμένες οι Επιλογές της Κυβέρνησης για την Αντιμετώπιση της Νέας Πετρελαικής Κρίσης. (09/08/2004)

Οι Υψηλές Τιμές του Πετρελαίου Ήρθαν για να Μείνουν -Περιορισμένες οι Επιλογές της Κυβέρνησης για την Αντιμετώπιση της Νέας Πετρελαικής Κρίσης. (09/08/2004)
Δευ, 9 Αυγούστου 2004 - 15:45
Του Κ. Ν. Σταμπολή
Παρά το γεγονός ότι ο λογαριασμός πετρελαιοειδών δεν εμφανίζεται ως ο πραγματικός ένοχος για την αύξηση του εμπορικού ελλείμματος του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών για το Α εξάμηνο του τρέχοντος έτους, ο ρόλος του το Β εξάμηνο, και πολύ περισσότερο για το 2005, αναμένεται να είναι πρωταγωνιστικός. Ενώ το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών για τους πρώτους πέντε μήνες του 2004, σύμφωνα με στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, εμφανίζεται μειωμένο σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2003 (-4.038 εκ. ευρώ το 2004, -5.067,2 εκ. ευρώ το 2003), αντίθετα το εμπορικό ισοζύγιο έφθασε τα –10.080 εκ. ευρώ. (-9.420 εκ. ευρώ την αντίστοίχη περίοδο το 2003). Παραδόξως η αύξηση κατά 660 εκ. ευρώ του εμπορικού ισοζυγίου δεν οφείλεται στο ελλειμματικό, έτσι και αλλιώς, ισοζύγιο καυσίμων αλλά κυρίως στην αύξηση της δαπάνης για εισαγωγές καταναλωτικών αγαθών. Πράγματι οι δαπάνες για εισαγωγές αργού και προϊόντων για τους πρώτους πέντε μήνες του έτους παρουσιάζονται στα ίδια σχεδόν επίπεδα με πέρυσι (2.545 εκ. ευρώ το 2003, 2.319 εκ. ευρώ το 2004) παρά την αλματώδη αύξηση των διεθνών τιμών πετρελαίου το 2004. Σύμφωνα με στελέχη διυλιστηρίων τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η κατανάλωση κατά τους πρώτους δύο κρίσιμους μήνες του χρόνου βασίστηκε σε προμήθειες που είχαν πραγματοποιηθεί το τελευταίο τρίμηνο του 2003 όταν οι τιμές εκινούντο ακόμη σε λογικά επίπεδα (24-26 δολ. /βαρέλι).Σήμερα οι διεθνείς τιμές του αργού έχουν ξεφύγει πέρα από κάθε πρόβλεψη και η ανησυχία στις αγορές είναι εντονότατη για τη νέα πετρελαική κρίση που είναι πλέον προ των θυρών. Την εβδομάδα που πέρασε η Αμερικανική ποικιλία αργού WTI έφθασε την τιμή ρεκόρ των $ 44,50 δολ. /βαρέλι, η υψηλότερη τιμή που έχει σημειωθεί από τότε που εισήχθησαν τα πετρελαικά συμβόλαια στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Ν. Υόρκης, το ΝΥΜΕΧ, το 1983, ενώ η ευρωπαϊκή ποικιλία Brent, η οποία διαπραγματεύεται στο χρηματιστήριο πετρελαίου του Λονδίνου, το γνωστό ΙΡΕ, ξεπέρασε τα $ 41 δολ. / βαρέλι καταρρίπτοντας και αυτή κάθε προηγούμενο ρεκόρ από την έναρξη διαπραγμάτευσης του συμβολαίου το 1988. Όπως παρατηρούν παράγοντες της πετρελαικής αγοράς στο Λονδίνο, η όλη κατάσταση θυμίζει έντονα την περίοδο του πρώτου πετρελαικού εμπάργκο του 1973-1974 όταν οι τιμές του αργού από τα 3 δολάρια το βαρέλι την δεκαετία το 1960, έφθασαν τα 5 δολάρια τον Νοέμβρη του 73 για να εκτιναχθούν στα 11,65 δολ. το βαρέλι τον Ιανουάριο του 1974. Μόνο που τότε η απότομη αύξηση του αργού ήταν το αποτέλεσμα έκτακτων γεγονότων όπως ο πόλεμος του Γιόμ Κιπούρ, που οδήγησε στο εμπάργκο του ΟΠΕΚ, ενώ εκείνη την περίοδο οι τιμές διαμορφώνονταν αποκλειστικά και μόνο από τις παραγωγούς χώρες. Τώρα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά αφού η άνοδος των τιμών του αργού δεν υπαγορεύεται από την ηθελημένη πολιτική του ΟΠΕΚ η άλλων παραγωγών (π.χ. Ρωσία), αλλά είναι το αποτέλεσμα της λειτουργίας της πλήρως απελευθερωμένης διεθνούς αγοράς η οποία αξιολογεί από μόνη της την επικρατούσα κατάσταση προσφοράς-ζήτησης προεξοφλώντας συγχρόνως (προσθέτοντας κατά την κρίση της και το ανάλογο πριμ) τους εκάστοτε γεωπολιτικούς κινδύνους. Η ανοικτή πολεμική ρήξη μεταξύ Ισραήλ και Αράβων του 1973 έχει σήμερα αντικατασταθεί από το διεθνές μέτωπο κατά της τρομοκρατίας και την εμπόλεμο κατάσταση στο Ιράκ, μία καθ’ όλα ανώμαλη κατάσταση τις πραγματικές προεκτάσεις και επιπτώσεις της οποίας αδυνατούμε ακόμη πλήρως ν’αντιληφθούμε και να αξιολογήσουμε, παρατηρούν αναλυτές των διεθνών χρηματαγορών. Παράλληλα, οι τιμές του αργού δεν καθορίζονται πλέον αποκλειστικά από τους παραγωγούς αλλά από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα αφού τα «μελλοντικά συμβόλαια» αργού στο ΝΥΜΕΧ, ΙΡΕ και αλλού , καθορίζουν τώρα τον ρυθμό των αγορών. Οι λεπτομερείς λόγοι για την διαμόρφωση των διεθνών τιμών πετρελαίου έχουν αναλυθεί επαρκώς σε προηγούμενη αρθρογραφία μας (λ.χ. βλέπε Καθημερινή της 28/7/04). Πέρα από την στενότητα που παρατηρείται τις τελευταίες εβδομάδες στο διεθνές παραγωγικό σύστημα, με αποτέλεσμα η πλεονάζουσα ποσότητα αργού να έχει περιοριστεί πλέον στο 1,5% σε συνολική ημερησία παγκόσμια παραγωγή 82,5 εκ. βαρ., έχουν ενταθεί οι ανησυχίες για την επικρατούσα γεωπολιτική αστάθεια, δηλ. την έκρυθμη κατάσταση στο Ιράκ, τις συνεχιζόμενες τρομοκρατικές απειλές της Αλ Κάιντα, την αυξανόμενη αστάθεια στην Σ. Αραβία κλπ. Όπως παρατηρούν έγκυροι αναλυτές της διεθνούς σκηνής η κατάσταση αυτή δεν πρόκειται να βελτιωθεί σύντομα. Απεναντίας αναμένεται να χειροτερέψει, πράγμα που σημαίνει ότι οι τιμές του αργού, έστω και με περιοδικές μειώσεις, θα εξακολουθήσουν ν’ ανεβαίνουν με προφανείς αρνητικές επιπτώσεις για την διεθνή οικονομία, ο ρυθμός ανάπτυξης της οποίας αναμένεται πλέον να επιβραδυνθεί και να πέσει στο 4% ή και χαμηλότερα το 2005, σε σύγκριση με το 5% που εκτιμάται ότι θ’αναπτυχθεί κατά το 2004. Οι Επιπτώσεις για την Ελλάδα Ιδιαίτερα αρνητικές αναμένονται να είναι οι επιπτώσεις για την Ελληνική οικονομία από μία παρατεταμένη περίοδο υψηλών τιμών αργού. Μόνο για εισαγωγές καυσίμων, σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών, το κράτος αναμένεται να καταβάλλει περισσότερα από 5,5 δισ. ευρώ για το 2004 πράγμα που σημαίνει ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα εκτιναχθεί στα 10.0 δισεκ. ευρώ, για το τρέχον έτος. Σε λίγες εβδομάδες οι Έλληνες καταναλωτές θ’ αρχίσουν να αφομοιώνουν τον αντίκτυπο των υψηλών διεθνών τιμών και τα όποια μέτρα η επεμβάσεις του Υπουργείου Ανάπτυξης θ’αδυνατούν να μειώσουν τα έντονα ανατιμητικά φαινόμενα που θα παρατηρηθούν, και δυστυχώς θα συμπέσουν με την λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων. Δεν είναι λίγοι οι οικονομολόγοι και άλλοι ειδικοί περί τα ενεργειακά που υποστηρίζουν πλέον ανοικτά ότι οι επερχόμενες μεγάλες αυξήσεις στις τιμές αργού και προϊόντων θα πρέπει να αντιμετωπισθούν περισσότερο ως ευκαιρία παρά ως απειλή. Ευκαιρία για περιορισμό της κατανάλωσης, όχι μόνο του πετρελαίου αλλά και γενικότερα. Ευκαιρία και για την κυβέρνηση μέσω μιας εφ’απαξ αύξησης στον ειδικό φόρο κατανάλωσης πετρελαίου, για βελτίωση της ταμειακής της ρευστότητας και την επιβολή μιας τάξης στα οικονομικά του κράτους. Η επίπτωση στον τιμάριθμο αναμένεται να είναι περιορισμένη και πρόσκαιρη ιδιαίτερα εάν ο φόρος αυξηθεί σημαντικά, υπό την προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση δεν θα ενδώσει στις πιέσεις που αναπόφευκτα θα της ασκηθούν για αλλαγές στην εισοδηματική της πολιτική, παρατηρούν οικονομικοί αναλυτές. Παλαιότερες εκτιμήσεις της κυβέρνησης ότι οι υψηλές τιμές στις διεθνείς αγορές θα ήταν ένα προσωρινό φαινόμενο αποδείχθηκαν πέρα για πέρα λαθεμένες. Όλες οι ενδείξεις είναι ότι το Β εξάμηνο του 2004 θα είναι ακόμα πιο ακριβό από το πρώτο με τη μέση τιμή για το βαρέλι πετρελαίου να διαμορφώνεται πλέον στα 37-38 δολ. και με την ισοτιμία δολαρίου –ευρώ μικρότερη του 1,21. Ένα ολέθριο κοκτέιλ από κάθε άποψη. Η Ελλάδα, σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες της ΕΕ, ευρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση αφού όχι μόνο δεν έχει μειώσει την εξάρτηση της από το πετρέλαιο αλλά αυτή αντιστοιχεί σήμερα στο 70% του ενεργειακού ισοζυγίου, σε αντίθεση με τον μέσο όρο της ΕΕ όπου κυμαίνεται στο 50%. Οι επιλογές που έχει η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τις υψηλες τιμές καυσίμων, δεν είναι πολλές. Αυτές περιλαμβάνουν: υποχρεωτική εξοικονόμηση ενέργειας, (πράγμα που θα επιτευχθεί μέσω των υψηλών τιμών) σε όλες τις κατηγορίες κατανάλωσης και όχι μόνο στην βιομηχανία (δηλ. οικιακές, εμπορικές, βιοτεχνίες κλπ) στροφή προς το φυσικό αέριο και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, (δηλ. ηλιακή, αιολική γεωθερμία, βιομάζα κλπ) και εντατικοποίηση της έρευνας για την ανακάλυψη εγχώριων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Τα Ελληνικά Πετρέλαια Οι υψηλές τιμές πετρελαίου στις διεθνές αγορές είναι φυσικό να επηρεάζουν και τις μεγάλες Ελληνικές εταιρείες στον χώρο του πετρελαίου, δηλαδή την ΜΟΤΟΡΟΙΛ, του Ομίλου Βαρδινογιάννη και τα Ελληνικά Πετρέλαια (ΕΛΠΕ), όπου βασικοί μέτοχοι είναι το Ελληνικό Δημόσιο και ο Όμιλος Λάτση. Η συμμετοχή κατά 50% της κρατικής εταιρείας Σαουδικής ARAMCO στο κεφάλαιο της ΜΟΤΟΡΟΙΛ, εγγυώνται την πρόσβαση της σε άφθονο πετρέλαιο αφού η ίδια η ARAMCO είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός αργού παγκοσμίως με τεράστια αποθέματα. (Αυτά ανέρχονται στα 261 δισ. εκατ. βαρέλια και θεωρούνται τα μεγαλύτερα ανά χώρα στον κόσμο, αφού η Σ. Αραβία ελέγχει το 25% των παγκοσμίως γνωστών αποθεμάτων). Από την άλλη πλευρά τα ΕΛΠΕ δεν είναι το ίδιο τυχερά όπως η ανταγωνίστρια Μοτοροιλ, αφού παρά το γεγονός ότι ως πετρελαϊκός όμιλος είναι πολύ μεγαλύτερος αφού διαθέτει τέσσερα διυλιστήρια (Σκόπια, Θεσσαλονίκη, Ασπρόπυργος, Ελευσίνα), έχει το μεγαλύτερο δίκτυο πρατηρίων (μέσω της θυγατρικής της ΕΚΟ) και τώρα εισέρχεται και στον πολλά υποσχόμενο τομέα της ηλεκτροπαραγωγής (η υπό κατασκευή μονάδα των 400 MW στην Θεσσαλονίκη) δεν παράγει ούτε ένα βαρέλι αργού πετρελαίου ή κυβικού μέτρου αερίου. Για μια τεράστια, για τα Ελληνικά δεδομένα, καθετοποιημένη επιχείρηση όπως είναι τα ΕΛΠΕ, αποτελεί τουλάχιστον αναχρονισμό η πλήρης αποχή τους από τον τομέα παραγωγής υδρογονανθράκων, παρατηρούν αναλυτές της Ευρωπαϊκής αγοράς πετρελαίου. Αν και τα ΕΛΠΕ διυλίζουν το 75% του αργού που καταναλώνεται στην Ελληνική αγορά, εν τούτοις δεν ελέγχουν άμεσα ή έμμεσα, ούτε ένα μικρό μέρος αυτής της τεράστιας ποσότητας αργού και προϊόντων που διακινούν. (Το 2003 τα ΕΛΠΕ διύλισαν 12.0 εκ. τόνων αργού ενώ εντός του 2004 προβλέπεται η παραγωγή ν’ αυξηθεί στα 15.5 εκ. τόνους το οποίο ισοδυναμεί με 320.000 βαρέλια περίπου την ημέρα). Η κατάσταση αυτή δεν είναι καινούργια και οφείλεται στις ατυχείς πολιτικές αποφάσεις της περιόδου 1997-2002, κατά την κρίσιμη περίοδο ανάδειξης των ΕΛΠΕ ως πετρελαϊκού ομίλου, όπου οι τότε διοικήσεις συνειδητά αποφάσισαν ότι τα Ελληνικά Πετρέλαια δεν είχαν κανένα λόγο η όφελος από την εμπλοκή τους στον τομέα έρευνας και παραγωγής. Εκ των υστέρων αυτή αποδείχθηκε μια τελείως λαθεμένη πολιτική γιατί εκείνη την χρονική περίοδο τα ΕΛΠΕ απεμπόλησαν πραγματικές ευκαιρίες, τόσο στη Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, για την εξασφάλιση ερευνητικών περιοχών με καλές προοπτικές και σε λογικές τιμές, παρατηρούν κύκλοι της αγοράς με καλή γνώση του αντικειμένου. Σήμερα οι όροι για εξασφάλιση ερευνητικών περιοχών έχουν αλλάξει άρδην με τις τιμές για ένα μικρό μερίδιο συμμετοχής να κινούνται πέρα από κάθε λογική. Πριν από ένα χρόνο τα ΕΛΠΕ έχασαν μια καλή ευκαιρία να εξαγοράσουν το πλειοψηφικό πακέτο της Καβάλα Οil που εκμεταλλεύεται τα πετρέλαια του Πρίνου. Αυτό τελικά περιήλθε στη ιδιοκτησία τη Βρετανικής Regal Oil, η οποία έχει εκπονήσει φιλόδοξα σχέδια για την ανάπτυξη και εκμετάλλευση των κοιτασμάτων δυτικά της Θάσου. Η διοίκηση Μωραΐτη-Καραχάλιου (2002-2004) προσπάθησε ομολογουμένως να αλλάξει τη κατάσταση και να βγάλει την Επιχείρηση από τη μέχρι τότε βαθιά εσωστρεφεία της, εξασφαλίζοντας την συμμετοχή των ΕΛΠΕ σε ενδιαφέρουσες παραχωρήσεις εκτός Ελλάδος. Πράγματι σαν αποτέλεσμα εκείνης της προσπάθειας τα ΕΛΠΕ αυτήν την στιγμή συμμετέχουν σε έρευνες σε τρεις περιοχές εκτός Ελλάδος (Αλβανία, Λιβύη, Μαυροβούνι). Η νέα διοίκηση των ΕΛΠΕ αναγνωρίζοντας πλήρως την ανάγκη ύπαρξης άμεσα ελεγχομένων παραγωγικών κοιτασμάτων πετρελαίου και αερίου, έχει θέση ως μια από τις άμεσες προτεραιότητες της την αναζήτηση και εξασφάλιση νέων ερευνητικών περιοχών εκτός Ελλάδος. Η κινητοποίηση από πλευράς στελεχών και επιστημονικού προσωπικού είναι σημαντική όπως και οι διερευνητικές επαφές με παράγοντες της διεθνούς αγοράς. Προς αυτήν την κατεύθυνση εκινήθη εξ’ άλλου και η επίσκεψη του προέδρου των ΕΛΠΕ κ. Τίμου Χριστοδούλου στο Αζερμπαιτζάν τον προηγούμενο Ιούνιο, στα πλαίσια της επίσημης επίσκεψης του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπου πραγματοποίησε επαφές με την κρατική εταιρεία πετρελαίου SOCAR. Σε κάθε περίπτωση η διοίκηση των ΕΛΠΕ, η οποία ενισχύθει τελευταία με την ανάληψη των καθηκόντων του Διευθύνοντος Σύμβουλου από τον έμπειρο περί τα ενεργειακά κ. Πάνο Καβουλάκο, φαίνεται αποφασισμένη να προχωρήσει στην εξασφάλιση έστω και μεριδίου σε παραγωγικά κοιτάσματα πριν τα τέλη του έτους. Μια εξέλιξη η οποία αναμφίβολα θα επηρεάσει θετικά την μετοχή του Ομίλου η οποία τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει στασιμότητα στην ζώνη του 6.50 – 7.50 €. Μια αδικαιολόγητα χαμηλή τιμή για μια εταιρεία του μεγέθους και δυναμικότητας των ΕΛΠΕ, σχολιάζουν χρηματιστηριακοί παράγοντες.. Τέλος, ανοικτό παραμένει το θέμα εάν τα ΕΛΠΕ θα εκμεταλλευτούν την σημερινή συγκυρία και θα ζητήσουν από την κυβέρνηση την διενέργεια ενός νέου γύρου παραχωρήσεων στην Ελλάδα, όπου και μπορούν να συμμετάσχουν, για την ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων. Μια άλλη εναλλακτική λύση θα ήτο η απευθείας ανάθεση στα ΕΛΠΕ, από την κυβέρνηση, υπό μορφή fαrm out, της εκμετάλλευσης βεβαιωμένων κοιτασμάτων όπως αυτό του Κατάκολου, το οποίο μέχρι πρότινος εθεωρείτο αντι-οικονομικό. Όμως με το πετρέλαιο στα 45 δολ. το βαρέλι, τόσο το Κατάκολο όσο και άλλα κοιτάσματα (π.χ. Θερμαικός, Επανομή) αποκτούν πλέον οικονομικό ενδιαφέρον.