Του Νέστορα Μάτσα
Ο στίχος του μεγάλου Αλεξανδρινού βαθύς και απόλυτος.Μας συνοδεύει σ’όλη μας τη ζωή, που’ναι μια σειρά από αποχαιρετισμούς. Σε κάποιο ιδεατό λιμάνι κουνάμε ένα μαντήλι σε ό,τι αγαπήσαμε και που έρχεται η στιγμή που πρέπει να το αποχωριστούμε. Στο χώρο των ιδεών αυτός ο αποχαιρετισμός είναι ιδιαίτερα οδυνηρός. Αποχαιρετάμε με βαθύτατα εσωτερική λύπη ιδέες και ιδανικά που αγαπήσαμε και που αγωνιστήκαμε γι’αυτά στον καιρό των ενθουσιασμών και των ονείρων. Κάπου όμως μας πρόδωσαν ή απλά μας απογοήτευσαν. Γιατί τώρα αυτές οι σκέψεις; Για την προσδοκία του θαύματος που περιμέναμε και που δεν έγινε, όπως δε γίνονται τα περισσότερα θαύματα. Μήνες και μήνες προσδοκούσαμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες και ετοιμαζόμαστε για την αναβίωση τους. Πολιτείες και κτίρια ξηλώθηκαν για να αναπαλαιωθούν. Η ζωή στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια κυλούσε σ’ένα κλίμα έντασης και παραφοράς. Πιστεύσαμε,άλλος λίγο άλλος πολύ, ότι με τους αγώνες θα αλλάξει η ζωή μας. Κι αυτό,όχι μόνο για όσους έβλεπαν θετικά αυτή τη κοσμογονία (ας τη χαρακτηρίσουμε έτσι) αλλά για όσους, από την πρώτη στιγμή, κράτησαν αρνητική στάση. Οι αψιμαχίες πολλές ανάμεσα στις δύο «Παρατάξεις». Η πρώτη υπεστήριζε ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν το μεγάλο αναμενόμενο γεγονός που θα άλλαζε την πορεία της χώρα μας. Μεγάλα έργα, ειρηνική εισβολή ξένων, πακτωλός χρημάτων από πολλές και ποικίλες πηγές. Η δεύτερη, αντίθετα, κάνοντας αδέκαστη κριτική υπεστήριζε ότι η όλη εκδήλωση είναι ένα αμόκ αλαζονείας που μας επιβάλουν ,βίαια σχεσόν, οι ξένοι. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε το καθιερωμένο πια σλόγκαν ότι για όσα έγιναν, γίνονται και θα γίνονται σ’αυτόν τον τόπο η ευθύνη βαραίνει αποκλειστικά τους ξένους. Δεν σχολιάζω, ούτε την πρώτη ούτε την δεύτερη, αφού άλλωστε δεν είναι κριτικός ο σκοπός αυτού του σημειώματος. Εκείνο που θα πρέπει να τονιστεί είναι κάποια πολύ βασικά, πολύ ουσιαστικά συμπεράσματα, εξαιρετικά χρήσιμα για τον τόπο μας και τους ανθρώπους του. Και το ποιο βασικό απ’όλα είναι ότι, αν θέλουμε να επιτύχουμε κάτι, στρατευόμαστε με δύναμη και πίστη στο σκοπό και το πετυχαίνουμε. Δεν ξέρω αν η Αθήνα άλλαξε όψη, όπως διατείνονται άμεσα και έμμεσα οι ενδιαφερόμενοι, αλλά είναι σίγουρο ότι έγιναν κάποια σημαντικά έργα. Και οι αποχαιρετισμοί είναι κι αυτοί παρελθόν. Αργά ή γρήγορα αποχαιρετάμε ανθρώπους και ιδέες (όσους δεν αποχαιρετήσαμε ήδη) και γυρίζουμε στην καθημερινή μας ζωή , στις καθημερινές μας συνήθειες. Η Αλεξάνδρεια είναι ήδη μακριά και τα καθημερινά προβλήματα γυρεύουν αμείλικτα τη λύση τους. Ωστόσο, αφού αποχαιρετίσαμε ή αποχαιρετάμε την ιδεατή πόλη, στεκόμαστε στην κορυφή του λόφου και γαντζωνόμαστε σε μια νέα αναμονή, Αυτή τη φορά, για να θυμηθούμε πάλι και πάλι τον Καβάφη, θα δεθούμε με νέα αναμονή «Περιμένοντας τους βαρβάρους». Ως ότου πεισθούμε ότι ούτε οι Βάρβαροι θα έλθουν. Η προσμονή τους είναι ένα ζωτικό ψέμα απαραίτητο για την επιβίωσή μας. Αιωρούμενοι πάντα στην αβεβαιότητα και το χάος. Αναζητώντας για όσα έφυγαν, φεύγουν ή θα φύγουν μια κάποια διέξοδο. Ή (πάλι ο Καβάφης) μία κάποια λύση…! (Από την εφημερίδα Εστία)