Εἶναι γνωστό ὅτι στόν τόπο μας, ἐδῶ καί ἤδη κάποιο χρονικό διάστημα, ὁποιοιδήποτε, ὁσονδήποτε λίγοι καί ἄν εἶναι καί γιά ὁποιονδήποτε λόγο, κάνουν πορεῖες ὁπουδήποτε, σέ πλατεῖες, λεωφόρους, ὁδούς, παρόδους. Πορεῖες πού μονοπωλοῦν τή χρήση τους. Πορεῖες πού ὄχι σπάνια, συνοδεύονται καί διανθίζονται ἀπό κάπως πιό ἔντονες ἐνέργειες.

Εἶναι γνωστό ὅτι στόν τόπο μας, ἐδῶ καί ἤδη κάποιο χρονικό διάστημα, ὁποιοιδήποτε, ὁσονδήποτε λίγοι καί ἄν εἶναι καί γιά ὁποιονδήποτε λόγο, κάνουν πορεῖες ὁπουδήποτε, σέ πλατεῖες, λεωφόρους, ὁδούς, παρόδους. Πορεῖες πού μονοπωλοῦν τή χρήση τους. Πορεῖες πού ὄχι σπάνια, συνοδεύονται καί διανθίζονται ἀπό κάπως πιό ἔντονες ἐνέργειες. Σχετικά πρόσφατα, ὅμως, ἄρχισε νά ἀναπτύσσεται καί νά ἐμπεδώνεται παράλληλα μιά ἄλλη πρακτική: ἀπαγορεύεται ἐμπράκτως στό Κράτος νά χρησιμοποιήσει τούς ἴδιους αὐτούς χώρους γιά παρελάσεις, στρατιωτικές ἤ ἄλλες, ἐκδηλώσεις πού γίνονται γιά νά μήν σβήσει ἡ μνήμη γεγονότων ὄχι ἀσημάντων στήν ἱστορία τῆς χώρας μας, νά μήν λησμονηθοῦν ὅσοι θυσιάστηκαν ἤ ἔδρασαν στή διάρκειά τους καί νά μήν χαθεῖ τό πνεῦμα πού τά δημιούργησε, ἐπειδή ἴσως πάλι χρειαστεῖ στό μέλλον.

Τό Κράτος μας λοιπόν, βλέπει σήμερα τίς ἐπίσημες ἐκδηλώσεις του νά παρεμποδίζονται, νά χλευάζονται, νά διαπομπεύονται, νά εὐτελίζονται καί τούς ἐκπροσώπους του νά προπηλακίζονται. Οἱ τελευταῖοι, ἴσως, δέν προκαλοῦν πάντοτε ἀπεριόριστο ἐνθουσιασμό μέ τήν προσωπικότητά τους καί τή δράση τους, δέν παύουν ὅμως νά ἀντιπροσωπεύουν τό Κράτος καί νά κατέχουν τά ἀξιώματά τους σύμφωνα μέ τό Σύνταγμα καί τούς Νόμους. Ἐξάλλου, ὑπάρχουν διαδικασίες γιά νά ἀντικατασταθοῦν ἀπό ἄλλους, ἐλπίζεται καλλιτέρους, χωρίς νά εἶναι ἀπαραίτητα ἀναγκαῖο νά ἀμαυρώνονται ἐθνικές ἐπέτειοι καί γιορτές.

Ὁ γράφων ἔχει τήν ἐντύπωση ὅτι ἡ συντριπτική πλειοψηφία τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ ἐπιθυμεῖ νά ἐξακολουθήσουν νά τιμῶνται μέρες πού θυμίζουν τήν ἱστορική μας κληρονομιά, πηγή κάποιας ὑπερηφάνειας καί ἐλπίδας στούς σημερινούς δύσκολους καιρούς. Ὅταν τό παρόν εἶναι αὐτό πού εἶναι, τό παρελθόν μπορεῖ νά διατηρήσει τήν πίστη σ᾽ ἕνα καλλίτερο μέλλον. Ἄλλωστε, τό φαινόμενο τέτοιων ἑορτασμῶν εἶναι παγκόσμιο, ἄσχετο ἀπό πολιτεύματα καί περιστάσεις, πράγμα πού ἀποδεικνύει ὅτι ἀναγνωρίζεται γενικά ἡ σημασία του, καλύπτει δέ πραγματικές ἀνάγκες κρατῶν καί λαῶν.

Στή χρονική αὐτή στιγμή θά θέλαμε κάπως περισσότερο σεβασμό γιά τό Κράτος μας στό ἐξωτερικό. Θά ἐπιθυμούσαμε αὐτό πού ὑπήρξαμε χθές νά μήν ξεχνιέται ἐκεῖ, μέ τήν ἐλπίδα πώς θά ἐξισορροπήσει ἴσως αὐτό πού καταντήσαμε σήμερα. Εἶναι λοιπόν παράλογο καί ἐξωφρενικό, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, στό ἐσωτερικό, νά δίνουμε τέτοια δείγματα συμπεριφορᾶς πρός αὐτό. Εἶναι δέ βέβαιο πώς ἡ ἀνικανότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους νά ἐξασφαλίσει στοιχειώδη τάξη καί εὐπρέπεια στούς ἐθνικούς ἑορτασμούς καί νά ἀποθαρρύνει αὐτούς πού τούς διαταράσσουν, θά θεωρηθεῖ ἀναμφίβολα, ὄχι ὡς ἔνδειξη ἀλλά ὡς ἀπόδειξη ἔσχατης ἀδυναμίας. Εἶναι δέ γνωστό πώς ἡ ἀδυναμία εἶναι θανάσιμη ἀσθένεια γιά τά κράτη. Στά πολύ δύσκολα χρόνια πού ἔζησε ἡ Χώρα στά τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽40 καί ἐνῶ στό ἔδαφός της διεξάγονταν σκληροί ἀγῶνες, οἱ παρελάσεις ἐξακολουθοῦσαν ὡς συνήθως, ἀκριβῶς ἐπειδή τό τότε Κράτος εἶχε συναίσθηση τῆς σημασίας τους καί εἶχε τήν ἐπιβαλλομένη τεχνογνωσία γιά νά ἐπιτύχει τήν ὁμαλή διεξαγωγή τους. Παρ᾽ ὅλο πού οἱ τότε ἀντίπαλοί του καί μαχητικότητα, καί ἱκανότητα καί θάρρος εἶχαν.

Ἐν πάση περιπτώσει, καί αὐτοί ἀκόμη πού εἶναι ἀπολύτως ἀντίθετοι πρός ἐπετείους καί παρελάσεις, ἐνδεχομένως δέ καί ἀλλεργικοί σ᾽ αὐτές, θά ἔπρεπε, ἴσως, νά λάβουν ὑπόψη τους μιά ἱστορία πείθουσα πώς τέτοιες ἐκδηλώσεις ἔχουν κάποτε θετικές πλευρές.

Τό φθινόπωρο τοῦ 1941, ὁ γερμανικός στρατός πλησίαζε στή Μόσχα. Τέθηκε τότε τό ἐρώτημα ἄν στήν κρίσιμη αὐτή περίσταση ἦταν σκόπιμο νά γίνει ἡ στρατιωτική παρέλαση γιά τήν ἐπέτειο τῆς Μεγάλης Ὀκτωβριανῆς Ἐπανάστασης. Ἰθύνοντες, παράγοντες καί ἐπαΐοντες ἦταν ἀντίθετοι. Οἱ λόγοι ἦσαν πολλοί: φαινόταν παράλογο νά διατεθοῦν γιά τήν παρέλαση στρατεύματα καί μέσα ἀπαραίτητα στό μέτωπο, νά καταναλωθοῦν σημαντικές ποσότητες καυσίμων, νά φθαροῦν ἐλαστικά ὀχημάτων, ἑρπύστριες ἁρμάτων, πέταλα ἀλόγων καί καττύματα ὑποδημάτων. Ὑπῆρχε κίνδυνος νά ἐκτεθοῦν σέ ἀεροπορικούς βομβαρδισμούς παρελαύνοντα τμήματα, κοινό καί ἐπίσημοι ἄν ὁ καιρός ἐπέτρεπε κάτι τέτοιο στή γερμανική ἀεροπορία. Ἀκόμα, ἐνδεχομένως, θά μποροῦσε νά δοθεῖ εὐκαιρία σέ ἐκδηλώσεις ἀποδοκιμασίας κατά τοῦ καθεστῶτος πού μέχρι τότε δέν εἶχε ἰδιαίτερα διακριθεῖ στή διεξαγωγή τοῦ πολέμου. Ὅμως, ὁ Γενικός Γραμματέας τοῦ Κομμουνιστικοῦ Κόμματος τῆς ΕΣΣΔ καί Πρόεδρος τοῦ Συμβουλίου τῶν Ἐπιτρόπων τοῦ Λαοῦ σύντροφος Ἰωσήφ Βησσαριόνοβιτς Στάλιν ὑπῆρξε κατηγορηματικός: ἡ παρέλαση ἔπρεπε νά γίνει ὁπωσδήποτε γιά τό φρόνημα τοῦ Λαοῦ, τό ἠθικό τοῦ Στρατοῦ, τό γόητρο τοῦ Κόμματος, τό κύρος τοῦ Κράτους. Φαίνεται ὅτι ἦταν ἰδιαίτερα πειστικός, γιατί οἱ ἀντιρρήσεις ἔπαψαν.

Τό πρωί τῆς 7ης Νοεμβριου 1941, ἡ παρέλαση ἔγινε κατά τά καθιερωμένα. Πυκνά σύννεφα κράτησαν τά βομβαρδιστικά τῶν Γερμανῶν μακριά. Βλέποντας τόν οὐρανό σκεπασμένο, ὁ Στάλιν σχολίασε: «Σύντροφοι, ὁ Θεός εἶναι μέ τούς Μπολσεβίκους!». Ὁ Κόκκινος Στρατός παρήλασε ὑπερήφανα στήν Ἐρυθρά Πλατεία, δίνοντας κουράγιο στό λαό, δύναμη στούς κυβερνῆτες καί αὐτοπεποίθηση στόν ἴδιο. Κατόπιν, τά τμήματα προωθήθηκαν στό μέτωπο. Ἡ συνέχεια εἶναι γνωστή καί δείχνει τή χρησιμότητα ἐπετείων καί παρελάσεων.

Ἄς ἐλπίσουμε πώς στίς μέρες πού περνᾶμε (καί δέν θά εἶναι μόνον μέρες), θά ἀποφύγουμε νά εὐτελίσουμε καί πάλι μιά ἐπέτειο ἄξια σεβασμοῦ, μιά κληρονομιά πολύτιμη, ἱκανή νά δώσει ἐγκαρτέρηση, ἐλπίδα, θάρρος.

(από την εφημερίδα "Εστία")