Ο Γιοργκ Ασμουσεν, μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, σε συνέντευξη που παραχώρησε χθες στη γερμανική εφημερίδα Die Zeit, εκτιμά πως η Γερμανία έχει επωφεληθεί τα μέγιστα από το ευρώ και την ενιαία αγορά. Ο κ. Ασμουσεν τάχθηκε μάλιστα υπέρ της εκχώρησης τμήματος της εθνικής κυριαρχίας των χωρών της Ευρωζώνης, με το επιχείρημα ότι η αποτελεσματική λειτουργία μιας νομισματικής ένωσης προϋποθέτει οικονομική και δημοσιονομική ενοποίηση
Ο Γιοργκ Ασμουσεν, μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, σε συνέντευξη που παραχώρησε χθες στη γερμανική εφημερίδα Die Zeit, εκτιμά πως η Γερμανία έχει επωφεληθεί τα μέγιστα από το ευρώ και την ενιαία αγορά. Ο κ. Ασμουσεν τάχθηκε μάλιστα υπέρ της εκχώρησης τμήματος της εθνικής κυριαρχίας των χωρών της Ευρωζώνης, με το επιχείρημα ότι η αποτελεσματική λειτουργία μιας νομισματικής ένωσης προϋποθέτει οικονομική και δημοσιονομική ενοποίηση.

Στην ίδια συνέντευξη υποστήριξε πως η ΕΚΤ πρέπει να αρχίζει να προλειαίνει το έδαφος για έξοδο από τα έκτακτα μέτρα στα οποία κατέφυγε εν μέσω της χρηματοπιστωτικής κρίσης αλλά διευκρίνισε πως είναι ακόμη πολύ νωρίς για κάτι τέτοιο. Οπως τόνισε, «η χρονική στιγμή που θα άρει τα έκτακτα μέτρα θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις στις χρηματαγορές» αλλά υπογράμμισε πως «πρέπει να προετοιμάσουμε την έξοδο πολύ προσεκτικά». Αναφερόταν στην παροχή απεριόριστης ρευστότητας στις ευρωπαϊκές τράπεζες από πλευράς της ΕΚΤ και στα τριετή δάνεια με χαμηλό επιτόκιο από τα οποία έχουν επωφεληθεί οι τράπεζες, αντλώντας κεφάλαια άνω του 1 τρισ. ευρώ. Ερωτώμενος σχετικά με το κόστος των τριετών αυτών δανείων, ο κ. Ασμουσεν επιχείρησε να καθησυχάσει τους Ευρωπαίους φορολογούμενους τονίζοντας ότι δεν πρόκειται «να πάρουν τον λογαριασμό καθώς η ΕΚΤ απαιτεί ενέχυρο για τα μετρητά που παρέχει». Εξέφρασε, άλλωστε, την ελπίδα πως οι τράπεζες θα χρησιμοποιήσουν τα κέρδη που προσπορίζονται από τα δάνεια για να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους βάση και τόνισε πως υπάρχουν οι πρώτες ενδείξεις ότι τα κεφάλαια διοχετεύονται στην πραγματική οικονομία, όπως ήταν ο αρχικός στόχος της ΕΚΤ. Προσέθεσε, πάντως, πως η αναδιάρθρωση των τραπεζών δεν είναι δουλειά της ΕΚΤ. Αναφορικά δε με τις διαφωνίες ανάμεσα στην ΕΚΤ και την Bundesbank, προέβλεψε πως «θα παραμείνουν αιωνίως, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να παίρνει κανείς μια απόφαση και να την παρουσιάζει ως προϊόν ομοφωνίας μιας ενωμένης ομάδας».

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του κ. Ασμουσεν, δεν υπάρχουν ενδείξεις ακραίας κερδοσκοπίας που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν φούσκες στην Ευρωζώνη αλλά υπογράμμισε πως η ΕΚΤ «παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στις αγορές». Προσέθεσε μάλιστα πως «οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων σημειώνουν σημαντική άνοδο σε ορισμένες περιοχές της Γερμανίας γι’ αυτό και πρέπει να προσέχουμε». Σε ό,τι αφορά την κρίση χρέους της Ευρωζώνης, εξέφρασε την εκτίμηση πως δεν έχει λήξει μολονότι από την αρχή του έτους επικρατεί σχετική ηρεμία στις αγορές. Οπως τόνισε, αυτή «δεν γνωρίζουμε κατά πόσον είναι παραπλανητική». Κάλεσε μάλιστα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης να εκμεταλλευθούν την περίοδο ηρεμίας των αγορών για να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις. Τις εκτιμήσεις του φάνηκε να απηχεί λίγο αργότερα η κ. Μέρκελ που σε συγκέντρωση του κυβερνώντος Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος εξέφρασε την πεποίθηση πως «η κρίση χρέους δεν έχει λήξει» και χαρακτήρισε «απλώς μια φάση» τη σχετική ηρεμία που επικρατεί τελευταία. Οπως προσέθεσε, «βρισκόμαστε σε μια απολύτως καθοριστική στιγμή» και αναρωτήθηκε «τι ελπίδες έχουν όσοι έχουν επενδύσει στην Ευρώπη, την Αμερική ή την Ιαπωνία να πάρουν πίσω τα χρήματά τους». Αναφερόμενη, πάντως, στη Γερμανία τόνισε πως «δεν είναι σε κακό δρόμο».