Του Μ. Στυλιανού
Οι καταιγιστικές εισβολές των οπλισμένων τουρκικών αεροπλάνων στον ελληνικό εναέριο χώρο και των τουρκικών σκαφών στα Ύμια, ταυτόχρονα με την περιοδεία του Ερντογάν αυτές τις μέρες σε Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες εν όψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Δεκέμβριο, είναι πλέον ασυγχώρητο λάθος να αποδίδονται, κατά την παγιωμένη στρουθοκαμηλική ερμηνεία, σε πρωτοβουλία εκκεντρικών στρατοκρατών, τους οποίους ο μεταρρυθμιστής πρωθυπουργός θα τιθασεύσει με την διαδικασία ένταξης της χώρας του στην ΕΕ. Για όσους θέλουν να βαυκαλίζονται με το ειδυλλιακό αυτό όνειρο, κραυγαλέο εγερτήριο αποτέλεσε η προκλητική δήλωση του Ερντογάν στο Παρίσι, ότι τα τουρκικά στρατεύματα δεν πρόκειται να αποχωρήσουν από την Κύπρο και ότι όσοι μιλούν για γενοκτονία των Αρμενίων « δεν μελέτησαν τα Οθωμανικά αρχεία»… (Και τα δύο αυτά θέματα είχαν τεθεί από τον γάλλο υπουργό των Εξωτερικών στην πρόσφατη συζήτηση της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης στα εκκρεμή προς αντιμετώπιση στις διαπραγματεύσεις εντάξεως της Τουρκίας. Μολονότι διεκδικητής στο Παρίσι της γαλλικής συγκατάθεσης, ο Τούρκος πρωθυπουργός απορρίπτει τις γαλλικές θέσεις). Είναι ηλίου φαεινότερο, για όσους δεν εθελοτυφλούν –είτε εξ ανάγκης είτε για ποικίλους άλλους λόγους- ότι οι τουρκικές επελάσεις στο Αιγαίο και οι προκλητικές δηλώσεις Ερντογάν για την στρατιωτική κατοχή της βόρειας Κύπρου συναποτελούν στοιχεία μιας ενιαίας και αδιαίρετης τουρκικής εθνικής στρατηγικής, την οποία υπηρετούν και προωθούν στρατιωτικοί και πολιτικοί όλων των παρατάξεων, ανεξαρτήτως των κατά καιρούς διαφορών και συγκρούσεων τους επί εσωτερικών θεμάτων. Είναι η Οθωμανική Μεγάλη Ιδέα της οποίας απερίφραστος εκφραστής υπήρξε ο Οζάλ και η επιδίωξη ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην εκπλήρωση της αποβλέπει. Οι σωρευτικές προκλήσεις στο Αιγαίο κατά την ευρωπαϊκή περιοδεία του Ερντογάν και η απόρριψη από τον ίδιο κάθε συζήτησης για τα στρατεύματά του στην Κύπρο αποβλέπουν να καταστήσουν σαφές και αποδεκτό από τους ευρωπαίους εταίρους ότι η Τουρκία εννοεί να γίνει δεκτή στην ΕΕ με τις διεκδικήσεις της εις βάρος της Ελλάδος και με στρατιωτική κατοχή της Β. Κύπρου. To μήνυμα απευθύνεται και στους δύο εταίρους της ΕΕ, τους οποίους και αφορά άμεσα: την Ελλάδα και την Κύπρο. Εκ των οποίων η μεν πρώτη ηγείται (με τους βρετανούς) της λαμπαδηδρομίας για την τουρκική ένταξη, η δε δεύτερη «δεν επιθυμεί να αντιτάξει βέτο» στον εισβολέα που, επιπλέον, δεν την αναγνωρίζει ως κρατική οντότητα. Αυτή η διατράνωση των τουρκικών θέσεων, εκκωφαντική πλέον και μη συγκαλύψιμη, δημιουργεί πρόβλημα για την ελληνική στρατηγική της « ευρωπαϊκής εξημέρωσης του θηρίου», γελοιοποιεί τα θεωρήματα ορισμένων «σοφών» του ΕΛΙΑΜΕΠ και εγείρει σκληρά ερωτήματα για την επιβαλλόμενη στάση στις ευρωπαϊκές διαβουλεύσεις για την τουρκική εισδοχή. Εκτός αν, όπως «είμαστε μια οικογένεια», κατά την τοποθέτηση του κ. Ερντογάν στην ΕΤ, δεχθούμε το 39% των εγγάμων γυναικών της Τουρκίας ότι ο σύζυγος δικαιούται να μας δέρνει και να μας βιάζει κατά βούλησιν. (Από την εφημερίδα «Το Παρόν», 24.10.2004)