Tου Κ. Ν. Σταμπολή
«Tο 1992 που ξεκίνησε η προσπάθεια για τη δημιουργία μιας αγοράς για την κινητή τηλεφωνία, με όλες τις αδυναμίες που είχε εκείνη την εποχή κάθε τέτοια προσπάθεια - γιατί το πολιτικό κλίμα ήταν πάρα πολύ άσχημο. Πρώτα δημιουργήθηκε το θεσμικό πλαίσιο, πρώτα έγινε ένας νόμος-πλαίσιο για το αν έπρεπε να εξαιρεθεί ή όχι ο ΟΤΕ από τον διαγωνισμό. Αλλοι συμφωνούσαν και άλλοι διαφωνούσαν, ο ίδιος ο ΟΤΕ διαφωνούσε προφανώς. Τότε κρίθηκε ότι θα ήταν καλύτερο για τη δημιουργία της αγοράς να μην μπορεί η επιχείρηση που έχει τη δεσπόζουσα θέση στην αγορά να ανταγωνίζεται με αθέμιτο τρόπο αυτούς που θα έμπαιναν, δηλαδή τις καινούργιες επιχειρήσεις. Και, τελοσπάντων, προχώρησε το ίδιο θέμα. Αργότερα μπήκε και ο ΟΤΕ - λίγο από το παράθυρο, αλλά τελοσπάντων μπήκε, και αυτό αποδείχθηκε ότι ήταν καλό για την αγορά. Σήμερα το σύστημα λειτουργεί. Αντίθετα, στην υποτιθέμενη απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, ενώ δημιουργήθηκε ένα θεσμικό πλαίσιο ασαφές -συμβατό όμως με τις οδηγίες της Ε.Ε. αλλά ασαφές, με την έννοια ότι δεν καθορίστηκαν επακριβώς οι κανόνες του παιχνιδιού- προχώρησε η κυβέρνηση σε προκήρυξη αδειών και σε προκήρυξη διαγωνισμού. Και πουλήθηκαν διάφορα δικαιώματα, τα οποία όμως είναι δικαιώματα κούφια, διότι όταν δεν έχουν καθοριστεί οι κανόνες του παιχνιδιού, ούτε έχει καθοριστεί η προσβασιμότητα, ούτε η τιμολόγηση ούτε βασικά στοιχεία που θα καθορίσουν την αποδοτικότητα των επενδύσεων. Ετσι δεν μπορούν να προχωρήσουν οι επενδύσεις. Και έχετε βρεθεί πολλοί από εσάς σε μια κατάσταση, στην ουσία Κατς 22, όπου δεν μπορεί να κάνει κανείς ούτε μπροστά ούτε πίσω. Λοιπόν, αυτό δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο της αγοράς ενέργειας. Είναι χαρακτηριστικό και σε πολλές άλλες αγορές και είναι και ένας από τους κυριότερους λόγους που η Ελλάδα θεωρείται ως μη αξιόπιστος προορισμός για άμεσες ξένες επενδύσεις». Ως αντιπολίτευση Με αυτά τα λόγια είχε ξεκινήσει την ομιλία του στο περσινό συνέδριο «Ενέργεια και Ανάπτυξη 2003» ο τότε τομεάρχης της Νέας Δημοκρατίας και σημερινός υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Γιώργος Αλογοσκούφης. Η σύγκριση με τον κλάδο της τηλεφωνίας και της απελευθέρωσης στη συγκεκριμένη αγορά με την είσοδο των ιδιωτικών εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, είναι λίαν επιτυχής και πραγματικά δείχνει τον δρόμο πάνω στον οποίο θα έπρεπε να κινηθεί η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Oμως ένα χρόνο αργότερα και με τη Νέα Δημοκρατία πλέον στην κυβέρνηση το όλο θέμα της δημιουργίας ανταγωνισμού στον τομέα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας έχει μείνει τραγικά πίσω. Και αυτό σε μία χρονική περίοδο όπου η κυβέρνηση προσπαθεί με κάθε τρόπο να προβάλει το θέμα της ανταγωνιστικότητας με τη θεσμοθέτηση του όρου, την ίδρυση σχετικού Ινστιτούτου ακόμη και την ανακήρυξη του 2005 ως έτους ανταγωνιστικότητας. Oμως για να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός σε μία αγορά ειδικών απαιτήσεων, αλλά τεράστια σε μέγεθος, όπως είναι αυτή της ηλεκτρικής ενέργειας, απαιτείται ισχυρή πολιτική βούληση και μία σειρά καλά μελετημένων κινήσεων από πλευράς κυβέρνησης, για να μπορέσει να ξεκινήσει επιτέλους η δραστηριοποίηση του ιδιωτικού τομέα σε αυτόν τον κλάδο και για να μπορέσει να υπάρξει επιλογή πέρα της ΔΕΗ, στην αρχή για τους βιομηχανικούς καταναλωτές και μέχρι το 2007 για όλους, δηλαδή και για τους οικιακούς. Παρά το γεγονός ότι η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα ξεκίνησε νομοθετικά, τουλάχιστον, τον Φεβρουάριο του 2001 δεν έχει επιτευχθεί ουσιαστική πρόοδος και ουδείς ανταγωνισμός έχει αναπτυχθεί. Επιβεβαίωση αυτής της διαπίστωσης αποτελεί η τροποποίηση ουσιωδών διατάξεων του νόμου 2773/1999 από τον νόμο 3175/2003 που ψηφίσθηκε από τη Βουλή στο τέλος Ιουλίου 2003. Αλλά και ο νέος νόμος δεν έχει εφαρμοσθεί, γιατί εκκρεμεί η έγκριση των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του νόμου αυτού, η κυριότερη των οποίων είναι ο Κώδικας Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας. Oπως παρατηρεί ο υφυπουργός Ανάπτυξης κ. Γιώργος Σαλαγκούδης, «στόχος της πολιτικής μας είναι η ανάπτυξη υγιούς ανταγωνισμού στον κλάδο της ενέργειας με τρόπο ώστε να διασφαλίζονται οι επενδύσεις, η αξιοπιστία της τροφοδοσίας, η ανταγωνιστικότητα των τιμών και η προστασία του περιβάλλοντος. Η καθυστέρηση της ανάπτυξης ανταγωνισμού στην αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας δρα αρνητικά για τον καταναλωτή, την εθνική οικονομία και την ασφάλεια ανεφοδιασμού, αλλά δρα αρνητικά και για την ίδια τη ΔΕΗ, η οποία ως μετοχοποιημένη επιχείρηση θα ωφεληθεί από τον ανταγωνισμό. Είναι στρατηγικό σφάλμα να μη φροντίζουμε ώστε να εφαρμόζεται ουσιαστικά το κοινοτικό δίκαιο στη χώρα μας, γιατί εκτός της καθυστέρησης των θετικών επιπτώσεων, με τον τρόπο αυτό κινδυνεύουμε να υποστούμε τις αρνητικές επιπτώσεις από τυχόν βίαιη προσαρμογή στις κοινοτικές επιταγές. Ανεξάρτητα όμως από τις κοινοτικές αυτές οδηγίες, είναι επιτακτικό για τη χώρα μας να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις στην αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας και να αναπτύξει σταδιακά τον ανταγωνισμό στον τομέα αυτό. Ας μην ξεχνάμε ότι οι επενδύσεις αυτές θα πραγματοποιηθούν εντός του πλαισίου του υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά, δεν επιδοτούνται και θα συνυπάρξουν με τη ΔΕΗ η οποία διατηρείται υπό το σχήμα ενιαίας καθετοποιημένης επιχείρησης και ενισχύεται συνεχώς». O Kώδικας Τον περασμένο Μάιο, σε εκδήλωση του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) ο κ. Γ. Σαλαγκούδης είχε δεσμευτεί ότι η κυβέρνηση θα ενέκρινε μέσα στο καλοκαίρι τον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας, τον οποίο είχε ετοιμάσει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) σε τελική μορφή, κάτι που προέκυψε ύστερα από εκτενείς διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (δηλ. επενδυτές, τράπεζες, ΔΕΣΜΗΕ, ΔΕΗ). Το καλοκαίρι πέρασε όμως και ο Κώδικας δεν ενεκρίθη και ουδείς φαίνεται να γνωρίζει τι τελικά θα γίνει. Oμως, η έγκριση του Κώδικα θεωρείται απαραίτητη για να μπορέσει να ξεκινήσει η όλη διαδικασία που θα επιτρέψει στους ιδιώτες επενδυτές που έχουν λάβει τις σχετικές άδειες, να προχωρήσουν στην υλοποίηση των σχεδίων τους για την κατασκευή των τριών ή και περισσότερων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που ήδη προγραμματίζονται. Ο Κώδικας αποτελεί τη βάση του συστήματος, αφού αυτός περιέχει τους κανόνες λειτουργίας του (δηλαδή είναι αυτό που αποκαλούμε «το λειτουργικό» σ' ένα σύστημα). Το επόμενο στάδιο μετά την έγκριση του «Κώδικα» από το ΥΠΑΝ είναι η διενέργεια διαγωνισμού από τον Ανεξάρτητο Διαχειριστή του Ηλεκτρικού Συστήματος, τον ΔΕΣΜΗΕ, στο πλαίσιο του μηχανισμού διασφάλισης επαρκούς ισχύος. Ο διαγωνισμός (στον οποίο βάσει των διατάξεων του Ν. 3175/2003 δεν μπορεί να συμμετέχει η ΔΕΗ) θα αφορά την εξασφάλιση 900 MW νέας ηλεκτρικής ισχύος η οποία απαιτείται επειγόντως να ενταχθεί στο διασυνδεδεμένο σύστημα, αφού αποδεδειγμένα υπάρχει σοβαρό έλλειμμα παραγωγής ηλεκτρισμού. Βάσει των προτάσεων της ΡΑΕ αυτή η ισχύς από ιδιωτική παραγωγή θα έπρεπε κανονικά να είχε ήδη ενταχθεί στο σύστημα εδώ και δύο χρόνια. Oμως οι αντιδράσεις της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, αλλά και της ίδιας της διοίκησης της Επιχείρησης εμπόδισαν τότε τη λήψη των απαραίτητων αποφάσεων.