Tου Γιώργου Σαλαγκούδη
Οι πολιτικοί συνηθίζουμε να λέμε πάντα ότι διανύουμε κρίσιμες περιόδους, ότι έχουμε μπροστά μας σημαντικές επιλογές, ότι διανύουμε μεταβατικές καταστάσεις. Και ακριβώς επειδή αυτό το λέμε συνέχεια εδώ και δεκαετίες, δεν γινόμαστε πιστευτοί. Κινδυνεύουμε λοιπόν να την πάθουμε σαν τον βοσκό που όταν πραγματικά κάλεσε σε βοήθεια για να αντιμετωπίσει το λύκο, δεν τον πίστεψε κανείς. Φοβάμαι όμως ότι ο λύκος είναι εδώ. Τα τελευταία δύο τουλάχιστον χρόνια έχουμε εισέλθει ως χώρα σε μία εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο. Οι επιλογές μας θα διαμορφώσουν την εικόνα της πατρίδας μας για τις επόμενες δεκαετίες και θα αποκρυσταλλώσουν το αναπτυξιακό μοντέλο που θα χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία των γενεών που έρχονται. Το μέλλον είναι εδώ και εμείς πρέπει με θάρρος και παρρησία να δούμε την πραγματικότητα και να πάρουμε τις σωστές αποφάσεις. Η γνώση, η εμπειρία και η πολιτική βούληση της νέας διακυβέρνησης και του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή αποτελούν την καλύτερη διασφάλιση για την πορεία της πατρίδας. Τις δεκαετίες που πέρασαν, οι ιστορικές, πολιτικές και κοινωνικές συγκυρίες και ανάγκες διαμόρφωσαν ένα κεντροβαρές αναπτυξιακό μοντέλο. Τα εμπορικά και οικονομικά κέντρα της περιφέρειας απαξιώθηκαν και η αστική τάξη συγκεντρώθηκε σε λίγες μεγάλες πόλεις. Eτσι, σήμερα, η ελληνική περιφέρεια χαρακτηρίζεται από έλλειψη υποδομών και από την απουσία καταρτισμένου και υψηλής τεχνογνωσίας ανθρώπινου δυναμικού. Συνολικά, όμως, η ελληνική κοινωνία έκανε σημαντικά αναπτυξιακά άλματα τα οποία κατατάσσουν σήμερα την ελληνική οικονομία στις αναπτυγμένες οικονομίες του κόσμου. Στο σημείο αυτό εδράζεται η αντίφαση που αφορά τους αναπτυξιακούς στόχους μας και στην οποία πρέπει να απαντήσει πειστικά η πολιτική. Από τη μια πλευρά, έχουμε να κάνουμε με μία συνολικά αναπτυγμένη οικονομία. Είναι γνωστό ότι, εξαιτίας του κόστους και των χαρακτηριστικών των διαφόρων συντελεστών παραγωγής, το αναπτυξιακό μοντέλο που ταιριάζει στις αναπτυγμένες οικονομίες είναι οι επενδύσεις γνώσης και τεχνολογίας οι οποίες έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, ότι στην κοινωνία της παγκοσμιοποίησης, όπου το κεφάλαιο μετακινείται διαρκώς αναζητώντας τις καλύτερες αποδόσεις, δεν μπορεί η πατρίδα μας να αποτρέψει τελικά τη φυγή εργατοβόρων επενδύσεων. Χρειαζόμαστε λοιπόν επενδύσεις υψηλής προστιθέμενης αξίας, οι οποίες όμως απαιτούν ανθρώπινους πόρους υψηλής τεχνογνωσίας. Από την άλλη πλευρά, έχουμε το αίτημα της διάχυσης της ανάπτυξης στην περιφέρεια. Η περιφερειακή ανάπτυξη είναι στόχος εθνικής επιβίωσης. Η συγκέντρωση της ανάπτυξης σε λίγα αστικά κέντρα αποτελεί δυναμίτιδα στην κοινωνική συνοχή και -μακροπρόθεσμα- αποτελεί εθνικό κίνδυνο εφάμιλλο με το δημογραφικό πρόβλημα. Μία Ελλάδα πέντε πόλεων με αποψιλωμένη ύπαιθρο, δεν είναι η Ελλάδα των ονείρων μας. Είναι γνωστό ότι το αναπτυξιακό μοντέλο, που ταιριάζει στις αναπτυγμένες οικονομίες, είναι οι επενδύσεις γνώσης και τεχνολογίας οι οποίες έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία και οι οποίες, όμως, απαιτούν ανθρώπινο δυναμικό με υψηλή τεχνογνωσία. Για να συγκεράσουμε τα δύο αυτά αιτήματα: Επενδύσεις Υψηλής Προστιθέμενης Αξίας που ταιριάζουν στην ελληνική οικονομία και Περιφερειακή Ανάπτυξη και συγκράτηση του κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού στην ελληνική περιφέρεια. Μόνο τότε και υπό αυτές τις προϋποθέσεις το κεφάλαιο που επενδύει στη γνώση και την τεχνολογία θα στραφεί και θα εγκατασταθεί στην ελληνική περιφέρεια. Για να προσελκυσθούν από την ελληνική περιφέρεια οι κατάλληλοι ανθρώπινοι πόροι, πρέπει να προηγηθεί η ανάπτυξη υποδομών που θα μπορούν να ελκύσουν και να συγκρατήσουν αυτό το δυναμικό. Πρέπει δηλαδή να προηγηθούν βασικές περιφερειακές επενδύσεις οι οποίες -λόγω των χαρακτηριστικών της ελληνικής οικονομίας- δεν μπορεί παρά να βασισθούν στην εκμετάλλευση των τοπικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιφέρειας. Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα ενός τόπου είναι οι φυσικοί του πόροι, υπόγειοι, επιφανειακοί και υπέργειοι. Η αξιοποίηση των φυσικών αυτών πόρων με τη στήριξη της πολιτείας είναι μονόδρομος για την ανάπτυξη της υπαίθρου. Υπόγειοι φυσικοί πόροι είναι τα μεταλλεύματα, οι ορυκτές πρώτες ύλες, τα κοιτάσματα χρυσού, τα έστω και περιορισμένα πετρέλαια της ελληνικής επικράτειας, ο ελληνικός λιγνίτης, ο βωξίτης, τα μάρμαρα κ.λπ. Επιφανειακός φυσικός πόρος είναι κατά βάση η γεωργία και ο τουρισμός. Μπορούμε να παράξουμε τα υγιεινότερα και ευγευστότερα γεωργικά προϊόντα. Και φυσικά μπορούμε να προχωρήσουμε σε αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, προωθώντας νέες μορφές που απευθύνονται σε νέες αγορές, όπως είναι οι ενεργειακές καλλιέργειες (ο σόργος, ο ηλίανθος και άλλα) για παραγωγή βιοκαυσίμων και στερεάς βιομάζας. Τέλος, υπέργειοι φυσικοί πόροι είναι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Τα αιολικά πάρκα αποτελούν δύναμη ανάπτυξης για την περιφερειακή ελληνική οικονομία. Η εκμετάλλευση των τοπικών φυσικών πόρων εγείρει πολλά ζητήματα περιβαλλοντικής προστασίας και τοπικής συναίνεσης. Είναι γεγονός, ότι κατά το παρελθόν η υποβάθμιση του περιβαλλοντικού παράγοντα κατά τον αναπτυξιακό σχεδιασμό σε παγκόσμιο επίπεδο, οδήγησε αρκετές φορές σε φυσικές και οικολογικές καταστροφές. Λάθη στην εφαρμογή των επενδύσεων προξένησαν τοπικές αντιδράσεις και δυσφήμησαν επενδύσεις. Σήμερα, όμως, η τεχνολογία έχει εξελιχθεί και μπορεί να απαντήσει με ασφάλεια σε όλα σχεδόν τα ζητήματα. Για παράδειγμα υπάρχουν πλέον φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες εξόρυξης και εκμετάλλευσης χρυσού που δεν χρησιμοποιούν κυάνιο και δεν θίγουν την ανθρώπινη υγεία. Ταυτόχρονα, η έρευνα και η επιστήμη έχουν ανατρέψει μύθους και φοβίες του παρελθόντος που προκαλούν τοπικές αντιδράσεις. Ο πιο διαδεδομένος μύθος είναι ο «κίνδυνος» από τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία χαμηλής συχνότητας των γραμμών και εγκαταστάσεων της ΔΕΗ. Είναι πλέον γνωστό και αποδεικνύεται με πραγματικές μετρήσεις ότι η ηλεκτρική ξυριστική μηχανή ή το πιστολάκι των μαλλιών προκαλούν πολύ ισχυρότερο μαγνητικό πεδίο από αυτό που μετράται στην περίφραξη ενός Κέντρου Διανομής της ΔΕΗ. Δυστυχώς, η τεχνοφοβία και η υπερβολική επίκληση ανύπαρκτων περιβαλλοντικών κινδύνων, που οφείλονται στην έλλειψη ενημέρωσης, μπορεί να έχουν οδυνηρές συνέπειες. Eνα τέτοιο παράδειγμα είναι η αδυναμία ορθολογικής ανάπτυξης του ηλεκτρικού συστήματος μεταφοράς. Είναι γεγονός, ότι πέρα από την εγκληματική αδιαφορία των προηγούμενων κυβερνήσεων για την προώθηση των αναγκαίων επενδύσεων στο σύστημα ηλεκτρισμού της χώρας, μερίδιο ευθύνης φέρουν και οι τοπικές κοινωνίες. Eτσι, σήμερα, το ηλεκτρικό μας σύστημα είναι ανεπαρκές και ο κίνδυνος κατάρρευσής του είναι διαρκής. Αντίστοιχη είναι και η κατάσταση στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Iσορροπία αντίρροπων δυνάμεων Τελικά, το θέμα ανάγεται στην ισορροπία μεταξύ των δύο φαινομενικά αντίρροπων δυνάμεων: Ανάπτυξη και Περιβάλλον. Προκειμένου να ισορροπήσουν αυτά τα δύο πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερο βάρος στην αντιμετώπιση του χωροταξικού ζητήματος της χώρας και της χωροθέτησης των επιτρεπόμενων εγκαταστάσεων. Και αυτό βέβαια αφορά όλες τις επενδύσεις. Οι τομείς της ενέργειας και των φυσικών πόρων είναι προνομιούχοι επιχειρηματικοί κλάδοι και αποτελούν ελκυστικό πεδίο για νέες επενδύσεις, οι οποίες ταιριάζουν και εξυπηρετούν το αναπτυξιακό μας όραμα, γιατί απευθύνονται ως επί το πλείστον στην περιφέρεια. Στη διαδικασία αυτή ο ρόλος των ξένων κεφαλαίων είναι κρίσιμος. Ο ελληνικός επιχειρηματικός κόσμος πρέπει να είναι έτοιμος για συνεργασίες με σημαντικούς διεθνείς ομίλους. H ελληνική κυβέρνηση ενθαρρύνει τη διείσδυση τέτοιων ξένων κεφαλαίων και παρακολουθεί με αυξημένο ενδιαφέρον τις κινήσεις μεγάλων ευρωπαϊκών ενεργειακών ομίλων ή εξειδικευμένων εταιρειών που διεισδύουν και πάλι στην ελληνική αγορά. Τους τελευταίους τρεις μήνες μόνον ο τομέας των ΑΠΕ προσήλκυσε στην Ελλάδα άμεσες ξένες επενδύσεις 85 εκατ. ευρώ. Παράλληλα έχουν ήδη ξεκινήσει οι σημαντικές επενδύσεις της Καβάλα Oil, των Μεταλλείων Κασσάνδρας και του ορυχείου ξυλίτη της Βιολιγνίτ, συνολικού ύψους 350 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων έχουν ήδη επενδυθεί περί τα 60 εκατ. ευρώ ξένα κεφάλαια. Η έναρξη υλοποίησης άμεσων ξένων επενδύσεων 400 εκατ. ευρώ μέσα σε 8 μήνες στους τομείς της Ενέργειας και των Φυσικών Πόρων είναι ένα σημαντικό επίτευγμα που κάνει όλους εμάς στο υπουργείο Ανάπτυξης υπερήφανους. Το αναπτυξιακό όραμα για την Ελλάδα του 2020 εξαρτάται από το θάρρος, την οξυδέρκεια και τον ορθολογισμό όλων, της κεντρικής κυβέρνησης, της δικαστικής εξουσίας και των τοπικών κοινωνιών. Η συνεργασία όλων χωρίς δογματισμούς και αγκυλώσεις, θα εξασφαλίσει την ισορροπία της Ανάπτυξης με την προστασία του Περιβάλλοντος. (Από την Καθημερινή, 25/12/2004)