Τα πρόσφατα εγκαίνια λειτουργίας του υποθαλάσσιου καλωδίου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ Ελλάδας-Ιταλίας, η διασύνδεση με αγωγό πετρελαίου της Θεσσαλονίκης με τα Σκόπια, η οποία ετέθη σε λειτουργία στις αρχές Ιουλίου, οι συμφωνίες που υπέγραψε τελευταία ο Υπουργός Ανάπτυξης κ. Άκης Τσοχατζόπουλος με αρκετές Ασιατικές χώρες για την προμήθεια φυσικού αερίου (μέσω αγωγού που πρόκειται σύντομα να κατασκευαστεί και θα ενώνει τα δίκτυα αερίου Ελλάδας-Τουρκίας), σηματοδοτούν την έλευση μιας νέας εποχής για την ενεργειακή κατάσταση της χώρας, η οποία είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει θετικά, άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα, το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον. Τόσο οι νέες ενεργειακές διασυνδέσεις, οι ήδη λειτουργούσες αλλά και αυτές που είναι υπό μελέτη ή υπό κατασκευή, η ταχεία ανάπτυξη πολλών μικρών έργων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας βασισμένες ως επί το πλείστον στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αλλά και την Συμπαραγωγή, όσο και οι υπό διαμόρφωση νέες συνθήκες αγοράς, δηλ. απελευθέρωση αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και λειτουργία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (Ρ.Α.Ε.) και του Διαχειριστή του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΣΜΗΕ), σκιαγραφούν το νέο ενεργειακό τοπίο που διαμορφώνεται στη χώρα μας, στις αρχές του 21ου αιώνα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα τελευταία 2-3 χρόνια έχουμε δει την ολοκλήρωση πολλών μεγαλόπνοων σχεδίων ενεργειακής υποδομής τα οποία αρχικά συνελήφθησαν και διατυπώθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 με κορυφαία παραδείγματα το τεράστιο έργο του Φυσικού Αερίου (με παράλληλη εισαγωγή αερίου σήμερα από Ρωσία και Αλγερία) και την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Ιταλίας. Τα έργα αυτά όχι μόνο συμβάλλουν δυναμικά στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας αλλά εγγυώνται την ενεργειακή της αυτάρκεια εξασφαλίζοντας σταθερή πρόσβαση σε πολύτιμους ενεργειακούς πόρους (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ηλεκτρισμός) που εισαγόμενοι έρχονται να συμπληρώσουν την εγχώρια παραγωγή ενέργειας. Ως γνωστόν η χώρα μας εξαρτάται κατά 64% περίπου από εισαγόμενη ενέργεια, κυρίως υπό την μορφή πετρελαίου και φυσικού αερίου (βλέπε, «Η Αγορά Ενέργειας στην Ελλάδα», έκδοση ICAP/Δήλος Επικοινωνίες, Αθήνα, Ιούνιος 2001). Ένας ακόμη λόγος γιατί τα έργα του φυσικού αερίου αλλά και του υποθαλασσίου ηλεκτρικού καλωδίου θεωρούνται πολύ σημαντικά για το ενεργειακό μέλλον της χώρας είναι το γεγονός ότι και τα δύο (υπό την παρούσα τους μορφή αλλά και με τις μελλοντικές επεκτάσεις τους) βοηθούν στην εξασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών για την απελευθέρωση των αγορών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου. Η Ελλάδα στα πλαίσια των Κοινοτικών της υποχρεώσεων είναι υποχρεωμένη να έχει απελευθερώσει πλήρως και τις δύο αγορές μέχρι το έτος 2008. Για να απελευθερωθεί όμως η ενεργειακή αγορά θα πρέπει πρώτα να επιτραπεί η πρόσβαση τρίτων στα δίκτυα ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, θα πρέπει να ενθαρρυνθούν και να υλοποιηθούν μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις τόσο στον τομέα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (με φυσικό αέριο, στερεά καύσιμα, Α.Π.Ε.) όσο και στην μεταφορά και διανομή φυσικού αερίου, μία διαδικασία η οποία έχει ήδη δρομολογηθεί με την ίδρυση και δραστηριοποίηση των τοπικών φορέων παροχής φυσικού αερίου (ΕΠΑ) στην Αττική, την Θεσσαλονίκη και τη Θεσσαλία. Βάσει πρόσφατης γνωμοδοτήσεως που υπέβαλε η Ρ.Α.Ε. στον Υπουργό Ανάπτυξης, αφού ολοκλήρωσε προηγουμένως την δημόσια διαβούλευση για τους όρους λειτουργίας της νέας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, πρόκειται σύντομα με τροπολογία που θα κατατεθεί στη Βουλή να αλλάξει το υπάρχον νομικό πλαίσιο (ο Ν. 2773/99) ώστε να εξασφαλιστεί η πλήρης διαφάνεια στους όρους λειτουργίας της νέας αγοράς καθώς και η ανεξάρτητη και οικονομικά ανεμπόδιστη λειτουργία της ΔΕΣΜΗΕ, η οποία και θα φέρει την ευθύνη για την καθημερινή και εύρυθμη λειτουργία του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας, όπου πέρα της ΔΕΗ, σε 3-4 χρόνια θα συμμετέχουν και άλλοι παραγωγοί (έχουν ήδη δοθεί 6 άδειες σε αντίστοιχα ιδιωτικά επενδυτικά σχήματα συνολικής εγκατεστημένης ισχύος περίπου 2.600 MW και σύμφωνα με πληροφορίες προχωρούν προς υλοποίηση τουλάχιστον τρεις επενδύσειςΧ αυτή της Αλουμίνιο της Ελλάδος στη Βοιωτία για 300 MW, των ΕΛΠΕ στα Διαβατά Θεσσαλονίκης για 400 MW και της ΔΕΠΑ στο Πάτημα Αττικής για 390 MW). Επιπλέον το νέο νομικό πλαίσιο ιδιαίτερα με την εισαγωγή της έννοιας των Πιστοποιητικών Ισχύος (ΠΙΣ), τα οποία εις το εξής θα υποχρεούνται να εκδίδουν οι ανεξάρτητοι παραγωγοί, βοηθά στην εξασφάλιση τραπεζικής χρηματοδότησης των υπό μελέτη επενδύσεων από τους ιδιώτες παραγωγούς. Παράγοντες του ενεργειακού κλάδου από τους οποίους ζητήσαμε να σχολιάσουν τις τελευταίες εξελίξεις και να μας μεταφέρουν τις απόψεις τους για τις προοπτικές που διανοίγονται μας εδήλωσαν ότι «αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, δηλ. τα τελευταία 1-2 χρόνια και αυτό που περιμένουμε να γίνει τα επόμενα 4-5 χρόνια, είναι ουσιαστικά ο μετασχηματισμός του ενεργειακού τομέα, από ένα ασφυκτικά ελεγχόμενο (από το κράτος) και δημοσιοκεντρικά προσανατολισμένο τμήμα της οικονομίας, σε μία ανοικτή, ανταγωνιστική και φιλοκαταναλωτική αγορά (market driven), με δυνατότητες προσφοράς πολλών νέων υπηρεσιών και ίσων ευκαιριών για αρκετό κόσμο. Οι ίδιοι παράγοντες προσθέτουν ότι σε σύγκριση με όλες τις άλλες γειτονικές χώρες η Ελλάδα διαθέτει σήμερα ένα αρκετά οργανωμένο και αρκετά αξιόπιστο ενεργειακό σύστημα (δηλ. ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο, λιγνίτης, πετρέλαιο κλπ), το οποίο αποτελεί μία πολύ καλή βάση για την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών μέσω της δημιουργίας ανταγωνισμού. Οι ανωτέρω παράγοντες ομιλούν για ραγδαίες εξελίξεις στην Ελλάδα στα αμέσως επόμενα χρόνια καθώς αναμένεται ότι θα περάσουν στο στάδιο υλοποίησης μία ολόκληρη σειρά επενδυτικών σχεδίων που τώρα κυοφορούνται τόσο στο χώρο της ηλεκτροπαραγωγής, βασισμένα σε μεγάλες μονάδες συνδυασμένου κύκλου αλλά και σε ΑΠΕ (κυρίως Αιολική Ενέργεια) καθώς και στους τομείς της εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Εξ΄ άλλου η ολοκλήρωση των επιπλέον απαραίτητων διασυνδέσεων με γειτονικές χώρες όπως λ.χ. διασύνδεση με Ιταλία μέσω υποθαλάσσιου αγωγού φυσικού αερίου, διασύνδεση δικτύων Ελλάδας-Τουρκίας για ηλεκτρισμό και Φυσικό Αέριο, καθώς και ο πολυσυζητημένος πετρελαιαγωγός Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολη, πρόκειται να συμβάλλουν αποφασιστικά στην περαιτέρω ενίσχυση της ενεργειακής θέσης της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου. Επίσης, θα βοηθήσουν στην επιτάχυνση των ρυθμών της απελευθέρωσης της εντόπιας ενεργειακής αγοράς. Μπορεί τα ανωτέρω ενεργειακά έργα να μην καταστήσουν την Ελλάδα ως τον περιβόητο ενεργειακό κόμβο της περιοχής – κάτι τέτοιο θα ήτο γεωγραφικά αδύνατο αφού η Ελλάδα ευρίσκεται στην απόληξη της χερσονήσου του Αίμου και όχι στο κέντρο της ή έστω ανατολικά όπως η Τουρκία – αλλά θα την αναδείξουν οπωσδήποτε σε μία σημαντική οικονομική δύναμη με ενισχυμένες ενεργειακές δυνατότητες και επιρροή πέρα από τα σύνορα της. Προς αυτή την κατεύθυνση εξ΄ άλλου αναμένεται να συμβάλλει και η δημιουργία του σχεδιαζόμενου Χρηματιστηρίου Ενέργειας το οποίο θα στηρίξει τη λειτουργία του πάνω στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του Χρηματιστηρίου Παραγώγων Αθηνών (Χ.Π.Α.) που λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία εδώ και τρία χρόνια με την συμμετοχή Ελληνικών αλλά και αρκετών ξένων εταιρειών. Το χρηματιστήριο αυτό είναι βέβαιο ότι θα προσελκύσει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τόσο σε περιφερειακό επίπεδο όσο και σε διεθνές, αφού συμβόλαια του (ενεργειακά options και futures) θα μπορούν ν΄ αγοράζονται και να πωλούνται από traders που κινούνται στη διεθνή αγορά εμπορευμάτων (commodities). Μάλιστα θεωρείται εξασφαλισμένη η συμμετοχή στο εν λόγω χρηματιστήριο τουλάχιστον δεκαπέντε εταιρειών με έδρα την Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη οι οποίες ήδη δραστηριοποιούνται στη διεθνή αγορά πετρελαϊκών συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης αλλά και στην αγοροπωλησία μικρών και μεσαίων φορτίων λευκών προϊόντων στη λεκάνη της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας. Φαίνεται ότι αυτό που δεν μπορεί να γίνει η χώρα μας, κυρίως λόγω γεωγραφικών περιορισμών, δηλ. στο να αναδειχθεί ως ο κύριος ενεργειακός - εμπορικός κόμβος της περιοχής, θα μπορέσει τελικά να το καταφέρει σ΄ ένα άλλο επίπεδο, δηλ. στην άυλη πολιτικοοικονομική σφαίρα, με την ανάδειξη της, μέσα στα επόμενα χρόνια, ως το πλέον σημαντικό χρηματοοικονομικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής ΝΑ Μεσογείου και Βαλκανίων στον ενεργειακό τομέα και όχι μόνο. Κ. Σταμπολής Το άρθρο δημοσιεύθηκε σητν εφημερίδα "Καθημερινή" το Σάββατο 3 Αυγούστου 2002, σελ. 22/42

Διαβάστε ακόμα