Μετά την ήττα του στην ναυμαχία του Ακτίου, το 31 π.Χ., ο σπουδαίος Ρωμαίος στρατηγός και πολιτικός Μάρκος Αντώνιος επιστρέφει, ταπεινωμένος, στην Αλεξάνδρεια, μαζί με τη βασίλισσα της Αιγύπτου Κλεοπάτρα.

Μετά την ήττα του στην ναυμαχία του Ακτίου, το 31 π.Χ., ο σπουδαίος Ρωμαίος στρατηγός και πολιτικός Μάρκος Αντώνιος επιστρέφει, ταπεινωμένος, στην Αλεξάνδρεια, μαζί με τη βασίλισσα της Αιγύπτου Κλεοπάτρα.

Και οι δυο φλογεροί εραστές ξέρουν πλέον ότι, πέφτοντας στα χέρια του νικητή της μάχης, του Οκταβιανού, που καταφθάνει στην Αίγυπτο να την υποτάξει μετατρέποντάς την σε επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τους περιμένει η εκτέλεση. Για να την αποφύγουν, αποφασίζουν να αυτοκτονήσουν. Αυτά λέει η ιστορία, πώς κύλησαν τα γεγονότα.

Δουλειά της τέχνης, όμως, που, καταπώς λέει ο Μαγιακόφσκι, μοιάζει με σφυρί που δίνει μορφή στον κόσμο, είναι τα γεγονότα να μας τα δείχνει όχι όπως κυλάνε, αλλά όπως αξίζει να τα ζούμε. Και την καταστροφή σου, ακόμη, φρόντισε, λέει η τέχνη, να τη χειριστείς με αξιοπρέπεια. «Δεν έχομε φίλους. Μόνο αποφασιστικότητα και το επερχόμενο τέλος!» βάζει ο Σέξπιρ την Κλεοπάτρα να λέει αγέρωχα πριν αυτοκτονήσει, χωρίς ίχνος ταραχής και λιποψυχίας, με την ίδια μεγαλοθυμία που οφείλει, λέει ένας άλλος ποιητής, ο Καβάφης, να αντιμετωπίσει και ο Αντώνιος το τέλος του: χωρίς μεμψιμοιρία και θρήνο που «τα έργα του απέτυχαν και τα σχέδια της ζωής του βγήκαν όλα πλάνες (...), σαν έτοιμος από καιρό, σαν θαρραλέος (...) χωρίς των δειλών τα παρακάλια και τα παράπονα».

Εξι χρόνια τώρα ο ελληνικός λαός έχει μπει σε μια διαρκώς κλιμακούμενη οδυνηρή περιπέτεια ζωής, που τον οδηγεί στην ολική χρεοκοπία του. Δεν είναι μόνο η οικονομική δυσπραγία και η φτώχεια που μας πνίγουν. Είναι και η ψυχική εξαθλίωση που, εξαλείφοντάς μας κάθε ίχνος αξιοπρέπειας, νεκρώνει μέσα μας την όποια διάθεση να αντισταθούμε στο επερχόμενο τέλος μας, που πολύ καιρό τώρα έχει προετοιμάσει το σάπιο πολιτικό σύστημά μας, με την έντονη συνδρομή τελευταία των «φίλων» μας από το εξωτερικό.

Ο φόβος, που τεχνηέντως καλλιεργεί το σάπιο σύστημα, για να μην ξεφύγομε από την εξουσία του, μας κάνει διστακτικούς να εμπιστευθούμε άλλες πολιτικές δυνάμεις που μας υπόσχονται άλλους δρόμους να ακολουθήσομε για τη σωτηρία μας. Χρειαζόμαστε αποφασιστικότητα -την αποφασιστικότητα της Κλεοπάτρας, που μπορεί να μας εξασφαλίσει η αξιοπρέπεια, την οποία ο ποιητής προσπαθεί να εμφυσήσει στον Αντώνιο.

Την αποφασιστικότητα που το 1821 χρειαζόταν το υπόδουλο έθνος μας για να αλλάξει, επαναστατώντας, τη ζωή του, δίνοντάς της την αξιοπρέπεια που της αρμόζει, μέσα από την τέχνη της ποίησης επιχείρησε να του τη διοχετεύσει ο Ρήγας, συνθέτοντας το θούριό του. Μήπως και για μας σήμερα, στις δύσκολες μέρες που περνάμε, είναι η ώρα πλέον των ποιητών να μιλήσουν;

Τούτο να καταλάβομε: ο ποιητής δεν είναι κατασκευαστής ούτε μεταφορέας ιδεών. Δεν έχει, να το πούμε καθαρά, να κάνει με ιδέες, αλλά με λέξεις. Οταν κάποτε ο ζωγράφος Ντεκά είπε στον ποιητή Μαλαρμέ ότι έχει ένα σωρό ιδέες στο κεφάλι του, αλλά όταν κάτσει να τις βάλει κάτω στο χαρτί να γράψει ποίηση δεν τα καταφέρνει, ο Μαλαρμέ του απάντησε: Καημένε Ντεκά, η ποίηση είναι λέξεις, όχι ιδέες.

Ο ποιητής είναι ένας ανθρακωρύχος που ανασύρει όχι όποιο μέταλλο βρει μπροστά του, αλλά τα χρήσιμα μέταλλα, εκείνα που χρειαζόμαστε στη ζωή μας για να την κάνομε καλύτερη. Ψάχνει να βρει στα έγκατα του κόσμου των λέξεων όχι εκείνες που, όπως το χρυσάφι ή ο άργυρος, φαντάζουν και ο χρήστης των μπορεί να τις βάλει σαν κοσμήματα στην ομιλία του ή τη γραφή του, αλλά λέξεις που, όπως ο μαγνήτης, ασκούν επίδραση σε εκείνους των οποίων αγγίζουν τα αυτιά, έτσι ώστε να τους μετακινήσουν από εκεί που είναι καθηλωμένοι.

«Εχω ένα όνειρο, ότι μια μέρα...» είπε κάποτε ο μαύρος οραματιστής Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και με τα λόγια του άλλαξε έναν ολόκληρο κόσμο, κάνοντάς τον από μαύρο άσπρο. Το όνομά του δεν υπάρχει στις ανθολογίες της ποίησης ούτε σε άλλα σχετικά εγχειρίδια. Τα γεγονότα που προκάλεσαν οι λέξεις του τον δικαιώνουν ως ποιητή.

Η οργή, η απογοήτευση, η αγανάκτηση και τα άλλα συναισθήματα που προκαλεί η κρίση που διερχόμαστε φαίνεται να μην επαρκούν για να αντιδράσομε. Μήπως είναι, λοιπόν, η ώρα των ποιητών;

(από την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία")