Ο Κώστας Βεργόπουλος (Κ.Β.) σε δύο πολύ ενδιαφέροντα άρθρα του στον «Επενδυτή» της 24.8.13 και της 1.9.13 αναφέρεται στον παραλογισμό της προσπάθειας επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος εν μέσω ύφεσης, δεδομένου ότι η προσπάθεια αυτή από τη μια μεριά επιδεινώνει την ύφεση και από την άλλη δημιουργεί μια μαύρη τρύπα στα ασφαλιστικά ταμεία

Ο Κώστας Βεργόπουλος (Κ.Β.) σε δύο πολύ ενδιαφέροντα άρθρα του στον «Επενδυτή» της 24.8.13 και της 1.9.13 αναφέρεται στον παραλογισμό της προσπάθειας επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος εν μέσω ύφεσης, δεδομένου ότι η προσπάθεια αυτή από τη μια μεριά επιδεινώνει την ύφεση και από την άλλη δημιουργεί μια μαύρη τρύπα στα ασφαλιστικά ταμεία.

Πέρα, όμως, από τις πολύ ορθές αυτές επισημάνσεις, υπάρχουν από τη μια μεριά σοβαρά προβλήματα για το αν και κατά πόσο το πολυδιαφημιζόμενο πρωτογενές πλεόνασμα είναι πραγματικό, δηλαδή ότι είναι εικονικό και στηρίζεται σε αμαρτωλές πρακτικές του παρελθόντος, και από την άλλη η δημιουργία του έχει και άλλες πολλαπλές επιπτώσεις, εκτός από εκείνες που αναφέρει ο Κ.Β., οι οποίες επιδεινώνουν τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της χώρας.

Και πρώτα απ’ όλα η εικονικότητα του πρωτογενούς πλεονάσματος. Αν δει κανείς την ανάλυση του πρωτογενούς πλεονάσματος του 7μήνου Ιανουαρίου-Ιουλίου 2013, ύψους 2.634 εκατ. ευρώ, παρατηρεί πρώτα ένα πολύ μικρό έλλειμμα της κεντρικής κυβέρνησης, δηλαδή του κράτους, ύψους -1.156 εκατ. ευρώ. Αυτό, όμως, «επιτυγχάνεται» -και αυτό έχει τονιστεί κατά κόρο- πρώτα με τη συνεχή περικοπή των δημόσιων επενδύσεων, περικοπή που επιδεινώνει την ύφεση και, δεύτερον, με τη μη απόδοση του ΦΠΑ στους δικαιούχους. Το πραγματικό, επομένως, έλλειμμα της κεντρικής κυβέρνησης είναι πολύ μεγαλύτερο.

Το μικρότερο έλλειμμα της κεντρικής κυβέρνησης μετατρέπεται σε πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης από την εμφανιζόμενη ως «λευκή», ενώ πρόκειται για «μαύρη», τρύπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Έτσι, π.χ., οι ΟΤΑ εμφανίζεται να έχουν πλεόνασμα 561,4 εκατ. ευρώ όταν το Δημόσιο τούς οφείλει 827 δισ. ευρώ, οι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης και τα νοσοκομεία εμφανίζονται να έχουν πλεόνασμα 1.727 εκατ. ευρώ, τη στιγμή που το Δημόσιο τούς οφείλει 4.800 εκατ. ευρώ, κ.λπ.

Από τις παρατηρήσεις αυτές είναι σαφές ότι και η σημερινή κυβέρνηση, όπως και όλες οι προηγούμενες, μη εξοφλώντας χρέη του Δημοσίου σε άλλους φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αλλά και σε ιδιώτες (που τώρα συνολικά ανέρχονται σε 6.600 εκατ. ευρώ), εμφανίζει ένα εικονικό πρωτογενές πλεόνασμα, ενώ στην πραγματικότητα υπάρχει ένα πολλαπλάσιο έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης.

Το ότι η σημερινή, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, προσπαθεί με ψέματα να παρουσιάζει το «μαύρο» «άσπρο» είναι γνωστό εδώ και πολλά χρόνια και αποτελεί ένας από τους λόγους στους οποίους οφείλεται το σημερινό κατάντημα της χώρας. Δυστυχώς, τόσο στο παρελθόν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ε.Ε. όσο και η τρόικα σήμερα, εν γνώσει τους ότι πρόκειται για ψέματα, ενέκριναν και εγκρίνουν τις μεθοδεύσεις αυτές για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων. Στην περίπτωση της τρόικας, πρόκειται για την αποπληρωμή των τοκοχρεολυσίων ελληνικών ομολόγων που βρίσκονται στα «χέρια» των κρατών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και την αποφυγή πρόκλησης μείζονος κρίσης σε ολόκληρη την Ευρωζώνη εξαιτίας του προβλεπόμενου «ντόμινο».

Έρχομαι τώρα στις πολλαπλές επιπτώσεις της «επίτευξης» του εικονικού πλεονάσματος που προστίθενται σε εκείνες που αναφέρει ο Κ.Β. στα άρθρα του.

Πρώτα απ’ όλα, η μείωση του ελλείμματος της κεντρικής κυβέρνησης, εκτός από τη μείωση των δημόσιων επενδύσεων και τη μη επιστροφή του ΦΠΑ, επιτυγχάνεται με την επιβολή ολοένα και περισσότερων φόρων (το εναπομένον 4μηνο ή 5μηνο πρέπει να πληρωθούν 7 διαφορετικοί φόροι), καθώς και με τις διαδοχικές περικοπές μισθών και συντάξεων. Η περικοπή, όμως, αυτή και το ύψος των φόρων έχουν αναγκάσει τα νοικοκυριά τα οποία διαθέτουν κάποιες αποταμιεύσεις να καταβάλουν τους φόρους, μειώνοντας τις καταθέσεις τους μέχρις ότου αυτές εξαντληθούν. Το ίδιο συμβαίνει και με τις επιχειρήσεις που δεν έχουν κλείσει και έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν τους επιπλέον φόρους.

Το τελικό αποτέλεσμα αυτών των αναλήψεων είναι το σύνολο των καταθέσεων από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα να έχει μειωθεί κατά 75 δισ. ευρώ. Και ναι μεν είναι γνωστό ότι ένα μέρος των αναλήψεων αυτών (λέγεται ότι ανέρχεται σε 25 δισ. ευρώ) φυγαδεύτηκε στο εξωτερικό (και ακόμα γίνονται έλεγχοι για το αν αυτό έγινε νόμιμα), τα υπόλοιπα όμως 50 δισ. ευρώ έχουν αναληφθεί είτε για την πληρωμή φόρων από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις είτε για την κάλυψη βασικών αναγκών, για τις οποίες δεν επαρκούν τα δραστικά κουτσουρεμένα εισοδήματα των νοικοκυριών.

Η μείωση, όμως, των καταθέσεων, σε συνδυασμό με το «κούρεμα» των ομολόγων του Δημοσίου που είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους οι τράπεζες, έχει προκαλέσει τα πολύ σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν και τα οποία καλύφθηκαν εν μέρει με την ανακεφαλαιοποίησή τους (δηλαδή, ουσιαστικά, την κρατικοποίησή τους). Το μέτρο, όμως, αυτό δεν αντιμετωπίζει μια άλλη μεγάλη επίπτωση των μέτρων που προαναφέρθηκαν για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος. Πρόκειται για το ύψος των δανείων (στεγαστικών, καταναλωτικών και των επιχειρήσεων) που οι δανειολήπτες αδυνατούν να εξυπηρετήσουν και το οποίο ανέρχεται σχεδόν στο 30% του συνόλου των δανείων αυτών. Το πρόβλημα αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι ανακεφαλαιοπημένες τράπεζες να παρέχουν δάνεια με «το σταγονόμετρο».

Αυτά για τα προβλήματα των τραπεζών. Υπάρχουν, όμως, ανάλογα προβλήματα και στην καταβολή φόρων παρελθόντων ετών και του τρέχοντος έτους από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που δεν έχουν τη δυνατότητα να εξοφλήσουν τους φόρους αυτούς. Στα τέλη του προηγούμενου έτους, το συνολικό ποσό των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο ανερχόταν σε 56 δισ. ευρώ. Το τελευταίο 7μηνο στο ποσό αυτό προστέθηκαν άλλα 4 δισ. ευρώ, ανεβάζοντας το σύνολό τους στα 60 δισ. ευρώ.

Με δεδομένες όλες τις παραπάνω πολλαπλές επιπτώσεις της εφαρμοζόμενης πολιτικής, είναι απορίας άξιο πώς μπορεί η κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι θα επιτευχθεί φέτος μικρό πραγματικό πρωτογενές πλεόνασμα και τα επόμενα μεγαλύτερο, όταν από τη μια μεριά η ελληνική οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά 25% και η ανεργία έχει ξεπεράσει το 27% και από την άλλη η Ευρωζώνη και η Ε.Ε. βρίσκονται το τρέχον έτος ουσιαστικά σε ύφεση και προβλέπεται ισχνότατη ανάπτυξή τους το 2014.

Τόσο για τους παραπάνω λόγους όσο και, κυρίως, εξαιτίας των εκρηκτικών κοινωνικών προβλημάτων που έχουν προκαλέσει τα μέτρα που επιβάλλουν οι δανειστές μας και εφαρμόζουν οι υποταγμένες σ’ αυτούς διαδοχικές κυβερνήσεις, η εφαρμοζόμενη πολιτική θα οδηγηθεί σύντομα σε πλήρες αδιέξοδο, ένα αδιέξοδο που εγκυμονεί κινδύνους μιας ανεξέλεγκτης κοινωνικής έκρηξης.

* Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ

(από την εφημερίδα "ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ", 07/09/2013)