Την περασμένη Πέμπτη η Τράπεζα της Ελλάδος ανακοίνωσε πως το αενάως επαναλαμβόμενο έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών μετατράπηκε το 2013 σε πλεόνασμα ύψους 1,2 δις ευρώ, για πρώτη φορά από το 1948, το έτος δηλαδή από το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία

Την περασμένη Πέμπτη η Τράπεζα της Ελλάδος ανακοίνωσε πως το αενάως επαναλαμβόμενο έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών μετατράπηκε το 2013 σε πλεόνασμα ύψους 1,2 δις ευρώ, για πρώτη φορά από το 1948, το έτος δηλαδή από το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία. Παράλληλα, σύμφωνα με την τελευταία εκτίμηση του Υπ. Οικονομικών (Δελτίο Τύπου 11/02/14), το πρωτογενές πλεόνασμα Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα είναι υψηλότερο των 812 εκατ. ευρώ, ξεπερνώντας έτσι το στόχο για μηδενικό πρωτογενές πλεόνασμα που έχει τεθεί από το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής. Ως αποτέλεσμα της αναστροφής των δίδυμων ελλειμμάτων που κατηγορούνται για την κρίση χρέους της ελληνικής οικονομίας, σε δίδυμα πλεονάσματα, το Υπ. Οικονομικών κάνει λόγο για «εξάλειψη» των δύο βασικών αιτιών της κρίσης.

Στην εμφάνιση πλεονάσματος στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών ύψους 1,2 δις (0,7% του ΑΕΠ) το 2013 - έναντι του ελλείμματος ύψους 4,6 δις ευρώ το 2012 (2,4% του ΑΕΠ) - συνέβαλαν η σημαντική μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου και η αύξηση των πλεονασμάτων του ισοζυγίων τρεχουσών μεταβιβάσεων και υπηρεσιών. Ειδικότερα, το εμπορικό ισοζύγιο εμφάνισε μείωση της τάξης του 12% το 2013, κάτι που οφείλεται σε μικρή αύξηση των εξαγωγών κατά 2,3% και στη μείωση των πληρωμών για εισαγωγές κατά 4,5%. Καταλυτικό ρόλο στη μείωση του εμπορικού ελλείμματος έπαιξαν η μείωση των εισαγωγών καυσίμων από 17,6 σε 15,6 δις ευρώ (-11,4%) και η μικρή αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας του κλάδου (+6,9%), καθώς οι εξαγωγικές του εισπράξεις αυξήθηκαν κατά μισό δις ευρώ. Ως εκ τούτου, το ισοζύγιο καυσίμων εμφανίζεται μειωμένο σχεδόν κατά 25% το 2013, έχοντας επιστρέψει στα επίπεδα του 2009. Αξίζει να σημειωθεί πως η συμμετοχή του ισοζυγίου καυσίμων στο εμπορικό ισοζύγιο μειώθηκε το 2013 στο 45% από το επίπεδο ρεκόρ του 52% που είχε φτάσει το 2012.

Η ενίσχυση του τουρισμού συνέβαλε δραστικά στη βελτίωση του ισοζυγίου υπηρεσιών (αύξηση πλεονάσματος κατά 11%), κάτι που αποτυπώνεται στην αύξηση των ταξιδιωτικών εισπράξεων κατά 14,9%, εξέλιξη που μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης το 2013 κατά 15,5%. Βελτίωση παρατηρείται και στο ισοζύγιο των τρεχουσών μεταβιβάσεων καθότι παρουσιάζει πλεόνασμα αυξημένο κατά 3 δις ευρώ σε σχέση με το 2012, λόγω αυξημένων μεταβιβάσεων - κυρίως κοινοτικών κονδυλίων - προς το ελληνικό κράτος (αύξηση 212,7%). Τέλος, το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων εμφανίζεται βεβαρυμένο κατά 1,2 δις ευρώ συγκριτικά με το 2012, δεδομένης της αύξησης των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη.

Πηγή : Τράπεζα της Ελλάδος

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος

Από την άλλη, το πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται ότι για το 2013 θα εμφανίσει πλεόνασμα που θα ξεπερνά τα 812 εκατ. ευρώ (0,4% του ΑΕΠ), σύμφωνα με τη μεθοδολογία του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής (ΠΟΠ). Όπως αναφέρεται και στη σχετική ανακοίνωση του Υπ. Οικονομικών, το πρωτογενές αποτέλεσμα κατά τη μεθοδολογία ΠΟΠ δεν περιλαμβάνει την αναδρομική μείωση του επιτοκίου για δάνεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και τη μεταφορά των αποδόσεων των Ελληνικών ομολόγων από τις Κεντρικές Τράπεζες του Ευρωσυστήματος ( ANFAs και SMPs). Έτσι σύμφωνα με τη μεθοδολογία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών, που χρησιμοποιείται από τη Eurostat, το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο πολύ υψηλότερο επίπεδο των 3,9 δις ευρώ (2,1% του ΑΕΠ).

Τα δίδυμα ελλείμματα της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή το εξωτερικό και το δημοσιονομικό, καθώς και η αύξηση του εξωτερικού δανεισμού, αποτέλεσαν τις βασικές αιτίες για την ελληνική κρίση χρέους και είναι χαρακτηριστικά του στρεβλού παραγωγικού προτύπου της χώρας. Η υψηλή κατανάλωση – δημόσια και ιδιωτική - σε συνδυασμό με τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και την αναποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα, τροφοδότησαν τα δίδυμα ελλείμματα και διόγκωσαν τα συνεπαγόμενα δίδυμα χρέη. Η αντιμετώπιση αυτών των εσωτερικών και εξωτερικών ανισορροπιών, που σαφώς επιδεινώθηκαν από την παγκόσμια κρίση, μέσω της αναδόμησης του παραγωγικού προτύπου, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών.

Η εμφάνιση δημοσιονομικού πλεονάσματος αποτελεί μία θετική εξέλιξη για τα δημόσια οικονομικά της χώρας, αλλά πρέπει να αναγνωρισθεί ότι συνιστά το αποτέλεσμα μιας αντικοινωνικής δημοσιονομικής προσαρμογής και της εφαρμογής ακραίων μέτρων λιτότητας. Επίσης είναι αναμφίβολο, πως προκειμένου να καταστεί το δημόσιο χρέος βιώσιμο, απαιτείται ένας συνδυασμός διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων, αλλά και ρυθμών μεγέθυνσης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, τη στιγμή που η φοροδοτική ικανότητα πολιτών και επιχειρήσεων εξαντλείται.

Αντίστοιχα το πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια βαθιάς ύφεσης που σωρευτικά φτάνει το 25% του ΑΕΠ, η οποία οδηγεί τις εισαγωγές αγαθών σε μείωση. Η τιθάσευση του εμπορικού ελλείμματος δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στη μείωση της κατανάλωσης. Αντιθέτως, απαιτεί την παροχή κινήτρων για επενδύσεις σε τομείς που μπορούν να συμβάλουν στην υποκατάσταση των εισαγωγών ή στην ενίσχυση των εξαγωγών.

Η επίτευξη δίδυμων πλεονασμάτων στο πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών συνιστά πρόοδο, όμως προκειμένου να συνεχίσει η οικονομία να τα εμφανίζει και να υπάρξει δραστική μείωση του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους, απαιτείται ένα πρόγραμμα αναπτυξιακών παρεμβάσεων ικανό να αναδιαρθρώσει την οικονομία και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας. Η αναστροφή των ελλειμμάτων από μόνη της δεν δημιουργεί ανάπτυξη. Όπως έχει γράψει και στο παρελθόν και ο Ζαν-Πιερ Βεσπερινί, Γάλλος καθηγητής Δικαίου και Οικονομικών, « η μείωση του ελλείμματος δεν δημιουργεί από μόνη της την ανάπτυξη, όπως όλες οι πολιτικές στην Ευρώπη μας δείχνουν σε τόσο υπερβολικό βαθμό. Αντιθέτως, η σχέση μεταξύ της μείωσης του ελλείμματος και της ανάπτυξης δρα μηχανικά και άμεσα: η ανάπτυξη οδηγεί μηχανικά στην αύξηση των εσόδων, που με τη σειρά της οδηγεί άμεσα στη μείωση των ελλειμμάτων».

*Η Αργυρώ Ροϊνιώτη είναι οικονομολόγος και επιστημονική συνεργάτις του ΙΕΝΕ