Μεγαλύτερες κατά 15 δις ευρώ θα ήταν οι εξαγωγές της Γερμανίας πέρυσι αν η βιομηχανίας δεν επιβαρυνόταν με το κόστος της πολιτικής στήριξης των ΑΠΕ. Αυτό υποστηρίζει πρόσφατη ανάλυση του οίκου ΙΗS, σύμφωνα με την οποία το υψηλό ενεργειακό κόστος προκάλεσε υστέρηση των γερμανικών εξαγωγών στον κατασκευαστικό τομέα έναντι των πέντε μεγαλύτερων ανταγωνιστών της χώρας κατά 52 δις δολ. την εξαετία 2008-2013

Μεγαλύτερες κατά 15 δις ευρώ θα ήταν οι εξαγωγές της Γερμανίας πέρυσι αν η βιομηχανίας δεν επιβαρυνόταν με το κόστος της πολιτικής στήριξης των ΑΠΕ. Αυτό υποστηρίζει πρόσφατη ανάλυση του οίκου ΙΗ S, σύμφωνα με την οποία το υψηλό ενεργειακό κόστος προκάλεσε υστέρηση των γερμανικών εξαγωγών στον κατασκευαστικό τομέα έναντι των πέντε μεγαλύτερων ανταγωνιστών της χώρας κατά 52 δις δολ. την εξαετία 2008-2013.

Το τελευταίο αυτό νούμερο προέκυψε από τον υπολογισμό των μεταβολών στον καθαρό όγκο των γερμανικών κατασκευαστικών εξαγωγών προς τις μεταβολές στα ενεργειακά κόστη, με τη χρήση ενός οικονομικού μοντέλου. Περίπου το 60% των απωλειών αυτών (ή 30 δις ευρώ) αφορούν βιομηχανίες έντασης ενέργειας: βιομηχανίες χάρτου, χημικών, φαρμακοβιομηχανίες, βιομηχανίες μη μεταλλικών μεταλλευμάτων και βιομηχανίες βασικών μετάλλων.

Επίσης, η ανάλυση της HIS δείχνει ότι οι μικρότερες εταιρείες επλήγησαν δυσανάλογα. Κι αυτό γιατί, σε αντίθεση με μεγάλες βιομηχανίες όπως η BASF και ThyssenKrupp, οι μικρότερες βιομηχανίες δεν είναι επιλέξιμες για εξαιρέσεις από τις επιπλέον χρεώσεις στο ενεργειακό τους κόστους λόγω των «πράσινων πολιτικών».

Επίσης, σύμφωνα με τους Financial Times, το ενεργειακό κόστος ήταν ένας από τους βασικούς παράγοντες που ώθησαν στην μεγαλύτερη αύξηση, διαχρονικά, των άμεσων ξένων επενδύσεων των γερμανικών εταιρειών σε σχέση με τις επενδύσεις τους εντός της χώρας.