Επιτέλους, η ΕΚΤ φαίνεται έτοιμη να χορηγήσει λίγη αδρεναλίνη στην ημιθανή οικονομία της Ευρωζώνης. Από τη στιγμή που ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, άφησε να εννοηθεί ότι επίκειται λήψη μέτρων τον Ιούνιο, ακολούθησε σειρά συνεντεύξεων και διαρροών σχετικών με τις νέες ιδέες της Τράπεζας
Επιτέλους, η ΕΚΤ φαίνεται έτοιμη να χορηγήσει λίγη αδρεναλίνη στην ημιθανή οικονομία της Ευρωζώνης. Από τη στιγμή που ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, άφησε να εννοηθεί ότι επίκειται λήψη μέτρων τον Ιούνιο, ακολούθησε σειρά συνεντεύξεων και διαρροών σχετικών με τις νέες ιδέες της Τράπεζας Το σημαντικότερο μέτρο θα είναι μια μείωση των επιτοκίων που καταβάλλει η ΕΚΤ στις καταθέσεις των τραπεζών στα ταμείο της σε -0,1% ή -0,2%.

Στελέχη της έχουν, επίσης, αναφέρει: επέκταση των δανείων στις τράπεζες με καθορισμένο επιτόκιο για τρία ή και πέντε έτη, αγορές δανείων των τραπεζών σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή και δανεισμό προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες υπό τον όρο ότι θα τον προωθήσουν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Οι διαρροές έχουν προκαλέσει ενθουσιασμό. Δυστυχώς, όμως, ακόμη κι αν επαληθευθούν όλα όσα ακούγονται για τα σχέδια της ΕΚΤ, δεν είναι σαφές αν αυτές οι πολιτικές θα λύσουν τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη: αναιμική ανάπτυξη, εκτεταμένη ανεργία, συνεχιζόμενη πιστωτική έλλειψη για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της Νότιας Ευρώπης, ευρείες ανισότητες ανταγωνιστικότητας ανάμεσα στη Γερμανία και την υπόλοιπη Ευρωζώνη και τις αποπληθωριστικές πιέσεις που δημιουργούν παγίδες χρέους και υφέσεις στις περιφερειακές οικονομίες.

Ενα αρνητικό επιτόκιο στις καταθέσεις δεν πρόκειται να επηρεάσει ιδιαιτέρως, για δύο λόγους. Πρώτον, όσες τράπεζες έχουν πλεόνασμα ρευστότητας είναι ισχυρότερες και οι περισσότερες έχουν έδρα στη Γερμανία, τη Γαλλία και τη Βόρεια Ευρώπη και ήδη δανείζουν σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά εκεί. Η έλλειψη πιστώσεων πρέπει να αντιμετωπισθεί σε Ιταλία, Ισπανία και άλλες περιφερειακές χώρες, όπου οι τράπεζες είναι γενικώς πιο αδύναμες.

Δεύτερον, τα αρνητικά επιτόκια μπορεί να προβληθούν από τον Τύπο, αλλά δεν έχουν μαγικό οικονομικό αντίκτυπο. Αυτό φάνηκε στη Δανία, τη Σουηδία και την Ελβετία, όπου τα αρνητικά επιτόκια χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν για να αποθαρρύνουν τις υπερβολικές ροές κεφαλαίων και να αποδυναμώσουν όσα νομίσματα έτειναν να γίνουν υπερβολικά ισχυρά. Ολα αυτά καταλήγουν στην τύπωση χρήματος και στη χρήση του για την αγορά ομολόγων. Αλλά η τύπωση χρήματος για την αγορά ομολόγων αποκλείεται στην Ευρώπη εξαιτίας των αντιρρήσεων της Γερμανίας. Ο Γενς Βάιντμαν, πρόεδρος της Bundesbank, το αποκλείει εκτός και αν δοκιμαστούν όλα τα άλλα μέτρα που εξετάζει η ΕΚΤ και αποτύχουν.

Το πρόβλημα με τη βήμα προς βήμα προσέγγιση που υιοθετεί η ΕΚΤ είναι πως κάθε βήμα γίνεται πρόσχημα για να καθυστερήσει το επόμενο. Οι οικονομολόγοι της εξετάζουν επί μήνες τις επιπτώσεις των αρνητικών επιτοκίων προτού αποφασίσουν να προχωρήσουν σε άλλα. Ισως η ΕΚΤ κινηθεί πιο γρήγορα από το παρελθόν και ανακοινώσει πακέτο μέτρων. Αυτό, όμως, δεν θα είναι αρκετό για τον Νότο της Ευρώπης χωρίς δράσεις που θα ενθαρρύνουν τις επενδύσεις και θα αυξήσουν τις πιστώσεις χαλαρώνοντας τις ρυθμίσεις σε τράπεζες με χαμηλή κεφαλαιακή επάρκεια. Εκείνο που πραγματικά θα βοηθούσε αυτές τις χώρες θα ήταν η χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής και μια άμεση χορήγηση πιστώσεων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις με τη στήριξη της κυβέρνησης.

Δυστυχώς, δεν φαίνεται να υπάρχει τέτοια προοπτική για τη Νότια Ευρώπη, καθώς τα μέτρα αυτά θα έρχονταν σε σύγκρουση με τη μείωση ελλειμμάτων και την αναδιάρθρωση των τραπεζών που επέβαλαν στις χώρες αυτές η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ΕΚΤ.