Greenpeace: Το Προσχέδιο της Ευρώπης για την Ενεργειακή Ασφάλεια Χάνει την Ευκαιρία να Μειώσει Δραματικά τις Εισαγωγές Ενέργειας

Greenpeace: Το Προσχέδιο της Ευρώπης για την Ενεργειακή Ασφάλεια Χάνει την Ευκαιρία να Μειώσει Δραματικά τις Εισαγωγές Ενέργειας
energia.gr
Τετ, 25 Ιουνίου 2014 - 16:31
Σύμφωνα με νέα έκθεση που δημοσιεύθηκε σήμερα, οι ισχυρές δεσμεύσεις εκ μέρους της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της ενεργειακής αποδοτικότητας θα μπορούσαν να μειώσουν την ανάγκη για εισαγωγές ενέργειας κατά 45% έως το 2030, σε σύγκριση με τα ήδη υπάρχοντα σχέδια της Ευρώπης.

Σύμφωνα με νέα έκθεση που δημοσιεύθηκε σήμερα, οι ισχυρές δεσμεύσεις εκ μέρους της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της ενεργειακής αποδοτικότητας θα μπορούσαν να μειώσουν την ανάγκη για εισαγωγές ενέργειας κατά 45% έως το 2030, σε σύγκριση με τα ήδη υπάρχοντα σχέδια της Ευρώπης. Η εν λόγω έκθεση δημοσιεύθηκε πριν την προγραμματισμένη συνάντηση των Ευρωπαίων ηγετών στις 26 και 27 Ιουνίου. Στο πλαίσιο αυτής της συνάντησης, θα συζητηθεί η εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές ενέργειας και θα προετοιμαστεί το έδαφος για τη διαμόρφωση νέων κλιματικών και ενεργειακών πολιτικών για την επόμενη δεκαετία.

 

Μέχρι στιγμής, η ΕΕ έχει σε μεγάλο βαθμό αντιμετωπίσει την ενεργειακή ασφάλεια και την ενεργειακή και κλιματική πολιτική ως δύο ξεχωριστά ζητήματα. Η έκθεση της Greenpeace με τίτλο ‘Οδικός χάρτης προς έναν βιώσιμο και ανεξάρτητο ενεργειακό εφοδιασμό για την Ευρώπη’[1] καταδεικνύει ότι τα δύο αυτά ζητήματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα, καθώς οι στόχοι για το 2030 είναι σε θέση να μειώσουν δραματικά τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων από τη Ρωσία και από άλλες χώρες.

 

Τον περασμένο Μάιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ένα σχέδιο ενεργειακής ασφάλειας[2]. Το σχέδιο αυτό εστιάζει σε βραχυπρόθεσμες λύσεις για το πρόβλημα των διακοπών ενεργειακής τροφοδοσίας, ενώ παράλληλα προτείνει μέτρα για τη διαφοροποίηση των οδών ενεργειακού εφοδιασμού, αντικαθιστώντας την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία με την εξάρτηση από άλλους προμηθευτές ορυκτών καυσίμων. Ωστόσο, το εν λόγω σχέδιο αποφεύγει να θίξει το ζήτημα της μείωσης του συνολικού εθισμού της Ευρώπης στις εισαγωγές ενέργειας.

 

Τον περασμένο Ιανουάριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ΕΕ κατά 40% και την αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κατά 27% έως το 2030. Μέχρι στιγμής, οι προσπάθειες για την υιοθέτηση στόχου για την εξοικονόμηση ενέργειας και την αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας έως το 2030, έχουν αποτύχει. Προς το παρόν, η ΕΕ επιδιώκει την εκπλήρωση τριών στόχων για το 2020: να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, να αυξήσει τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και να ενισχύσει την ενεργειακή αποδοτικότητα.

 

Σύμφωνα με το προσχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2030, η ανάπτυξη στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας προβλέπεται να μειωθεί από σχεδόν 7% ετησίως στην τρέχουσα δεκαετία, σε κάτω από 2% για την περίοδο 2020 - 2030. Έως το 2030, η κατανάλωση ενέργειας στην Ευρώπη προβλέπεται να μειωθεί κατά λιγότερο από 15% σε σύγκριση με το 2010.

 

Ανεκμετάλλευτες δυνατότητες

Η νέα έκθεση της Greenpeace αξιολογεί τις επιπτώσεις στην εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές ενέργειας σύμφωνα με το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε σύγκριση με άλλες προτάσεις, περισσότερο φιλόδοξες, όπως αυτές της Greenpeace. Η έκθεση αυτή, αποδεικνύει ότι οι εισαγωγές ενέργειας θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα εάν εφαρμοστούν οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2030. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι εισαγωγές ενέργειας θα μειωθούν κατά 11% το 2030, σε σύγκριση με το 2010. Οι ετήσιες δαπάνες για εισαγωγές της ΕΕ θα αυξηθούν από 421 δις € το 2014 σε 452 δις € το 2030, ενώ η ΕΕ θα χρειάζεται να εισάγει το 54% της ενέργειας που καταναλώνει, δηλαδή περίπου το ίδιο ποσοστό όπως και αυτό που εισάγει τώρα (53%)[3].

Ωστόσο, εάν η ΕΕ εφαρμόσει περισσότερο αυστηρούς στόχους με σκοπό οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να διεισδύσουν σε ποσοστό 45%, η εξοικονόμηση ενέργειας κατά 40% (σε σύγκριση με το 2005) και οι εγχώριες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα να μειωθούν κατά 55% (σε σύγκριση με το 1990), αυτό θα οδηγούσε στη μείωση των ετήσιων εισαγωγών ορυκτών καυσίμων τουλάχιστον κατά 45% σε σύγκριση με το υφιστάμενο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μέχρι το 2030, οι εισαγωγές αερίου θα μπορούσαν να μειωθούν περαιτέρω τουλάχιστον κατά 45%, ενώ οι εισαγωγές πετρελαίου θα μπορούσαν επίσης να μειωθούν κατά 45%. Καθώς οι ανθρακικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής θα καταργούνταν σταδιακά έως το 2030, οι εισαγωγές άνθρακα θα σταματούσαν εξ’ ολοκλήρου πριν το τέλος της ερχόμενης δεκαετίας.

 

Η έκθεση της Greenpeace βασίζεται στην έρευνα που διεξήχθη από το γερμανικό Ινστιτούτο Τεχνικής Θερμοδυναμικής DLR ( Deutsches Zentrum für Luft- und Raumfahrt), στο πλαίσιο της οποίας προβλέπονται δύο σενάρια: ένα σενάριο που βασίζεται στο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ένα πιο φιλόδοξο σενάριο για το 2030.

 

Έως το 2030, η ενεργειακή κατανάλωση στην Ευρώπη θα έχει μειωθεί κατά περίπου 35% σε σύγκριση με το 2010, με το 46% να προέρχεται από καθαρές και εγχώριες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας[4]. Εάν εφαρμοστεί μάλιστα ένα πιο φιλόδοξο σχέδιο από το υπάρχον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα αυξηθούν επίσης οι περικοπές των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, φτάνοντας δηλαδή το ποσοστό του 60% για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που προέρχονται από την κατανάλωση ενέργειας.

 

Μία ανάλυση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που διέρρευσε πρόσφατα επιβεβαιώνει ότι μία προσπάθεια εκ μέρους της ΕΕ για μείωση της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης θα μείωνε σημαντικά τις εισαγωγές αερίου, ενώ παράλληλα θα οδηγούσε σε σημαντικά οικονομικά οφέλη[5].

 

Πολιτική μάχη

Αρκετές χώρες της ΕΕ έχουν προχωρήσει στις δικές τους λεπτομερείς προτάσεις όσον αφορά στο ζήτημα της ενεργειακής ασφάλειας, όπως η Πολωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ισπανία, η Πορτογαλία, καθώς και τα τρία Βαλτικά κράτη. Οι περισσότερες από αυτές τις προτάσεις παραβλέπουν τις υψηλές δυνατότητες των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της εξοικονόμησης ενέργειας. Η Πολωνία στηρίζει τη χρήση άνθρακα και σχιστολιθικού αερίου, το Ηνωμένο Βασίλειο προωθεί το σχιστολιθικό αέριο και την πυρηνική ενέργεια, ενώ οι χώρες της Βαλτικής προτιμούν το σχιστολιθικό αέριο, το πετρέλαιο και την τύρφη. Η Ισπανία και η Πορτογαλία στηρίζουν την αύξηση των διασυνδέσεων αγωγών και δικτύων, μερικές εκ των οποίων στοχεύουν στην ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

 

Επιπλέον, επτά άλλες κυβερνήσεις έχουν επισημάνει τη σημασία της ενεργειακής απόδοσης για την ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού στην Ευρώπη. Σε επιστολή προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που υπέγραψαν στις 17 Ιουνίου ανέφεραν ότι ‘η ενεργειακή αποδοτικότητα αποτελεί το πιο αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό μέσο ενίσχυσης της ενεργειακής ασφάλειας’[6]. Οι υπουργοί της Γερμανίας, της Δανίας, του Βελγίου, της Πορτογαλίας, της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και του Λουξεμβούργου απηύθυναν έκκληση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θέσει ένα φιλόδοξο και δεσμευτικό στόχο για την ενεργειακή αποδοτικότητα έως τον ερχόμενο Ιούλιο.

 

Η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Δανία, η Πορτογαλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Φινλανδία, η Σουηδία, η Σλοβενία και η Εσθονία[7], από κοινού με τις Αυστρία, Ιρλανδία, Ελλάδα και το Λουξεμβούργο, στηρίζουν τη θέσπιση ενός δεσμευτικού στόχου για το 2030 με γνώμονα τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μεταξύ των χωρών αυτών, η Δανία, η Γερμανία, η Ελλάδα και το Λουξεμβούργο στηρίζουν τη θέσπιση ενός στόχου της τάξεως του 30% για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενώ η Πορτογαλία στοχεύει στο 40%. Τις χώρες αυτές υποστηρίζει ένας ευρύς συνασπισμός πράσινων ενεργειακών επιχειρήσεων[8].

 

Άλλες χώρες, υπό την καθοδήγηση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Πολωνίας και με τη στήριξη πολλών εκ των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών ενεργειακών εταιρειών, εναντιώνονται στη θέσπιση δεσμευτικών στόχων για το 2030 όσον αφορά στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την εξοικονόμηση ενέργειας. Οι ενεργειακοί ‘γίγαντες’ της Ευρώπης υπερασπίζονται ακόμα σθεναρά τη χρήση ορυκτών καυσίμων και πυρηνικής ενέργειας[9], συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας[10]. Μάλιστα, σκοπεύουν στην ενίσχυση των υποδομών που συμβάλλουν στην εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων. Οι εταιρείες που κατέχουν αγωγούς αερίου, εγκαταστάσεις αποθήκευσης καθώς και εγκαταστάσεις επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου, όπως η GDF- Suez και η E. ON, πρόκειται να επωφεληθούν από το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που επικεντρώνεται στη χρήση ορυκτών καυσίμων, σύμφωνα με το διεθνή οίκο αξιολόγησης Moodys [11].

 

Τα επόμενα βήματα

Μετά το πέρας της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αξιολογήσει τον Ιούλιο την πρόοδο που έχουν σημειώσει οι υφιστάμενες πολιτικές για την ενεργειακή αποδοτικότητα. Στο πλαίσιο μίας άλλης Συνόδου Κορυφής τον Οκτώβριο, οι ηγέτες των κρατών-μελών της ΕΕ αναμένεται να καταλήξουν σε συμφωνία για τις κλιματικές και ενεργειακές πολιτικές για το έτος 2030, καθώς και συγκεκριμένα μέτρα με στόχο τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης.

 

Αναφορές:

[1] Έκθεση Greenpeac e , A roadmap towards a sustainable and independent energy supply for Europe , Ιούνιος 2014.

[2] Greenpeace ενημερωτικό δελτίο , 28 Μαΐου 2014

[3] Commission staff working document: Impact assessment for a 2030 climate and energy policy framework , 22 Ιανουαρίου 2014

[4] Οι αριθμοί σχετίζονται με την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας

[5] EnergyDesk, Why does energy efficiency matter for European energy security? , 18 Ιουνίου 2014.

[6] Επιστολή κυβερνήσεων που στηρίζουν νομικά δεσμευτικό στόχο για την εξοικονόμηση ενέργειας έως το 2030, 18 Ιουνίου2014.

[7] Green Growth Group ministers' statement on a climate and energy framework for 2030 , 3 Μαρτίου 2014.

[8] Reuters, Green energy firms clash with big utilities on EU policy , 12 Φεβρουαρίου 2014.

[9] Greenpeace report, Locked in the past: why Europe's big energy companies fear change , 27 Φεβρουαρίου 2014.

[10] EnergyDesk, Who is invested in Russia's energy? , 12 Ιουνίου 2014.